Του Ρούντι Ρινάλντι
Για πολύ καιρό
μας είχαν φορτώσει έναν φασιστικό-ακροδεξιό κίνδυνο που προελαύνει στην Ελλάδα και
την Ευρώπη. Tώρα μας έχουν χρεωμένους σε μια δεξιά, ίσως ακροδεξιά λαίλαπα που έρχεται
με τον Κούλη. Τι μένει να πράξουμε; Μα φυσικά να ψηφίσουμε ΣΥΡΙΖΑ! Τόσο φτηνό, επιφανειακό
και απλό.
Πώς και γιατί
επανακάμπτει η Ν.Δ.; Παίζει ή όχι ρόλο η δεδομένη εικόνα της αριστεράς και γενικά
της δημοκρατικής παράταξης; Αυτά τα ερωτήματα αφαιρούνται, όπως και το φόντο των
εξελίξεων. Σαν να μην ζούμε την εποχή των μνημονίων και της παγκοσμιοποίησης, των
γεωπολιτικών αναστατώσεων και της ανατίναξης της πολιτικής γεωγραφίας όπως την ξέραμε
τις περασμένες δεκαετίες. Στη θέση της πραγματικότητας στήνουν ένα μπουλβάρ, ένα
θεατρικό σκηνικό παλιό κι αραχνιασμένο. Και λέει ο υποβολέας στους «πρωταγωνιστές»:
Πιάστε τα ξεσκονόπανα, σε αυτό το σκηνικό θα παίξουμε. Αλέξη, εσύ κέντρο-αριστερά.
Κυριάκο, κέντρο-δεξιά.
Η παράσταση όμως
κινδυνεύει. Όχι από γιουχαΐσματα (άλλωστε έχουμε πάρει μέτρα κοινά για την απομόνωση
των ακραίων φωνών), ούτε από την εντελώς συμβατική πορεία της παράστασης: λίγες
χορηγίες, πούλμαν από την επαρχία, μετακίνηση οπαδών, ομάδες κλακαδόρων, διαφήμιση,
συνεντεύξεις και ορισμένα στημένα τσακώματα. Όχι, για άλλο λόγο κινδυνεύει η παράσταση.
…όχι μόνο στη
χώρα μας, αλλά και πανευρωπαϊκά. Επανέρχεται με πολλούς τρόπους η πολιτική, κυρίως
ως διαμαρτυρία για το παρόν που προσφέρεται στους λαούς της Ευρώπης, για τη χρόνια
φτωχοποίηση και διάλυση που προωθεί η παγκοσμιοποίηση. Η πολιτική με σχήματα νέα,
διαφορετικά και σε αντίθεση με τον ιδιότυπο δικομματισμό που είχε εγκαθιδρυθεί στην
Γηραιά Ήπειρο ανάμεσα σε Χριστιανοδημοκράτες (Δεξιά) και Σοσιαλιστές, συν μια ήπια
ευρωπαϊκή Αριστερά. Η δικομματική κυριαρχία του ευρωπαϊκού κατεστημένου έχει ανατιναχθεί.
Στην Ελλάδα ο δικομματισμός Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ, που γνώρισε πιένες σε περασμένες δεκαετίες,
έδωσε στα ταραγμένα χρόνια των μνημονίων τη θέση του σε έναν ατελή και ανάπηρο διπολισμό
(Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ). Και σε κρίσιμες στιγμές (2012, 2015) βρέθηκαν σχήματα και φόρμουλες
συνεννόησης στον πολιτικό κόσμο, παρά τους όρκους και τα ξόρκια.
