Τού Κωνσταντίνου Αραμπάμπασλη
Με αφορμή την ημέρα μνήμης για την Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού, το σημερινό άρθρο θα ρίξει Φώς σε ιστορικές πτυχές της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Αρχικά, πριν από τον όρο «Γενοκτονία» υπήρχε ο όρος «Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας». Η γενοκτονία ως όρος διαμορφώθηκε κυρίως στη δίκη της Νυρεμβέργης το 1945, όπου δικάστηκε η ηγεσία των ναζιστών. Συγκεκριμένα ο όρος σημαίνει τη μεθοδική εξολόθρευση, ολική ή μερική, μιας εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας. Πρόκειται για ένα πρωτογενές έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Επομένως ο Θύτης δεν εξοντώνει μια ομάδα για κάτι που έκανε, αλλά για κάτι που είναι. Στην περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, επειδή ήταν Έλληνες και χριστιανοί.
Η διαδικασία εξόντωσης των ελληνικών πληθυσμών του Πόντου, διακρίνεται ιστορικά σε τρεις συνεχόμενες φάσεις: από την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ως την κατάληψη της Τραπεζούντας από τον ρωσικό στρατό (1914-1916), η δεύτερη τελειώνει με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (1916-1918) και η τελευταία ολοκληρώνεται με την εφαρμογή της Σύμβασης της Λοζάνης, για την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (1918-1923). Το 1908 ήταν μια χρονιά ορόσημο για τους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τη χρονιά αυτή εκδηλώθηκε και επικράτησε το κίνημα των Νεότουρκων, που έθεσε στο περιθώριο τον Σουλτάνο. Πολλές ήταν οι ελπίδες που επενδύθηκαν στους νεαρούς στρατιωτικούς για μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό της θνήσκουσας Αυτοκρατορίας. Σύντομα όμως, οι ελπίδες τους διαψεύστηκαν. Οι Νεότουρκοι έδειξαν το σκληρό εθνικιστικό τους πρόσωπο, εκπονώντας ένα σχέδιο διωγμού των χριστιανικών πληθυσμών και εκτουρκισμού της περιοχής, επωφελούμενοι της εμπλοκής των ευρωπαϊκών κρατών στο Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ελληνικό κράτος, απασχολημένο με το «Κρητικό Ζήτημα», δεν είχε τη διάθεση να ανοίξει ένα ακόμη μέτωπο με την Τουρκία.
Το Νεοτουρκικό Κομιτάτο «Ένωση και Πρόοδος»
Ιδρύθηκε το 1889 και εμφανίστηκε στην αρχή με προοδευτικό προσωπείο διακηρύσσοντας ότι είχε ως βάση του τις αρχές του Μιδάτ πασά, ο οποίος αναγνώριζε την ύπαρξη πολλών εθνοτήτων στην Οθωμανική αυτοκρατορία και πρότεινε την συγκρότηση της αυτοκρατορίας σε ομοσπονδία εθνών με ίσα δικαιώματα. Με την επανάσταση του 1908 οι Νεότουρκοι, με επικεφαλής τον Εμβέρ πασά, τον Ταλαάτ κ.ά., επικρατούν στην αυτοκρατορία και σταδιακά αποκαλύπτουν το πραγματικό τους πρόσωπο. Στόχος τους υπήρξε η μετατροπή της πολυεθνικής Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε εθνικό Τουρκικό κράτος με την εξόντωση και τον εκτουρκισμό των άλλων λαών.
Στο συνέδριό τους, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1911, πάρθηκε η εξής απόφαση: «Η Τουρκία πρέπει να γίνει μωαμεθανική χώρα. Οι μωαμεθανικές αντιλήψεις και η μωαμεθανική ισχύς πρέπει να κυριαρχήσουν στη χώρα. Κάθε άλλη θρησκευτική προπαγάνδα πρέπει να καταπνίγεται. Η ύπαρξη της αυτοκρατορίας εξαρτάται από τη δύναμη του νεοτουρκικού κόμματος και από τη συντριβή όλων των ανταγωνιστικών σ’ αυτό ιδεολογιών. Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να ολοκληρωθεί η πλήρης Οθωμανοποίηση όλων των υπηκόων της Τουρκίας. Και ασφαλώς, είναι ολοκάθαρο ότι αυτό δε θα μπορέσει να γίνει με την πειθώ και κατά συνέπεια θα πρέπει να προσφύγουμε στην ένοπλη βία. Ο χαρακτήρας της αυτοκρατορίας πρέπει να μείνει μωαμεθανικός και θα πρέπει να δούμε ότι οι μωαμεθανικοί θεσμοί και οι μωαμεθανικές παραδόσεις θα πρέπει να γίνονται σεβαστά. Το δικαίωμα των άλλων εθνοτήτων να έχουν τις δικές τους οργανώσεις θα πρέπει να αποκλειστεί. Κάθε μορφή αποκέντρωσης είναι προδοσία στην Τουρκική Αυτοκρατορία. Οι εθνότητες είναι αμελητέες ποσότητες. Μπορούν να κρατήσουν τη θρησκεία τους, αλλά όχι τη γλώσσα τους. Η διάδοση της Τουρκικής γλώσσας είναι ένα από τα κυριότερα μέσα εξασφάλισης της μωαμεθανικής υπεροχής και της αφομοίωσης των μη μωαμεθανικών στοιχείων…». {1}.
