Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2023

Οι σεισμοί και οι καταποντισμοί κτυπούν κυρίως τους φτωχούς στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία της αγοράς…

Του Τάκη Φωτόπουλου

Οι εκατόμβες των θυμάτων του καταστροφικού σεισμού στην Τουρκία απέδειξαν γι’ άλλη μια φορά ότι τα αίτια δεν ήταν κάποια …θεομηνία, που οφειλόταν δηλαδή στην μήνιν των θεών, ούτε σε απλά φυσικά αίτια. Οι σεισμοί προφανώς αποτελούν φυσικό φαινόμενο, αλλά όχι και οι συνέπειές τους!

Όπως έγραφα πριν μια εικοσαετία[1], στην Τουρκία ο αστικός πληθυσμός αυξήθηκε κατά 73% μεταξύ 1975 και 1997 (από περίπου 41.5% σε 72%) και προβλεπόταν να φθάσει το 84,5% το 2015 (η Ελλάδα είχε προηγηθεί, με την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη να συγκεντρώνουν τα 2/3 του αστικού πληθυσμού ήδη από το 1981!)[2] . Αντίθετα,  στις αναπτυγμένες οικονομίες της αγοράς παρατηρείτο μετατόπιση από τις μητροπόλεις σε μικρότερα αστικά κέντρα[3].

Όπως παρατηρούσε λοιπόν ο Tim Radford, εδώ και πάνω από μια 20ετία, «τα τελευταία 40 περίπου χρόνια  εκατομμύρια ανθρώπων μετακόμισαν από ισχυρά παραδοσιακά κτίσματα χαμηλής τεχνολογίας στην ύπαιθρο, σε εξαθλιωμένες φτωχογειτονιές  στις τερατουπόλεις, πολλές από τις οποίες βρίσκονται σε περιοχές που κινδυνεύουν από σεισμούς, πλημμύρες, τυφώνες, ηφαίστεια κ.λπ.»[4]. Δεδομένου τώρα ότι όπως υπολογιζόταν στην αρχή της χιλιετίας ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός ήδη ζούσε σε αστικά κέντρα  και ότι το 90% της αστικής έκρηξης ήταν στις μη αναπτυγμένες χώρες, ήταν από τότε φανερό ότι πολλοί από τους ανθρώπους αυτούς ήταν υποψήφια θύματα που περιμένουν για μια καταστροφή[5].

Μια άλλη διαφορά με τα αστικά κέντρα στις αναπτυγμένες οικονομίες είναι ότι η συγκέντρωση πληθυσμού σε αυτά έγινε σε πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι στις υπανάπτυκτες, εφόσον η οικονομία ανάπτυξης είχε αρχίσει να εγκαθιδρύεται στις χώρες αυτές από τον 19ο  αιώνα και όχι μέσα στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα. Αυτό σήμαινε ότι υπήρχαν καλύτερες δυνατότητες χωροταξικού σχεδιασμού και ελέγχου και, έτσι, όπου ήταν δυνατό, αποφεύχθηκε το στοίβαγμα σε πολυκατοικίες και προτιμήθηκαν τα χαμηλά κτίρια μέχρι δύο ορόφων, όπως π.χ. στη Βρετανία.

Αντίθετα στις υπανάπτυκτες τερατουπόλεις στοιβάζονται εκατομμύρια ανθρώπων σε πολυώροφα κτίρια με φτηνές προδιαγραφές. Εάν συμβεί οι πόλεις αυτές να είναι και σε σεισμογενή περιοχή, όπως στην Κωνσταντινούπολη, το Ντιαρμπακίρ κ.λπ., τότε, όπως τονίζει σχετική μελέτη, «το να χτίζει κανείς πολυώροφα κτίρια, είτε από χάλυβα είτε από μπετόν αρμέ, σε έναν τόπο που χτυπιέται από δυνατούς σεισμούς είναι σαν να παίζει τη ζωή του σε ρουλέτα»[6]. Ακόμη χειρότερα βέβαια το να κτίζονται παρόμοιες τερατουπόλεις στην περιοχή του χθεσινού σεισμού που θεωρείται μια από τις πιο σεισμογενείς περιοχές του πλανήτη όπου «συγκρούονται τρεις σεισμικές πλάκες». Έτσι, παρόλο που από το 1970 στην περιοχή αυτή έχουν καταγραφεί μόνο τρεις σεισμοί με μέγεθος μεγαλύτερο των 6 Ρίχτερ, σύμφωνα με το αμερικανικό Γεωλογικό Ινστιτούτο, εντούτοις, το 1822, ένας σεισμός, που υπολογίζεται στα 7 Ρίχτερ, σκότωσε 20.000 ανθρώπους. Όμως, οι ελίτ που ελέγχουν την οικονομία της αγοράς λίγο ενδιαφέρονται γι’ αυτό. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν είναι συνήθως η ζωή των φτωχότερων στρωμάτων που παίζεται στη ρουλέτα.  Και το ίδιο βέβαια συμβαίνει όταν η εθνικιστική ελίτ που κυβερνά σήμερα την Τουρκία ενδιαφέρεται μόνο για το πώς θα επεκτείνει τα σύνορά της σε βάρος των γειτόνων της.

Τέλος, μια τρίτη σημαντική διαφορά με τα αστικά κέντρα των αναπτυγμένων οικονομιών της αγοράς είναι ότι ακόμη και όταν αποτελούνται από πολυώροφα κτίρια σε σεισμογενείς περιοχές, όπως συμβαίνει στην Καλιφόρνια, η συγκέντρωση εισοδήματος και πλούτου στις χώρες αυτές τους επιτρέπει να τηρούν υψηλές τεχνικές προδιαγραφές που εμποδίζουν τις εκατόμβες. Δεν είναι τυχαίο ότι ο σχετικά πρόσφατος σεισμός στην Καλιφόρνια, που ήταν επίσης σχετικά μεγάλης ισχύος, άφησε 50 μόνο νεκρούς. Όπως τόνιζε σχετικά ο Dr Browitt της Βρετανικής Γεωλογικής Έρευνας “μέρος του προβλήματος είναι ότι ακόμη και αν ξέρουμε πώς να σχεδιάσουμε και να κατασκευάσουμε γι’ αυτό το είδος (καταστρεπτικού) σεισμού, σε περιοχές όπου υπάρχει έλλειψη πόρων τα σχέδια αυτά δεν θα υλοποιηθούν”[7].

Είναι λοιπόν φανερό ότι σε σεισμογενείς περιοχές σε χώρες όπως η Τουρκία  (ή αντίστοιχα η Ελλάδα) που δεν διαθέτουν τους οικονομικούς πόρους των αναπτυγμένων οικονομιών της αγοράς, η λύση είναι μονώροφα σπίτια από ελαφριά υλικά[8]. εφόσον οι πιέσεις στα παραδοσιακά υλικά (τούβλα κλπ) είναι πολύ μικρότερες από ό,τι στο τσιμέντο[9]. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στο σεισμό της Κωνσταντινούπολης όλα τα παλιά κτίσματα έμειναν όρθια και το παλιό τείχος της Πόλης έμεινε άθικτο, εκτός από ένα τμήμα του που είχε ανακαινιστεί πριν μερικά χρόνια!  Όμως, μια τέτοια λύση που θα έσωζε εκατομμύρια ζωές σε όλο τον κόσμο αποκλείεται εξ ορισμού από τη δυναμική της οικονομίας της αγοράς και της συνακόλουθης ‘οικονομίας ανάπτυξης’ που έχει οδηγήσει στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη  οικονομία της αγοράς, η οποία εντείνει ακόμη περισσότερο τη συγκέντρωση με όλα τα παρεπόμενά της!

Γιατί όμως όλες αυτές οι ομοιότητες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας όσον αφορά τις συνέπειες των αντίστοιχων σεισμών; Όπως υποστήριξα παραπάνω, η βασική αιτία της μαζικής καταστροφής στην Τουρκία ήταν ο τεράστιος βαθμός ανισομέρειας που χαρακτηρίζει την οικονομική ανάπτυξη της γείτονος χώρας, η οποία οδήγησε στη δημιουργία πόλεων με μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού, πράγμα το οποίο έκανε εύκολο το καταστροφικό έργο του σεισμού. Όμως, η ανισομερής ανάπτυξη δεν αποτελεί μόνο προνόμιο της Τουρκίας, ούτε καν της Ελλάδας. Η ανισομέρεια αποτελεί θεμελιακό χαρακτηριστικό κάθε οικονομίας της αγοράς, ιδιαίτερα στη σημερινή Νέα Διεθνή Τάξη της Νεοφιλελεύθερης Παγκοσμιοποίησης, η οποία οδηγεί σε μια ανάπτυξη που γίνεται βασικά χωρίς κοινωνικό σχεδιασμό, με βάση τα κελεύσματα των άναρχων δυνάμεων της αγοράς. Σε χώρες όμως όπου η οικονομική δομή τους δεν αναπτύχθηκε ιστορικά μέσα από μια αυτόχθονη και εσωστρεφή διαδικασία, όπως στα καπιταλιστικά κέντρα, αλλά, αντίθετα, καθορίστηκε από τον τρόπο με τον οποίο οι χώρες αυτές ενσωματώθηκαν στην παγκόσμια οικονομία της αγοράς (στη Νέα Διεθνή Τάξη της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης), η αναπτυξιακή διαδικασία παίρνει μια ειδική μορφή που χαρακτηρίζεται από ένα σημαντικά υψηλότερο βαθμό ανισομέρειας[10]. Η ανισομέρεια αυτή αναφέρεται όχι μόνο σε διαφορετικούς ρυθμούς ανάπτυξης κατά τομείς, κλάδους, προϊόντα, ή ακόμη και στάδια παραγωγής, αλλά και σε διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης κατά γεωγραφικές περιφέρειες.

Οι εκατόμβες των νεκρών επομένως στην Τουρκία είναι απλώς η «φυσική» συνέπεια της «ανάπτυξης» μέσα στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία της αγοράς…

[1]Τάκης ΦωτόπουλοςΠαγκοσμιοποίηση, Αριστερά και Περιεκτική Δημοκρατία (Ελληνικά Γράμματα, 2002).

[2]UN, Human Development Report 1999, Πιν. 16.

[3]T. Champion, στο Applied Geography, επιμ. M. Pacione, (Routledge, 1999).

[4]Tim Radford, Γκάρντιαν, 19/8/1999.

[5]Tim Radford, Γκάρντιαν, 18/8/1999.

[6]Νίκος Ράπτης, «Ας συζητήσουμε για σεισμούς, πλημμύρες και…τραμ» (1981) σελ. 158.

[7]Tim Radford, Γκάρντιαν, 18/8/1999.

[8]Νίκος Ράπτης, ό.π., σελ. 161.

[9]Scott Steedman στο  Tim Radford, 19/8.

[10]βλ. για παραπέρα ανάλυση: T. Φωτόπουλος, Εξαρτημένη Ανάπτυξη (Εξάντας, 1987) και βελτιωμένη τρίτη επανέκδοση (Κουκκίδα, 2017).

Ανάρτηση από: https://www.antipagkosmiopoihsh.gr/