Παρασκευή 22 Μαΐου 2020

Από «χώρα των γκαρσονιών», «χώρα των ΜΚΟ»… H “εξουδετέρωση της πολιτικής αγανάκτησης “

Γιατί “οι ΜΚΟ ανθούν εκεί όπου η “κανονική” οικονομία μαραζώνει”;


Ποια η εμπειρία από “τα προγράμματα ενοικίασης σπιτιών σε αιτούντες άσυλο που λειτουργούν διάφορες ΜΚΟ” στην Θεσσαλονίκη; Τι σημαίνει “η αυτονόμηση των ΜΚΟ από τοπικές κοινωνίες”; 

Πως ερμηνεύεται η άποψη για “ιδεολογική επιρροή, πολιτική ισχύ,και οικονομική δύναμη που είναι οι τρεις κυριότερες παράμετροι της “soft power” που διαχειρίζεται ο εργαλειοποιημένος ανθρωπισμός”; 

Γιατί η Αρουράντι Ρόι, συγγραφέας και μέλος οργανώσεων εναντίον της παγκοσμιοποίησης διατύπωνε το 2004 την άποψη για “ΜΚΟ-ποίηση ”της αντίστασης” και για “εξουδετέρωση της πολιτικής αγανάκτησης ” από την δράση ΜΚΟ;

Σ’αυτά και άλλα ερωτήματα επικεντρώθηκε η παρέμβαση (Ηχητικό ΕΔΩ) του Γιώργου Ρακκά πολιτικού επιστήμονα και δημοτικού συμβούλου της παράταξης “Μένουμε Θεσσαλονίκη” στην εκπομπή “ό,τι πεις εσύ” (Γιώργος Γκόντζος), στο δημοτικό ραδιόφωνο Ιωαννίνων.

Ακολουθεί σχετικό άρθρο του για την ιστοσελίδα του δημοτικού ραδιοφώνου Ιωαννίνων

Από «χώρα των γκαρσονιών», «χώρα των ΜΚΟ» (*)


Του Γιώργου Ρακκά[1]


Η «πολιτική της συμπόνοιας» δεν διαθέτει μόνο ‘κήρυκες’, ιδεολογικούς και μηντιακούς θεράποντες, αλλά συντηρεί μια ολόκληρη οικονομία, εκείνη των ανθρωπιστικών οργανώσεων. Κάποτε, τις δεκαετίες του 1970, ίσως και του 1980, θα ήταν εντελώς άδικο το να αποκαλέσει κανείς τις ΜΚΟ ως «αγορά του ανθρωπισμού». Το πνεύμα του εθελοντισμού και της προσφοράς ήταν κυρίαρχο σε αυτές –η δε επαγγελματοποίησή τους φάνταζε ένα μικρό, μακρινό σύννεφο μόνο σε έναν κατά τα άλλα φωτεινό ουρανό.
Σήμερα, η σχέση αυτή έχει αντιστραφεί. Στο εξωτερικό, η μεταβολή των ΜΚΟ σ’ ένα είδος ‘πολυεθνικών της κοινωνικής οικονομίας’ διαρκεί ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στην Ελλάδα, ανέκυψε τελευταία, και συνδέθηκε αποφασιστικά με την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση: Η PRAKSIS, για παράδειγμα, μια ΜΚΟ απ’ τις πέντε βασικές που δραστηριοποιούνται γύρω από τη μετανάστευση, το 2013 είχε κύκλο εργασιών 4,2 εκ.€ και 144 άτομα προσωπικό· το δε 2017, ο κύκλος εργασιών της θα εκτοξευτεί στα 32,7 εκ.€ και το προσωπικό της στους 817 –μιλάμε για σχεδόν οκταπλασιασμό των μεγεθών.[2]

«Πρόσφυγες καλοδεχούμενοι, τουρίστες στα σπίτια σας!». Ένα σύνθημα, που κυκλοφορεί ευρέως στον αντι-εξουσιαστικό χώρο, και μπορεί κανείς να το βρει σε πληθώρα στους τοίχους των Εξαρχείων και άλλων συνοικιών της Αθήνας, στην Θεσσαλονίκη και την Πάτρα, και βέβαια, στη Μυτιλήνη. Το συγκεκριμένο σύνθημα έρχεται, υποτίθεται, να αντιπαραβάλλει την ‘ζεστασία της αλληλεγγύης’ στον ακατάσχετο τουρισμό με τα υπερκέρδη του. Χρησιμοποιείται, για παράδειγμα, σε κινητοποιήσεις εναντίον του Airb’n’b, και των κοινωνικών επιπτώσεων που έχει ο τουριστικός «εξευγενισμός» ορισμένων συνοικιών των μεγάλων πόλεων.

Ανέλπιστα, και δίχως καν να περάσει από το μυαλό όσων το υιοθετούν, συνιστά μια πολύ καλή, ευκαιρία για να πραγματευτούμε το πως η εμπλοκή των ΜΚΟ στο μεταναστευτικό, όταν γίνεται σε συνθήκες όπου τόσο η ίδια η μετανάστευση όσο και η δραστηριότητα των οργανώσεων κλιμακώνεται ανεξέλεγκτα, καταλήγει να λειτουργεί ως αυτονομημένο σύστημα που λειτουργεί σε βάρος των υπόλοιπων αναγκών της τοπικής κοινωνίας και οικονομίας. Έτσι, όταν αντιπαραβάλλει κανείς την υποδοχή των μεταναστών και των τουριστών, καταλήγει να περιγράφει… δυο ανταγωνιστικές ‘βιομηχανίες’!

