Του Γιάννη Ραχιώτη
(Ενα άρθρο που δημοσίευσα στο Militaire στις 14.9.22, οι εκτιμήσεις του οποίου δυστυχώς φαίνεται να επιβεβαιώνονται)
Οι ΗΠΑ, με την ιδιότητα του ηγέτη της Δύσης, έκαναν από νωρίς σαφές τι επιδιώκουν στην Ουκρανία: Την καταστροφή της Ρωσίας σαν ανεξάρτητο ισχυρό κράτος, όχι απλά τη στρατιωτική της ήττα. Το επανέλαβαν πρόσφατα με το στόμα του Ουκρανού υπουργού εξωτερικών. Αλλωστε, αυτή διαχρονικά είναι η πάγια επιδίωξή τους για τους αντιπάλους τους. Το μεγάλο τους πλεονέκτημα είναι η ιδεολογική συσπείρωση όχι μόνο της δικής τους ελίτ αλλά ολόκληρης της Δύσης σε μια κεντρική επιδίωξη, ένα μονοπολικό κόσμο υπό την ηγεσία τους, με εργαλεία επιβολής –στις μέρες μας- το νεοφιλελευθερισμό και τη νεοαποικιοκρατία.
Η Ρωσία και οι σύμμαχοί της στο χώρο της πρώην ΕΣΣΔ είχαν και εν μέρει εξακολουθούν να έχουν αυταπάτες για τους στόχους της Δύσης. Είναι χαρακτηριστικό ανώριμων – άπειρων πολιτικών συστημάτων να πιστεύουν ότι γι’ αυτούς η Δύση θα κάνει εξαίρεση, δεν θα συμπεριφερθεί όπως στους υπόλοιπους. Αυτές οι αυταπάτες μέχρι τώρα τους έχουν στοιχίσει πολύ αίμα, αποσταθεροποίηση και οικονομικές καταστρoφές. Στη διάρκεια αυτής της σύγκρουσης εκ των πραγμάτων άρχισαν να ξεπερνιούνται. Η Ρωσία και η Λευκορωσία και λιγότερο το Καζαχστάν φαίνεται να στρέφονται οριστικά σε Ευρασιατική κατεύθυνση. Η μεγάλη υποστήριξη που δέχεται η Ρωσία από την Κίνα, την Ινδία και γενικότερα από αυτό που σήμερα ονομάζεται «παγκόσμιος νότος» είναι σίγουρο ότι έπαιξε το ρόλο της.
Είναι βέβαιο ότι η Ρωσία έχει κάνει τα τελευταία 20 χρόνια πολύ σημαντικά βήματα για να προστατέψει την κυριαρχία της και να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού της. Εκμεταλλεύτηκε το συγκριτικό της πλεονέκτημα στην αμυντική βιομηχανία, προστάτεψε την κοινωνία της από την εισαγόμενη διάλυση, ανέπτυξε ένα σχετικά λειτουργικό διοικητικό σύστημα και δραστηριοποιείται έντονα για τη δημιουργία χρηματοοικονομικών,εμπορικών κλπ δικτύων, εναλλακτικών στα δυτικά. Παραμένει όμως σαν βασικό της πρόβλημα ότι δεν έχει αναπτύξει μια συνεκτική ιδεολογία που να ενοποιεί μια πλειοψηφία των ελίτ και των λαϊκών στρωμάτων. Ιδέες υπάρχουν, από τον Ευρασιανισμό μέχρι την αναβίωση της κομμουνιστικής-σοβιετικής ή της αυτοκρατορικής ιδεολογίας, καμία όμως δεν κυριαρχεί. Η έλλειψη ιδεολογίας έχει άμεση συνέπεια την αδυναμία συγκρότησης ενός σαφούς στρατηγικού σχεδίου αντιμετώπισης της Δύσης και την αέναη ταλάντευση ως προς τις συμμαχίες. Οι επιπτώσεις ήταν σημαντικές στην εμπλοκή στη Συρία και στην τρέχουσα σύγκρουση μπορεί να αποβούν πολύ σημαντικότερες.
Παρά τις όποιες ιδεολογικές ασάφειες, πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι στις διακρατικές σχέσεις υπάρχουν όρια που, αν ξεπεραστούν, οποιαδήποτε ηγεσία ανεξάρτητου κράτους θα κάνει πόλεμο. Για τη Ρωσία, το status της Ουκρανίας είναι ένα τέτοιο όριο. Όχι τόσο γιατί πρόκειται για τον ίδιο σλαβικό λαό, με τις ίδιες ιστορικές και πολιτιστικές παραδόσεις και εν μέρει την ίδια γλώσσα και εθνοτική καταγωγή αλλά γιατί δεν νοείται ανεξάρτητο ρωσικό κράτος με αμερικανικά στρατεύματα και πυραύλους στην Ουκρανία. Είναι ένα από τα πράγματα που είναι απολύτως σαφές στη ρωσική ηγεσία, οπότε σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσε να αποδεχθεί ούτε ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, ούτε άτυπη μετατροπή της σε ΝΑΤΟϊκό προτεκτοράτο. Μόνο σαν συνέπεια εκτεταμένης στρατιωτικής ήττας θα αποδεχόταν μια τέτοια εξέλιξη που, δεδομένης της δυτικής επεκτατικότητας, θα έθετε σε αμφισβήτηση και τη δική της ύπαρξη.
