Σάββατο 18 Ιουνίου 2022

Η θρησκεία στον δημόσιο χώρο

Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος του περιοδικού «Σύναξη» (αρ. 162), με γενικό θέμα «Μεταλλάξεις στον δημόσιο χώρο».

Τη φιλοσοφία του αφιερώματος την δίνει το Προλογικό του αρχισυντάκτη, Θανάση Παπαθανασίου:

Δημόσιος χώρος, εκκοσμίκευση, μετα-εκκοσμίκευση και… αυτό που λείπει!

Εδώ και καιρό η θεολογία μας επιχειρηματολογεί για το ότι η θρησκεία δεν είναι μια επιλογή περίκλειστη στην ιδιωτική σφαίρα, αλλά αντιθέτως είναι υπόθεση που αφορά τον δημόσιο χώρο. Αυτό σημαίνει ότι η θρησκευτική ταυτότητα βεβαίως και είναι ζήτημα προσωπικό (δεν υπάρχει πίστη χωρίς προσωπική αποδοχή, βίωση και ευθύνη), αλλά αυτόχρημα διαποτίζει τη δημόσια σφαίρα: εμπνέει στάσεις ζωής του ανθρώπινου υποκειμένου στον κοινό βίο και διαμορφώνει απαντήσεις του σε ερωτήματα για τον προσανατολισμό της κοινωνίας.

Εξυπακούεται ότι κάθε θρησκευτική ταυτότητα έχει τα δικά της κριτήρια και το δικό της ήθος, κι έτσι συναντάμε πλήθος ταυτοτήτων, φωτεινών και σκοτεινών. Για την χριστιανική οπτική πάντως η παρουσία της πίστης στον δημόσιο χώρο δεν μπορεί να σημαίνει θεοκρατία και μετατροπή της Εκκλησίας σε κρατικό βραχίονα, αλλά συμμετοχή στις διαβουλεύσεις της κοινωνίας, με γλώσσα η οποία να δίνει μεν μαρτυρία της χριστιανικής οπτικής, αλλά ταυτόχρονα να είναι η κοινή γλώσσα της κοινωνίας (και όχι μια ιδιόλεκτος κατανοητή μόνο στο εσωτερικό της εκκλησιαστικής κοινότητας). Όλα αυτά έχουν φυσικά την δυσκολία τους. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι παρά άσκηση της Εκκλησίας στην ίδια της την αποστολή και στο χρέος της να συναντιέται με το σήμερα.

Ταυτόχρονα, κυρίαρχο χαρακτηριστικό του δημόσιου χώρου –κυρίως στον δυτικό κόσμο– είναι η εκκοσμίκευση. Ας το υπενθυμίσουμε: Ο όρος εκκοσμίκευση έχει άλλο νόημα θεολογικά και άλλο νόημα κοινωνιολογικά. Θεολογικά σημαίνει το να απολέσει η Εκκλησία τα κριτήρια του Ευαγγελίου (με τα οποία οφείλει να μεταμορφώνει τον κόσμο) και να μεταλλαχθεί η ίδια σε κόσμο. Κοινωνιολογικά, όμως, εκκοσμίκευση σημαίνει το να μη διέπεται πλέον η κοινωνία από κάποια θρησκευτική πίστη, και η πολιτεία να μη δομείται επί τη βάσει θρησκευτικών κανόνων. Η πορεία της εκκοσμίκευσης έχει υπάρξει πολυειδής, από ανοχή προς τη θρησκεία μέχρι στρίμωγμά της στην ιδιώτευση ή και εχθρότητα απέναντί της. Σε αυτό το σκηνικό ωστόσο έχει ιδιαίτερη σημασία η είσοδος δύο τάσεων:

1) Ήδη από τη δεκαετία του 1950 ορισμένοι διανοητές (φιλόσοφοι και πολιτικοί επιστήμονες, άθεοι οι περισσότεροι) καταθέτουν την πεποίθησή τους ότι η θρησκεία είναι σημαντικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης και μη αμελητέα συνιστώσα του δημόσιου χώρου. Κατά τους στοχαστές αυτούς η θρησκευτική σκέψη (και μάλιστα η χριστιανική) ανοίγει το σήμερα στον οραματισμό ενός αληθινού μέλλοντος, πέρα από την ενεστώσα μορφή του κόσμου. Η θρησκεία δηλαδή κρατά στην κοινωνία εναργή την πολύτιμη αίσθηση ότι «κάτι λείπει» [1].

2) Στάγδην από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, αλλά ορμητικά από την 11η Σεπτεμβρίου 2001, λαμβάνει χώρα η λεγόμενη «επιστροφή της θρησκείας», όχι τόσο με την έννοια ότι εξαπλώνεται η πίστη [2], αλλά με την έννοια ότι η θρησκεία αποτελεί πλέον έγνοια της δημόσιας διαβούλευσης, είτε θετικά (ως αναγνώριση της ανθρωπιστικής συμβολής της θρησκείας σε έναν απάνθρωπο κόσμο) είτε αρνητικά (ως ανησυχία των δημοκρατιών για την ενδυνάμωση του θεοκρατικού φονταμενταλισμού).

