Πριν από λίγο καιρό, είδαμε και φωτογραφήσαμε ένα απορριμματοφόρο να μαζεύει έναν μπλε κάδος ανακύκλωσης και έναν πράσινο κάδο μαζί! Με αφορμή αυτό το κάθε άλλο παρά μεμονωμένο περιστατικό, ας πούμε μερικά πράγματα για το πώς (δεν) γίνεται η ανακύκλωση στη χώρα μας.
Η εικόνα του μπλε και του πράσινου κάδου που μαζεύονται μαζί, δεν αποτελεί το σύνολο του προβλήματος, αλλά είναι ενδεικτικό της κατάστασης της ανακύκλωσης στη χώρα μας. Μια κατάσταση τραγική, η οποία επιβεβαιώνεται, κατ’ αρχήν, από το ποσοστό των απορριμμάτων που ανακυκλώνονται.
Σύμφωνα με στοιχεία της Εurostat, υπολογίζεται ότι το 2016 τα απορρίμματα που ανακυκλώθηκαν ήταν μόλις 17% του συνόλου. Αυτά είναι τα επίσημα στοιχεία(!) που προκύπτουν από τους αριθμούς που δίνουν οι δήμοι και οι εταιρείες ανακύκλωσης, οι οποίοι έχουν κάθε λόγο, όπως θα φανεί και στην συνέχεια, να τα φουσκώνουν!
Στην πράξη, το ποσοστό αυτό είναι ακόμη μικρότερο –αυτό καταγγέλλουν άλλωστε πολλά περιβαλλοντικά κινήματα ανά την Ελλάδα.
Το αιώνιο επιχείρημα: φταίει ο κόσμος
Το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν τα δημοσιεύματα που «εξηγούν» ότι για την ελλιπή ανακύκλωση ευθύνεται η αδιαφορία, ή η έλλειψη ενημέρωσης των πολιτών. Αυτός που φταίει δεν είναι οι Δήμοι και οι εταιρείες, που έχουν αναλάβει την ανακύκλωση, αλλά οι πολίτες που δεν ανακυκλώνουν και πετάνε το σύνολο των σκουπιδιών τους στους μπλε κάδους.
Για το λόγο αυτό, ισχυρίζονται οι υποστηριχτές της πιο πάνω άποψης, οι μπλε κάδοι καταλήγουν να μαζεύονται μαζί με τους πράσινους, αφού το περιεχόμενό τους αποτελείται εν μέρει από ανακυκλώσιμα υλικά και εν μέρει από κοινά σκουπίδια.
Κατ’ αρχήν το αν ενδιαφέρεται ή όχι ο κόσμος να συμβάλει σε κάθε μορφής προσπάθεια προστασίας του περιβάλλοντος έχει να κάνει με το κατά πόσο έχει πειστεί για την αποτελεσματικότητά της. Κατά δεύτερον, ιδιαίτερα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, έχει να κάνει με το αν βλέπει κάποιο όφελος όπως π.χ. μείωση των δημοτικών τελών ή περιορισμό / κλείσιμο των χωματερών (πράγμα πολύ σημαντικό για την ποιότητα ζωής των κατοίκων – πχ της Δ. Αττικής) κ.ά.
Αντιθέτως, παρότι μπλε κάδοι υπάρχουν παντού, τα δημοτικά τέλη παραμένουν αμείωτα ή αυξάνονται. Όσον αφορά τις χωματερές, είτε επεκτείνονται (στις υφιστάμενες χωματερές ανοίγουν νέα «κύτταρα») είτε δημιουργούνται νέες χωματερές (π.χ. Γραμματικό).
