Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2022

Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο μου έμαθε ό,τι ξέρω περί ανηθικότητας


Ο επαγγελματικός αθλητισμός είναι καθρέφτης του σάπιου κόσμου των αφεντικών. Τ’ ακούς, Καμύ; Μάθε “μπαλίτσα” από τους άρχοντες…

Του Βασίλη Κρίτσα
 
Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο μου έμαθε πως όλα πουλιούνται και αγοράζονται. Η υπόληψη, ο λόγος τιμής -αρκεί να βρεθεί η κατάλληλη τιμή του καθενός- και η αγνή αγάπη για μια ομάδα. Κι ας λέει ο Κρόιφ πως δεν έχει δει ποτέ ένα τσουβάλι λεφτά να βάζει την μπάλα στα δίχτυα. Κάνουν όμως τόσα άλλα πράγματα, εντός και εκτός γηπέδου.

Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο μου έμαθε πως το μόνο που μετράει είναι να νικάς με κάθε κόστος και να παίρνεις τίτλους. Ακόμα και ξεγελώντας το παιδί σου, που λέει κι ο Αλεξανδρής, με ωμή ειλικρίνεια. Κι αν αυτό γίνει με διαιτησία και πέτσινο πέναλτι, ακόμα καλύτερα, για να σκούζουν οι απέναντι.

Μου έμαθε πως το θέαμα, η προσπάθεια, η ατμόσφαιρα, το ευ αγωνίζεσθαι, δεν έχουν καμία απολύτως αξία, παρά μόνο ως περιτύλιγμα για το προϊόν. Καμιά φορά δεν έχουν αξία ούτε καν τα γκολ που δίνουν τη νίκη. Αρκεί να έχεις παίξει στο στοίχημα τα κόρνερ, τα πλάγια ή ποιος θα πάρει πρώτος κάρτα. Και να βρεις κάποιον στο γήπεδο που να κάνει πράξη την “πρόβλεψή” σου.

Αυτή είναι η μαγεία του αθλητισμού, άλλωστε. Να γράφει κάποιος με γκολάρα το 3-0 στο ’90 και εσύ να χτυπιέσαι γιατί έχασες το under. Να διαβάζεις μανιωδώς πληροφορίες αν παίζουν πλήρεις οι ξυλοκόποι της Γ’ Αγγλίας, στη Σκανδιναβία ή στην άλλη άκρη του κόσμου. Αυτό θα πει αγάπη για το πραγματικό παιχνίδι…
Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο μου έμαθε πως όλα είναι στημένα -και αν όχι, τα τυλίγει πάντως το δηλητήριο της καχυποψίας. Και το χειρότερο δεν είναι που ήταν σικέ ένας αγώνας. Αλλά ότι δεν είχες σωστές πληροφορίες για να το παίξεις στοίχημα.

Μου έμαθε να νιώθω παντού και πάντα πελάτης. Πως πρέπει να δώσω ένα μεροκάματο για να πάω γήπεδο ή να έχω συνδρομητικό κανάλι και να δω έναν αγώνα από το σπίτι μου.

Μου έμαθε πως οι παίκτες είναι μονομάχοι στην αρένα και παίζουν ντάλα μεσημέρι μες στο κατακαλόκαιρο, αν είναι να έχει μεγαλύτερη τηλεθέαση ο αγώνας. Άρτος και τηλεθεάματα -αν και για το πρώτο δεν είμαστε ακριβώς σίγουροι…

Μου έμαθε πως γίνονται κρέας στη μηχανή του θεάματος, με 80 αγώνες τον χρόνο, σαν τον Βραζιλιάνο Ρονάλντο το ’98, που έπρεπε να παίξει στον τελικό για τους χορηγούς και τις διαφημίσεις, κι ας είχε επιληπτικό επεισόδιο λίγα λεπτά πριν.

Μου έμαθε πως για να είσαι ανταγωνιστικός αθλητής δεν αρκούν προπονήσεις και μουρουνόλαδο, αλλά χρειάζεται “επιστημονική προσέγγιση” για να έχεις καλή απόδοση.

