Μια ιστορία πόνου, ντροπής και εκμετάλλευσης που η Νότια Κορέα και ο στρατός των ΗΠΑ προσπαθούν να κρύψουν επιμελώς
Το 1977, όταν η Τσο Σουν-οκ ήταν 17 ετών, τρεις άντρες την απήγαγαν και την πούλησαν σε έναν μαστροπό στην Ντονγκντουτσεόν, μια πόλη βόρεια της Σεούλ. Επρόκειτο να ξεκινήσει το λύκειο, αλλά αντί να κυνηγήσει το όνειρό της να γίνει μπαλαρίνα αναγκάστηκε να περάσει τα επόμενα πέντε χρόνια της ζωής της υπό την διαρκή επίβλεψη του μαστροπού που την ανάγκαζε να πηγαίνει σε ένα κοντινό κλαμπ για να εκδίδεται. Οι πελάτες της: Αμερικάνοι στρατιώτες.
Η Τσο Σουν-οκ ήταν μια από τις χιλιάδες γυναίκες που χαρακτηρίζονταν ευφημιστικά με τον όρο «γυναίκες παρηγοριάς» (comfort women) ή γυναίκες αναψυχής.
Ο όρος ήταν γνωστός στην Κορέα ήδη από την εποχή που η χώρα είχε υποδουλωθεί από τους Ιάπωνες, οι οποίοι εξανάγκαζαν τις γυναίκες να δουλεύουν διά της βίας σε οίκους ανοχής πριν κατά τη διάρκεια και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ωστόσο, στη Νότια Κορέα ακόμα και μετά το τέλος της ιαπωνικής κατοχής το 1945, η σεξουαλική εκμετάλλευση μιας άλλης ομάδας γυναικών συνεχίστηκε για πολύ καιρό ακόμα και αυτή τη φορά υποστηριζόταν εμμέσως από την ίδια τους την κυβέρνηση.
Ήταν τα «ειδικά τάγματα γυναικών παρηγοριάς» για τους Νοτιοκορεάτες στρατιώτες και «σταθμοί αναψυχής» για τα στρατεύματα του ΟΗΕ –κατά κύριο λόγο Αμερικανούς- κατά τη διάρκεια του κορεατικού πολέμου. Όταν ο πόλεμος της Κορέας τελείωσε, οι ΗΠΑ ανέλαβαν τον προστάτη της Νότιας Κορέας με ένα αντάλλαγμα: ανεξάντλητη παροχή γυναικών για να ικανοποιούνται οι στρατιώτες που βρίσκονταν τόσο μακριά από την πατρίδα. Η κυβέρνηση της Νότιας Κορέας συμφώνησε με προθυμία να θυσιάσει τις γυναίκες του για χάρη του… κοινού καλού.Στα χρόνια μετά τον πόλεμο, πολλές από τις γυναίκες δούλευαν στα λεγόμενα «gijichon», δηλαδή πόλεις-στρατόπεδα, οι οποίες ήταν κτισμένες γύρω από αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις. Εκεί έπρεπε να είναι διαθέσιμες ανά πάσα ώρα και στιγμή να ικανοποιήσουν κάθε απαίτηση των Αμερικανών στρατιωτών.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, 100 τέτοιες γυναίκες κέρδισαν μια νίκη ορόσημο όταν το Ανώτατο Δικαστήριο της Νότιας Κορέας διέταξε να τους δοθεί αποζημίωση για το σεξουαλικό τραύμα που υπέστησαν. Το δικαστήριο καταδίκασε την κυβέρνηση, επειδή δικαιολογούσε και ενθάρρυνε την πορνεία στις πόλεις-στρατόπεδα, ώστε η Νότια Κορέα να διατηρήσει τη στρατιωτική της συμμαχία με τις Ηνωμένες Πολιτείες και φυσικά να μεγιστοποιήσει την εισροή του αμερικανικού δολαρίου στη χώρα.
Κατηγόρησε επίσης την κυβέρνηση για τον «συστηματικό και βίαιο» τρόπο με τον οποίο κρατούσε ουσιαστικά αιχμάλωτες τις γυναίκες και τις ανάγκαζε να λαμβάνουν θεραπεία για σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.