Ας δεχτούμε όμως ότι σε ένα βαθμό αυτό το επιχείρημα έχει βάση και ότι οι μπλε κάδοι περιέχουν κοινά σκουπίδια μαζί με τα ανακυκλώσιμα. Είναι λόγος αυτός να μαζεύονται απευθείας από τα κοινά απορριμματοφόρα;
Οι μπλε κάδοι δεν πηγαίνουν στα Κέντρα Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών (ΚΔΑΥ) ακριβώς για να διαχωριστούν τα χάρτινα από τα πλαστικά, τα αλουμινένια, κλπ. και από τα μη ανακυκλώσιμα υλικά που μπορεί να έχουν μπει στον κάδο από λάθος (γιατί πάντα και παντού υπάρχει ένα ποσοστό λάθους και μάλιστα μεγάλο); Αυτή είναι η δουλειά που έχουν αναλάβει οι εταιρείες ανακύκλωσης, για την οποία πληρώνονται με διάφορους τρόπους που θα δούμε παρακάτω! Γιατί δεν την κάνουν λοιπόν;
Η περίπτωση του Ασπρόπυργου
Το καλοκαίρι του 2015, η Αττική πνίγηκε στον τοξικό καπνό από τη φωτιά σε ΚΔΑΥ της περιοχής του Ασπρόπυργου, που ανήκε στην εταιρεία «Γενική Ανακύκλωση Α.Ε.».
Το «ατύχημα» αυτό ανέδειξε μια σειρά από συγκαλυμμένα μυστικά των εταιρειών ανακύκλωσης, αφού βέβαια η συγκεκριμένη εταιρεία είναι μία από τις πολλές που δραστηριοποιούνται στο χώρο.
Για παράδειγμα μέσα στο ΚΔΑΥ βρέθηκαν υλικά τα οποία δεν έχουν καμία δουλειά σε ένα κέντρο διαλογής ανακυκλώσιμων, όπως π.χ. διάφορων ειδών βιομηχανικά και βιοτεχνικά απόβλητα, που σύμφωνα με το νόμο πρέπει να ακολουθούν εντελώς διαφορετικούς «δρόμους» και διαδικασίες για να μην κινδυνεύει το περιβάλλον και η υγεία των πολιτών και όχι να βρίσκονται ανάμεσα σε αστικά απορρίμματα.
Πολύ σημαντικό όμως είναι επίσης ότι το ατύχημα στάθηκε ως αφορμή για να κυκλοφορήσουν φωτογραφίες που είχαν τραβηχτεί ένα χρόνο νωρίτερα στο συγκεκριμένο ΚΔΑΥ και δείχνουν φορτηγό να φορτώνει αδιαχώριστα σκουπίδια (ανακυκλώσιμα και μη ανακυκλώσιμα μαζί) με προορισμό… τι άλλο; Το μεγαλύτερο σκουπιδότοπο της χώρας, τον ΧΥΤΑ Φυλής, που δηλητηριάζει εδώ και δεκαετίες όλες τις γύρω περιοχές.
Αυτές είναι οι συνθήκες στις οποίες λειτουργεί η συντριπτική πλειοψηφία των κέντρων «διαλογής» και «ανακύκλωσης». Ανακύκλωση στην ουσία δεν γίνεται, είτε ο μπλε κάδος φορτωθεί απευθείας μαζί με τον πράσινο είτε περάσει πρώτα από ένα ΚΔΑΥ!
Οι «κλέφτες» της ανακύκλωσης
Μια άλλη συνηθισμένη «εξήγηση» -ή μάλλον δικαιολογία- για τα μικρά ποσοστά της ανακύκλωσης στη χώρα μας είναι ότι ένα μεγάλο τμήμα των αντικειμένων των μπλε κάδων που αξίζει να ανακυκλωθεί «κλέβεται» από ρακοσυλλέκτες και παλιατζήδες.