Μου έμαθε πως δουλεύοντας -όταν έχω δουλειά- δε θα βγάλω ούτε σε όλη μου τη ζωή τα χρήματα που δίνονται σαν στραγάλια για μια μεταγραφή. Αλλά εντάξει, τώρα, μην είσαι μίζερος, για λίγα ευρώ κάνεις έτσι;

 Μου έμαθε να βγάζω κόμπλεξ στο γήπεδο, να ψάχνω να ισοφαρίσω συμβολικά τις σφαλιάρες που τρώω στη ζωή, στο σπίτι, στην κοινωνία. Να βρίζω, να εκτονώνομαι, να νιώθω πως γίνομαι κάτι, πως για δυο ώρες παίρνω πίσω το ύψος που πόντο-πόντο χάνω.

Μου έμαθε να βλέπω τον απέναντι οπαδό σαν αντίπαλο, για να μη βλέπω ποτέ πως ο αντίπαλος είναι αλλού -ή μάλλον στα επίσημα.

Μου έμαθε πως αν είμαι όλη μέρα με κάποιον στη δουλειά, στο καφενείο, στη γειτονιά, και συνυπάρχουμε ειρηνικά, δεν μπορούμε να πάμε μαζί γήπεδο να το χαρούμε, να καθίσουμε δίπλα-δίπλα, λες και είναι εμπόλεμη ζώνη, όπου δεν αφήνουμε αιχμαλώτους.

Μου έμαθε να αγαπώ τα αφεντικά μου, στη ζωή και το γήπεδο, πιο πολύ και απ’ την ομάδα μου, και από τον ίδιο τον εαυτό μου. Να γίνομαι ασπίδα στους “κακούς” που θέλουν να βλάψουν την ομάδα μας. Να κάνω τεμενάδες σε κατά φαντασίαν ευεργέτες που κυνηγάν το κέρδος, ξεπλένουν χρήμα, γίνονται μαφιόζοι. Να πιέζω για να τους χαριστούν χρέη, που εμένα με πνίγουν, και ας είναι ψιλά για αυτούς…

Μου έμαθε να κάνω τα στραβά μάτια και να ανέχομαι τους φασίστες, τους τραμπούκους, γιατί πού να τρέχεις τώρα, αν μιλήσεις και μπλέξεις με αυτούς. Κάνε την πάπια και φώναζε “κότες” ή “λαγούς” τους απέναντι, για να ξεσπάσεις.

Μου έμαθε να συμβιβάζομαι με την αδικία, γιατί δε θα αλλάξει τίποτα. Όπως δε θα αλλάξει για τον Άλκη, την καφρίλα και τους επιχειρηματίες χορηγούς της, που την χρησιμοποιούν σαν ασπίδα και της βάζουν πλάτη, για να συνεχίζει να είναι η ασπίδα τους.

Μου έμαθε πως μπορεί το ποδόσφαιρο να είναι το ωραιότερο δευτερεύον πράγμα στη ζωή. Αλλά ότι τελικά η ίδια η ζωή είναι το δευτερεύον μπροστά στα συμφέροντα που λυμαίνονται τον χώρο.

Μου έμαθε πως η μνήμη του Άλκη δεν άξιζε καν την αναβολή μιας αγωνιστικής. Όχι πως θα άλλαζε κάτι, αλλά έτσι, για τα προσχήματα και την καλή έξωθεν μαρτυρία των αρχών του χώρου. Τι αξία έχει η ζωή μας, στα κέρδη τους μπροστά;

Ο Καμύ έλεγε πως το ποδόσφαιρο του έμαθε όσα ξέρει περί ηθικής και έχει δίκιο. Η μπάλα δεν έχει ευθύνη για όσους την εκδίδουν για το κέρδος τους και τη φωνάζουν μετά “πόρνη”. Το άθλημα, όμως, γίνεται καθρέφτης της κοινωνίας μας και δείχνει όλες τις παθογένειες και τη σήψη της. Εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω…

Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο στη χώρα μας -και όχι μόνο- θυμίζει εκείνον τον στίχο που λέει “μας έχουν πνίξει τα σκατά, να δεις τι σου έχω για μετά”. Λειτουργεί κατ’ εικόνα και ομοίωση του κόσμου των αφεντικών που κάνουν μπίζνες σε αυτό. Και μας έχει διδάξει ό,τι γνωρίζουμε περί ανηθικότητας σήμερα, γιατί είναι καθρέφτης αυτού του σάπιου κόσμου.

Τα ακούς, Καμύ; Μάθε μπαλίτσα από τους άρχοντες…

Ανάρτηση από: http://www.dromosanoixtos.gr/