Η «οικονομία της αλληλεγγύης» έχει δημιουργήσει μια ολόκληρη αγορά στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου. Με την εξάπλωσή της, τις θέσεις εργασίας που δημιουργεί, τα χρήματα που επενδύει στην ενοικίαση ακινήτων, καθώς και στις κάθε τύπου προμήθειες τροφίμων, ειδών υγιεινής κ.λπ. μπορεί να λογίζεται ως ολόκληρος οικονομικός κλάδος. Ποια είναι η ιδιαιτερότητά του; Ότι λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων του, εξαπλώνεται από την ίδια την προσφυγική και μεταναστευτική κρίση, δηλαδή, ο παράγοντας εκείνος που οδηγεί τους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας σε ύφεση, οδηγεί την «οικονομία της αλληλεγγύης» σε επέκταση.

Οι ΜΚΟ ανθίζουν εκεί όπου η ‘κανονική’ οικονομία μαραζώνει. Να πως καταγράφεται αυτή η πραγματικότητα στο ισοζύγιο ανεργίας και απασχόλησης του Βορείου Αιγαίου. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Έμπρος, της Μυτιλήνης: «Στα 12.455 άτομα έφθασε ο μέσος όρος των ανέργων κατά τη διάρκεια του 11μήνου της περίοδου Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2015 [ ] Είναι ο μεγαλύτερος αριθμός ανέργων αναζητούντων εργασίας που δίνει ο ΟΑΕΔ, από το 2010 ως σήμερα για το Βόρειο Αιγαίο», γράφει η ιστοσελίδα της εφημερίδας Εμπρός που εδρεύει στην Μυτιλήνη.

Το φαινόμενο οφείλεται, προφανώς, σ’ έναν συνδυασμό επιπτώσεων από το «καλοκαίρι της διαπραγμάτευσης» του 2015 και την μεταναστευτική κρίση που ακολούθησε, σε μια οικονομία που εξαρτάται υπερβολικά από τις τουριστικές δραστηριότητες.

Μοναδική εξαίρεση, συνεχίζει το δημοσίευμα, η άνοδος της απασχόλησης από τις ΜΚΟ, που αποτελεί «την παράπλευρη ωφέλεια της κρίσης» καταπώς αναφέρει δεκάδες ΜΚΟ: «έχουν εγκατασταθεί στη Λέσβο και οι οποίες προσλαμβάνουν προσωπικό για να καλύψουν τις λειτουργικές τους ανάγκες αλλά και για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους πρόσφυγες που φθάνουν στο νησί.Είναι κι αυτό ένα από τα παράπλευρα οφέλη που έφερε στη Λέσβο η προσφυγική κρίση, μαζί με τις ενοικιάσεις κτηρίων και ξενοδοχείων όπου στεγάζονται οι ΜΚΟ, την αύξηση των εσόδων ακτοπλοϊκών και αεροπορικών εταιρειών από τη μεταφορά προσφύγων, την αύξηση του τζίρου στα καταστήματα εστίασης στη Μυτιλήνη και σε πολλά χωριά της ανατολικής και βόρειας Λέσβου κι άλλες επιμέρους ευεργετικές συνέπειες».[3]

Όντως, το αποτύπωμα που αφήνει η δραστηριότητα των ΜΚΟ στην οικονομία του Βορειοανατολικού Αιγαίου αυξάνεται διαρκώς. Οι κάθε απόχρωσης υποστηρικτές των ανοιχτών συνόρων πανηγυρίζουν γι’ αυτά τα θετικά, παράπλευρα οφέλη που συνδέονται με την διόγκωση της «ανθρωπιστικής οικονομίας», θεωρώντας πως στη βάση αυτών μπορούμε να δούμε την μετανάστευση ως «παίγνιο θετικού αθροίσματος» και για τις τοπικές κοινωνίες που αναλαμβάνουν ρόλο εγκατάστασης και υποδοχής: «Η τοπική κοινωνία και η τοπική οικονομία τονώνονται με ένα ακόμη τρόπο, ακόμη δηλαδή και αν τα ανθρωπιστικά αντανακλαστικά μας δεν είναι και πολύ ενεργά ας το δούμε και από αυτή την άποψη»,[4] θα πει ο Αντώνης Γαζάκης, δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης, εκπρόσωπος της πολυπολιτισμικής εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, κατά την διάρκεια μιας συζήτησης για την χρονική επέκταση του προγράμματος React της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, που νοικιάζει σπίτια για την φιλοξενία αιτούντων άσυλο στην Θεσσαλονίκη. Το νόημα της δήλωσής του, ήταν προφανώς ότι ακόμα και όσοι αντιδρούν στην συνέχεια της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης, θα πρέπει να ξανασκεφτούν το ζήτημα έστω και για χρησιμοθηρικούς λόγους. 

Σε άρθρο του στην εφημερίδα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς ΠΡΙΝ, που επιγράφεται «Κέρδη και ζημιές στη σκιά της προσφυγικής κρίσης», ο Νίκος Μαναβής αναφέρει στις ευεργετικές επιδράσεις που έχει η δραστηριότητα των ΜΚΟ στις τοπικές κοινωνίες: «800 εργαζόμενοι απασχολούνται σήμερα στο κολαστήριο της Μόριας, στους 190 ανέρχονται οι εργαζόμενοι/νες σε ΜΚΟ για δράσεις που χρηματοδοτεί το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, σύμφωνα με τα όσα απάντησε πρόσφατα στην Βουλή ο αρμόδιος υπουργός Δ. Βίτσας. Αν σε αυτούς προστεθούν αυτοί που εργάζονται στον Καρά Τεπέ (καταυλισμός που ελέγχεται από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ), στο ΠΙΚΠΑ (ΜΚΟ Solidarity Lesvos) και σε μια σειρά άλλες ΜΚΟ (π.χ. Ηλιαχτίδα) που έχουν δημιουργήσει δομές υποστήριξης οι εργαζόμενοι/νες στο προσφυγικό –εκτιμούμε– πως ανέρχονται στους 2.000 στη Λέσβο. Αντίστοιχος αριθμός εργαζομένων απασχολούνται στην Χίο και την Σάμο».[5]

Οι αριθμοί μπορεί και να είναι υπερβολικοί, στο πλαίσιο της προσπάθειας του συγγραφέα τονίσει τα ‘παράπλευρα κέρδη’ (sic!) της μεταναστευτικής κρίσης. Δίνουν, ωστόσο, μια τάξη μεγέθους. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 2011, στους νόμους του Βόρειου Αιγαίου ο απόλυτος αριθμός του εργαζόμενου πληθυσμού ανέρχεται στους 65.909 κατοίκους, ενώ από αυτούς στην παροχή καταλυμάτων και εστίασης εργάζεται το 9,1%, δηλαδή περίπου 6.000 άνθρωποι.

