Το editorial του Δρόμου της αριστεράς
Η φράση αυτή του Μαρσέλ Προυστ, μπορεί κάλλιστα να ισχύσει για όσους, εγκλωβισμένοι σε σχήματα και ιδεοληψίες, αρνούνται να δουν την ίδια την πραγματικότητα, τα γεγονότα. Γιατί αυτά, έχοντας τη δική τους δυναμική, δεν ταιριάζουν ποτέ στις ήδη διαμορφωμένες πεποιθήσεις μας.
Σήμερα, έχουμε συναίσθηση πως συμβαίνουν γεγονότα ιστορικής σημασίας. Δεν συμβαίνει συχνά να έχουν οι άνθρωποι σαφή αντίληψη για αυτό, όταν γράφεται η ιστορία. Σήμερα οι άνθρωποι μετέχουν της ιστορίας. Δεν είμαστε απλώς κλεισμένοι στα σπίτια. Σώζουμε τις ζωές μας, αντιλαμβανόμαστε τι συμβαίνει, αισθανόμαστε ότι κάτι μεγάλο και δύσκολο έρχεται, αποκτά νόημα η ύπαρξη, πολλαπλασιάζονται τα υποκείμενα.
«Υποκείμενο» καταλυτικό, και προϊόν της δομικής κρίσης και της καταστρεπτικότητας του καπιταλιστικού μοντέλου επί της φύσης, ένας ιός, σταματά την παραγωγή και την οικονομία σε πρωτόγνωρα επίπεδα. Ελίτ, κράτη, πολιτική, πιέσεις «από τα κάτω», δηλαδή ο λαϊκός παράγοντας, δραστηριοποιούνται ξανά προς διάφορες κατευθύνσεις. Ο μοιρολατρικός λήθαργος δίνει εν μέρει τη θέση του σε μια αφύπνιση και εγρήγορση. Αναδεικνύεται όμως σε βάθος μια άλλη συνείδηση;
Στην Ελλάδα, τα αντισώματα της κοινωνίας απέναντι σε άλλες καταστροφές της τελευταίας δεκαετίας, λειτούργησαν σε μεγάλο βαθμό. Έχουμε έτσι μια πιο ισορροπημένη διαχείριση της πανδημίας, με καλύτερα αποτελέσματα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο, θα λέγαμε ότι ορισμένοι κύκλοι της Εκκλησίας και ΣΥΡΙΖΑ ήταν οι δύο χώροι που αντέδρασαν. Αναχρονιστικά ο πρώτος και με «ξινίλα» ο δεύτερος, σε αντίθεση με τις ανάγκες και το πνεύμα των καιρών.
Η έλλειψη ρεαλιστικής και τεκμηριωμένης εναλλακτικής βαραίνει, αλλά η αναζήτηση δεν μπορεί να γίνεται στην κατεύθυνση μιας ανακύκλωσης, αλλά προς την ακηδεμόνευτη έκφραση αναγκών και επιθυμιών του λαού της χώρας. Η «επώαση» διαρκεί ακόμα και ο διαμεσολαβήσεις θα είναι εντελώς πρόσκαιρες και εναλλασσόμενες. Η «ανάθεση» είναι διαλυτική από κάθε πλευρά και απαιτείται άλλου είδους «εντολή» και «δέσμευση».
Ο κυνισμός των ελίτ, και των κυβερνήσεων που τις υπηρετούν, οδηγεί στην ανάγκη μιας γρήγορης «εξισορρόπησης». Ανάμεσα, από τη μια, στα κόστη της πανδημίας και από την άλλη, σε αυτά της οικονομίας. Σε αυτό το δίπολο διεξάγεται μια διαπάλη, ως έκφραση της ταξικής πάλης στις συνθήκες της πανδημίας και της κρίσης που έρχεται. Σε ετούτη την φάση, η προστασία της ζωής και της υγείας, η στήριξη του πληθυσμού και των πληττόμενων, είναι το κεντρικό μέλημα.
Η επανεκκίνηση της οικονομίας, όσο λογική ανάγκη κι αν φαίνεται, δεν μπορεί να γίνει σε βάρος της υγείας ή με όρους αντεργατικούς, αντιδημοκρατικούς, βιοπολιτικού ελέγχου. Δεν μπορεί να γίνει χωρίς καμιά λογοδοσία των «πάνω» και χωρίς να εκφράζονται οι ανάγκες, η φωνή των «κάτω». Η επανεκκίνηση δεν μπορεί να γίνει σαν να μη συνέβη τίποτα, ή ακόμα σαν η πανδημία να προσφέρεται για να συγκαλύψει όλα τα σπασμένα ενός αποτυχημένου οικονομικού και πολιτικού μοντέλου. Η «επαναφορά» του κράτους και της πολιτικής δεν πρέπει να υπηρετήσει τις ελίτ, αλλά να βρεθεί ο τρόπος να εκφραστεί μέσα από αυτά η συμπύκνωση ενός νέου συσχετισμού κοινωνικής δύναμης.
Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας. Δύσκολο αλλά με νόημα, και με υποκείμενα περισσότερα από την «αγορά» και την «παγκοσμιοποίηση». Ο λαϊκός παράγοντας οφείλει να μορφοποιηθεί αυτοτελώς ώστε να παίξει τον δικό του ρόλο.
Ανάρτηση από: https://edromos.gr/