Α’ και Β’ φάση
Το κύμα μαζικών διώξεων ξεκίνησε στον Πόντο με την μορφή εκτοπίσεων το 1915. Η τουρκική ήττα κατά τον Ρώσσο-Τουρκικό πόλεμο στην περιοχή, στο Σαρικαμίς στην βόρεια περιοχή της Μικράς Ασίας το 1915, αποδόθηκε στους Έλληνες που υπηρετούσαν στον οθωμανικό στρατό. Ως συνέπεια αυτού, όλοι οι στρατολογημένοι Πόντιοι εξαναγκάστηκαν σε στρατολόγηση στα τάγματα εργασίας. Έτσι δεν άργησαν να εκδηλώνονται κύματα λιποταξίας, με τον κόσμο να καταφεύγει στα βουνά. Μάλιστα στην επαρχία Κερασούντας, για αυτό τον λόγο, κάηκαν 88 χωριά ολοσχερώς μέσα σε τρεις μήνες. Οι Έλληνες της επαρχίας, περίπου 30.000, αναγκάστηκαν να διανύσουν, πεζοί, πορεία προς την Άγκυρα κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Αναπόφευκτα το ένα τέταρτο αυτών πέθαναν καθ’ οδόν.
Οι εκτοπίσεις συνεχίζονταν ακατάπαυστα και κατά την εποχή που τα ρωσικά στρατεύματα εισήλθαν στην Τραπεζούντα στις αρχές του 1916. Ιδιαίτερα με το πρόσχημα ότι οι Πόντιοι υποστήριζαν τις κινήσεις των Ρώσων μεγάλος αριθμός κατοίκων από τις περιοχές της Σινώπης και της Κερασούντος εκτοπίστηκαν στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας. Σημειώθηκαν επίσης και εξαναγκαστικοί εξισλαμισμοί γυναικών. Οι διώξεις προκάλεσαν τη δημιουργία θυλάκων αντίστασης από τους Πόντιους. Τελικά οι διώξεις εντάθηκαν με την έκδοση διατάγματος, τον Δεκέμβριο του 1916, που προέβλεπε την εξορία όλων των ανδρών από 18 ως 40 ετών και τη μεταφορά των γυναικόπαιδων στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Η εφαρμογή αυτού του μέτρου ξεκίνησε από την Άνω Αμισό και στην Μπάφρα. Στην επαρχία Αμάσειας 72.375 Έλληνες, από τους συνολικά 136,768, εκτοπίστηκαν, από τους οποίους το 70% πέθανε από τις κακουχίες. Πολλοί Πόντιοι θέλησαν να αντισταθούν οργανώνοντας, στις ορεινές εκτάσεις του Πόντου, αντάρτικα εναντίον του τακτικού στρατού, όπως στη Σάντα.
Στον Άγιο Γεώργιο Πατλάμ της Κερασούντος είχαν συγκεντρωθεί 3.000 Έλληνες, οι οποίοι έγκλειστοι και σε συνθήκες ασιτίας από τις οθωμανικές αρχές, βρήκαν αργό θάνατο. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου εξορίστηκαν συνολικά 235.000 Πόντιοι, ενώ 80.000 μετανάστευσαν στη Ρωσία. Ταυτόχρονα όμως, λιγότερο έντονες ήταν οι διώξεις που υπέστησαν, τότε, οι Έλληνες του ανατολικού Πόντου, στην περιοχή της Τραπεζούντας, κυρίως λόγω της ικανότητας του μητροπολίτη Χρύσανθου να συνδιαλλάσσεται με τις τοπικές αρχές, αλλά και από το γεγονός ότι από τον Απρίλιο του 1916 η περιοχή καταλήφθηκε από τον ρωσικό στρατό. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Επισκόπου Τραπεζούντας, ο αριθμός των θυμάτων αυτών των πολιτικών ανήλθε, για εκείνο το διάστημα, σε 100.000 περίπου. Δεν έπαψαν και οι διαμαρτυρίες από Αυστριακούς και Αμερικανούς διπλωμάτες κατά της οθωμανικής κυβέρνησης.
