Κατ’ αρχάς, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, πρέπει να σημειωθεί ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος φεμινισμός δεν είναι καθόλου φανταστικά. Το πρόβλημα της καταπίεσης και, ευρύτερα, της ευαλωτότητας των γυναικών στην καπιταλιστική κοινωνία είναι υπαρκτό, και δεν είναι σπάνιο το γεγονός ότι η πραγματική περιγραφή της καταπίεσης μπορεί να δοθεί σωστά από τις φεμινίστριες. Πιο συγκεκριμένα, μπορούν να συγκεντρώσουν πολύτιμες πραγματικές πληροφορίες, αλλά αυτό δεν αίρει το πρόβλημα της αποτίμησης του φεμινισμού ως ιδεολογίας.
Σε αυτό το άρθρο, θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί ο φεμινισμός είχε μια τόσο σκανδαλώδη φήμη στην πρώην Σοβιετική Ένωση και γιατί οι περισσότερες γυναίκες, ακόμη και όταν μιλούν για γυναικεία θέματα, διαχωρίζουν προκλητικά τη θέση τους από τον φεμινισμό. Και αν η αποστροφή των ανδρών προς τον φεμινισμό μπορεί κατά κάποιο τρόπο να εξηγηθεί από την απροθυμία να εγκαταλείψουν τα «ανδρικά προνόμια» και τον φόβο μιας οργανωμένης δύναμης γυναικών ικανής να τους ασκήσει πίεση, η αποστροφή των γυναικών προς τον φεμινισμό δεν μπορεί να εξηγηθεί σε αυτή τη βάση, και νομίζω ότι το πρόβλημα έγκειται ακριβώς στην εναλλακτική που προτείνει, αλλά και γενικά στον ίδιο τον φεμινιστικό λόγο υπάρχουν πολλά αμφισβητήσιμα σημεία.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο σύγχρονος φεμινισμός συχνά αξιολογεί τα προβλήματα μέσα από μια νομική οπτική, εν μέρει λόγω της αμερικανικής προέλευσης του φεμινιστικού λόγου, όπου όλες οι διακρίσεις εξετάζονται κυρίως με νομικούς όρους. Ωστόσο, μια τέτοια προσέγγιση του γυναικείου ζητήματος δεν είναι θεμιτή, διότι δεν διανύουμε πια τον 19ο αιώνα και η τυπική ισότητα με βάση τον νόμο στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών έχει επιτευχθεί ή σχεδόν επιτευχθεί, ενώ στην πρώην ΕΣΣΔ η ισότητα ανδρών και γυναικών με βάση τον νόμο από την εποχή του σοσιαλισμού εξακολουθεί να διατηρείται κατά κάποιο τρόπο. Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν απαγορεύσεις σε ορισμένες θέσεις εργασίας και θέσεις για τις γυναίκες, αλλά το κύριο πρόβλημα δεν είναι ότι οι γυναίκες απαγορεύεται να είναι οδηγοί φορτηγών ή ναυτικοί μεγάλων αποστάσεων (αν και η τυπική απαγόρευση θα έπρεπε σίγουρα να αρθεί), αλλά ότι το σύγχρονο σύστημα, τουλάχιστον για τις γυναίκες με παιδιά, τις φέρνει σε μια θέση όπου ακόμη και οι τυπικά μη απαγορευμένες θέσεις εργασίας δεν είναι διαθέσιμες λόγω των υποχρεώσεων που τους επιβάλλει τόσο η οικογένεια όσο και το κράτος, που εκπροσωπείται από το εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο στην πραγματικότητα απαιτεί να ακολουθούν την ιδεολογία της εντατικής μητρότητας, χωρίς άλλη επιλογή.