Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Αποτροπή ή κατευνασμός; H αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας

Του Βασίλειου  Μαρτζούκου* από το Άρδην τ. 116 που κυκλοφορεί στα περίπτερα
Θα εστιάσω στα ελληνοτουρκικά, θα φύγω από την άμεση επικαιρότητα και θα προσπαθήσω με έναν στρατηγικό τρόπο να αναδείξω τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, αφού επιχειρήσω πρώτα δύο εισαγωγικές αναφορές για την αποτροπή. Στη συνέχεια θα αναφερθώ στο τι επιδιώκει η Τουρκία και με ποιο τρόπο προσπαθεί να το επιτύχει. Θα παρουσιάσω κάποια δεδομένα και κάποιους μύθους και ποια είναι η δική μας στρατηγική για όλα αυτά και θα κλείσω με το δέον γενέσθαι.
Η αποτροπή είναι μία παρεξηγημένη λέξη και έννοια, γιατί πολλοί την ταυτίζουν με τους πολεμοχαρείς. Πρόκειται περί του αντιθέτου. Κάθε κράτος μπορεί να έχει ευημερία¸ πολιτιστική, επιχειρηματική και εμπορική δραστηριότητα, μόνο αν υπάρχει ένα περιβάλλον ασφάλειας. Αυτό μπορεί να το εξασφαλίσει η αποτροπή. Αποτροπή σημαίνει ότι κάθε δυνητική απειλή του εχθρικού κράτους πρέπει να υπολογίζει ότι η επιθετική του ενέργεια θα έχει πολύ μεγαλύτερο, δυσανάλογο κόστος, σε σχέση με το εκτιμώμενο όφελος. Το κράτος που θέλει να ασκήσει αποτρεπτική πολιτική πρέπει να είναι σε θέση να πείσει τους άλλους. Δεν αρκεί μόνο να το λέει. Η αποτροπή ελέγχεται εκ του αποτελέσματος. Το θέμα είναι λοιπόν πόσο έχεις πείσει ότι έχεις τη δυνατότητα και τα κατάλληλα στρατιωτικά μέσα και δεύτερον κατά πόσο έχεις την πολιτική βούληση να τα χρησιμοποιήσεις. Αν δεν πείσεις για αυτά τα δύο, τότε η αποτροπή χάνεται. Αν η αποτροπή χαθεί, τότε έρχεται ένα βήμα πιο κοντά η σύγκρουση. Και μάλιστα από θέση αδυναμίας.
Τι επιδιώκει η Τουρκία; Η Τουρκία με ό,τι πράττει, –χθες, σήμερα και αύριο–, έχει ως τελικό στόχο να σύρει την Ελλάδα σε ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων, διμερώς, με πολιτική ατζέντα και όχι νομική, όπου σ’ αυτό το τραπέζι θα απλωθεί όλο το φάσμα των μονομερών τουρκικών απαιτήσεων (γιατί εμείς δεν διεκδικούμε τίποτα). Συνεπώς μόνο η τουρκική ατζέντα θα είναι στο τραπέζι. Άρα, εξ ορισμού θα είμαστε χαμένοι. Αυτή είναι η επιδίωξη της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένου και του Κυπριακού.
Πώς το κάνει αυτό; Το κάνει με διείσδυση στη χώρα μας, πολλαπλές διεισδύσεις. Το κάνει με στρατηγική περικύκλωση, γύρω γύρω από τη χώρα μας. Το κάνει με δραματική αύξηση της διαφοράς στρατιωτικής ισχύος, τα τελευταία χρόνια, και με τάσεις επιδείνωσης. Και, τέλος, το κάνει με μία αναβάθμιση των προκλήσεών της έναντι της χώρας μας, οι οποίες προκλήσεις έχουν υβριδικό χαρακτήρα. Δηλαδή, δεν χρησιμοποιεί στρατιωτική ισχύ, αλλά ψυχολογικές επιχειρήσεις: χάρτες, δηλώσεις, απειλές, νάφτεξ σε όλο το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, παραβάσεις και παραβιάσεις, ενοχλήσεις αλιέων, γεωτρήσεις, έρευνες κ.ά. Όλα αυτά έχουν σκοπό να επέλθει μία πολιτική, διπλωματική, οικονομική, κοινωνική κόπωση της χώρας μας, ώστε να γίνει πιο αποδεκτή ως λύση η υπαναχώρηση. Να κάτσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να πούμε: «Άντε, πάμε να τελειώνουμε». Περί αυτού πρόκειται.
