Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Λίγες μέρες μετά τη σύναψη εκεχειρίας στον Λίβανο, αν υποθέσουμε ότι πρόκειται όντως περί εκεχειρίας και ενώ συνεχίζεται, προσλαμβάνοντας όλο και πιο άγριες μορφές, η γενοκτονία των Παλαιστινίων, μια νέα φωτιά πολέμου άναψε στη Μέση Ανατολή.
Στις 18 Νοεμβρίου ο αρχηγός της Ισραηλινής υπηρεσίας κατασκοπείας Σιν Μπετ πραγματοποίησε μυστική συνάντηση με την ηγεσία της τουρκικής ΜΙΤ. Στις 25 Νοεμβρίου ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Ρούτε συναντήθηκε με τον Ταγίπ Ερντογάν. Στις 26 Νοεμβρίου, τρομοκράτες της ISIS και της Αλ Κάιντα πραγματοποίησαν μεγάλη αιφνιδιαστική επίθεση κατά της Συρίας, που συνεχίζεται καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές.
Η επίθεση αυτή θα ήταν αδύνατο να γίνει χωρίς την υποστήριξη της Τουρκίας, αφού η μόνη πρόσβαση των Ισλαμιστών ανταρτών της Συρίας προς τον έξω κόσμο είναι μέσω Τουρκίας. Η χρηματοδότησή τους από ορισμένες αραβικές χώρες διοχετεύεται μέσω Τουρκίας και μέσω Τουρκίας επίσης εξοπλίζονται. Σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων AFP οι μαχητές της συνδεόμενης με την Αl-Qaeda οργάνωση Hayat Tahrir al-Sham (HTS) δρουν στο Χαλέπι υπό τις διαταγές της τουρκικής μυστικής υπηρεσίας. Κατά τη συνήθως καλά πληροφορημένη ρωσική Izvestia, την επίθεση των τζιχαντιστών στο Χαλέπι συντόνισαν οι τουρκικές, ουκρανικές και γαλλικές υπηρεσίες, με την υποστήριξη των Ισραηλινών και την έγκριση των Αμερικανών. Σχεδιαζόταν εδώ και δύο μήνες και επρόκειτο να εκδηλωθεί τον Μάρτιο, αλλά οι εξελίξεις στον Λίβανο την επιτάχυναν.
Δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι και γιατί συμβαίνει τώρα στη Συρία αν δεν εντάξουμε τη σύγκρουση στο γενικότερο πλαίσιο εντός του οποίου διεξάγεται.
Η Συρία συνδέει τον Λίβανο με το Ιράκ και το Ιράν και είναι χώρα κλειδί, το γεωγραφικό κέντρο του «Άξονα της Αντίστασης» στη Μέση Ανατολή. Τυχόν νίκη των συγκεκριμένων Ισλαμιστών και ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ, θα σήμαινε μια πολύ μεγάλη στρατηγική νίκη του άξονα Ισραήλ και ΗΠΑ επί του «Άξονα της Αντίστασης». Η Χεζμπολάχ θα βρισκόταν εντελώς απομονωμένη στον Λίβανο και το Ιράν πολύ πιο τρωτό σε επίθεση εναντίον του.Η πολεμική επιχείρηση του Ισραήλ στον Λίβανο προετοίμασε τη σημερινή επιδρομή των τζιχαντιστών στη Συρία, υποχρεώνοντας τη Χεζμπολάχ να αποσύρει από τη χώρα αυτή τις πολύ αξιόμαχες δυνάμεις της. Επιπλέον, το Ισραήλ συνέχισε το τελευταίο διάστημα τους διαρκείς βομβαρδισμούς κατά της Συρίας. Σημειωτέον ότι οι ισλαμιστές της Αλ Κάιντα και του ISIS είναι αρκετά παράδοξοι ως ισλαμιστές, με δεδομένο ότι επιτίθενται κυρίως εναντίον άλλων μουσουλμάνων και ποτέ κατά του εβραϊκού κράτους, ενώ και αρκετές από τις επιθέσεις τους στη Δύση μοιάζουν πολύ ύποπτες ως προς τις πραγματικές