Οι «κλέφτες» των ανακυκλώσιμων ανήκουν βέβαια στις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες: Ρομά, μετανάστες, άνεργοι Έλληνες και άλλοι, που δε θα έχουν ποτέ την ευκαιρία να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και να απαντήσουν στις κατηγορίες που τους αποδίδονται. Οι άνθρωποι αυτοί, όπως περιγράφεται στο ντοκιμαντέρ «Φαβέλες στη σκιά της Ακρόπολης», δουλεύουν μέρα νύχτα κυριολεκτικά για ψίχουλα, κάτω από εξαιρετικά δύσκολες και ανθυγιεινές συνθήκες, κάνοντας αυτό που δεν κάνουν οι καθωσπρέπει εταιρείες που έχουν αναλάβει την ανακύκλωση: ανακύκλωση!
Σύμφωνα με τον δημιουργό του ντοκιμαντέρ, Χρήστο Καρακέπελη:
«Στην Ελλάδα οι ρακοσυλλέκτες και οι μικροέμποροι υπολογίζονται γύρω στους 80 – 100.000. Αν ήταν κοινωνικά οργανωμένοι και μπορούσαν να σταματήσουν τη δουλειά για ένα μήνα, θα παρέλυε η βιομηχανία και θα δημιουργούνταν χρηματιστηριακή κρίση σε όλο το real estate γιατί θα ανέβαινε κατακόρυφα η τιμή της μπετόβεργας. Θα υπήρχε δραστική αλλαγή στο τοπίο».
Δεδομένου όμως ότι δεν είναι κοινωνικά οργανωμένοι, αποτελούν τους αποδιοπομπαίους τράγους για τις αμαρτίες του συστήματος ανακύκλωσης στη χώρα μας.
Επιπλέον, σύμφωνα με το ίδιο ντοκιμαντέρ, ένα μέρος από τα ανακυκλώσιμα υλικά που συλλέγουν οι «κλέφτες», κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδρομή: τα υλικά αυτά, αφού περνάνε από το ρακοσυλλέκτη στη μικρή μάντρα, μετά στη μεγαλύτερη κλπ., οι τελικοί αποδέκτες τους είναι είτε απευθείας οι μονάδες παραγωγής μετάλλου είτε εταιρείες ανακύκλωσης (που τους κατηγορούν για «κλοπή»), οι οποίες λειτουργούν ως «μεσάζοντες» για τις προαναφερόμενες μονάδες παραγωγής μετάλλου.
Αξιοποιώντας τη «συγκομιδή» των «ρακοσυλλεκτών», τους οποίους πληρώνουν με ψίχουλα, οι εταιρείες ανακύκλωσης καταφέρνουν να δικαιολογούν την ύπαρξή τους, να βγάζουν κέρδη από την μεταπώληση των μετάλλων, χαρτιών, κλπ. στη βιομηχανία, καθώς και να εξασφαλίζουν «πράσινες» επιδοτήσεις στο όνομα της ανακύκλωσης. Την ίδια στιγμή φορτώνουν την ευθύνη για τα μικρά ποσοστά ανακύκλωσης στους ανθρώπους που κάνουν όλη τη δουλειά. Πόσο βολικό αλήθεια…
Μια μαφία αντάξια της Σικελικής…
Η παραπάνω πρακτική, όπως και πολλές άλλες, περιγράφονται και σε ρεπορτάζ της εφημερίδας «Καθημερινή», που έγινε επίσης λίγο καιρό μετά την πυρκαγιά στον Ασπρόπυργο, το 2015.
Επιπλέον το ρεπορτάζ περιγράφει σκηνές εκδίωξης των αρμόδιων ελεγκτών από τις εγκαταστάσεις των εταιρειών «ανακύκλωσης», τσιλιαδόρους που ειδοποιούν τους ιδιοκτήτες αν πλησιάζει κάποιος ελεγκτής την ώρα που το εκάστοτε ΚΔΑΥ «ξεφορτώνεται» ποσότητες σκουπιδιών που δεν έχει καμία πρόθεση να διαχωρίσει και να προωθήσει για ανακύκλωση, κλπ.
Κοινώς, μιλάμε για μια κανονική μαφία, που κλέβει, εκφοβίζει, παρανομεί ασύστολα και δηλητηριάζει το περιβάλλον. Ούτε τα προσχήματα δεν προσπαθούν να κρατήσουν οι σκουπιδοεργολάβοι, που βρίσκονται βέβαια σε στενή συνεργασία με πολλούς από τους δήμους της χώρας.
Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά;
Αφού δεν πρόκειται να κάνουν ανακύκλωση, γιατί στήνουν εταιρείες «ανακύκλωσης», γιατί κάνουν βόλτα τα σκουπίδια, αφού έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται να τα ανακυκλώσουν, αλλά θα τα στείλουν σε κάποια χωματερή; Η απάντηση στην παραπάνω ερώτηση έχει αρκετές πτυχές.
Καταρχήν, η Ελλάδα, όπως και όλες οι χώρες της Ε.Ε. είναι υποχρεωμένη να παρουσιάζει κάποιο «έργο» ως προς την ανακύκλωση των απορριμμάτων που παράγει. Θεωρητικά ο στόχος της Ε.Ε. είναι μέχρι το 2020 ο μέσος όρος της ανακύκλωσης στα κράτη – μέλη της να φτάσει το 50% των παραγόμενων σκουπιδιών. Η Ελλάδα, που βρίσκεται πολύ πίσω από αυτό τον αριθμό, εξακολουθεί να πληρώνει τεράστια πρόστιμα για την κατάσταση που επικρατεί στις χωματερές της. Υπολογίζεται ότι από τα 100 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο που πληρώνουμε για μια σειρά περιβαλλοντικές παραβάσεις, τα μισά έχουν να κάνουν με τη διαχείριση των απορριμμάτων. Πρέπει επομένως να παρουσιαστεί κάποια πρόοδος, ή έστω μια «βιτρίνα» ανακύκλωσης.
Το βασικό όμως είναι, ότι το σύστημα των μπλε κάδων είναι ένα πραγματικό χρυσωρυχείο για τις εταιρείες που το ελέγχουν. Πρόκειται για μια καλοστημένη δουλειά που αποφέρει τεράστια κέρδη, ενώ το κόστος, τόσο το οικονομικό όσο και το περιβαλλοντικό, το πληρώνουν οι πολίτες.
Ας δούμε τι συμβαίνει, λίγο πιο αναλυτικά:
Τι κερδίζουν οι εταιρείες;
Από πού κερδίζουν λοιπόν οι εταιρείες αυτές, πέρα βέβαια από τα προϊόντα που παράγουν και πουλάνε;
Αρχικά, στην τιμή κάθε συσκευασμένου προϊόντος ενσωματώνουν το τέλος ανακύκλωσης –το κόστος δηλαδή της ανακύκλωσης της συσκευασίας. Έτσι, κάθε φορά που αγοράζουμε ένα συσκευασμένο προϊόν, πληρώνουμε και για το κόστος της ανακύκλωσής του, άσχετα από το γεγονός ότι ανακύκλωση δεν γίνεται ή γίνεται για ένα πολύ μικρό ποσοστό.
Στο δε ποσοστό στο οποίο όντως γίνεται ανακύκλωση οι εταιρείες της ΕΕΑΑ κερδίζουν από την πώληση των διαχωρισμένων ανακυκλώσιμων υλικών στις βιομηχανίες –αυτές είναι που θα τα ανακυκλώσουν και θα τα αξιοποιήσουν.
Επιπλέον, για τα ανακυκλώσιμα υλικά που πουλάνε οι εταιρείες ανακύκλωσης στις βιομηχανίες επιδοτούνται με ένα έξτρα ποσό, που υπολογίζεται στα 20 – 25 ευρώ ανά τόνο – για τον «κόπο» που έκαναν να τα μεταφέρουν, να τα διαχωρίσουν στα επί μέρους υλικά κοκ.
