Του Μιχάλη Αριδά
Ειδικά στα μνημονιακά χρόνια, που μπήκαμε στην κόλαση, αλλά και νωρίτερα, ξεκινώντας λίγα χρόνια μετά από την απελευθέρωση, ζούμε καθημερινά και σε όλο τους το μεγαλείο κάποιες παθογένειες που βασανίζουν τους Έλληνες.
Παθογένειες που αφορούν το κράτος, το οποίο δρα ενάντια στον πολίτη, το πολιτικό σύστημα, το οποίο δρα ενάντια στην κοινωνία, τη δικαιοσύνη, η οποία μόνο δικαιοσύνη δεν αποδίδει, κλπ.
Αλλά, κυρίως, παθογένειες στην αντίληψη και στη συμπεριφορά των Ελλήνων. Αυτές που ενίοτε σε βγάζουν από τα ρούχα σου.
Τότε είναι που έρχεται στο μυαλό και στο στόμα όλων, το περίφημο: φταίνε τα 400 χρόνια σκλαβιάς από τους Τούρκους και δεν ξεπερνιώνται εύκολα.
Πόσο λάθος!
Αυτό τους βολεύει να πιστεύουμε, αυτό πιστεύουμε.
Δεν ισχυρίζομαι ότι επί τουρκοκρατίας ήταν ιδιαίτερα μορφωμένοι οι κατακτημένοι Έλληνες.
Υπήρχαν προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών, υπήρχαν ελληνικές κοινότητες σε όλο τον κόσμο και μάλιστα μεγαλουργούσαν επιχειρηματικά και όχι μόνο.
Στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι Έλληνες δεν ήταν σπουδαγμένοι, δεν ήταν κοσμοπολίτες. Ήταν, όμως, Έλληνες. Διαπνεόντουσαν από τον δικό μας τρόπο αντίληψης και συμπεριφοράς, τον δικό μας τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας.
Μέχρι που τελείωσε η τουρκοκρατία, πάνω από όλα για τους Έλληνες, ήταν το «εμείς».
Οι κοινότητες αποφάσιζαν για την τύχη τους και ο καθένας ένιωθε και ήταν μέρος της κοινότητας. Και αυτό δεν το πείραξαν, ούτε οι Τούρκοι.
Είναι πολύ σημαντικό ότι οι φόροι δεν έμπαιναν στα άτομα, αλλά στην κοινότητα. Αυτή συγκεντρωνόταν στην πλατεία και από κοινού, ανάλογα με τη δυνατότητα του καθενός, αποφάσιζε το τι θα συνεισφέρει το κάθε μέλος της.
Μπορούμε να καταλάβουμε την τεράστια διαφορά; Η κοινότητα αποφάσιζε και όχι το κάθε μέλος της ή κάποιος έξω από αυτήν.
Το ότι ο κοινοτισμός αποτελούσε τα θεμέλια της κοινωνικής οργάνωσης είχε τα αποτελέσματά του και στην καθημερινή συμπεριφορά. Δεν υπήρχε ούτε κατ΄ ιδέα το «κοιτάω τη δουλίτσα μου». Δεν υπηρχε το «ότι φάμε, ότι πιούμε κι ότι αρπάξει ο … μας». Δεν λειτουργούσαν με το «εγώ να βολευτώ κι ας πάνε να πνιγούν οι άλλοι».
Οι ελάχιστες εξαιρέσεις ήταν δακτυλοδειχτούμενες.
Υπήρχε η αντίληψη που πολλοί τυχεροί από εμάς, ακούγαμε σαν μόνιμη συμβουλή από τους παππούδες μας: «παιδάκι μου, να γίνεις καλός άνθρωπος και χρήσιμος στην κοινωνία».
Το «τι θα πει η κοινωνία» δεν αναφερόταν στο αν έχει φίλο η κόρη του φούρναρη, αλλά στο αν είσαι ιδιώτης ή όχι, στο αν ενεργείς για το καλό της ή όχι.
Στον γάμο πήγαινε όλη η κοινότητα και χαιρόταν με την ψυχή της, γλεντούσαν όλοι μαζί και μοιραζόντουσαν τη χαρά του ζευγαριού και την διαιώνιση της κοινότητας. Πηγαία και αυθόρμητα γινόταν αυτό. Γιατί βιωματικά το έκαναν. Ήταν ο τρόπος τους αυτός.
Στη δυσκολία συμπαραστεκόταν όλη η κοινότητα σε αυτόν που υπέφερε. Τον πεσμένο τον σήκωνε η κοινότητα και δεν αδιαφορούσε για το μέλος της. Δεν υπήρχε αποξένωση και ατομισμός.
Πρώτη προτεραιότητα ήταν η κοινωνία, γιατί ήξεραν ότι μέσα από αυτήν θα βρουν αυτό που ήθελε ο καθένας. Όσο γινόταν, μέσα στη σκλαβιά. Αλλά πάντα, πρώτα η κοινωνία.
Και αυτό έφερνε τον αναγκαίο σεβασμό του ενός προς τον άλλον. Σεβασμός, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρχει κοινωνία.
Αυτή η αντίληψη ξεκίνησε και μεγαλούργησε στην αρχαία Ελλάδα και έγινε παγκοσμίως, μέχρι και σήμερα, το μοναδικό και υπέροχο πρότυπο της Δημοκρατίας (ασχέτως αν της άλλαξαν τα φώτα οι δυτικοί). Αυτή η ίδια, πάνω κάτω, αντίληψη άντεξε στη ρωμαιοκρατία και στην τουρκοκρατία και βασίλευσε στα αιτήματα της Επανάστασης.