Βέβαια και αυτός ο αριθμός είναι σχετικός, καθώς η άνοδος των τουριστικών δραστηριοτήτων, κατά τους μήνες αιχμής, συνεπάγεται επί πλέον εποχιακή, συχνά αδήλωτη εργασία. Εντούτοις, η παράθεση των στατιστικών είναι χρήσιμη για να αποκτούμε μια εικόνα τάξης μεγέθους· για 6.000, περίπου εργαζόμενους που εργάζονται στον ανθρωπιστικό κλάδο στα τρία μεγάλα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου κάνει λόγο ο Νίκος Μαναβής στο Πριν, άλλοι τόσοι εργάζοντανστις τουριστικές δραστηριότητες το 2011, μόνιμα και επίσημα, σύμφωνα με την απογραφή της στατιστικής υπηρεσίας.

Αντίστοιχα μεγάλο αποτύπωμα έχουν και οι άλλες δραστηριότητες που αφορούν στην δράση των ΜΚΟ, όπως η ενοικίαση διαμερισμάτων για την εγκατάσταση των αιτούντων άσυλο:

Η εφημερίδα Εμπρός, σε άλλο δημοσίευμά του, περιγράφει την ανέλπιστη άνθιση των κτηματομεσιτικών δραστηριοτήτων στη Μυτιλήνη: «Ίσως για πρώτη φορά στα ‘μεσιτικά’ χρονικά η προσφορά ενοικιαζόμενων σπιτιών και διαμερισμάτων είναι τόσο χαμηλή στη Μυτιλήνη και σε όλο τον πρώην καποδιστριακό δήμο. [ ] δεν είναι μόνο η οικονομική κρίση που έβαλε στοπ στην ανέγερση νέων οικοδομών, αλλά και το προσφυγικό φαινόμενο της Λέσβου, καθώς σωρηδόν εμπλεκόμενοι με αυτό, από αστυνομικούς, άντρες της Frontex και του λιμενικού, στελέχη Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, αλλά και ΜΚΟ που μισθώνουν διαμερίσματα για πρόσφυγες και ό,τι ενδεχόμενη ‘μαύρη αγορά’ προκύπτει είναι βασικός παράγοντας γι’ αυτό το ιστορικό χαμηλό».[6]

Φυσικά, καθώς η πρακτική μίσθωσης διαμερισμάτων για την εγκατάσταση των αιτούντων άσυλο διευρύνεται, οι τοπικές κοινωνίες δεν απολαμβάνουν μόνο κέρδη, αλλά επωμίζονται και τις συνέπειες: Στην Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα, τον τελευταίο χρόνο θα ξεσπάσει μια στεγαστική κρίση καθώς οι τιμές των ενοικίων ιδίως στο κέντρο της πόλης, θα φτάσουν και θα ξεπεράσουν τα προ της κρίσης επίπεδα. Ένας ολόκληρο κομμάτι κόσμου με μέτρια εισοδήματα, εργαζόμενοι, μικροί ελεύθεροι επαγγελματίες, φοιτητές, άνεργοι, γενικώς, νοικοκυριά που λειτουργούν στα όρια της οικονομικής βιωσιμότητας πιέζονται από την γενική άνοδο των ενοικίων –που το 2019 άγγιξε το 30%[7]– και σταδιακά εγκαταλείπουν το κέντρο της πόλης. Εκείνο, με την σειρά του, χάνει σταδιακά την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του, που οφείλονταν στο γεγονός ότι σε σύγκριση με τα κέντρα πόλεων αντίστοιχων δημογραφικών και οικονομικών μεγεθών, είχε καταφέρει να συγκρατήσει τις μεικτές χρήσεις, καθώς και την κοινωνική και εισοδηματική ποικιλομορφία εκείνη που αποδίδει στις αστικές περιοχές τον χαρακτήρα γειτονιάς.

Τα προγράμματα ενοικίασης σπιτιών σε αιτούντες άσυλο, που λειτουργούν διάφορες ΜΚΟ στην πόλη αποτελούν μια από τις βασικές αιτίες για την άνοδο των ενοικίων, μαζί με τις βραχυχρόνιες τουριστικές μισθώσεις αλλά και τη συρρίκνωση του στεγαστικού αποθέματος έπειτα από την κάμψη της οικοδομικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Παρατηρητηρίου Τιμών Ακινήτων Νοτιοανατολικής Ευρώπης Κώστα Γεωργάκο, στην εφημερίδα Έθνος, περίπου 400 ακίνητα έχουν νοικιαστεί από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις στον Δήμο της Θεσσαλονίκης.[8] Ενώ, σχετικές καταγγελίες έκανε ο μεσίτης Βασίλης Κοντέλης στον ραδιοσταθμό της πόλης, FocusFM «Η κατάσταση έχει γίνει τραγική. Μόλις ανεβάζουμε κάτι στο ίντερνετ, σου λένε “εσύ το έχεις 300 ευρώ, θα το νοικιάσουμε 500 ευρώ, θα βάλουμε 8 άτομα, έστω 6”. Αναρωτιέμαι όλα αυτά τα χρήματα ποιος τα διαθέτει και έχουν αποθρασυνθεί όλοι αυτοί, που ασχολούνται με τις ΜΚΟ».[9]

Είτε το δούμε το ζήτημα από την σκοπιά της αγοράς εργασίας, είτε από εκείνην της κτηματομεσιτικής αγοράς, αναδεικνύεται ένα κοινό γνώρισμα της ‘οικονομίας της αλληλεγγύης’: Αυτή τείνει να αυτονομείται από την τοπική κοινωνία και οικονομία, συγκροτώντας γύρω της ένα δικό της κόσμο, που λειτουργεί με τα δικά του κριτήρια και στοχεύσεις.