Τα Τάγματα Εργασίας (Amele Taburları)
Τους χριστιανούς, τους έστειλαν στα τάγματα εργασίας τα γνωστά Αμελέ Ταμπουρού, για να σπάζουν πέτρες, να ανοίγουν δρόμους στα βουνά, κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, βροχές, χιόνια κλπ. Τόσο άθλιες ήταν οι συνθήκες της ζωής τους, τόσο λίγη η τροφή και τόση η κακομεταχείρισή τους ώστε ελάχιστοι απ’ αυτούς επέζησαν. Τα Αμελέ Ταμπουρού ήταν στην πραγματικότητα τάγματα εξόντωσης των χριστιανών. «Mέχρι το τέλος του 1917 περισσότεροι από 200.000 Έλληνες είχαν καταταγεί, ηλικίας 15 έως 48 ετών. Πολλοί από αυτούς πέθαναν από την κακομεταχείριση, τις ασθένειες, την πείνα και το κρύο».{3}
«Σο Ερζερούμ εδέβασαμε τη κόλασης τα βάσανα. Κάθαν ημέραν βάσανα, κάθαν ημέραν πόνεα και πολλά λείμψανα. Τ’ ιφτεάρεα εδούλευαν κι ένοιγαν ταφία…. Όσοι επόρεσαν και έφυγαν κρυφά, εγομώθαν σα ρασία κιάν’ και εγλύτωσαν το θάνατον, αμα οι Τούρκ’ εγένταν ανήμερα θερία. Ερούζ’ναν σα Ρωμαίικα τα χωρία κιάν’, εταλάνευαν τ’ οσπίτεα και εράευαν να ευρήκ’νε κρυμμέντς κατσάκηδες. Εσκότωναν αγούρτς, ατίμαζαν γυναίκ΄ς και κορίτσεα. Επαίρναν ήνταν καλόν εύρηκαν, εδούναν φωτίαν και έκαιγαν τ΄οσπίτεα.
Ήντσαν ‘κι επήεν σο Τουρκικόν στρατόν και σα εξορίας σο Ερζερούμ και αλλού, ‘κι επορεί να εγροικά ντο έτον τ΄»Αμελέ Ταπουρού» {2}.
«Οι Εκτοπίσεις Ισοδυναμούν με Θάνατο»
Σχετικά με τις εκτοπίσεις και τις μακρές εξαντλητικές πορείες θανάτου, οι καθολικοί ιεραπόστολοι και διάφοροι διπλωμάτες ήταν πεπεισμένοι ότι δεν πραγματοποιούνταν για στρατιωτικούς λόγους και ότι ο εκτοπισμός σήμαινε σκόπιμο και βέβαιο θάνατο. Πολλές είναι οι σχετικές μαρτυρίες. Μια αναφορά που απεστάλη στον καρδινάλιο Gasparri, της Γραμματείας του Κράτους του Βατικανού, στις 20 Μαρτίου 1916, από τον αποστολικό επιτετραμμένο της Βιέννης καρδινάλιο Scapinelli υπογράμμιζε τα εξής: «Κάποιος μπορεί να θεωρήσει ότι η απέλαση είναι μια πιο ήπια μορφή τιμωρίας από τη δολοφονία. Πράγματι, αλλά η πρώτη δεν διαφέρει πολύ από την τελευταία. Και αυτό διότι παρόλο που κάποιος μπορεί να ξεφύγει τη γενική σφαγή, μπορεί να κρυφτεί ή να διαφύγει στα βουνά, η προοπτική επιβίωσης για τους εκτοπισμένους είναι εξαιρετικά χαμηλή. Αντιμετωπίζουν τους ανθρώπους όπως τα βοοειδή, περπατούν εβδομάδες και μήνες σε διαφορετικές κατευθύνσεις του αρχικού προορισμού τους, ενώ η παροχή του απαραίτητου φαγητού είναι η πιο σπάνια περίπτωση. Έτσι, οι φτωχοί υποκύπτουν στη μαζική λιμοκτονία και τις επιδημίες. Όταν φτάνουν στον προορισμό τους δεν υπάρχει διαμονή για αυτούς, αλλά οδηγούνται σε έναν νέο προορισμό και στη συνέχεια πάλι σε άλλο, έτσι ώστε να μην ξαποστάσουν ποτέ. Σε άλλες περιπτώσεις, οι οικογένειες διασκορπίζονται και επειδή οι άνδρες συνήθως διαχωρίζονται από τις γυναίκες και επειδή οι τελευταίες εξαρτώνται εξ ολοκλήρου στη ζωή τους από τους συζύγους, η πείνα και οι απειλές οδηγούν τις γυναίκες στα τουρκικά σπίτια. Τα παιδιά εξισλαμίζονται από ιδιώτες Τούρκους ή ως ορφανά πολέμου εξισλαμίζονται μέσω κρατικών δομών …»{4} . Παρόμοιες πληροφορίες απεστάλησαν από τον Αποστολικό Νούντσιο της Βιέννης στις 5 Νοεμβρίου 1915, όπου σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «ο εκτοπισμός είναι πολύ συχνά ισοδύναμος με τον θάνατο ή για τα μικρότερα παιδιά σημαίνει την είσοδο στις ισλαμικές και τουρκικές οικογένειες». Και ο Γερμανός πρόξενος της Σαμψούντας, Kückhoff, έγραψε στο γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών στις 16 Ιουλίου 1916: «Από αξιόπιστες πηγές, ολόκληρος ο ελληνικός πληθυσμός της Σινώπης και της παραλιακής περιοχής της επαρχίας Κασταμονής έχει εξοριστεί. Εξορία και εξολόθρευση είναι στα τουρκικά η ίδια έννοια, γιατί όποιος δε δολοφονείται, πεθαίνει ως επί το πλείστον από τις αρρώστιες και την πείνα»{5}.