Το μεγαλύτερο όμως μέρος των απορριμμάτων που φτάνουν στα κέντρα διαλογής, συμφέρει περισσότερο να καταλήξουν στους ΧΥΤΑ σαν «υπόλειμμα» ανακύκλωσης, παρά να διαχωριστούν και να ανακυκλωθούν. Κι αυτό καθώς η διαδικασία του διαχωρισμού των απορριμμάτων κλπ., απαιτεί και επενδύσεις κάποιων κεφαλαίων και περισσότερα εργατικά χέρια. Έτσι, οι εταιρείες επιλέγουν τη «λύση» του να στέλνουν το μεγαλύτερο μέρος των αποβλήτων (ανακυκλώσιμων και μη) στους ΧΥΤΑ. Αυτό μάλιστα, γίνεται στην ουσία χωρίς κόστος, αφού το «υπόλειμμα ανακύκλωσης» θάβεται στις διάφορες χωματερές, όχι με έξοδα του κέντρου διαλογής ή της εταιρείας που δεν το διαχώρισε και δεν το προώθησε για ανακύκλωση, αλλά με έξοδα του δήμου από τον οποίο η εταιρεία παρέλαβε το περιεχόμενο του μπλε κάδου!
Σε κάθε περίπτωση ο δημότης πληρώνει αρχικά σαν καταναλωτής από την ώρα που θα αγοράσει ένα συσκευασμένο προϊόν. Παράλληλα, μέσω των δημοτικών τελών, πληρώνει για το κόστος ταφής των σκουπιδιών που δεν ανακυκλώνονται. Ακόμα, πληρώνει για το κόστος μεταφοράς στα ΚΔΑΥ των υλικών που προορίζονται για ανακύκλωση, τα οποία βάζει στους μπλε κάδους. Από τα ΚΔΑΥ, το μεγαλύτερο τμήμα των προοριζόμενων για ανακύκλωση απορριμμάτων… πηγαίνει και πάλι στις χωματερές όπου οι πολίτες καλούνται και πάλι να πληρώσουν για την ταφή τους. Όσο για το περιβαλλοντικό κόστος της ταφής των σκουπιδιών στους ΧΥΤΑ και τις επιπτώσεις στην υγεία μας, αυτό είναι ανυπολόγιστο…
ΕΟΑΝ: ή πώς επιτρέπονται τα οικονομικά και περιβαλλοντικά σκάνδαλα
Μα δεν υπάρχει κανείς να τους ελέγχει; Αυτή είναι η φυσιολογική απορία που προκύπτει από όλα τα παραπάνω.
Υπάρχει, μόνο που σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου το Εθνικού Οργανισμού Ανακύκλωσης (ΕΟΑΝ), του φορέα δηλαδή που έχει την ευθύνη να εποπτεύει τις εταιρείες ανακύκλωσης, αυτό δε πραγματοποιείται!
Ο ΕΟΑΝ έχει στο παρελθόν παραδεχτεί μια σειρά «προβλήματα» τα οποία δεν είναι σε θέση να λύσει. Συνοψίζοντας την κατάσταση, σε παλιότερο άρθρο της η κινηματική συλλογικότητα «Πρωτοβουλία Συνεννόησης για τη διαχείριση απορριμμάτων Αττικής» (ΠΡΩΣΥΝΑΤ) συγκέντρωσε μια σειρά παραδοχές του οργανισμού για τα όσα συμβαίνουν γύρω από τη μαφία της ανακύκλωσης. Αντιγράφουμε μερικές:
- Ύπαρξη αισχροκερδικών κυκλωμάτων.
- Εισφοροδιαφυγή και μη εγγραφή όλων των υπόχρεων διαχειριστών σε Συστήματα.
- Ατελέσφορη επιβολή κυρώσεων.
- Νομοθετικά κενά που δημιουργούν εμπόδια.
- Προβλήματα με την επίτευξη των στόχων.
Κοινώς, ο ίδιος ο δημόσιος φορέας που οφείλει να εποπτεύει τις ιδιωτικές εταιρείες ανακύκλωσης παραδέχεται δημόσια ότι δεν μπορεί να το κάνει και ότι ακόμα και οι κυρώσεις που επιβάλλει πέφτουν στο κενό –με τον έναν ή τον άλλο τρόπο απλά δεν ισχύουν.
