Επί
κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ είχα γράψει ένα σαρκαστικό κείμενο με τίτλο «Αλέξη, τι
θες να πληρώνουμε τις τράπεζες ή την εφορία;» γιατί και τα δύο μαζί δεν
γινόταν. Έχω την αίσθηση ότι οι περισσότεροι επέλεξαν τότε να πληρώνουν την
εφορία, γιατί θεωρούσαν λογικό να παγώσουν ή να διαγραφούν τα χρέη προς τις
τράπεζες. Κάπως έτσι βγήκαμε δημοσιονομικά από τα μνημόνια τις χρεοκοπίας του 2009,
αλλά τα κοκκινισμένα δάνεια πήγαν στο θεό και μετά πουλήθηκαν μπιρ παρά στους
servicers που τώρα έχουν δρομολογήσει τσουνάμι πλειστηριασμών, την στιγμή που
είμαστε ενώπιον ενός κραχ πληρωμών, που δεν έχει προηγούμενο.
Στην
πραγματικότητα, σήμερα ο εγκλωβισμός των νοικοκυριών μοιάζει με εκείνον της
δεκαετίας της χρεοκοπίας και μάλλον είναι χειρότερος, αφού ο πληθωρισμός θα
κρατήσει δέκα χρόνια, όπως λένε οι σοφοί του χρηματο-οικονομικού συστήματος.
Που σημαίνει ότι δεν θα μείνει τίποτε όρθιο! Συνεπώς, τα νοικοκυριά θα βρεθούν
και πάλι στην ανάγκη για μια πιο σκληρή ιεράρχηση των δαπανών τους.
Με τον επίσημο πληθωρισμό στο 12% και τον “πληθωρισμό διατροφής” στο 25% +, με τις δόσεις των δανείων να αυξάνουν λόγω των επιτοκίων, με το ηλεκτρικό και τη θέρμανση στα ύψη, η ιεράρχηση των δαπανών μοιάζει μάταιη. Η διατροφή θα υποβαθμισθεί ποιοτικά και ποσοτικά στο “καλάθι του φτωχού” που καθυστέρησε υπόπτως, έτσι ώστε να δοθεί η δυνατότητα στους παραγωγούς και στους λιανοπωλητές να κάνουν αυξήσεις προοπτικής και μετά να κλειδώσει ο Άδωνης το καλάθι. Μετά τη διατροφή είναι το νοίκι και το ηλεκτρικό. Η θέρμανση θα εξελιχθεί σε είδος πολυτελείας.
Επιδοτούμενος καπιταλισμόςΣτην
Ελλάδα ιδιαίτερα, αλλά και όπως προκύπτει και από την πολιτική αντίδρασης των
Βρυξελλών στις αλλεπάλληλες κρίσεις, η κύρια έγνοια τους είναι να μην θίξουν
τις λεγόμενες ελεύθερες αγορές. Η κατασκευή και η καθυστέρηση του “καλαθιού του
φτωχού” ωχριά μπροστά στην έμμεση επιδότηση της αγοράς ενέργειας από την
κυβέρνηση.
Ο Σκότος πολιτικός Paul Sweeney έγραψε ένα ενδιαφέρον άρθρο στο Social Europe με τίτλο From ‘free-market’ to subsidised capitalism (Από την “ελεύθερη αγορά” στον επιδοτούμενο καπιταλισμό) όπου επισημαίνει την επαναστατική μετάλλαξη του καπιταλισμού μέσα από τις τρεις τελευταίες κρίσεις, όπου το κράτος δίνει τη σχετική λύση κεϋνσιανού τύπου με κρατικές παρεμβάσεις στην αγορά: Στην κρίση του 2008, όπου εντοπίζει την κατάρρευση του μοντέλου του νεοφιλελευθερισμού –των “ορθολογικών” παραγόντων που δρουν σε “ελεύθερες” αγορές– η Βρετανία δαπάνησε 1 τρισεκατομμύριο λίρες για να σώσει τις τράπεζες!
Στην
πανδημία, στις ΗΠΑ δαπανήθηκαν 600 δισ. δολάρια για επιχειρηματικές επιδοτήσεις
και άλλα 1.350 δισεκατομμύρια σε τόκους και άλλες ενισχύσεις. Για την
ενεργειακή κρίση οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Ευρώπης ξοδεύουν τεράστιες ποσά
σε επιδοτήσεις σε εταιρείες για να συνεχίσουν τη λειτουργία τους και σε πολίτες
για να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους, αλλά και για την διάσωση στρατηγικών
εταιρειών, όπως η Uniper στη Γερμανία.