Γ’ φάση
Ύστερα από την συνθηκολόγηση της Ρωσίας και την απόσυρση του ρωσικού στρατού από την περιοχή, εντάθηκαν οι διώξεις στην περιοχή. Με την άφιξη του Κεμάλ Ατατούρκ, τον Μάιο του 1919, στην περιοχή και την έξαρση του κινήματος του εντάθηκε η δράση ατάκτων ομάδων (τσετών) κατά των χριστιανικών πληθυσμών. Στις 29 Μαΐου ο Κεμάλ ανέθεσε στον τσέτη Τοπάλ Οσμάν την επιχείρηση για τη διενέργεια μαζικών επιχειρήσεων κατά του τοπικού πληθυσμού. Σε αυτό το πλαίσιο, πραγματοποιήθηκαν οι σφαγές και οι εκτοπίσεις των Ελλήνων στη Σαμψούντα και σε 394 χωριά της περιοχής, κατοικημένα από ελληνικούς πληθυσμούς. Σχετικές αναφορές έχουν καταγραφεί από το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, καθώς και από τον Αμερικανό πρέσβη Χένρυ Μοργκεντάου. Μεταξύ Φεβρουαρίου και Αυγούστου 1920 πραγματοποιήθηκε η πυρπόληση της Μπάφρας και η μαζική εξόντωση των 6.000 Ελλήνων που είχαν σπεύσει να βρουν προστασία στις εκκλησίες της περιοχής. Συνολικά από τους 25.000 Έλληνες που ζούσαν στις περιοχές της Μπάφρας και του Ααζάμ, το 90% δολοφονήθηκε, ενώ από τους υπόλοιπους, οι περισσότεροι εκτοπίστηκαν στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Οι προύχοντες και οι προσωπικότητες του πνεύματος, συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο από τα αποκαλούμενα «Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας» στην Αμάσεια, κατά τον Σεπτέμβριο του 1921. Παράλληλα, σημειώνονταν και εξαναγκαστικές αποσπάσεις νεαρών κοριτσιών και αγοριών από τις οικογένειές του, τα οποία δίνονταν για τα χαρέμια των εύπορων Τούρκων.
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Περισσότεροι από 350.000 Πόντιοι βρήκαν μαρτυρικό θάνατο από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς. Τα βουνά και οι χαράδρες του Πόντου γέμισαν από τα πτώματα των αθώων θυμάτων της τουρκικής θηριωδίας. Τον επίλογο της τραγικής ποντιακής γενοκτονίας αποτελεί ο βίαιος ξεριζωμός των επιζώντων. Με τη συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών (Συνθήκη της Λοζάνης 1923) έρχονται στην Ελλάδα και τα τελευταία ζωντανά υπολείμματα. Οι πρόσφυγες μεταφέρονταν με τουρκικά πλοία και με την επίβλεψη των συμμαχικών δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη περιθάλπονταν από τον εκεί Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό στους στρατώνες Σελιμιέ και από εκεί, επιβιβάζονταν σε ελληνικά πλοία με προορισμό την Ελλάδα. Οι συνθήκες μεταφοράς στην Κωνσταντινούπολη ήταν άθλιες και συχνά εκβιαστικές, η δε κατάσταση στους τούρκικους στρατώνες ήταν τραγική, καθώς οι ταλαιπωρημένοι πρόσφυγες στοιβάζονταν κατά χιλιάδες χωρίς νερό και με τις αρρώστιες, κυρίως τον τύφο, να τους θερίζουν κυριολεκτικά. Κανείς Πόντιος δεν απομένει στην ιστορική του πατρίδα εκτός από αυτούς που βίαια εκτουρκίστηκαν και εξισλαμίστηκαν. Οι Έλληνες πρόσφυγες που ήλθαν από τον Πόντο στην Ελλάδα, ανέρχονται περίπου, κατά τους υπολογισμούς της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών, σε 325.000 έως 400.000 άτομα.
