Οι νέες εκλογές θα διεξαχθούν μ’ ένα σύστημα ενισχυμένης αναλογικής που πριμοδοτεί το πρώτο κόμμα με ένα bonus που μπορεί να φθάσει μέχρι τις 50 έδρες. Αυτές οι έδρες αντιπροσωπεύουν το 16,7% των εγκύρων ψηφοδελτίων ή 986.000 ψηφοφόρους σύμφωνα με τη συμμετοχή στις προηγούμενες εκλογές της 21ης Μαΐου.
Αυτοί οι, περίπου 1.000.000, εκλογείς θα ψηφίσουν διάφορα κόμματα, αλλά, οι βουλευτές που θα εκλεγούν δε θα προέρχονται από αυτά, αλλά μόνο από το πρώτο κόμμα. Συγκεκριμένα το πρώτο κόμμα, εφ’ όσον έχει τουλάχιστον 25% θα λάβει κατ’ αρχήν ένα bonus 20 εδρών και στη συνέχεια για κάθε επιπλέον 0,5% των ψήφων άλλη 1 έδρα. Αν υποθέσουμε ότι η Ν.Δ λάβει το ίδιο ποσοστό (40,79%) με αυτό των εκλογών της 21ης Μαΐου, τότε θα πάρει συνολικό bonus 50 εδρών. Θα λάμβανε 51 αλλά δεν επιτρέπεται πάνω από 50. Πάλι καλά να λέμε.
Το bonus δίνεται μόνο σε αυτοτελή κόμματα και όχι σε συνασπισμούς κομμάτων. Έτσι αποτρέπεται η συνεργασία κομμάτων πριν από τις εκλογές, ενώ μετά από αυτές το δεύτερο με το τρίτο ή και το τέταρτο κόμμα δεν μπορούν να συνεργαστούν για το σχηματισμό κυβέρνησης γιατί δεν έχουν τις απαραίτητες έδρες, οι οποίες έχουν δοθεί με το bonus στο πρώτο.
Αν υποθέσουμε ότι το ποσοστό των μικρών κομμάτων (κάτω του 3%) παραμείνει το ίδιο και στις εκλογές του Ιουνίου, τότε η Ν.Δ. θα πάρει πρόσθετα τις 20 από αυτές τις 48 έδρες. Τις υπόλοιπες 28 θα τις μοιραστούν τα άλλα κοινοβουλευτικά κόμματα ανάλογα με το ποσοστό τους. Γι’ αυτό είναι σημαντικό δύο ή και τρία από τα μικρά κόμματα που στις εκλογές της 21ης Μαΐου δεν έφθασαν στο 3% να το υπερβούν. Το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής πρέπει να μειωθεί σημαντικά.
Όπως καταλαβαίνετε ο εκλογικός νόμος, που ψήφισε το 2019 η κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι το απαύγασμα της δημοκρατίας, της ισοτιμίας κάθε ψήφου και του σεβασμού της βούλησης των πολιτών!
Θυμίζουμε ότι στις εκλογές του 2019, η Ν.Δ. είχε λάβει ποσοστό 39,85% των εγκύρων ψηφοδελτίων. Στο ποσοστό αυτό αντιστοιχούν 120 από τους 300 βουλευτές. Αλλά, χάρη στον τότε εκλογικό νόμο, η Ν.Δ. εξέλεξε 158 βουλευτές, 38 περισσότερους. Με αυτό το bonus ο κ. Μητσοτάκης κυβέρνησε επί τέσσερα χρόνια την Ελλάδα ως «λαοπρόβλητος», «δημοκρατικά εκλεγμένος» πρωθυπουργός!
Χαρακτηριστικό είναι ότι στις εκλογές του 2019 χρειάστηκαν 14.250 ψήφοι για να εκλεγεί ένας βουλευτής της Ν.Δ., αλλά χρειάστηκαν περίπου 20.700 ψήφοι για την εκλογή ενός βουλευτή από τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης. Γι’ αυτό τονίσαμε ότι η ψήφος των πολιτών δεν είναι ισότιμη, δεν έχει την ίδια βαρύτητα στο πολιτικό γίγνεσθαι. Έχουμε πολίτες πρώτης και δεύτερης κατηγορίας ανάλογα με ποιό κόμμα ψηφίζουν.
Αντίθετα στις προηγούμενες εκλογές του Μαΐου, που έγιναν με απλή αναλογική (χωρίς bonus), οι βουλευτές όλων των κομμάτων, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Ν.Δ., εξελέγησαν έκαστος με τον ίδιο αριθμό, περίπου 16.500, ψήφων.
Σε μια δημοκρατία οφείλει να κυβερνάει η πλειοψηφία, τουλάχιστον όσων ψήφισαν, είτε υποστηρίζοντας ένα κόμμα είτε μια συνεργασία κομμάτων. Στην Ελλάδα όμως, τις τελευταίες δεκαετίες, κυβερνάει η σχετική πλειοψηφία που με το bonus γίνεται απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο. Αυτή είναι η απατηλή δημοκρατία του bonus.
Ποιος «σκότωσε» την απλή αναλογική;
Η απλή αναλογική απέτυχε δήλωσε ο Κ. Μητσοτάκης. Η απλή αναλογική υπήρξε στρατηγική ήττα για το ΣΥΡΙΖΑ γιατί δεν υπάρχει στη χώρα κουλτούρα συνεργασιών δήλωσε ο Α. Τσίπρας. Τίποτα απ’ αυτά δεν ισχύει. Η απλή αναλογική ατύχησε γιατί υπάρχει η προοπτική της ενισχυμένης αναλογικής στην επόμενη αναμέτρηση.
Αν υπήρχε ως σταθερό εκλογικό σύστημα η απλή αναλογική, με βάση τα αποτελέσματα των εκλογών της 21ης Μαΐου 2023 η Ν.Δ. (146 έδρες) θα ήταν υποχρεωμένη να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας ή με το ΠΑΣΟΚ ή με τον ΣΥΡΙΖΑ ή ακόμη και με την Ελληνική Λύση. Ανεξάρτητα με το τι έλεγαν όλα τα κόμματα πριν τις εκλογές, η επανάληψη της αναμέτρησης με περίπου τα ίδια αποτελέσματα θα ανάγκαζε τη Ν.Δ. και κάποιο από τα άλλα κόμματα να συνεργαστούν, βάζοντας αρκετό «νερό στο κρασί τους».
Σημειώνουμε ότι κυβερνήσεις συνεργασίας έχουν η Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Σουηδία και πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης. Ο κ. Μητσοτάκης ζητάει μια αυτοδύναμη και ισχυρή κυβέρνηση για να εφαρμόσει το πρόγραμμα της Ν.Δ. Ένα πρόγραμμα όμως που, παρά την ασύλληπτη προπαγάνδα και την καλλιέργεια του φόβου, δεν έχει την έγκριση της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος.
Να ξεκαθαρίσουμε τις έννοιες. Αυτοδύναμη είναι μια κυβέρνηση που στηρίζεται από την πλειοψηφία της Βουλής. Ισχυρή είναι μια κυβέρνηση όταν οι πολιτικές που εφαρμόζει έχουν τη συναίνεση της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας.
Με την «καλπονοθεία» του bonus ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να σχηματίσει μια αυτοδύναμη κυβέρνηση, αλλά όχι μια ισχυρή κυβέρνηση που είναι το ζητούμενο όταν το Σύμφωνο Σταθερότητας στην ΕΕ επανέρχεται από το 2024, το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους αυξάνεται αλματωδώς και η τουρκική απειλή σε Θράκη, Αιγαίο και Κύπρο μεγεθύνεται. Αυτά για να μην αναφερθούμε στα πολλά άλλα προβλήματα που ταλανίζουν τον Ελληνισμό.
Ανάρτηση από: http://www.dromosanoixtos.gr/