Ο
Sweeney εκτιμά ότι η υπαρξιακή απειλή της κλιματικής αλλαγής απαιτεί ήδη ακόμη
μεγαλύτερη κρατική δράση στην αγορά. Όμως, επισημαίνει, ότι πολλοί πολιτικοί
ηγέτες εξακολουθούν να πιστεύουν ότι έχουν επιλογές, καθώς φοβούνται ότι οι
απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις σε κλίμακα, τα νέα ρυθμιστικά καθεστώτα και οι
νέοι φόροι που απαιτούνται για να περάσουμε τη μετάβαση στο μηδέν άνθρακα θα
τους στερήσουν την εξουσία.
Εμείς
θα προσθέταμε ότι ο καπιταλισμός επιδοτείται συστηματικά είτε με τη χειραγώγηση
της αγοράς εργασίας, είτε με τις ιδιωτικοποιήσεις, είτε με τη μεταφορά
τεχνολογίας, είτε με άμεσες κρατικές επιδοτήσεις. Επίσης, ο Sweeney δεν
αναφέρεται καθόλου στην μυθώδη συγκέντρωση κεφαλαίου που συνέβη παράλληλα με
τις «κεϋνσιανές» παρεμβάσεις των 14 τελευταίων ετών και ξεχνά να εξηγήσει ποιοι
πληρώνουν αυτόν τον πακτωλό χρεών…
Ο
Κέυνς δεν αρκεί
Είναι
προφανές ότι ο Κέυνς δεν αρκεί πλέον. Πρώτον, διότι τότε το κρατικό
χρήμα πήγαινε σε έργα, ενώ τώρα πάει στις “αγορές” και δεύτερον,
γιατί οι χώρες και οι επιχειρήσεις είναι υπερχρεωμένες. Τα οικονομικά μοντέλα
έχουν καταρρεύσει και η τραγική διεύρυνση των ανισοτήτων έχει αφαιρέσει από το
σύστημα την εμπιστοσύνη και το ηθικό πλεονέκτημα. Δυστυχώς, το ίδιο ισχύει σε
κρίσιμο βαθμό και για τη δημοκρατία.
Δυστυχώς,
η αριστερά παγκοσμίως δεν έχει αρθρώσει ούτε μία ανατρεπτική πρόταση και
ακκίζεται με την κριτική της παγκοσμιοποίησης, της κλιματικής αλλαγής, των
ανισοτήτων, αλλά δεν έχει “επιτεθεί” ούτε μία φορά στο τραπεζικο-χρηματο-οικονομικό
σύστημα που είναι η βασική αιτία του κακού. Εννοείται ότι “θεωρία” δεν υπάρχει,
ούτε φυσικά σχέδιο. Δεν υπάρχει –κι αυτό είναι χειρότερο- ούτε πολιτική θεωρία,
ούτε καν στο επίπεδο της σοσιαλδημοκρατικής λογικής που υποτίθεται ότι βάση της
ήταν ο έλεγχος των “αγορών”.
Από τη στιγμή που απορρυθμίστηκαν τα πάντα και συνεχίζεται η λεηλασία του κράτους από το χρηματιστικό κεφάλαιο, η όποια λύση στη βάση του συμφέροντος των πολλών δεν μπορεί παρά να είναι η ριζική επαναρρύθμιση των αγορών, η επιστροφή του ισχυρού κράτους πρόνοιας και η αποκατάσταση μιας κάποιας ισορροπίας μέσα στις κοινωνίες. Οι εξαερώσεις της χρηματοπιστωτικής φούσκας που γίνονται στις τρέχουσες κρίσεις (όπως η απώλεια 30 τρισ. δολ. από τα χρηματιστήρια) δεν λύνουν κανένα πρόβλημα, απλώς δημιουργούν καινούργια.
Το
πιθανότερο που μπορεί να συμβεί τώρα είναι ένα μεγάλο κραχ πληρωμών, από τα
νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο που θα συνοδευτεί από κραχ
των κρατών. Το πρόβλημα δεν είναι πια οικονομικό αλλά πολιτικό. Οι
νεοφιλελεύθερες ελίτ είναι τυφλωμένες από τον πλούτο τους, την εξουσία που
κατέχουν και την αστυνομία και τα παράνομα μέσα που χρησιμοποιούν.
Συνεπώς,
ο εκδημοκρατισμός των θεσμών είναι το αυτονόητο πρώτο βήμα για να ακολουθήσει ο
εκδημοκρατισμός της οικονομίας. Αλλά υπάρχουν προϋποθέσεις για να συμβεί αυτό,
οι οποίες δεν αρκεί να συμβούν σε μια χώρα. Χρειάζονται παγκόσμιες αλλαγές. Τη
λύση, την καλή ή την κακή, θα την δώσουν οι καταστάσεις. Η ελπίδα είναι στις
υπόγειες αλλαγές που συντελούνται μέσα στις κοινωνίες…