τους επιδιώξεις. Πολλά έχουν γραφεί για τον ρόλο των Αμερικανικών, Βρετανικών, Τουρκικών και Ισραηλινών υπηρεσιών και τους δεσμούς που ανέπτυξαν με τους τζιχαντιστές στην αρχική φάση δημιουργίας και ανάπτυξης του ISIS, προτού η ίδια η Δύση τρομάξει και αρχίσει να τους καταπολεμά. Το Ισραήλ περιέθαλψε τραυματίες μαχητές του ISIS στα νοσοκομεία του για «ανθρωπιστικούς λόγους» (!!!), όπως ισχυρίστηκε πρώην αρχηγός της Μοσάντ. Κατά τον Εφρέμ Ινμπάρ, επικεφαλής του Ισραηλινού Ινστιτούτου Ειρήνης (sic) Μπεγκίν Σαντάτ και έναν από τους θεωρητικούς του ισραηλινού «Διαρκούς Πολέμου»: «Η Δύση πρέπει να αποδυναμώσει περαιτέρω το Ισλαμικό Κράτος, όχι όμως και να το καταστρέψει…Το να αφήνουμε κακούς ανθρώπους να σκοτώνουν κακούς ανθρώπους ακούγεται πολύ κυνικό, αλλά είναι χρήσιμο, ακόμα και ηθικό να το κάνουμε, αν κρατάει απασχολημένους τους κακούς ανθρώπους και λιγότερο ικανούς να βλάψουν τους καλούς. Επιπλέον, η αστάθεια και οι κρίσεις, μερικές φορές περιέχουν φορείς θετικών αλλαγών».
Εκτός από γεωγραφικό κέντρο του Άξονα της Αντίστασης, η Συρία είναι κρίσιμης σημασίας σύμμαχος της Ρωσίας που διαθέτει στη Λατάκεια τη μόνη ναυτική βάση της στη Μεσόγειο. Η επίθεση των τζιχαντιστών στη Συρία συμπίπτει με γενικότερη ταυτόχρονη δυτική επίθεση από πολλές πλευρές κατά της Ρωσίας και των ρωσικών συμφερόντων (σε Ουκρανία, Μολδαβία, Γεωργία αλλά και Κύπρο). Τυχόν «απώλεια» της Συρίας θα ήταν καταστροφική για ζωτικά ρωσικά συμφέροντα.
Να σημειώσουμε στο σημείο αυτό, ότι παρά τις προσπάθειες του Ισραήλ να εμφανισθεί ως φίλος της Ρωσίας, γίνεται ακόμα μια φορά σαφής η στρατηγική ενότητα των πολέμων που έχει εξαπολύσει η «συλλογική Δύση» σε Ευρώπη και Μέση Ανατολή.
Ειρήσθω εν παρόδω, η Συρία των Άσαντ ήταν στο παρελθόν πολύ σημαντικός σύμμαχος της Ελλάδας και της Κύπρου, ο δε πατήρ Άσαντ είχε δηλώσει ότι επίθεση κατά της Ελλάδας θα θεωρηθεί επίθεση κατά της Συρίας, ενώ είχε συνομολογήσει με τον υπουργό Άμυνας Γεράσιμο Αρσένη συμφωνία μεταστάθμευσης ελληνικών αεροσκαφών που θα επιχειρούσαν στην Κύπρο, συμφωνία που υπονομεύτηκε στη συνέχεια και δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Εν συνεχεία βέβαια η τυφλή πρόσδεση Αθήνας και Λευκωσίας στις εντολές που έπαιρναν από την Ουάσιγκτον και η τυφλή πρόσδεσή τους στο άρμα του Ισραήλ, κατέστρεψε τις ελληνοσυριακές και κυπροσυριακές σχέσεις, αφαιρώντας στρατηγικό πλεονέκτημα από Ελλάδα και Κύπρο. Παραμένει βέβαια, όπως και σε όλο τον αραβικό κόσμο, ένα μεγάλο ρεύμα συμπάθειας προς την Ελλάδα, με βαθιές ρίζες στην ιστορία, που προσπαθούμε όμως κι αυτό να το καταστρέψουμε όσο είναι δυνατό.
Το ερώτημα που τίθεται τώρα είναι γιατί ο Ερντογάν ανέτρεψε (για πολλοστή φορά) την πολιτική του έναντι της Συρίας, γιατί βοηθάει το Ισραήλ και γιατί διακινδυνεύει τις σχέσεις του με τη Ρωσία.