Η Ρωσία για ύστατη φορά το Δεκέμβρη του 2021 επιδίωξε μια ειρηνική διευθέτηση. Πρότεινε μια συμφωνία με το ΝΑΤΟ και μία στις ΗΠΑ με βάση την αρχή της ίσης ασφάλειας και φαινόταν, για μια ακόμη φορά, διατεθειμένη να πάει και λίγο πιο κάτω από το ελάχιστο όριο των απαιτήσεών της. Οι δυτικοί απαξίωσαν ακόμη και να το συζητήσουν, αντιθέτως ενέτειναν τους βομβαρδισμούς στο Ντονμπάς ώστε να την εξαναγκάσουν σε πόλεμο, κάτω από την πίεση της λαϊκής οργής που προκαλούσε η συνεχιζόμενη σφαγή αμάχων στο Ντονμπάς. Σε αυτό το πλαίσιο, η στρατιωτική δράση για τη ρωσική κυβέρνηση έγινε μονόδρομος, παρ’ όλο που καταλάβαινε ότι έχει απέναντί της ολόκληρη τη Δύση. Το αν όμως εκτίμησε σωστά τον τρόπο της δυτικής εμπλοκής στη σύγκρουση και αν προετοιμάσθηκε ανάλογα είναι άλλο ζήτημα που υπερβαίνει τα όρια αυτού του άρθρου.
Κάθε πολεμική επιχείρηση πρέπει πρώτα απ’ όλα να έχει σαφείς πολιτικούς στόχους, τους οποίους θέτει η πολιτική ηγεσία. Οι ρωσικοί πολιτικοί στόχοι ήταν σαφείς και πειστικοί. Διατυπώθηκαν από τον ίδιο τον Πρόεδρο της χώρας λίγο πριν την έναρξη της επιχείρησης: Ουδετεροποίηση και αποναζιστικοποίηση της Ουκρανίας.
Οι στρατηγικοί στόχοι ακολουθούν και πρέπει, αν επιτευχθούν, να υλοποιούν τους πολιτικούς στόχους. Όμως ποιοί ακριβώς είναι οι στρατηγικοί στόχοι της επιχείρησης που διεξάγει η Ρωσία εδώ και 6,5 μήνες; Ο στρατηγικός στόχος του πολέμου δεν μπορεί να είναι στρατιωτικό μυστικό. Πρέπει να είναι δημόσιος, σαφής, σε αρμονία με τους πολιτικούς στόχους και γνωστός σε όλους όσους καλούνται να τον κάνουν πράξη στα πολεμικά μέτωπα είτε να τον προωθήσουν στην διπλωματία, στα ΜΜΕ ή στην παγκόσμια κοινή γνώμη.
Με την έναρξη των επιχειρήσεων δεν ανακοινώθηκε κάποιος στρατηγικός στόχος. Μπορεί να υποθέσει κάποιος ότι προέκυπτε από την κατεύθυνση των επιχειρήσεων: Αρχικά εισέβαλαν στην Ουκρανία από βόρειες, ανατολικές και νότιες κατευθύνσεις φθάνοντας στα προάστια σειράς μεγάλων πόλεων, συμπεριλαμβανομένου του Κιέβου ενώ έγιναν και ναυτικές επιχειρήσεις στην περιοχή της Οδησσού. Αυτές οι κινήσεις υποδείκνυαν ως στρατηγικό στόχο την κατάληψη της πρωτεύουσας και την ανατροπή του καθεστώτος που προέκυψε από το αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του 2014. Όμως η κατάληψη του Κιέβου εγκαταλείφθηκε χωρίς οι λόγοι να είναι προφανείς. Το ίδιο έγινε και στο Χάρκοβο τη δεύτερη πόλη της χώρας, με πλειοψηφία ρωσικού/ρωσόφωνου πληθυσμού και παρελθόν εξεγέρσεων κατά των αμερικανοστήρικτων πραξικοπηματιών. Επίσης χωρίς μάχη και χωρίς επίσημη εξήγηση αποχώρησαν από τα προάστια μιας σειράς σημαντικών πόλεων.