Στις 24 Φεβρουαρίου 1994 η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη της 19ης Μαϊου ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων στο Μικρασιατικό Πόντο», ημέρα που ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα. Επίσης, στο 1998 η Βουλή ψήφισε ομόφωνα την ανακήρυξη «της 14ης Σεπτεμβρίου ως ημέρας εθνικής μνήμης της γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από το Τουρκικό Κράτος».
Βιβλιογραφία
- Φωτιάδης Κωνσταντίνος Ε, Το ποντιακό ζήτημα και η 19η Μαΐου : Εκείθεν και εντεύθεν του Αιγαίου / Κωνσταντίνος Φωτιάδης, Ευάγγελος Τσιανάκας. – Θεσσαλονίκη : Σταμούλης Αντ., 2015.
- Κωνσταντίνος Α. Βακαλόπουλος, Διωγμοί και Γενοκτονία του Θρακικού Ελληνισμού – Ο Πρώτος Ξεριζωμός (1908-1917), Θεσσαλονίκη: Ηρόδοτος, 1998.
- Σαμουηλίδης Χ., Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού. Θεσσαλονίκη 1992.
- Έδρα Ποντιακών Σπουδών ΑΠΘ
- Cognosco Team
- http:// clioturbata.com/kyriakidis_genocide/
Σημειώσεις
- {1} Το συνέδριό του Νεοτουρκικού Κομιτάτου, στη Θεσσαλονίκη το 1911. «Η Τουρκία πρέπει …μωαμεθανικών στοιχείων…»
- {2} Απόδοση στη νεοελληνική: «Ου παντός πλειν ες Πόντον», του ιατρού Γιώργου Πολυχρονίδη.
«Σο Ερζερούμ… Αμελέ Ταπουρού» - {3} Φωτιάδης Κωνσταντίνος, Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, 2004, τομ. 1, σ. 569. Αναφέρεται στο Vryonis (2007), σ. 286.
- {4} Segreteria di Stato, Sezione per i Rapporti con gli Stati, Archivio Storico, Congregazione degli Affari Ecclesiastici Straordinari, Austria-Ungheria, 1916, Pos. 1075, fasc. 466, ff. 9r, 10r, 11r, 12r, 13r, 14r, 15r, 16r, 17r, 18r, 19r, 20r, 21r, 22r, 23r, 24r and 25r, M. Erzberger, Memorandum uber die Lage der kath. Armenier in der Türkei, Βερολίνο, Φεβρουάριος 1916. Σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1948 και το άρθρο 2, παράγραφος ε), πράξη γενοκτονίας αποτελεί η «αναγκαστική μεταφορά παίδων μιας ομάδος εις ετέραν ομάδα».
- {5} Bonn PAAA, Türkei Nr. 168, Beziehungen der Türkei zu Griechenland, Bd. 15, (16.7.1916), Abschrift von Telegramm Nr. 129 (15.7.1916) von Kückhoff. Wien HHSTA, PA, XXXVIII, Karton 369, Konsultate 1916, Trapezunt, ZI 27/p, Kwiatkowski an Buriàn, Samsun (30.7.1916) στο Κωνσταντίνος Εμμ. Φωτιάδης, Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, σ. 208. Βλ. και “Turkish Cruelty Bared by Greeks”, The New York Times (June 16, 1918), σ. 42 στο Tessa Hofmann, The Genocide against the Christians, σ. 54, που αναφέρεται στη μαρτυρία του Kückhoff ως εξής: “In Turkish the terms deportation and destruction have the same meaning, for in most cases those who are not killed fall victim to diseases or starvation”.
Οπτικοακουστικό υλικό
- Συγκλονιστικές μαρτυρίες Ἑλλήνων τοῦ Πόντου
*Τού Κωνσταντίνου Αραμπάμπασλη