Πιθανώς είναι το αποτέλεσμα και απειλών που δέχεται, σχετικά με το κουρδικό, αλλά και αναμονής πλεονεκτημάτων από μια επαναπροσέγγιση με την άξονα ΗΠΑ και Ισραήλ. Ήδη, όπως δήλωσε ο Τούρκος Υπουργός Άμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ, οι Αμερικανοί δεν έχουν πλέον αντιρρήσεις για το θέμα των S400. Μόλις δοθεί η εντολή, οι S400 μπορούν, εντός 12 ωρών, να εγκατασταθούν στις περιοχές τους και να είναι έτοιμη για χρήση.
Ο Ερντογάν τα έχει κάνει αυτά και στο παρελθόν, καταρρίπτοντας το ρωσικό αεροσκάφος και μετά προσεγγίζοντας τη Ρωσία, ενώ και με τον Άσαντ έχει μεταβάλλει άρδην την πολιτική του τέσσερις φορές (μαζί με την τελευταία), χωρίς να υποστεί συνέπειες. Ίσως πιστεύει ότι μπορεί να συνεχίζει τέτοιες πρακτικές χωρίς να καταβάλλει κόστος, ιδίως καθώς η Μόσχα έχει συγκεντρώσει τις δυνάμεις της στο ουκρανικό.
Ίσως πιστεύει ότι θα διαπραγματευθεί από καλύτερες θέσεις με τη Ρωσία, που θα αναγκαστεί να ζητήσει τη συνδρομή του για να σταθεροποιηθεί η κατάσταση στη Συρία.
Μόνο που μπορεί να έχει δίκιο, μπορεί όμως να κάνει και λάθος εκτίμηση. Η Ρωσία δεν έχει κανένα περιθώριο να υποστεί στρατηγική ήττα ούτε στη Συρία, ούτε στο Ιράν. Και το πολιτικό κεφάλαιο που ο Τούρκος Πρόεδρος συσσώρευσε με την έντονη αντίθεσή του στις γενοκτονικές πρακτικές του Ισραήλ θα κινδυνεύσει επίσης να εξανεμισθεί καθώς γίνεται αντιληπτός ως συνδράμων το Ισραήλ κατά της Συρίας.
Είναι πολύ νωρίς για να κάνουμε ασφαλείς προβλέψεις για τη συνέχεια της συριακής κρίσης. Ούτε γνωρίζουμε τι μπορεί να έχει συμφωνηθεί μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ και για τη Μέση Ανατολή (ίσως όμως και για Ελλάδα και Κύπρο).
Το βέβαιο είναι ότι η θεωρητική δικαιολόγηση όλης της εξωτερικής πολιτικής Ελλάδας και Κύπρου των τελευταίων δεκαπέντε χρόνων, δηλαδή ότι η Τουρκία βρίσκεται σε ασυμφιλίωτη αντίθεση με το Ισραήλ και ότι επομένως εμείς ισχυροποιούμαστε αν κάνουμε ότι μας λένε οι Αμερικανοί και οι Ισραηλινοί και διακόψουμε κάθε σχέση με οποιονδήποτε αντίπαλό τους, μια πολιτική που ήδη έχει προκαλέσει αρκετές καταστροφές για τα ελληνικά συμφέροντα και μας κατέστησε άβουλους δορυφόρους, «χρήσιμους ηλίθιους» αυτών των δυνάμεων καταρρέει πανηγυρικά, προτού καν το ταμείο βγάλει τον τελικό λογαριασμό για το Αιγαίο και την Κύπρο!
Σε ποιόν άραγε θα στηριχτούμε αύριο για να αποκρούσουμε τυχόν συνδυασμένες δυτικές και τουρκικές πιέσεις;
Και γιατί εμείς, δύο μικρές και τόσο προβληματικές χώρες, εμπλεκόμαστε με πολλούς και διάφορους, άμεσους και έμμεσους τρόπους, και ιδίως με την πολιτική μας στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, σε μια παγκόσμια σύγκρουση που κινδυνεύει να μας κάνει παρανάλωμα, αντί να προσπαθούμε με κάθε τρόπο να μείνουμε έξω από αυτή;
Ανάρτηση από: https://kosmodromio.gr