Μετά από αυτή την αναδίπλωση, ανακοινώθηκε ότι στρατηγικός στόχος της επιχείρησης θα ήταν η απελευθέρωση του Ντονιέτσκ και Λουχάνσκ και ότι τα στρατεύματα που αναδιπλώθηκαν θα μεταφέρονταν εκεί . Αυτός ο στόχος δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί ότι καλύπτει τους εξαγγελθέντες πολιτικούς στόχους, αφού η επίτευξη του αντικειμενικά δεν θα οδηγούσε στην ουδετεροποίηση της Ουκρανίας. Επιπλέον αφήνει απ’ έξω τις ήδη απελευθερωμένες περιοχές στην περιφέρεια του Χάρκοβο, του Ζαπορόζιε και της Χερσώνας, οπότε εκ των πραγμάτων οδηγούσε τα παρακάτω κλιμάκια σε υποτίμηση της σημασίας της στρατιωτικής προσπάθειας εκεί και σε απογοήτευση τους τοπικούς ρωσικούς πληθυσμούς που αντιλαμβάνονται ότι η θέση τους σε μια ενδεχόμενη αποχώρηση του ρωσικού στρατού θα είναι επισφαλής, όπως ακριβώς έγινε στις πόλεις γύρω από το Κίεβο.
Η συγκέντρωση της Ουκρο-ΝΑΤΟικής αντεπίθεσης στα δύο άκρα του μετώπου, Χερσώνα και Χάρκοβο και η στρατηγική ήττα των ρωσικών δυνάμεων στην τελευταία δεν μπορεί να θεωρηθεί άσχετη με αυτή τη διατύπωση/αναπροσαρμογή του στρατηγικού στόχου. Ηδη φαίνεται να προετοιμάζεται νέα ουκροΝΑΤΟική επίθεση στο -μικρού βάθους- κέντρο του μετώπου στον άξονα Βουλεντάρ- Βολνοβάκα -Μαριούπολη με στόχο τη διάσπαση των απελευθερωμένων περιοχών και την περικύκλωση και καταστροφή των ρωσικών δυνάμεων στις επαρχίες Ζαπορόζιε και Χερσώνα. Οι συνέπειες βέβαια θα είναι ολέθριες και για την όλη επιχείρηση και για τους κατοίκους αυτών των περιοχών.
Όμως και ο περιορισμένος στόχος της πλήρους απελευθέρωσης των δύο επαρχιών, κάθε άλλο παρά υπηρετείται με την αποφασιστικότητα που επιβάλλουν οι θυσίες του τοπικού ρωσικού πληθυσμού επί 8 χρόνια. Οι δυνάμεις που αποσύρθηκαν από τα άλλα μέτωπα δεν φαίνεται να μεταφέρθηκαν εκεί, πάντως η ισορροπία δυνάμεων δεν φαίνεται να άλλαξε. Μετά την κατάληψη του Σεβερντονετσκ –Λισιχάνσκ οι ρωσικές δυνάμεις έδειχναν να έχουν μπει σε μια περίοδο ανάπαυσης. Περιορίστηκαν σε βολές βαρέων όπλων και αψιμαχίες σε διάφορα μικρά χωριά, δίνοντας πολύτιμο χρόνο στη Δύση να ανασυγκροτήσει τις Ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις και να μεταφέρει στο μέτωπο χιλιάδες δυτικούς στρατιωτικούς σαν «εθελοντές». Τα καταστροφικά αποτελέσματα της καλοκαιρινής ραστώνης έγιναν αισθητά τις πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη και η παρούσα κατάσταση μόνο σταθερή δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί.
Δεν είναι ακόμη αργά για τη Ρωσία αλλά σίγουρα τώρα είναι πιο δύσκολα. Πρέπει να διατυπώσει ξεκάθαρους στρατηγικούς στόχους και να τους υποστηρίξει όχι μόνο με διάθεση δυνάμεων αλλά και με ανάλογη κινητοποίηση του πληθυσμού και στις δύο χώρες και με αξιοποίηση των εν δυνάμει συμμάχων της που δεν είναι ούτε λίγοι ούτε αμελητέοι. Όπως ήρθαν τα πράγματα δεν πρόκειται πλέον για κάποια περιορισμένη στρατιωτική επιχείρηση. Οι ΗΠΑ θέλουν πόλεμο, έχουν κάθε λόγο γιαυτό. Η Ρωσία δεν μπορεί από μόνη της να τον αποφύγει ή να τον τερματίσει. Οι σύμμαχοι και των δύο καταλαβαίνουν ότι πολλά θα κριθούν από την έκβασή του και για τους ίδιους. Εκ των πραγμάτων το διακύβευμα είναι πλέον μεγάλο.
Ανάρτηση από: https://yiannisrachiotis.gr/