Στον νέο πολιτικό
κύκλο υπάρχουν βαθύτερες διεργασίες που καθορίζουν πολλές καταστάσεις, αλλά και
πολλά απανωτά γεγονότα που επιταχύνουν ή ακυρώνουν σχεδιασμούς, αλλάζοντας ορισμένα
από τα δεδομένα. Για παράδειγμα τα ελληνικά κόμματα, ενώ στρουθοκαμηλίζουν γύρω
από τα γεωπολιτικά και νομίζουν ότι αν χωθούν κάτω από μια φτερούγα προστασίας έχουν
κάποιο μέλλον, νιώθουν τα τραντάγματα από γεγονότα σαν τις Πρέσπες, και ταυτόχρονα
σφυρίζουν αδιάφορα κοιτάζοντας προς τις Βρυξέλλες. Νομίζουν ότι έτσι θα προστατευθούν
από την μπόρα. «Μια ψιχάλα είναι, όχι μπόρα», καθησυχάζει ο ένας τον άλλο ενώ βλέπουν
με ανησυχία τον ορίζοντα να σκοτεινιάζει. «Θα προλάβουμε να καλυφθούμε»…
Ο νέος πολιτικός
κύκλος απαιτεί περισσότερες αναφορές σε «πατρίδα», απαιτεί περισσότερες δόσεις πολιτικής,
ξαφνιάζεται από την επίδραση του λαϊκού παράγοντα που από ΚΑΝΕΝΑΣ γίνεται τιμωρός
χωρίς να παραδίδεται σε στρατόπεδα, και βρίσκει οχήματα έκφρασης έστω μέχρι τις
επόμενες 2-3 στάσεις, για να αλλάξει μετά ράγες αν χρειαστεί. Το πρωί φεύγει ο Βενιζέλος,
το μεσημέρι έρχεται ο Βαρουφάκης και το απόγευμα πίνει τσάι η Βάνα Μπάρμπα με την
Φώφη.
Οι 10 μονάδες
διαφοράς Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν και στον πιο δύσπιστο ότι η εικόνα που φιλοτεχνεί
ο ΣΥΡΙΖΑ είναι παραπλανητική, ψεύτικη. Η τιμωρία ήταν το αίσθημα που κυριάρχησε.
Το 7% της Φώφης και το 3% του Βαρουφάκη (αλλά και το συνολικό 21% των λοιπών, μαζί
με την αποχή) δείχνουν πως οι σχεδιασμοί Τσίπρα δεν θα ευοδωθούν εύκολα. Έτσι λοιπόν
επιστρατεύεται ο φόβος για την «παλινόρθωση της Δεξιάς» ως ασπίδα σωτηρίας για τον
ΣΥΡΙΖΑ.
Η ανεπάρκεια
της «αντιδεξιάς»
Μιλήσαμε προηγουμένως
για το δομικό ρόλο του δικομματισμού ως στυλοβάτη και σταθεροποιητικού παράγοντα
του πολιτικού συστήματος. Αυτός στηρίζονταν στην εναλλαγή ανάμεσα στους δύο αντίπαλους,
και η διακυβέρνηση του ενός έμοιαζε σαν νομοτελειακή προετοιμασία της επιστροφής
του άλλου. Στο σχήμα αυτό η Αριστερά έπρεπε να υπαχθεί στον έναν πόλο, αρνούμενη
το ρόλο της και τις σημαίες της. Η Αριστερά ως ουρά μιας δημοκρατικής παράταξης
ενάντια στην κακιά Δεξιά.
Αν κάποτε το
σχήμα Δεξιά και Αριστερά έκφραζε μια πραγματική αντίθεση, στο μεταξύ το πολιτικό
σύστημα υπέστη πολλές αλλαγές (και κάτω από την πάλη του λαϊκού παράγοντα). Στις
σύγχρονες συνθήκες έχουν αλλάξει πολλά, και η παλιά αντίθεση τείνει να χάσει πολλά
από τα χαρακτηριστικά της. Τόσο στη «μαζική δημοκρατία» όσο και στη μεταμοντέρνα
κατάσταση οι δύο πόλοι έχουν πλησιάσει πολύ ο ένας τον άλλο, και κατευθύνονται σε
ένα ενιαίο πλαίσιο. Στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού οι αποστάσεις μίκρυναν ακόμα
περισσότερο: κεντρικό έγινε η κυβερνησιμότητα με ολόιδια εργαλεία, στόχους, ακόμη
και συνθήματα. Οι αγορές, οι ελίτ και η ευρωκρατία αποκτούν μια αντικειμενική διάσταση,
στην οποία ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος της κυβερνησιμότητας είναι υποχρεωμένος
να εφαρμόζει αδιάκριτα ό,τι του υποδείξουν.