Έξι γυναίκες που έζησαν ως «γυναίκες παρηγοριάς» μίλησαν με τους δημοσιογράφους των New York Times περιγράφοντας πώς η κυβέρνησή τους τις χρησιμοποίησε για πολιτικό και οικονομικό όφελος πριν τις εγκαταλείψει. Μετά τη νίκη τους στο κορεατικό δικαστήριο- μια νίκη που βασίστηκε σε επίσημα έγγραφα που αποσφραγίστηκαν πρόσφατα- τα θύματα στοχεύουν τώρα να μεταφέρουν την υπόθεσή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Οι Αμερικανοί πρέπει να μάθουν τι μας έκαναν κάποιοι από τους στρατιώτες τους», είπε η Παρκ Γκέουν-αε, η οποία πουλήθηκε σε μαστροπό το 1975, όταν ήταν 16 ετών, και είπε ότι υπέμεινε σκληρούς ξυλοδαρμούς και άλλες κακοποιήσεις από τους Αμερικανούς στρατιώτες. «Η χώρα μας είχε συμμαχήσει με τις ΗΠΑ και ξέραμε ότι οι στρατιώτες τους ήταν εδώ για να μας βοηθήσουν, αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι μπορούσαν να κάνουν ό,τι ήθελαν σε εμάς, σωστά;», συμπληρώνει.
«Μηχανήματα για να κερδίζουν δολάρια»
Η σεξουαλική εκμετάλλευση αυτών των γυναικών δεν είναι ένα ανοιχτό θέμα για συζήτηση στη Νότια Κορέα μέχρι και σήμερα. Όταν η κοινωνιολόγος Κιμ Γκι-οκ άρχισε στις αρχές του 2000 να καταγράφει αναφορές για τις «γυναίκες παρηγοριάς» που… εξυπηρετούσαν τους στρατιώτες της χώρας στις περιόδους του πολέμου παρουσιάζοντας μάλιστα έγγραφα από τον κορεατικό στρατό, η κυβέρνηση σφράγισε τα έγγραφα αυτά.
«Φοβήθηκαν ότι η ακροδεξιά της Ιαπωνίας θα τα χρησιμοποιούσε για να ξεπλύνει την δική τους ιστορία με τις γυναίκες παρηγοριάς», λέει η Κιμ αναφερόμενη στην ιστορική διαμάχη μεταξύ Σεούλ και Τόκιο σχετικά με την σεξουαλική σκλαβιά που επέβαλε το δεύτερο στις γυναίκες της Κορέας.
Μετά τον πόλεμο της Κορέας, η Νότια Κορέα βρισκόταν το ίδιο μονοπάτι με την Βόρεια στο κομμάτι της στρατιωτικής και οικονομικής δύναμης. Τα αμερικανικά στρατεύματα έμειναν στο Νότο υπό την σημαία του ΟΗΕ με σκοπό να τον προστατεύουν από τον Βορρά για λίγο διάστημα. Ωστόσο, η Νότια Κορέα προσπάθησε πάση θυσία να κρατήσει τα στρατεύματα των ΗΠΑ στα εδάφη της.
Πηγή ΦΩΤΟ: Green Bee Publishing |
Το 1961, οι αξιωματούχοι στην επαρχία Γκιόνγκι, η πολυπληθής περιοχή γύρω από την Σεούλ, θεώρησαν ότι ήταν «επείγον ζήτημα να ετοιμάσουν μεγάλες εγκαταστάσεις για «γυναίκες παρηγοριάς», ώστε αυτές να προσφέρουν την… συντροφιά τους στα στρατεύματα του ΟΗΕ και να ενισχύσουν το ηθικό τους», όπως αναφέρουν επίσημα έγγραφα που παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο. Η τοπική κυβέρνηση έδωσε άδεια σε ιδιωτικά κλαμπ να στρατολογήσουν τέτοιες γυναίκες ώστε «να γλιτώσουν έξοδα και να κερδίσουν ξένο συνάλλαγμα». Υπολογίζεται ότι ο αριθμός των «γυναικών παρηγοριάς» σε αυτή την περιοχή έφτασε περίπου τις 10.000. Αυτές θα έπρεπε να εξυπηρετούν 50.000 Αμερικανούς στρατιώτες.
Όταν ο Αμερικανός πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον ανακοίνωσε το 1969 ότι σχεδιάζει να μειώσει τον αριθμό των αμερικανικών στρατευμάτων που βρίσκονταν στη Νότια Κορέα, οι προσπάθειες της κυβέρνησης έγιναν ακόμα πιο έντονες. Τον επόμενο χρόνο, η κυβέρνηση ανέφερε στην βουλή ότι η Νότια Κορέα κερδίζει 169 εκατ. δολάρια ετησίως από τις εργασίες που προκύπτουν εξαιτίας της παρουσίας των αμερικανικών στρατευμάτων, συμπεριλαμβανομένου φυσικά και της σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Συγκριτικά, τα έσοδα της χώρας από τις εξαγωγές τότε έφταναν τα 835 εκατ. δολάρια.