Παρότι ο ΕΟΑΝ έχει κάνει δημόσια τις παραπάνω παραδοχές, αντί να κλείσει την ΕΕΑΑ και να αναλάβει την ανακύκλωση ένας δημόσιος φορέας, συνεχίζει να την αφήνει στα χέρια της.
Έχουμε δηλαδή ένα κράτος που παραδέχεται ότι δεν μπορεί να σταματήσει τους ιδιώτες από το να παρανομούν και αρκετά χρόνια μετά από αυτές τις παραδοχές, εξακολουθεί να τους αναθέτει την ανακύκλωση, ξέροντας ότι θα συνεχίσουν να παρανομούν!
Αυτό δεν είναι αδυναμία λύσης του προβλήματος. Αυτό είναι συνενοχή στην παρανομία. Τους επιτρέπουν να αισχροκερδούν και να καταστρέφουν το περιβάλλον και το λένε δημόσια!
Κοροϊδία
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, μια εικόνα που δείχνει έναν μπλε και έναν πράσινο κάδο να φορτώνονται από το ίδιο απορριμματοφόρο, θα μπορούσε να θεωρηθεί «πταίσμα». Και πράγματι είναι, αν σκεφτεί κανείς το μέγεθος της μπίζνας, της περιβαλλοντικής καταστροφής, των οικονομικών σκανδάλων και των επικίνδυνων παιχνιδιών με την υγεία ολόκληρων κοινωνιών. Δεν παύει όμως να αποτελεί την πιο εξόφθαλμη ένδειξη της κοροϊδίας που συντελείται στις πλάτες μας. Μιας κοροϊδίας που έχει έρθει η ώρα να αντιληφθούμε σαν κοινωνία και να παλέψουμε για την ανατροπή της. Γιατί οι επιχειρηματίες της «ανακύκλωσης» δε βγάζουν μόνο τεράστια κέρδη για τα οποία πληρώνουμε εμείς αλλά απειλούν και το περιβάλλον, την υγεία και τη ζωή μας.
Μόνος τρόπος να σταματήσουμε την καταστροφή που συντελείται, είναι μέσα από μαζικά, μαχητικά κινήματα των τοπικών κοινωνιών. Κινήματα που θα διεκδικούν την άμεση απομάκρυνση των ιδιωτικών εταιρειών από την ανακύκλωση και τη διαχείριση των απορριμμάτων και το άμεσο πέρασμά τους στους Δήμους, σε συνθήκες διαφάνειας και ελέγχου από τις τοπικές κοινωνίες, τους εργαζόμενους στην καθαριότητα, επιστημονικούς φορείς, περιβαλλοντικά κινήματα, κλπ. Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να υπάρξει πραγματική ανακύκλωση. Τα σκουπίδια μπορούν πραγματικά να επιστρέψουν ως πλούτος στην κοινωνία, αντί να συνεχίσουν να στοιβάζονται σε χωματερές και να απειλούν το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.
Μια τέτοια πρόταση δεν είναι ουτοπική. Είναι άμεσα εφαρμόσιμη, όπως άλλωστε έχουν αποδείξει και τα σχέδια διαχείρισης απορριμμάτων που έχει καταθέσει η ΠΡΩΣΥΝΑΤ σε μια σειρά Δήμους.
Αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση να εφαρμοστούν σχέδια πραγματικής διαχείρισης των απορριμμάτων, που δεν θα υπηρετούν την αισχροκέρδεια των σκουπιδοεργολάβων αλλά θα ωφελούν την κοινωνία. Αυτή τη λύση μπορούν να την επιβάλουν μόνο τοπικά κινήματα – που χρειάζεται να αναπτυχθούν σ’ αυτή την κατεύθυνση και μ’ αυτό το στόχο.
Ανάρτηση από: http://net.xekinima.org