Αν εμείς, με τις αναβαθμισμένες αυτές προκλήσεις, εξαναγκαστούμε να ασκήσουμε στρατιωτική βία, τότε εκτιμώ ότι η Τουρκία θεωρεί ότι πλέον θα έχει τη διεθνή νομιμοποίηση να εφαρμόσει έτοιμα σχέδια δημιουργίας τετελεσμένων. Έτσι, ώστε, όταν θα πάμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, να έχει το πάνω χέρι, να βρίσκεται σε θέση ισχύος.
Ας δούμε μερικά δεδομένα:
Πρώτο, οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Δεν υπάρχει περίπτωση win-win.
Δεύτερο, η άμεση ή έμμεση σε βάθος χρόνου απώλεια της Κύπρου ισοδυναμεί με μέγιστη εθνική καταστροφή, παρόμοια με αυτή της Μικράς Ασίας.
Τρίτο, η αποτροπή της Ελλάδας αποδυναμώνεται ραγδαίως.
Τέταρτο, ξέρουμε στο Κυπριακό ποιον έχουμε απέναντί μας. Δεν μιλάμε με τους Τουρκοκύπριους, αλλά με τον Ερντογάν. Αντιθέτως, από την ελληνική πλευρά δεν ξέρουμε ποιος είναι ομιλητής. Είναι ο Αναστασιάδης; Εμείς συμπαραστιθέμεθα; Είναι θολή η δική μας εικόνα και αυτό δημιουργεί προβλήματα. Αυτό δεν είναι σημερινό πρόβλημα, αλλά εδώ και πολλά χρόνια.
Πέμπτο, η αχίλλειος πτέρνα στην Κύπρο είναι η αεροναυτική κάλυψη. Ήταν από την εποχή του ’50 έως σήμερα.
Έκτο, τα νησιά του Αιγαίου έχουν πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Τα μεγάλα πλεονέκτηματα είναι ότι μπορεί να αποτελέσουν ορμητήρια, να είναι τα μάτια μας και τα αυτιά μας στο Αιγαίο, προωθημένες βάσεις κ.ά. Τα μειονεκτήματα είναι ότι, προκειμένου να προασπίσεις το πλήθος των νήσων, πρέπει να κατακερματίσεις τις δυνάμεις σου σε κάθε μία από αυτές ή να έχεις δυνατότητα ταχείας μετακινήσεως δυνάμεων όπου απαιτηθεί. Αυτήν τη στιγμή δεν έχουμε ελαχιστοποιήσει αυτό το μειονέκτημα, αλλά ούτε έχουμε και μεγιστοποιήσει το πλεονέκτημα που έχουμε στα νησιά. Έχουμε μεγάλα περιθώρια βελτίωσης σε αυτό τον τομέα.
Μία ακόμα εκτίμηση, σε περίπτωση σύγκρουσης οι Ηνωμένες Πολιτείες θα συμπεριφερθούν ως Πόντιος Πιλάτος και διαιτητής, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ασκεί ήπια ισχύ, η Ρωσία θα είναι ουδέτερη. Η Αίγυπτος και το Ισραήλ δεν εκτιμώ ότι θα χρησιμοποιήσουν στρατιωτικές δυνάμεις προς όφελός μας.

Σχετική εικόνα
Μερικοί μύθοι
Τους αναφέρω επιγραμματικά:
-«Η Τουρκία είναι σε διεθνή απομόνωση».
-«Οι δύο λαοί είναι δυνατόν να βρουν λύση αμοιβαία επωφελή, βασιζόμενη στην παλιά ελληνοτουρκική φιλία».
-«Η Τουρκία είναι αποδυναμωμένη στρατιωτικά μετά το πραξικόπημα του 2016».
-«Οι τουρκικές διεκδικήσεις είναι συγκυριακές και σχετίζονται με τα εσωτερικά της προβλήματα».