Όλα αυτά εκβάλλουν σήμερα σε έναν αναβρασμό στον δημόσιο χώρο. Χαρακτηριστική είναι η νέα συζήτηση, για την «μετα-εκκοσμίκευση». Ο όρος  χρησιμοποιείται με ποικίλες φορτίσεις (όλοι οι όροι με πρώτο συνθετικό το «μετα-», φέρουν μια ασάφεια που χρειάζεται διευκρινίσεις), χοντρικά πάντως η συζήτηση διαυγάζει το ότι η περίοδος που διανύουμε δεν σημαίνει τελείωμα της εκκοσμίκευσης (και της ελευθερίας την οποία αυτή διασφαλίζει έναντι της θεοκρατικής παρεκτροπής), ούτε μια ρεβανσιστική αντεπίθεση της θρησκείας, αλλά αποτελεί νέα μορφή εκκοσμίκευσης, με το κράτος να μην θρησκεύει μεν, αλλά πλέον να θεωρεί τις θρησκείες εταίρους του δημόσιου χώρου και μάλιστα νοιάζεται για την έκφρασή τους σ’ αυτόν.

Με την παρουσία των Χριστιανών στον δημόσιο χώρο και με την ταλάντωση των εκκλησιαστικών κοινοτήτων μεταξύ εσωστρέφειας και ανοίγματός τους έχουμε ασχοληθεί κατ’ επανάληψη (βλ. ιδίως τα τεύχη 120/2011, «Κεντρομόλα και φυγόκεντρα»˙ 124/2012, «Η Εκκλησία στον δημόσιο χώρο»˙ 137/2016 «Η πάλη με την κοινότητα»). Με το αφιέρωμα ετούτο λοιπόν ανανεώνουμε τον προβληματισμό, παρακολουθώντας τις τρέχουσες εξελίξεις στον δημόσιο χώρο και τις αναμετρήσεις περί την «μετα-εκκοσμίκευση».

Αφού ο Διονύσης Σκλήρης χαρτογραφήσει το τοπίο των σημερινών συζητήσεων,  τέσσερις στοχαστές (π. Ευάγγελος Γκανάς, π. Δημήτριος Μπαθρέλλος, Παντελής Καλαϊτζίδης και Χαράλαμπος Βέντης) δίνουν την δική του ο καθένας αποτίμηση της τωρινής κατάστασης, αναδεικνύοντας ευκαιρίες και προκλήσεις, συγχύσεις και προβλήματα. Ο Πέτρος Παναγιωτόπουλος εξετάζει κατά πόσο ο δημόσιος χώρος σήμερα έχει μετατεθεί (ή έχει αλλοιωθεί) στον κυβερνοχώρο. Ο Βασίλης Ξυδιάς προσεγγίζει τον «δικαιωματισμό», δηλαδή το πρόσφατο φαινόμενο της αυτονόμησης του ατομικού δικαιώματος από κάθε κοινωνικό συμφραζόμενο. Η Αγγελική Ζιάκα αφουγκράζεται την ταραχή την οποία φέρνει στα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα η μετεκκοσμίκευση και η διελκυστίνδα μεταξύ μαθήματος των θρησκευτικών που απευθύνεται σε όλους τους μαθητές, και μαθήματος που εκχωρείται στις θρησκευτικές κοινότητες για τα μέλη τους.

Το αφιέρωμα ολοκληρώνεται με τη συζήτηση (από τους Παντελή Καλαϊτζίδη, π. Ιωάννη Χρυσαυγή, Βασίλη Μακρίδη και Θανάση Ν. Παπαθανασίου) του σημαντικού για την Ορθόδοξη παρουσία στον δημόσιο χώρο κειμένου, «Υπέρ της του κόσμου ζωής: Το κοινωνικό ήθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας», το οποίο δημοσιεύτηκε την άνοιξη του 2020.

Και βλέπουμε…

Θ.Ν.Π.

 [1] Βλ. ενδεικτικά Ernst Bloch & Th. W. Adorno, Κάτι λείπει. Μια συζήτηση για τις αντιφάσεις της ουτοπικής επιθυμίας (μτφρ. Στέφανος Ροζάνης), εκδ. Έρασμος, Αθήνα 2000, σ. 31.

[2] Ειδικά στην Δυτική Ευρώπη τα εκκλησιάσματα βρίσκονται σε συρρίκνωση, αποτελώντας το 25% του παγκόσμιου χριστιανικού πληθυσμού, ενώ πριν από έναν αιώνα ξεπερνούσαν το 66%. Σήμερα η πλειονότητα των χριστιανών βρίσκεται στον Παγκόσμιο Νότο, τον μέχρι προ τινος λεγόμενο Τρίτο Κόσμο.