Σε τέτοια πλαίσια
η αντιδεξιά πολιτική είναι μια άκρως ακίνδυνη κατάσταση, και το μόνο που εκφράζει
και ορίζει είναι ένας άκρατος κομματοκρατισμός. Σήμερα η αντίθεση Δεξιά-Αντιδεξιά
είναι έκφραση μιας φανατικής, οπαδοποιημένης απολιτικής αντιπαράθεσης δύο κέντρων
διαχείρισης. Στη βάση αυτής της ανάθεσης και των χαρακτηριστικών της στήνεται ένα
πολιτικό σκηνικό που δεν παράγει γεγονότα ουσίας, αλλά μεγεθύνει και πολλαπλασιάζει
ασήμαντους και ψευδεπίγραφους ανταγωνισμούς.
Συμπερασματικά
Σήμερα δεν είναι
δυνατόν να σταθεί μια «αντιδεξιά» πολιτική ουσίας, επειδή ήδη το «αντιδεξιό» έχει
καταστεί επιφανειακό. Η προσπάθεια να αναζητηθεί μια ουσία στην «αντιδεξιά» θέση
αναπόφευκτα θα συναντηθεί με τις δύο πλευρές της αντίθεσης, και μάλιστα με τρόπο
άσφαιρο και ατελέσφορο. Το αίτημα του συνδυασμού ισότητας και ελευθερίας παραμένει
παγκόσμιο: εκεί θα κριθούν οι ιστορικοί προσδιορισμοί του αιώνα μας, και όχι στις
ετικέτες του 19ου.
Στο νέο πολιτικό
κύκλο θα έχουμε θεαματικές πολιτικές εξελίξεις, έστω στο έδαφος ενός φαλκιδευμένου
πολιτικού σκηνικού που θα περιορίζεται στην αντιπαράθεση Δεξιάς-Αντιδεξιάς. Το αίτημα
μιας πολιτικής αλλαγής δεν μπορεί να παραμείνει στα επιφανειακά πλαίσια μιας εναλλαγής
κομμάτων προσκολλημένων στο ίδιο έδαφος, και μάλιστα χωρίς κανένα απολύτως κοινωνικό
περιεχόμενο. Παρ’ όλες τις αποτυχημένες προσπάθειες να συγκρατηθεί η κατάσταση σε
ένα σύστημα που έστω με 151 βουλευτές κατόρθωνε να αντέχει, τώρα οι «πρωταγωνιστές»
φαντασιώνονται υπερφίαλα έναν νέο επαρκή διπολισμό. Πάλι όμως η κοινωνική αμφισβήτηση
βρίσκει διόδους και εκφράζεται αποδομητικά προς το πολιτικό σύστημα. Αυτό το εισπράττουν
πρώτοι οι κύριοι εκφραστές του, γι’ αυτό και προσπαθούν να φιλοτεχνήσουν ένα σκηνικό
στα όριά τους. Τα όρια όμως αυτά θα δοκιμαστούν «απ’ έξω». Από τις εξελίξεις στα
εθνικά θέματα.
Δεν κινδυνεύουμε απλά από μια επάνοδο της Δεξιάς, στην οποία
εξάλλου άνοιξαν τον δρόμο αυτοί που φωνάζουν τώρα πως πρέπει να τους σώσουμε… Αυτό
που μας απειλεί είναι ένα ολόκληρο πολιτικό σύστημα που υπάρχει και αναπαράγεται
για τον εαυτό του, σε πλήρη σύμπνοια και συμφωνία με τις επιταγές της παγκοσμιοποίησης,
της ευρωκρατίας, των ισχυρών και των ελίτ. Ένα πολιτικό σύστημα που προσαρμόστηκε
και στις μνημονιακές συντεταγμένες, αδιαφορώντας για την κοινωνική και εθνική διάλυση
της χώρας. Το σχήμα Δεξιά-Αντιδεξιά είναι εγκολπωμένο εντός του πολιτικού συστήματος,
και στοχεύει στον εγκλωβισμό της κοινωνικής αμφισβήτησης και δυναμικής. Χρειαζόμαστε
μια πολιτική διεξόδου και αναγέννησης της χώρας, σε σύγκρουση με αυτό το πολιτικό
σύστημα και τις σημερινές συντεταγμένες του.
Ανάρτηση από: https://edromos.gr