-«Είσοδος της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα αμβλύνει τα θέματα και είναι εθνικά συμφέρουσα».
– «Οι συμμαχικές χώρες θα προασπίσουν τα εθνικά μας συμφέροντα με στρατιωτικές δυνάμεις».
– «Η εθνική μας σωτηρία έγκειται στην εγκατάλειψη των δυτικών μας συμμάχων και στην προσέγγιση με τη Ρωσία και την Κίνα».
Όλα αυτά θεωρώ ότι είναι μύθοι.
Έως τώρα η στρατηγική ως προς την Τουρκία ποια είναι; Φοβούμαι ότι δεν υπάρχει. Έχουμε ανακλαστικές αντιδράσεις. Αντιδράσεις που μας κάνουν να ακολουθούμε τα γεγονότα. Είμαστε Επιμηθείς και όχι Προμηθείς, αποσπασματικοί και βεβαίως επικαλούμαστε πάντα –νομικά προσεγγίζοντας το όλο θέμα– το διεθνές δίκαιο. Φραστικά μιλάμε για αποτροπή, πρακτικά είμαστε σε φάση κατευνασμού. Δεν υπάρχει πειστική πολιτική βούληση να χρησιμοποιηθούν οι ένοπλες δυνάμεις μας και αυτό το έχουν καταλάβει και οι Τούρκοι. Έχουμε συγκεκριμένες πολιτικές εξαγγελίες, του τύπου, «να μην είμαστε μοναχοφάηδες»· «οι τουρκικές ακτές είναι πολλές μεγάλες και δικαιούνται κάποια πράγματα», είπε πρώην υφυπουργός Εξωτερικών. Κάποιος άλλος κάνει μαθήματα γεωγραφίας και μας υπενθυμίζει ότι το Καστελόριζο ανήκει στην Ανατολική Μεσόγειο. Έχουμε πρόσφατες δηλώσεις του νυν υπουργού Εξωτερικών ότι πέρασε διά παντός η εποχή των κανονιοφόρων. Τώρα βρισκόμαστε στην εποχή όπου τα πάντα λύνονται βάσει Διεθνούς δικαίου! Αν βρισκόταν εκεί δίπλα ο κύριος Πομπέο, θα του απαντούσε ότι εγώ έχω εφτά στόλους με τους οποίους διασφαλίζω τα εθνικά μου συμφέροντα! Η πολιτική των κανονιοφόρων και της χρήσεως του ναυτικού για θέματα εξωτερικής πολιτικής υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει και αλίμονο αν κάποιος δεν χρησιμοποιεί τη στρατιωτική ισχύ για τα εθνικά του συμφέροντα. Σε ειρήνη, κρίση και πόλεμο.
Φαίνεται ότι οι ένοπλες δυνάμεις έχουν ουσιαστικά εγκαταλειφθεί από τις αρχές του 2000. Από τότε έχει να γίνει σοβαρό εξοπλιστικό πρόγραμμα. Αυτό οφείλεται εν πολλοίς σε δύο επικρατούσες τάσεις: Η μία είναι αριστερόστροφη, διεθνιστική και καταλήγει στο ψευτοδίλημμα, «βούτυρο ή κανόνια», όπου το βούτυρο είναι οι κοινωνικές δαπάνες και τα κανόνια οι δαπάνες για τις ένοπλες δυνάμεις. Ουδέν ψευδέστερον αυτού. Αν ρίξουμε μία ματιά στον πλανήτη, θα δούμε ότι, οι χώρες που έχουν τα μεγαλύτερα κοινωνικά προγράμματα, έχουν και τις ισχυρότερες ένοπλες δυνάμεις. Οι ένοπλες δυνάμεις δεν είναι μόνο δαπάνες, αλλά και μοχλός ανάπτυξης, ιδιαίτερα υψηλής τεχνολογίας. Έτσι πράττουν οι χώρες που δεν εξάγουν μόνο καπνό και σταφίδα.