Κάποιες από τις γυναίκες πήγαιναν οικειοθελώς σε αυτά τα στρατόπεδα, για να κερδίσουν τα προς το ζην. Ωστόσο, πάρα πολλές, όπως η Τσο, κατέληγαν εκεί διά της βίας καθώς τις απήγαγαν ή τις εξαπατούσαν με την υπόσχεση εργασίας-φυσικά διαφορετικού τύπου. Πολύ συχνά, οι μαστροποί νάρκωναν τις γυναίκες που ξεκινούσαν να «δουλεύουν» εκεί, ώστε να μην διαμαρτύρονται και να αντέχουν όσα ζούσαν.
Κάθε σεξουαλική πράξη κόστιζε 5-10 δολάρια, χρήματα φυσικά που κατάσχονταν από τους μαστροπούς. Αν και η κυβέρνηση δεν επωφελούνταν άμεσα από αυτά τα χρήματα, τα δολάρια έμπαιναν στην αγορά κάνοντας την οικονομία να κινείται.
Απλοί αριθμοί
Η κοινωνία κατά βάση απέρριπτε αυτές τις γυναίκες χαρακτηρίζοντας τες «yanggalbo», δηλαδή πόρνες της Δύσης και τις έβλεπαν ως ένα μέρος του τιμήματος για να παραμείνει ο αμερικανικός στρατός στη χώρα μετά τον πόλεμο.
Μια εφημερίδα της εποχής αποκαλούσε αυτές τις γυναίκες «παράνομες, σαν καρκίνος, αλλά αναγκαίο κακό». «Αλλά αυτές οι γυναίκες είναι στρατιώτες πρώτης γραμμής στη μάχη για να κερδίσουμε δολάρια», ανέφερε.
Η πορνεία ήταν και παραμένει παράνομη στη Νότια Κορέα, αλλά η εφαρμογή του νόμου ήταν κατά καιρούς επιλεκτική και ποίκιλε στην σκληρότητά της. Οι πόλεις-στρατόπεδα του σε ξ δημιουργήθηκαν εν μέρει για να περιορίσουν και να μπορούν να ελέγξουν καλύτερα τις γυναίκες-εργάτριες του σε ξ, αλλά και να αποτρέψουν την εξάπλωση της πορνείας και των σεξουαλικών εγκλημάτων των Αμερικανών στρατιωτών στην υπόλοιπη κοινωνία. Η μαύρη αγορά άκμαζε στα μέρη αυτά πουλώντας κυρίως προϊόντα που είχαν αποκτηθεί παράνομα από τους Αμερικανούς.
Το 1973, σύμφωνα με αποχαρακτηρισμένα έγγραφα του αμερικανικού στρατού, όταν αξιωματούχοι των ΗΠΑ και της Νότιας Κορέας συναντήθηκαν για να συζητήσουν κάποια θέματα για τις πόλεις-στρατόπεδα του σε ξ, ένας Αμερικανός αξιωματικός ανέφερε ότι η πολιτική του στρατού των ΗΠΑ απέναντι στην πορνεία ήταν η «απόλυτη απαγόρευση», αλλά «αυτό δεν γίνεται στην Κορέα». Αντίθετα, ο αμερικανικός στρατός εστίαζε απλώς τις προσπάθειές του στο να προστατέψει τους στρατιώτες από αφροδίσια νοσήματα.
Πηγή ΦΩΤΟ: mun6144.tistory.com/3340 |
Οι γυναίκες αφηγούνται σήμερα ότι κάθε μήνα συγκεντρώνονταν για μαθήματα, όπου οι αξιωματούχοι της Νότιας Κορέας τις αποκαλούσαν «πατριώτισσες που κερδίζουν δολάρια», ενώ οι Αμερικανοί αξιωματούχοι τις παρότρυναν να αποφεύγουν τις σεξουαλικώς μεταδιδόμενες ασθένειες.
«Οι αξιωματούχοι που μας χαρακτήριζαν πατριώτες γελούσαν πίσω από την πλάτη μας και τότε μας αποκαλούσαν ‘μηχανήματα για να κερδίζουμε δολάρια’», αναφέρει η Παρκ.