Στην επιπλοκή αυτή υπεισέρχεται και η πολιτική. Μια κυβέρνηση υλοποιεί την εκάστοτε μεταναστευτική πολιτική, υπό τον έλεγχο της κοινής γνώμης και του εκλογικού σώματος. Πράγμα που σημαίνει ότι η πολιτική πίεση που ασκείται από την κοινωνία, δύναται να μεταβάλει την πολιτική του κράτους κατά το δοκούν, κι έτσι έστω έμμεσα και στρεβλά, η βούληση της κοινωνίας καταλήγει να εκφράζεται στο επίπεδο της διακυβέρνησης.

Οι ΜΚΟ, αντίθετα, κινούνται σε μια ‘γκρίζα ζώνη’ για την δημοκρατία. Δεν διαθέτουν καμιά μορφή δημοκρατικής νομιμοποίησης, η επαφή τους και ο διάλογος με την κοινωνία είναι εξαιρετικά περιορισμένος. Η εξωστρέφειά τους, εκδηλώνεται περισσότερο ως προσέγγιση των οργανώσεων με το κράτος, ή με την Ε.Ε., καθώς προς τα εκεί προσανατολίζεται η διαβούλευση που έχουν. Αποτελούν λόμπι που παρεμβαίνει περισσότερο στην διαδικασία λήψεως αποφάσεων, ενώ την ίδια στιγμή που υπερπλειοδοτούν στις διακηρύξεις υπέρ της κοινωνίας των πολιτών, την έκφραση της οποίας έχουν μάλλον αναλάβει κατ’ επάγγελμα, δεν διατηρούν παρά ελάχιστη επαφή με τους πολίτες. Κι αυτή, περιορίζεται μόνο στο επίπεδο της συλλογής οικονομικών συνδρομών και άλλων συνεισφορών.

Κοινώς, οι οργανώσεις έχουν την δική τους ατζέντα και δεν δίνουν λογαριασμό σε κανέναν. Το δίκτυο Resoma, ένα κονσόρτσιο ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, ιδρυμάτων, και κοινωνικών φορέων που δραστηριοποίειται σε ζητήματα έρευνας και δικτύωσης για την μετανάστευση, και έχει αναλάβει σε πολλές περιστάσεις ρόλο συμβουλευτικό στα όργανα της Ε.Ε., αναφέρει σε μια έρευνά του ότι η δράση των μη κυβερνητικών οργανώσεων σε ό,τι αφορά στην παράνομη μετανάστευση έρχεται σε σύγκρουση με τις προσπάθειες των κρατών να την περιορίσουν.[10]

Εκεί που οι οργανώσεις σπεύδουν να διευκολύνουν τις μετακινήσεις των μεταναστευτικών ρευμάτων, τα κράτη προσπαθούν να τις αποτρέψουν με πολιτικές συστηματικότερης φύλαξης των συνόρων τους, ή την ενίσχυση των μηχανισμών καταπολέμησης της διακίνησης ανθρώπων: Χαρακτηριστικά τα όσα γράφει η ιταλική εφημερίδα IlGiornale, για την πολύκροτη «υπόθεση Ρακέτε» όταν το SeaWatch, πλοίο ΜΚΟ που κάνει διασώσεις μεταναστών στην Μεσόγειο, ήρθε σε σύγκρουση με τον ΜατέοΣαλβίνι για την αποβίβαση των μεταναστών στη Λαμπεντούζα. Σύμφωνα με τα όσα καταγγέλλει η εφημερίδα, τρεις από τους 40 συνολικάεπιβαίνοντες, κρατήθηκαν από την ιταλική αστυνομία καθώς φέρονται να συμμετέχουν σε κύκλωμαδουλεμπόρων που κρατούσε παράνομα και βασάνιζε μετανάστες σε στρατόπεδο της Λιβύης. Οι

εκπρόσωποι, μάλιστα, της ΜΚΟ δήλωσαν για τις καταγγελίες ότι δεν αποκλείουν το γεγονός, καθώς δενγνωρίζουν την ταυτότητα των ανθρώπων που διασώζουν. 20 Μια δήλωση, που ισοδυναμεί με σιωπηρήπαραδοχή ότι πολλές από τις δράσεις των οργανώσεων αυτό αν μη τι άλλο συντελούνται σε κενό«κράτους δικαίου».[11]

Έχουμε λοιπόν, μια οικονομία που στήνεται από τις ανθρωπιστικές οργανώσεις, και η οποία λειτουργεί αυτονομημένα, με την δική της πολιτική ατζέντα που πολύ συχνά συγκρούεται με την ατζέντα που προωθεί η κοινωνία, ή το κράτος. «Κράτος εν κράτει». Το φαινόμενο έχει διαπιστωθεί παγκόσμια.

Η ‘ανθρωπιστική επιχείρηση’, αν θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε έτσι τον κλάδο αυτόν των ΜΚΟ, απολαμβάνει ορισμένα πλεονεκτήματα σε σχέση με την κοινή επιχείρηση που δραστηριοποιείται στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς. Η δραστηριότητά της περιβάλλεται με τέτοιο ηθικό κύρος, που της προσφέρει ασυλία ακόμα και όταν συμπεριφέρεται αντιδεοντολογικά στο πλαίσιο της εκάστοτε τοπικής οικονομίας και κοινωνίας. Το ηθικό πλεονέκτημα των ΜΚΟ, αποτελεί και τον κινητήρα της καταπληκτικής επιχειρηματικής τους επέκτασής, που έχει συμβεί τις δυο τελευταίες δεκαετίες.

Στις ΗΠΑ, σύμφωνα με στοιχεία που επεξεργάστηκε και δημοσίευσε το πανεπιστήμιο του JohnsHopkins το 2017, ο ευρύτερος μη-κερδοσκοπικός τομέας είναι από την άποψη της απασχόλησης ο τρίτος μεγαλύτερος κλάδος στις ΗΠΑ, αριθμώντας σχεδόν 12,48 εκ. εργαζόμενους. Η παροχή καταλύματος και υπηρεσιών εστίασης τον ξεπερνάει λίγο έχοντας εργατικό δυναμικό 13,7 εκ., ενώ η βιομηχανία έρχεται τέταρτη με 12,45 εκ. Ο κλάδος ανέρχεται με ιδιαίτερο δυναμισμό, επεκτάθηκε κατά 2% μεταξύ του 2016 και του 2017, ενώ ο κερδοσκοπικός τομέας κατέγραψε μικρότερες επιδόσεις (1,5%). Αξιοσημείωτη απόκλιση, τέλος, καταγράφουν οι μισθοί στον μη κερδοσκοπικό τομέα για ορισμένους κλάδους απασχόλησης, που αμείβονται πολύ καλύτερα απ’ ό,τι στον κερδοσκοπικό τομέα, κάτι που έχει συζητηθεί ευρέως και στην Ελλάδα: Σε ό,τι αφορά στις υπηρεσίες κοινωνικής υποστήριξης (κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, δικηγόροι), καθώς και στις εκπαιδευτικές υπηρεσίες, η απόκλιση αγγίζει το 150%.[12]

Αντίστοιχα, περίπου, είναι και τα στοιχεία που αφορούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση –με μετρήσεις που αντλούν τα στοιχεία τους με διαφορετικό ωστόσο τρόπο. Έτσι ο ‘τρίτος τομέας’, αυτός της ‘κοινωνικής οικονομίας’ εμφανίζεται να απασχολεί στην Ε.Ε. των 28 + την Νορβηγία 29,1 εκατομμύρια εργαζόμενους, μισθωτούς και εθελοντές. Βρίσκεται και εδώ τρίτος στην σχετική κατάταξη των κλάδων, πίσω από το εμπόριο και την βιομηχανία, και η βαρύτητά του στην ολική αγορά εργασίας, αντιστοιχεί στο 13% του συνολικού της μεγέθους.[13] Σύμφωνα δε, με το DAFNE, πανευρωπαϊκό δίκτυο ιδρυμάτων και δωρητών, το 2016 λειτουργούσαν στην Ευρώπη πάνω από 147.000 οργανισμοί με δράση που αναφέρεται στο κοινωνικό συμφέρον, με συνολικό κύκλο εργασιών άνω των 60 δισ.€.[14]

Όλα τα παραπάνω δεν αναφέρονται στο πλαίσιο μιας συστηματικής οικονομικής ανάλυσης για την μη-κερδοσκοπική οικονομία, κάτι που ξεπερνάει την εστίαση του παρόντος κειμένου· παρατίθενται, ωστόσο, επειδή δίνουν μια εξαιρετική εικόνα για την επιδραστικότητα που ασκεί σήμερα ο κόσμος των ΜΚΟ στον ευρύτερο τρόπο λειτουργίας του σύγχρονου συστήματος, γεγονός που καταγράφεται και από την ιδιαίτερη οικονομική βαρύτητα του κλάδου, σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Οπωσδήποτε, δεν πρόκειται για φαινόμενο ‘περιθωριακό’, ούτε και έκτακτο αλλά συνιστά μια κανονικότητα που πλέον θα πρέπει να λογίζεται παραλλήλως με τον κρατικό τομέα.

Η αυξανόμενη ισχύς του ανθρωπιστικού κλάδου, αντικατοπτρίζεται και σε τύπους συμπεριφορών που τείνει να αναπτύξει η γραφειοκρατία του, εργαζόμενοι σε μεσαίες και υψηλόβαθμες θέσεις. HSabineLang, είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον. Το 2012, θα γράψει μια μελέτη για τις ΜΚΟ, που έχει κυκλοφορήσει με τίτλο Οι ΜΚΟ, η κοινωνία των πολιτών, και η δημόσια σφαίρα.

Αφορμή για το βιβλίο είναι, όπως εξηγεί στον πρόλογο, ότι διαπίστωσε από τις προσωπικές της εμπειρίες είχε σε διάφορες θέσεις θεσμικής ευθύνης στην Ευρώπη πως οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις διέρχονται από μια φάση ραγδαίας επαγγελματοποίησης, που μεταβάλουν εκ θεμελίων τον χαρακτήρα τους. Διαβάζοντας τις σελίδες του, ανακαλύπτει κανείς πως η εποχή της ειλικρινούς στράτευσης σ’ ένα οικουμενικό ανθρωπιστικό ιδεώδες που συγκρότησε και την ταυτότητα των ανθρώπων οι οποίοι απασχολούνταν στις οργανώσεις αυτές κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Τους έχει υποκαταστήσει το μοντέλο του ‘κοινωνικού επιχειρηματία με τα μπίργκενστοκ’, ένας νέος ιδεότυπος ανθρωπιστικού στελέχους με το εναλλακτικό ντύσιμο και τις προωθημένες του ταυτότητες, ο οποίος περιβάλλει την εργασία του με την αίγλη μιας ανώτερα ηθικά αποστολής, και γι’ αυτό τον λόγο ακριβώς επιδεικνύει μια έντονη υποτίμηση για οποιονδήποτε και οτιδήποτε δεν έχει να κάνει άμεσα με αυτήν.[15]

Το λεξιλόγιο και η θεσμική πρακτική των ανθρώπινων δικαιωμάτων προπαγανδίζει μια εξαιρετικά αφηρημένη ιδέα για τους ανθρώπους, την πολιτική και την κοινωνία. [ ] Το λεξιλόγιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας ωθεί στο να σκεφτούμε το κακό ως κοινωνική μηχανή, ένα θέατρο ρόλων, στο οποίο οι άνθρωποι είναι ‘θύματα’, ‘θήτες’ και ‘ουδέτεροι’. [ ]. Τα ανθρώπινα δικαιώματα αναπαριστούν τα θύματα ως παθητικά και αθώα, τους θήτες ως διεστραμμένους, και τους επαγγελματίες λειτουργούς τους ως ηρωικές φιγούρες. [ ] To να εισέλθει κανείς στο έδαφος [ ] των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ισοδυναμεί με το να εισέλθει σ’ έναν κόσμο με απολίτιστους κακούργους, νεογέννητες φώκιες, και περιφερόμενους ιππότες. Υπάρχει μια απλοποίηση εδώ, και άλλες εκδοχές του καλού και του κακού δεν λαμβάνονται καθόλου υπόψη. Το να μεροληπτεί κανείς υπέρ της νεογέννητης φώκιας απονομιμοποιεί τρόπον τινά τα βάσανα των ανθρώπων (και των ζώων) που βρίσκονται [ ] πιο κοντά στην συνήθη πολυπλοκότητα της πολιτικής και ηθικής συγκρότησής τους[16]

Αυτή η αλαζονεία έγινε πολύ αντιληπτή, λογουχάρη, από το ‘διήμερο κινητοποιήσεων’ που πραγματοποίησαν στην Μυτιλήνη αντιρατσιστικές οργανώσεις, ενώσεις γιατρών, και εργαζόμενων στις ΜΚΟ, εν μέσω των απαγορεύσεων κοινωνικών συναθροίσεων και της απομόνωσης στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία για να αντιμετωπίσει την πανδημία του κορονοϊού. Κι όμως, οι «αλληλέγγυοι» της Μυτιλήνης, όπως οι ίδιοι αυτοπροσδιορίζονται αρνήθηκαν να προσχωρήσουν στην γενική τάση και δεν ματαίωσαν τις δύο διαδηλώσεις που πραγματοποίησαν, προφανώς επικαλούμενοι τον ‘ανώτερο σκοπό’ της δραστηριότητάς τους –την καταγγελία των επιθέσεων εναντίον μελών και εργαζόμενων ΜΚΟ από ολιγομελείς, σχετικά, ομάδες κατοίκων.Στην ανακοίνωση που εξέδωσαν οι διοργανωτές της εκδήλωσης σημειώνεται χαρακτηριστικά: «Η κυβέρνηση μάς καλεί να μείνουμε σπίτι για να αντιμετωπίσουμε τον κορωνοϊό. Για να μείνουμε όμως σπίτι πρέπει και να υπάρχει ‘σπίτι’. Κι όμως, αυτή τη στιγμή πάνω από 17.000 άνθρωποι δίπλα μας μένουν, υπό συνθήκες αθλιότητας, σε παράγκες και σκηνές, κάτι που τους καθιστά ευπαθείς στον ιό, με τραγικές συνέπειες για ΟΛΟ το νησί. Αυτό ακριβώς το αίσθημα της αλληλεγγύης, του σεβασμού και της κοινωνικής ευθύνης μας έσπρωξε στον δρόμο».[17]

Κι όμως στην προκειμένη περίπτωση η έμπρακτη αλληλοβοήθεια και ο σεβασμός στο κοινωνικό αίσθημα απαιτούσε την αναβολή των συναθροίσεων –εξάλλου δεν είναι μόνο οι «φασίστες» που θα κινδυνέψουν, αλλά και εκείνοι που υποτίθεται ότι προστατεύουν. Τι άλλο εκφράζει ο οικειοθελής αυτοπεριορισμός όλων των υπόλοιπων ανθρώπων, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε… ολόκληρο τον πλανήτη, αν όχι μια βαθιά αίσθηση υπευθυνότητας για τους ανθρώπους που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες της πανδημίας, και κινδυνεύουν αμεσότερα από την εξάπλωση του ιού; Εδώ δεν υπεισέρχονται οι αξίες του ανθρωπισμού και της αλληλεγγύης; Αυτή, ωστόσο, δεν ‘πουλάει’ γιατί πραγματικά αναφέρεται σε όλους τους ανθρώπους, ενώ σε αυτήν ανταποκρίνεται θετικά η κοινωνική πλειοψηφία. Με την οποία ένα μεγάλο κομμάτι όσων αναπαράγουν τα ιδεολογήματα των ανοιχτών συνόρων, ως γνωστόν δεν επιθυμεί κανένα συγχρωτισμό από τον κίνδυνο μήπως και ‘μολυνθεί’ από τις αντιδραστικές νοοτροπίες του εθνικού συνανήκειν και της εντοπιότητας. 