Υπάρχει μία άλλη τάση, η νεοφιλελεύθερη, που προσεγγίζει το ζήτημα με όρους παγκοσμιοποιήσεως, με όρους κοσμοπολιτισμού, και αυτή επαγγέλλεται περίπου τα ίδια. Όλα τα προβλήματα θα τα λύσει η αγορά και τα χρηματιστήρια και οι ένοπλες δυνάμεις δεν χρειάζονται.
Και φτάνει κάποτε η ώρα της αλήθειας. Από την κρίση και μετά, οι δαπάνες για τις ένοπλες δυνάμεις έχουν ελαχιστοποιηθεί. Ούτε ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα σε μία εποχή που η Τουρκία καλπάζει.
Άρα, τι επιλογές έχουμε: Η μία είναι να αφεθεί η χώρα στη φθίνουσα πορεία της, με αποτέλεσμα τη δορυφοροποίησή της. Αυτό το έχουμε ξαναζήσει επί Βυζαντίου τότε που οι σουλτάνοι ενέκριναν ποιος θα γίνει αυτοκράτορας. Τότε που ο σουλτάνος έπαιρνε μαζί του τον αυτοκράτορα για να πολιορκήσει ελληνικές πόλεις στη Μικρά Ασία. Κάπου εκεί πάει το πράγμα.
Το δεύτερο είναι η αποτροπή. Αλλά η αποτροπή θέλει θυσίες και έχει αυτό που ονομάζεται πολιτικό κόστος. Κόστος που κάποτε οι ηγεσίες μας πρέπει να υπερβούν και ο λαός μας είναι βέβαιο ότι, αν του πεις την αλήθεια, θα ακολουθήσει αυτό που πρέπει να κάνει. Δύο είναι οι πυλώνες αποτροπής. Ο ένας είναι η εξωτερική εξισορρόπηση και ο άλλος είναι αυτοβοήθεια.
Η εξωτερική εξισορρόπηση έχει να κάνει με τις συμμαχίες. Η πρόσφατη στρατηγική συμμαχία με τις ΗΠΑ είναι θετική, ακόμα και οι επενδύσεις που θα γίνουν εντός των βάσεών μας είναι χρήματα, τεχνογνωσία, εμπειρία, είναι κάτι θετικό. Παρ’ όλα αυτά ό,τι ζήτησε η Αμερική το πήρε, εμείς κάτι χειροπιαστό δεν πήραμε. Ελπίζω και εύχομαι αυτή η συμφωνία να έχει και ουρά, δηλαδή να ακολουθήσει αυτό που λένε επισήμως οι Αμερικανοί, ότι είμαστε πυλώνες σταθερότητας στην περιοχή, να το συνοδεύσουν με φρεγάτες, με κατευθυνόμενα βλήματα και ό,τι άλλο απαιτείται για τη στρατιωτική αναβάθμιση της Ελλάδας.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πίεση για μεγαλύτερη συμμετοχή και απαίτηση από αυτήν για το Κυπριακό, το μεταναστευτικό και το ενεργειακό. Η Φρόντεξ να περιπολεί και στα Δωδεκάνησα
Η τριμερής Ισραήλ – Κύπρος – Αίγυπτος: να επεκταθεί η συμφωνία και σε αμυντική διάσταση, ορισμός θαλάσσιων ζωνών με τους γείτονες και τελευταία με την Τουρκία. Και συνεργασία με όλες τις υπόλοιπες χώρες.
Αυτοβοήθεια, εθνική αποτροπή. Εδώ έχουμε πολλά να κάνουμε. Πρώτα από όλα να βελτιώσουμε το εθνικό σύστημα χειρισμού κρίσεων, που ακόμα βρίσκεται στην εποχή των Ιμίων. Να δούμε το θέμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου με προϋποθέσεις, έτσι όπως είμαστε σήμερα, αν το ενεργοποιήσουμε, μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ. Πρέπει να υπάρξουν οι αμυντικές προϋποθέσεις.
Επίσης οι παραμεθόριες περιοχές να ενισχυθούν αναπτυξιακά, γιατί χάνεται ο πληθυσμός σε αυτές.
Παιδεία και φρόνημα: Δεν ξέρω αν είμαστε έτοιμοι αυτή τη στιγμή όσο είναι οι Τούρκοι σε αυτό τον τομέα.