Αφού άντεξε μέχρι τότε, μέσα σε κατακτήσεις και σκλαβιές, πως χάθηκε αυτή η περίφημη αντίληψη ζωής; Αν άντεξε πάνω από 2300 χρόνια, πως ηττήθηκε στα τελευταία 200;
Ποιος έκανε αυτό το τεράστιο έγκλημα;
Η απάντηση είναι εύκολη. Οι βαυαροί αντιβασιλείς. Αυτή η λαίλαπα! Πάντα με την αρωγή των ντόπιων Μαυροκορδάτων και Κωλέττηδων. Είναι απαραίτητοι οι δικοί μας προσκυνημένοι, για να πληγεί ο λαός μας. Διαχρονικά, μέχρι και σήμερα…
Με το που πάτησαν το πόδι τους εδώ, το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να χτυπήσουν αυτό που ήταν εγκατεστημένο στην ψυχή και τον νου των Ελλήνων. Την κοινωνία, τον κοινοτισμό.
Αφαίρεσαν από τις κοινότητες τη δυνατότητα των αποφάσεων και τη μετέφεραν στο κεντρικό κράτος, δηλαδή, σε αυτούς.
Η δικαιολογία για το έκτρωμα αυτό ήταν ότι δεν γίνεται να αποφασίζουν για τη ζωή τους οι αμόρφωτοι άθλιοι!
Και έτσι μας φόρεσαν το δικό τους πολιτικό σύστημα. Το δικό τους δυτικότροπο σύστημα, που βασίζεται σε ανθρώπους υποταγμένους, σε στρατιωτάκια χωρίς κρίση, που ποτέ δεν είχαν καν φανταστεί αυτά τα υπέροχα πράγματα, που κυριαρχούσαν στα δικά μας κύτταρα. Δεν ήξεραν τι θα πει κοινωνία, τι θα πει πρόσωπο, τι θα πει πολίτης, τι θα πει αποφασίζουμε όλοι μαζί. Μόνο ένα σύνολο ατόμων, κάτω από μια κεντρική δυναστική εξουσία.
Ο Έλληνας ποτέ δεν κατάφερε να εφαρμόσει τούτο το έκτρωμα. Πάντα του ήταν ξένο. Ακόμα και σήμερα ξένο μας είναι, παρά τις διαχρονικές φιλότιμες προσπάθειες τόσων και τόσων πολιτικών, δημοσιογράφων, καθηγητάδων, δικαστάδων και δε συμμαζεύεται.
Πως, λοιπόν, να εφαρμόσεις κάτι ξένο προς εσένα; Κάτι που είναι ξένο στο DNA σου;
Αυτή η δυσαρμονία έφερε τις παθογένειες που λέγαμε στην αρχή.
Ο Έλληνας που ξέρει μόνο να είναι ελεύθερος, ακόμα και κατακτημένος, πρέπει τώρα να υποταχθεί στον κάθε πρωθυπουργό, ωσάν να είναι ο απόλυτος μονάρχης.
Ο Έλληνας που έχει μάθει να τσακώνεται ή να συμφωνεί, αλλά πάντως να συζητάει και τελικά κοινώς να αποφασίζει, πρέπει τώρα να δεχθεί ασυζητητί ό,τι κατέβει στο κεφάλι του κάθε πολιτικάντη, γιατί ο πολιτικάντης «δεν κυβερνάει με βάση τις δημοσκοπήσεις» και γράφει την κοινωνία, εκεί που δεν βλέπει ο ήλιος.
Ένας Έλληνας που σεβόταν τον συμπολίτη του και του απευθυνόταν με το υπέροχο και τιμητικό «εσύ», πρέπει να μπει, θέλει δεν θέλει, «στο να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα», αλλά και να μιλάει του γείτονα στον φράγκικο πληθυντικό!
Ένας Έλληνας που απευθυνόταν στην κοινωνία για να λύσει το πρόβλημά του, τώρα πρέπει να προσκυνήσει τον κάθε βουλευτή.
Η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου είναι, πλέον, ξεκάθαρη. Φταίει το πολιτικό σύστημα, που εγκαθιδρύθηκε τα 5 χρόνια της βαυαροκρατίας, η οποία έκανε αγώνα για να σκοτώσει τη δική μας αντίληψη και οργάνωση, τον «Τρόπο» μας, που λέει ο ένας μεγάλος δάσκαλος και για να επιβάλλει τον «εξευρωπαϊσμό,» που λέει ο άλλος μεγάλος δάσκαλος.
Και φυσικά, αυτό το σάπιο πολιτικό σύστημα το υπηρετούν και το αναπαράγουν οι δικοί μας πολιτικοί, που από τότε μέχρι σήμερα, δεν κάνουν άλλη δουλειά, παρά την πιστή συνέχιση του έργου των βαυαρών αντιβασιλέων, πάντα για το δικό τους προσωπικό όφελος.
Το πολιτικό σύστημα που δυναστεύει την Ελλάδα δεν πέφτει με εκλογές, ούτε με κόμματα και προγράμματα.
Ή καταρρέει ή ανατρέπεται από την ίδια την κοινωνία.
Ανάρτηση από: http://geromorias.blogspot.com