Ιδεολογική επιρροή, πολιτική ισχύς, και οικονομική δύναμη· αυτές είναι οι τρεις κυριότερες παράμετροι της softpowerπου διαχειρίζεται ο εργαλειοποιημένος ανθρωπισμός. Φυσικά, την ίδια στιγμή διαθέτει και «σκληρές χρήσεις»· ο βομβαρδισμός της Σερβίας από το ΝΑΤΟ το 1999 ή ο τρόπος με τον οποίο η… Τουρκία χρησιμοποιεί ιδεολογίες όπως αυτήν των ανοιχτών συνόρων στην αξίωσή της να καταστεί μια υπερεθνική δύναμη μέσα στην παγκοσμιοποίηση είναι ορισμένα πολύ τρανταχτά παραδείγματα ωμής ισχύος. Με αυτά θα ασχοληθούμε όμως σε ενότητα που θα ακολουθήσει.

Εδώ, μας ενδιαφέρει η «μαλακή» εκδοχή, η οποία πηγάζει από μία εξουσία ιδεολογική, γι’ αυτό και διάχυτη. Τα ιδρύματα του Σόρος, για παράδειγμα, αντιπροσωπεύουν μια μορφή ανθρωπιστικής διακυβέρνησης που παρεμβαίνει δρώντας υπεράνω συνόρων, κινούμενη σε μια γκρίζα, μη κρατική, μη κερδοσκοπική ζώνη που δεν παίρνει ευδιάκριτη μορφή, αλλά δρα παράλληλα με την εξουσία του κράτους.

Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια μορφή παγκόσμιας διακυβέρνησης· μπορεί να μην ασκεί κάποιο μονοπώλιο στη βία, σύμφωνα με την διάσημη διατύπωση του Μαρξ Βέμπερ για το νεωτερικό κράτος. Εντούτοις όμως, όπως έχει αποδειχθεί πολλάκις, η ιδεολογική απήχηση, και το πλασάρισμά του εργαλειοποιημένου ανθρωπισμού στα παγκόσμια ΜΜΕ, αυξάνει την επιρροή του στις πολιτικές ελίτ που ασκούν την «σκληρή» εξουσία. Άρα, οι ιεροκήρυκες του, μπορούν εν τέλει να επηρεάσουν τις αποφάσεις των πολιτικών ελίτ, ενίοτε και καθοριστικά, ενώ ταυτόχρονα μπορούν να διατηρούν πάντοτε την αποστασιοποίησή τους από τις αντιφάσεις, τη φθορά, όλες τις αρνητικές συνέπειες των πολιτικών που οι ίδιοι εισηγούνται. Έτσι, μπορούν να συνεχίσουν να ισχυρίζονται ότι ανταποκρίνονται μόνο στην ελκυστική πλευρά της παγκοσμιοποίησης, που διεθνοποιεί υποτίθεται το έλεος και την συμπόνοια, ενώ έχουν την πολυτέλεια να βγάνουν από το κάδρο σε ό,τι αφορά στην σκληρή, απάνθρωπη πλευρά της. Σαν τον Πάπα τον Μεσαίωνα, μπορούν να διατάσσουν πολέμους, που θα τους αναλάβουν άλλοι, μαζί με το κόστος που έχουν.

Η αναλογία με την θέση που απολάμβανε η καθολική εκκλησία τον Μεσαίωνα, δεν σταματάει εδώ: Είναι γνωστή η μετεξέλιξη των μοναστηριών της καθολικής εκκλησίας σε οιονεί κερδοσκοπικές επιχειρήσεις καθώς η περιουσία σε γη, και δοσίματα που καλούνταν να διαχειριστούν ήταν σημαντική, και σε πολλές περιπτώσεις συγκρινόταν με εκείνη που κατείχαν τα διάφορα ευρωπαϊκά στέμματα. Αξίζει εδώ να παραπέμψουμε στα όσα έγραφε ένας Βενεδικτίνος μοναχός το 2001, που είναι πρόεδρος ενός Ινστιτούτου με τον πολύ χαρακτηριστικό τίτλο Νόημα και Ανάπτυξη: «ο βενεδικτίνικος μοναχισμός είναι χωρίς αμφιβολία η αρχαιότερη πολυεθνική του κόσμου. Αυτό αποδεικνύει ότι η τεχνική μας, της ‘μοναχικής διοίκησης’ [ ] πρέπει να είναι αποτελεσματική».[18]

Τι αντιπροσώπευαν οι δομές αυτές με την σημερινή ορολογία; Ήταν οργανωτικά κύτταρα πνευματικής αλλά και οικονομικής διοίκησης που δεν αναφέρονταν στα μεσαιωνικά βασίλεια, αλλά παρέκαμπταν την δικαιοδοσία τους, για να αναφερθούν απευθείας στην Αγία Έδρα, ως μέλη ενός υπερεθνικού δικτύου. Τι διαφορετικό κάνουν σήμερα, άραγε, οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις; Μπορεί να μην έχουν αναγνωρισμένη «κεφαλή», την συνεκτική και κάθετη ιεραρχία της Καθολικής Εκκλησίας, ωστόσο, αντιπροσωπεύουν κάτι αντίστοιχο με τα μεσαιωνικά μοναστήρια στην σύγχρονη εποχή. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, που πολύ συχνά αποκαλούν τον κόσμο των ΜΚΟ «ιεραπόστολους του ανθρωπισμού», ενώ για τον Τζον Γκρέϊ, ο τελευταίος δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από μια «κοσμική εκδοχή Χριστιανικής πίστης». Κι αυτό γιατί μοιράζεται με εκείνην την ίδια πεποίθηση περί ιεροποίησης της ιδέας του ανθρώπου.[19]

Να λοιπόν, που αυτή ακριβώς η αφηρημένη ιδέα του ανθρώπου μπορεί κάλλιστα, και ενώ εκδηλώνει με στόμφο τις ευγενικές τους προθέσεις, να στραφεί εναντίον… πραγματικών ανθρώπων, και των συγκεκριμένων κοινωνιών τους. Στην περίπτωση της Ελλάδας, και των νησιών του βορειοανατολικού Αιγαίου, συνέβη αυτό ακριβώς: Ο εργαλειοποιημένος ανθρωπισμός θα χρησιμοποιήσει την χώρα και την μεταναστευτική της κρίση, ως σκηνικό, μια εξέδρα για να επιδείξει μπροστά στα μάτια της κοινής γνώμης, τις υπέρμετρες ευαισθησίες του. Ύστερα, θα σπεύσει εκείνος να διαχειριστεί τις μεταναστευτικές ροές, αδιαφορώντας για το εάν ολόκληρες τοπικές κοινωνίες της ελληνικής επικράτειας μεταβάλλονται σε ανοιχτούς καταυλισμούς, ανοίγοντας έτσι δρόμο ώστε να μεταβληθεί η ίδια η χώρα σε αποθήκη ψυχών, προφανώς ενάντια σε οποιαδήποτε βούληση και επιθυμία της ίδιας.