Ο στρατιωτικός αντικειμενικός σκοπός μας πρέπει να είναι η στρατηγική ήττα του αντιπάλου πριν γίνει κάτι, με την αποτροπή. Ή, αν η αποτροπή αποτύχει, να του κοπεί αμέσως η όρεξη με μεγάλες απώλειες σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτό μπορεί να γίνει αν έχουμε τη δυνατότητα ναυτικού ελέγχου στο Ιόνιο, στο Αιγαίο, στο Κρητικό και στο Λιβυκό Πέλαγος. Πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να αρνηθούμε την απόκτηση αεροναυτικού ελέγχου της Τουρκίας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο. Πρέπει να έχουμε δυνατότητα προβολής ναυτικής ισχύος στην ξηρά. Να έχουμε δυνατότητα αποτελεσματικής αντιμετωπίσεως γενικών εχθροπραξιών και όχι μόνο θερμών επεισοδίων. Και, βέβαια, ένα συνεπές πρόγραμμα 15ετίας ή 20ετίας, το οποίο θα τηρείται απαρέγκλιτα, ανεξαρτήτως κυβερνήσεως, για την αύξηση της στρατιωτικής μας ισχύος σε όλους τους κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων. Παράλληλα, όμω,ς επειδή ο απέναντι δεν θα μας περιμένει αιωνίως, έχουμε άμεση ανάγκη ένα ταχύτατο πρόγραμμα αποκτήσεως δυνατοτήτων ασύμμετρων καταστροφικών αποτελεσμάτων. Αυτό μας το προσφέρει η γεωγραφία μας και η σύγχρονη τεχνολογία με τρόπο εφικτό.
Γίνομαι πιο συγκεκριμένος. Αναφέρομαι σε ταχέα περιπολικά σκάφη για τα οποία υπάρχει μια δική μου κοστολογημένη 80σελιδη μελέτη. Θα μπορούσαμε να έχουμε περίπου 300 σκάφη, αναπτυγμένα, πέρα από αυτά που ήδη έχει στο Ναυτικό, στην ΑΣΔΕΝ και στο Λιμενικό. Θα μπορούσε να έχει 10 μη επανδρωμένα εναέρια συστήματα, που δεν επιτηρούν μόνο, αλλά και προσβάλλουν. Να έχει 20 ΜΕΑ, 8 συστοιχίες κατευθυνόμενων βλημάτων στο Αιγαίο, από τον Βορρά ως τον Νότο. Με όλα αυτά θα μπορούσε να μετατρέψει το Αιγαίο σε ελληνική λίμνη, όχι ντε γιούρε, αλλά ντε φάκτο. Επιπλέον να αποδεσμεύσει πολλές μεγάλες μονάδες, φρεγάτες και υποβρύχια, για την περιοχή της Κύπρου. Πόσο κοστολογείται όλο αυτό: 300 σκάφη, 30 επανδρωμένα εναέρια συστήματα και οχτώ σύγχρονες συστοιχίες τηλεκατευθυνόμενων βλημάτων, που να μπορούν να προσβάλλουν και ακτές, κοστίζουν μόνο 1,5 δισ. ευρώ. Σας υπενθυμίζω ότι επί Καμμένου υπογράφτηκε συμφωνία για 500 εκατ. ευρώ που έγιναν 600 για την ανάσταση πέντε αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας ηλικίας 40 ετών. Και ακόμα δεν πετάει κανένα. Μακάρι να εισακουστούμε, μακάρι να βρούμε συμπαραστάτες, μακάρι να ενεργοποιήσουμε και την ομογένεια και το ντόπιο επιχειρηματικό κόσμο και αυτό να γίνει πραγματικότητα.
* Ομιλία του αντιναύαρχου ε.α. και πρόεδρου του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών Βασίλειου Μαρτζούκου στην εκδήλωση του Άρδην με θέμα: «Όχι στην μετατροπή της Ελλάδας σε τουρκικό προτεκτοράτο» που πραγματοποιήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2019 στον χώρο πολιτικής και πολιτισμού «Ρήγας Βελεστινλής». Ο τίτλος έχει επιλεγεί από την σύνταξη του περιοδικού.
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr/