Κυριακή 23 Ιουνίου 2019

Απ’ την Κική κι απ’ την Κοκό ποιά να ψηφίσω

Του Γεράσιμου Δεληβοριά

Το δίλλημμα είναι σοβαρό. Η ψήφος πρέπει να πιάνει τόπο. Η ψήφος καθορίζει το μέλλον, είπε ο Λίνκολν. Το μέλλον των παιδιών σου. Και το δικό σου, αν είσαι αρκετά νέος. Βλέπεις τώρα ψηφίζουν και οι δεκαεφτάρηδες.

 Απο τη μια, είναι ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ. Σίγουρα δεν τάκανε χειρότερα απο τους προηγούμενους, ακόμη όμως πιο σίγουρα δεν έκανε κάτι για να καλυτερέψει η κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων. Τα κοινωνικά αυτά στρώματα, τα πιο φτωχά, τα πιο ταλαιπωρημένα, αυτά που βρίσκονται έξω απο τις σχέσεις εξουσίας, αυτές που στην Ελλάδα καθορίζουν αν θα έχεις μιαν διαρκή ευμάρεια ή μιαν διαρκή οικονομική  δυσανεξία.

 Αυτά τα στρώματα πίστεψαν απο το 2012 πως είχε έρθει ο καιρός να πάνε ένα βήμα πιο μπροστά. Αυτή η «ταξική συσπείρωση» έφερε τον Τσίπρα στην εξουσία το 2015.  Πιο καθαρά φάνηκε αυτή η συμμαχία τον Ιούλιο του 2015, όταν παρά την ιδεολογική τρομοκρατία που εξαπολύθηκε υπέρ του ΝΑΙ στην υποταγή στο ευρωιερατείο και τους δανειστές, αυτά ψήφισαν μαζικά ΟΧΙ, φέρνοντας και τον Τσίπρα και τους επιτελείς του μπροστά σε αδιέξοδο. Γιατί φυσικά, ο Τσίπρας και ο Παππάς που έχει σπουδάσει πολιτικές επιστήμες και είναι ξεφτέρι στις δολοπλοκίες, δεν πίστευαν στο τεράστιο για τις τότε συνθήκες ποσοστό του ΟΧΙ, ποσοστό που το έδωσε η μαζική συμμετοχή καθώς η αποχή στο δημοψήφισμα του Ιουλίου έφτασε στο χαμηλότερο ποσοστό της.
 Παραδοσιακά, αυτά τα στρώματα τροφοδοτούσαν την αποχή, αφού μονίμως βρίσκονται έξω απο τις σχέσεις εξουσίας και επομένως δεν είχαν κι ούτε θα έχουν ποτέ  να κερδίσουν κάτι απο το πολιτικό παιχνίδι. Η συνθηκολόγηση του Τσίπρα τα οδήγησε πίσω στο χώρο της αποχής. Αυτή η επιστροφή ξεκίνησε τον Σεπτέμβρη του ΄15 και ολοκληρώθηκε τον Μάϊο του ’19, παρόλες τις προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ με τις έκτακτες παροχές.

 Στην διάρκεια της τελευταίας χρεοκοπίας, πραγματοποιήθηκαν και δύο εξελίξεις στη χώρα μας. Η πρώτη ήταν η κινητικότητα πολιτικών απο τη μια παράταξη στην άλλη, ακόμη και στο άκρο αντίθετο της πολιτικής και ιδεολογικής κατεύθυνσης απο την οποία είχαν ξεκινήσει. Η κινητικότητα αυτή ξεκίνησε το 2011, όταν άρχισε να γίνεται φανερή η καθίζηση του ΠΑΣΟΚ, με την μαζική μετακίνηση προς τον ΣΥΡΙΖΑ και πήρε ξέφρενους ρυθμούς τους τελευταίους μήνες. Έτσι επαληθεύθηκε για μιαν ακόμη φορά ο Παναγιώτης Κονδύλης, όταν έλεγε πως η πολιτική και ιδεολογική τοποθέτηση των ελλήνων πολιτικών είναι απλώς ζήτημα συγκυρίας και καμμιά φορά τύχης.

 Η δεύτερη ήταν μια αποκάλυψη. Η μεγάλη κυρία που κινεί τα νήματα της πολιτικής μας ζωής, αυτή που ανεβάζει και κατεβάζει κυβερνήσεις, δεν είναι άλλη απο την «μεσαία τάξη». Στην ποδιά της σφάζονται τα καλύτερα παλληκάρια –και παλληκαρούδες- πολιτικής και δημοσιογραφίας. Αυτή η «μεσαία τάξη» πλησίασε τον Τσίπρα τον Γενάρη του ’15, πιστεύοντας πως σαν χαϊδεμένο παιδί των ολιγαρχών και των ξένων επικυρίαρχων, θα ξαναέφερνε τις χρυσές μέρες της σημιτικής και καραμανλικής δεκαπενταετίας. Σήμερα πέφτει ολοχαρής στην αγκαλιά του Μητσοτάκη, πάντα με τις ίδιες ελπίδες.

 Γι’ αυτό και το πρόγραμμα των «16 σημείων» της ΝΔ είναι ένας κατάλογος απο ΘΑ, χωρίς φυσικά να εξηγεί καθόλου το ΠΩΣ. Το πάθημα του Γιωργάκη Παπανδρέου το 2009, όταν εξηγούσε το που θα έβρισκε «τα λεφτά που υπήρχαν», έγινε μάθημα. Στις σχέσεις έρωτα και εξουσίας η αοριστία και το μυστήριο κρατούν τον πόθο αναμμένο.

 Στον ίδιο χώρο μυστηρίου κινούνται και τα υπόλοιπα κόμματα κεντροδεξιάς, απολύτως δεξιάς,  κεντροαριστερής ή απολύτως αριστερής κατεύθυνσης. Και παρόλες τις δημοκρατικές ευαισθησίες και διακηρύξεις τους, συμφωνούν σε ένα ακόμη. Στην απόλυτη κυριαρχία του πολιτικού προσωπικού πάνω στην κοινωνία.
 Η μόνη διαφωνία εκδηλώνεται απο το κόμμα του Βαρουφάκη. Αυτό με το κουλτουριάρικο όνομα, έίναι το μόνο που διατυπώνει ένα λεπτομερές κι όχι αόριστο πρόγραμμα. Το ίδιο συνέβη και με τις ευρωεκλογές. Ήταν το μόνο που το πρόγραμμα του δεν ήταν απλώς η εναντίωση στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά διατύπωνε συγκεκριμένες προτάσεις. Δεν ξέρουμε αν όσοι συγκεντρώθηκαν μέσα στο 3% το έπραξαν επειδή διάβασαν αυτές τις προτάσεις ή αν όπως διατείνονται κάποιοι πολύ σοβαροί αναλυτές, επιχειρούν την ανασύσταση ενός καλύτερου ΣΥΡΙΖΑ.

 Οπωσδήποτε όμως, είναι το μόνο κόμμα που τοποθετεί στο πρόγραμμα του το δικαίωμα των πολιτών να ζητούν και να πετυχαίνουν δημοψηφίσματα για τα θέματα που τους αφορούν. Το μόνο που ζητά την τροποποίηση του άρθρου 110 το Συντάγματος, ώστε το Σύνταγμα να είναι τροποποιήσιμο ανα πάσα στιγμή το απαιτήσουν οι πολίτες και όχι όποτε το θελήσει κι αν το θελήσει το κόμμα που κυβερνάει. Το μόνο που ζητά την κατάργηση της βουλευτικής ασυλίας. Και το μόνο που προτείνει να δοθεί ψήφος σε όσους έχουν μεταναστεύσει και ζούν δουλεύοντας σε ξένες χώρες, προτείνοντας μάλιστα 50 έδρες απο τις 300 της Βουλής να αφορούν αυτούς ακριβώς του συμπατριώτες μας.

 Το τελευταίο αυτό μέτρο, είναι άκρως ριζοσπαστικό, χτυπά κατευθείαν τα θεμέλια του ολιγαρχικού πολιτικού μας συστήματος. Κι αυτό γιατί οι ξενιτεμένοι Έλληνες, είναι οι πιο πικραμένοι και οι πιο αποφασισμένοι για ριζικές αλλαγές στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική μας κατάσταση.

 Η μοναδική και καθοριστική πρέπει να πούμε ένσταση, είναι πως το ΜΕΡΑ25 είναι «το κόμμα του Βαρουφάκη». Μπορεί στο Καταστατικό του να εγγράφονται δημοκρατικές διατάξεις, όμως αυτή η δημοκρατικότητα μένει να αποδειχθεί.

 Το αν θα είναι ένα κόμμα αρχηγικό, πατερναλιστικό, όπως και τα υπόλοιπα κόμματα που υπάρχουν, θα οδηγήσει μοιραία στην αφομοίωση του στο υπάρχον σύστημα διαχείρισης της εξουσίας. Μονάχα μια ελεύθερη ένωση ανθρώπων – και κυρίως νέων στην ηλικία – μπορεί να ηγηθεί μιας προσπάθειας ριζικής ανανέωσης δομών και θεσμών, που θα οδηγήσουν την χώρα μας σε μια τροχιά προόδου.

 Πάντως η μέχρι σήμερα  δραστηριότητα του φαίνεται να εξαντλείται σε ομιλίες του ιδρυτή του και τους τελευταίους μήνες στην εκλογική δραστηριότητα, στη βάση της λογικής «ψηφίστε με για να πραγματοποιήσω το πρόγραμμα μου». 
Λείπει ο ακτιβισμός, οι ατομικές και ομαδικές δραστηριότητες που συσπειρώνουν κι άλλους ανθρώπους σε στόχους και προσπάθειες δημοκρατικών κατακτήσεων και βελτίωσης των συνθηκών ζωής.
 Γιατί η Δημοκρατία και η κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι σταθμοί που φθάνει κανείς μετά απο έναν νικηφόρο εκλογικό αγώνα. Βιώνονται και πραγματοποιούνται καθημερινά μέσα απο την ανθρώπινη δραστηριότητα.