Οι γυναίκες έπρεπε να ελέγχονται δύο φορές κάθε εβδομάδα για αφροδίσια νοσήματα και αν τα τεστ έβγαιναν θετικά τις μετέφεραν για θεραπεία.
Σε αρκετά επίσημα νοτιοκορεατικά έγγραφα της εποχής, περιέχονται εντολές να κάνουν συχνούς και ενδελεχείς ελέγχους στις γυναίκες των στρατοπέδων που… εξυπηρετούσαν τους Αμερικανούς, ώστε να διαπιστώνεται αν πάσχουν από κάποια σε ξουαλικώς μεταδιδόμενη αρρώστια. Δινόταν μάλιστα εντολή να καλείται η αστυνομία σε περίπτωση που κάποια γυναίκα αρνούνταν να πάει στις ειδικά διαμορφωμένες κλινικές που φρόντιζαν τις γυναίκες-παρηγοριάς.
Με εντολή τόσο των Αμερικανών όσο και των Νοτιοκορεατών αξιωματούχων, οι γυναίκες των στρατοπέδων του σ εξ έπρεπε να έχουν πάντα μαζί τους ταυτότητα και τα αποτελέσματα των τελευταίων εξετάσεών τους για αφροδίσια νοσήματα. Παράλληλα, σύμφωνα με επίσημα έγγραφα αλλά και μαρτυρίες γυναικών, έπρεπε να φορούν ταμπελάκια είτε με το όνομα τους είτε με τον αριθμό τους.
Ο αμερικανικός στρατός έκανε συνεχώς ελέγχους ρουτίνας στα κλαμπ των στρατοπέδων του σ εξ και κρατούσαν αρχεία με φωτογραφίες γυναικών που είχαν εισαχθεί στις κλινικές του καμπ ώστε να τις δείχνουν σε στρατιώτες που είχαν μολυνθεί από αφροδίσιο νόσημα και αυτοί να αναγνωρίζουν την… υπαίτιο για την μετάδοση του. Οι αρχές συνελάμβαναν όχι μόνο γυναίκες που νοσούσαν, αλλά και αυτές που ταυτοποιούνταν ως επαφές των αρρώστων ή αυτές που δεν είχαν μαζί τους τα απαραίτητα έγγραφα στους τυχαίους ελέγχους.
Οι «φυλακισμένες-ασθενείς» κρατούνταν σε ειδικές εγκαταστάσεις που είχαν κάγκελα στα παράθυρά τους, ενώ τους χορηγούσαν μεγάλες δόσεις πενικιλίνης. Όλες οι γυναίκες που μίλησαν στους New York Times θυμούνται αυτά τα μέρη με τρόμο και έχουν όλες να αναφέρουν ιστορίες άλλων γυναικών που κατέρρευσαν ή και πέθαναν από αλλεργικό σοκ εξαιτίας της υπερδοσολογίας της πενικιλίνης.
Ντροπή, Σιωπή και Θάνατος
Η Νότια Κορέα ουσιαστικά δεν αποδέχθηκε ποτέ το κομμάτι της ιστορίας της που αφορά τις γυναίκες των στρατοπέδων του σε ξ κατά κύριο λόγο επειδή σε ένα βαθμό η ύπαρξή τους οφειλόταν στην συμμαχία της Σεούλ με την Ουάσινγκτον. Το θέμα παραμένει ταμπού σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι το θέμα της ύπαρξης των «γυναικών παρηγοριάς» που εξαναγκάστηκαν σε σεξουαλική σκλαβιά από τους Ιάπωνες.
«Είμαστε όπως οι γυναίκες παρηγοριάς για τον ιαπωνικό στρατό. Αυτές εξαναγκάζονταν να πάνε με Ιάπωνες στρατιώτες και εμείς με τους Αμερικανούς», αναφέρει η κ. Τσο.
Κανένα από τα-προσεκτικα επιλεγμένα- επίσημα κυβερνητικά έγγραφα που έχουν πλέον αποχαρακτηριστεί τα τελευταία χρόνια δεν περιέχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι η Νότια Κορέα εμπλεκόταν απευθείας στην στρατολόγηση – πολλές φορές διά της βίας- γυναικών για τα αμερικανικά στρατεύματα. Σε αντίθεση υπάρχουν πολλά που δείχνουν ότι η ιαπωνική κατοχή είχε εξαναγκάσει τις γυναίκες να εκδίδονται.