Μια δικτατορία αγνών προθέσεων; Γνωρίζουμε ήδη από το το 1984 του ΤζόρτζΌργουελ, για το πώς ενίοτε ο ολοκληρωτισμός σπεύδει κρυμμένος πίσω από την μάσκα μιας απεριόριστης καλοσύνης…

(*) Το άρθρο του Γ.Ρακκά είναι από αφιέρωμα του περιοδικού ΑΡΔΗΝ (Τεύχος, Μάρτιος- Μάιος 118) με άρθρα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων για τις ΜΚΟ)

[1] Απόσπασμα από ευρύτερη εργασία του γράφοντος που βρίσκεται σε εξέλιξη με τίτλο «Προσωπεία Αλληλεγγύης» – Για το νέο ανθρωπιστικό ιερατείο.

[2] Γιάννης Ξένος, «Ο ρόλος των ΜΚΟ στο μεταναστευτικό – προσφυγικό», περιοδικόΆρδην, τεύχος 117, Δεκέμβριος 2019 – Ιανουάριος 2020. 

[3] «Οι ΜΚΟ ‘ανάχωμα’ στην ανεργία στη Λέσβο», emprosnet.gr, 24/12/2015. Διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση: www.emprosnet.gr.

[4] «34η Συνεδρίαση Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης: Επικυρωμένα πρακτικά», Δήμος Θεσσαλονίκης, 12 Δεκεμβρίου 2019.

[5] Νίκος Μανάβης, «Ρατσιστικός μύθος οι οικονομικές ζημιές λόγω προσφύγων», Πριν, 10 Ιουλίου 2018. Διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση: www.prin.gr.

[6] Ανθή Παζιάνου, «Ξεμείναμε από σπίτια», emprosnet.gr, 12 Μαΐου 2018. Διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση emprosnet.gr.

[7] «Θεσσαλονίκη: Οι ΜΚΟ για το μεταναστευτικό ανέβασαν τα ενοίκια», Euro2Day, 08/01/2020. Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: www.euro2day.gr.

[8] Ρωμανός Κοντογιαννίδης, «Θεσσαλονίκη: Πρόσφυγες και Airbnb εκτόξευσαν τις τιμές των ενοικίων», Έθνος, 13/01/2020. Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: www.ethnos.gr.

[9] «Θεσσαλονίκη: «Μας δίνουν διπλάσια ενοίκια» για να πάρουν τα σπίτια», Τύπος της Θεσσαλονίκης, 04/02/2020. Ανακτήθηκεαπότηνηλεκτρονικήδιεύθυνση: www.typosthes.gr.

[10]LinaVosyliūtė &CarmineConte, «CrackdownonNGOsandvolunteershelpingrefugeesandothermigrants», ResearchSocialPlatformonMigrationandAsylum, Ιούνιος 2019, σσ. 4-5.

[11] Benjamin Bathke, «Report: Libyan torturers came to Italy via Sea-Watch migrant rescue vessel»,

Ιnfomigrants, 27/09/2019. Ανακτήθηκε από την ηλεκτρονική διεύθυνση: www.infomigrants.net.

[12]«Not Just an Urban Phenomenon –New Data on the Nonprofit Workforce», Johns Hopkins Center for Civil Society Studies, 28 Αυγούστου 2019. Διαθέσιμοστηνηλεκτρονικήδιεύθυνση: http://ccss.jhu.edu

[13] Bernard Enjolras, Lester M. Salamon,Karl Henrik Sivesind, Annette Zimmer, The Third Sector

As A Renewable Resource for Europe: Concepts, Impacts, Challenges and Opportunities, Cham 2018, σελ.54

[14]Lawrence T. McGill, «Number of Registered Public Benefit Foundation in Europe Exceeds 147.000», Foundation Center Report, 1 Οκτωβρίου 2016. Διαθέσιμοστηνιστοσελίδα https://dafne-online.eu.

[15] Sabine Lang, NGOs, Civil Society, and the Public Sphere, Cambridge Univeristy Press, Καίμπρητζ 2012, σελ. 72. 

[16] David Kennedy, The Dark Sides of Virtue. Reassessing International Humanitarianism, Princeton University Press, ΠρίνστονκαιΟξφόρδη 2004, σσ. 13-14. 

[17] «Για τις πορείες του Σαββάτου εν μέσω κορονοϊού», Ανακοίνωση της Αντιφασιστικής Πρωτοβουλίας Λέσβου, ιστοσελίδα Στο Νησί, 16/03/2020. Διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση:

[18] Αναφέρεται στο ΠιέρΜουσό, «Η βιομηχανία γεννήθηκε στα Μοναστήρια», Νέος Ερμής ο Λόγιος, έτος , 7ο, τεύχος 15, καλοκαίρι 2017, σελ. 20.

[19] John Gray, Straw Dogs, Granta Books, Λονδίνο 2002, σσ. 3-4.


Ανάρτηση από: http://geromorias.blogspot.com/