Έτσι, σε αντίθεση με τα θύματα του ιαπωνικού κατοχικού στρατού -που πλέον τιμούνται ως σύμβολα των δεινών που υπέφερε ο λαός της Κορέας υπό την κατοχή των Ιαπώνων- οι γυναίκες αυτές λένε ότι πρέπει να ζουν με ντροπή και είναι αναγκασμένες να σιωπούν.
Η Νότια Κορέα άρχισε να δίνει λίγο περισσότερη προσοχή στο θέμα της σε ξουαλικής εκμετάλλευσης των γυναικών σε αυτά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όταν μια γυναίκα με το όνομα Γιουν Γκέουμ-ι κακοποιήθηκε άγρια σεξουαλικά και δολοφονήθηκε με βίαιο τρόπο από έναν Αμερικανό στρατιώτη το 1992.
Μεταξύ του 1960 και του 2004, σύμφωνα με μια λίστα που καταρτίσθηκε από την ομάδα δικηγόρων Saewoomtuh, Αμερικανοί στρατιώτες καταδικάστηκαν για τη δολοφονία συνολικά 11 γυναικών-εργατριών του σε ξ στη Νότια Κορέα.
Τα στρατόπεδα του σ εξ άρχισαν να εξαφανίζονται μαζί με την ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Νότιας Κορέας. Ωστόσο, οι γυναίκες που έζησαν εκεί είναι αποφασισμένες να πάνε την υπόθεσή τους και στα αμερικανικά δικαστήρια, αν και είναι άγνωστο προς το παρόν πώς θα μπορέσουν να το καταφέρουν.
Ο Αμερικανικός στρατός αρνήθηκε να σχολιάσει την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου ή τα όσα ισχυρίζονται οι γυναίκες στο αίτημα που του έστειλαν οι New York Times.
«Δεν επιδοκιμάζουμε κανένα είδος συμπεριφοράς που παραβιάζει τους νόμους, τους κανόνες ή τις οδηγίες της Νότιας Κορέας και έχουμε εφαρμόσει μέτρα καλής τάξης και πειθαρχίας», αρκέστηκε να δηλώσει ο εκπρόσωπος του στρατού, συνταγματάρχης Ισαάκ Τέιλορ, μέσω email.
Μια κληρονομιά πόνου
Σε μια ψυχιατρική αναφορά που παρουσίασε η κ. Παρκ στο δικαστήριο της Νοτίου Κορέας το 2021 ως αποδεικτικό στοιχείο, παρομοιάζει τη ζωή της «σαν να περπατώ μόνιμα πάνω σε ένα λεπτό στρώμα πάγου» από τον φόβο μήπως οι άλλοι μάθουν για το παρελθόν της. Στα χέρια της και στα πόδια της τα σημάδια του αυτοτραυματισμού είναι δεκάδες και μαρτυρούν την ιστορία της.
Η Τσόι Γκι-τζα, μια άλλη γυναίκα που έζησε σε αυτά τα στρατόπεδα, προσπαθώντας να καταπνίξει τα δάκρυά της λέει ότι η ίδια και άλλες γυναίκες έπρεπε να υποβληθούν σε πάρα πολλές εκτρώσεις εξαιτίας της έντονης προκατάληψης που υπάρχει στη Νότια Κορέα για τα παιδιά μιγάδες. Θυμάται επίσης πολλές γυναίκες που αυτοκτόνησαν αφού Αμερικάνοι στρατιώτες έκαναν σχέση μαζί τους χωρίς να τις παντρευτούν και αργότερα παράτησαν αυτές και τα παιδιά τους αφήνοντάς τες με το στίγμα των γυναικών που παντρεύτηκαν έναν ξένο.
Πολλές φορές μάλιστα οι ίδιοι οι αξιωματούχοι παρότρυναν αυτές τις γυναίκες, οι οποίες συνήθως ήταν αναλφάβητες, να κερδίσουν όσα περισσότερα δολάρια μπορούν και τους υπόσχονταν δωρεάν διαμερίσματα για τα γεράματά τους αν μπορούσαν να πουλήσουν τα κορμιά τους σε αυτά τα στρατόπεδα του σ εξ. «Ήταν όλα μια απάτη», τονίζει η Τσόι Γκι-τζα.
Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, οι γυναίκες που δικαιώθηκαν έλαβαν η καθεμία ως αποζημίωση ποσά μεταξύ 2.270 και 5.300 δολαρίων, κάτι που δεν έκανε πολλά για να απαλύνει τον πόνο τους και να βοηθήσει την δύσκολη οικονομική τους κατάσταση.
Κεντρική φωτογραφία: René Burri/Magnum Photos
Ανάρτηση από: https://www.janus.gr/