Του Γεράσιμου Δεληβοριά
Διάβασα ένα κείμενο απάντησης του κ. Φτωχόπουλου, (http://blogvirona.blogspot.com/2012/03/blog-post_19.html), στον Αλκίνοο Ιωαννίδη, με αφορμή κάποιο κείμενο του τελευταίου. Καθώς δεν γνωρίζω τις προσωπικές διαφορές του κ. Φτωχόπουλου με τον Αλκίνοο και ειλικρινά δεν με απασχολούν αφού δεν γνωρίζω κανέναν από τους δύο για να επιχειρήσω έναν συμβιβασμό, θα σταθώ σε μερικά σημεία του κειμένου του κ. Φτωχόπουλου, που μου έκαναν εντύπωση.
Πρώτα μια μικρή διόρθωση. Τα 330 χρόνια Οθωμανικής σκλαβιάς, ήταν μόνον 307, από το 1571 δηλαδή, μέχρι το 1878 που το νησί νοικιάστηκε στους Άγγλους. Βέβαια, 23 χρόνια είναι λίγα για ν’ αντιδικήσουμε, γι’αυτό απλώς το επισημαίνω.
Σημασία έχει η κυρίως προσπάθεια του κ. Φτωχόπουλου, να δικαιολογήσει το μίσος μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων (Κυπρίων) τα χρόνια μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου, σαν αποτέλεσμα των 330 χρόνων σκληρής Οθωμανικής σκλαβιάς.
Εντάξει, αλλά η σκλαβιά αυτή, έληξε επισήμως το 1878. Μέχρι την Ανεξαρτησία (1961), μεσολάβησαν 85 χρόνια, σχεδόν τέσσερις γενιές. Δύσκολο να πιστέψουμε ότι το μίσος εξακολουθούσε να υπάρχει μετά από τόσον καιρό. Αντίθετα, υπάρχουν μαρτυρίες, πως οι δύο κοινότητες συμβιώνανε σε όλη την περίοδο της βρετανικής κυριαρχίας, μάλλον φιλικά και οι μεταξύ τους προστριβές ήσαν μικρές και είχαν αιτία κι αφορμή την πολιτική «του διαίρει και βασίλευε» των Άγγλων», όπως σωστά, αλλά με ποιητικό τρόπο επισημαίνει ο Αλκίνοος. Η κύρια αιτία προστριβών οφείλονταν στο ότι οι Εγγλέζοι στελέχωναν την τοπική χωροφυλακή κυρίως με τουρκοκύπριους, με αποτέλεσμα οι δύο κοινότητες να βρίσκονται αντιμέτωπες στη διάρκεια των εθνικών κινητοποιήσεων.
Εξάλλου, οι λεγόμενοι Τουρκοκύπριοι, όπως και οι Τουρκοκρητικοί παλαιότερα, ήσαν στην πλειοψηφία τους εξισλαμισθέντες για απόκτηση προνομίων Κύπριοι. Οι λίγοι καθαυτό (κυρίως στρατιωτικοί) αφομοιώθηκαν με τον κυρίως όγκο των τουρκοκυπρίων, ώστε η τουρκική γλώσσα ξανάρχισε να διδάσκεται στο νησί, μόνο μετά την ανεξαρτησία. Υπάρχει επίσης μια πληροφορία, που μου την μετέφερε ο ιστορικός Νίκος Ψυρούκης, ότι κάποιο σημαντικό τμήμα αυτών των τουρκοκυπρίων, ζήτησε μετά το 1878 να ξαναασπασθεί τον χριστιανισμό, πλην τους σταμάτησε η άρνηση της Κυπριακής Εκκλησίας. Για τον Ψυρούκη, το Κυπριακό ήταν το κομβικό σημείο κατανόησης του καθεστώτος εξάρτησης της Ελλάδας.
Θα πρέπει επίσης να επισημάνουμε, ότι κοινωνικές εντάσεις ουσιαστικά δεν υπήρχαν μεταξύ των δύο κοινοτήτων, από το 1878 και εντεύθεν. Οι τούρκοι τσιφλικάδες που φυσικά υπήρχαν κατά την Οθωμανική κυριαρχία εξαφανίστηκαν, με αποτέλεσμα το 1961, ο μεγαλύτερος γαιοκτήμονας στο νησί να είναι η Κυπριακή Εκκλησία.
Στην κατεύθυνση της συναδέλφωσης των δύο κοινοτήτων, μέσω των δεσμών της εργασίας, κινήθηκε με αρκετή επιτυχία το ΑΚΕΛ, στα χρόνια που ήταν ένα πραγματικό εργατικό κόμμα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της δολοφονίας (το 1963? , 1964? δεν θυμάμαι, πάντως ήταν σε κείνη την περίοδο που οι ένοπλες συμπλοκές ήσαν στην ημερησία διάταξη) τριών συνδικαλιστών του ΑΚΕΛ, δύο ελληνοκυπρίων κι ενός τουρκοκυπρίου, από σωβινιστές της μιας ή της άλλης πλευράς που προφανώς ενοχλούνταν (αμφότεροι) από κάθε προσπάθεια συναδέλφωσης.
Στο θέμα της «λεβεντομαλακίας» τώρα, που τόσο ενόχλησε τον κ. Φτωχόπουλο. Δεν γνωρίζω την ηλικία (του κ. Φτωχόπουλου), για να επικαλεστώ τη μνήμη του, όμως αν κάποιος ανοίξει εφημερίδες της εποχής, κυπριακές ή ελλαδίτικες, θα διαπιστώσει πως η λεβεντομαλακία αφθονούσε στο ελληνικό στρατόπεδο (όπως και στο τουρκικό, όμως εκεί δεν επρόκειτο για μαλακία αλλά για καλά επεξεργασμένο σχέδιο στο οποίο πιάνονταν φυσικά σαν έξυπνα πουλιά οι δικοί μας λεβεντομαλάκες, παρασέρνοντας πολλούς στις τυχοδιωκτικές τους πρακτικές.
Και γιατί ο κ. Φτωχόπουλος εξανίσταται, όταν ο Αλκίνοος τονίζει πως ήταν η Αγγλία που έβαλε στο παιχνίδι του Κυπριακού την Τουρκία? Μα εδώ έχει μιλήσει τελεσίδικα νομίζω, η ιστορική έρευνα. Και το γιατί, έχει αναλυθεί από τον Νίκο Ψυρούκη. Η Αγγλία για να μπορέσει να συνεχίσει την επικυριαρχία της στο νησί, έπρεπε με κάθε θυσία ν’ αποτρέψει την ένωση με την Ελλάδα και ταυτόχρονα να δημιουργήσει ένα θνησιγενές κρατικό μόρφωμα. Και το κατόρθωσαν βάζοντας στο παιχνίδι την Τουρκία. Η πολιτική του «βασίλευε δια του διαιρείν και συμβιβάζειν».
Μπορεί ο όρος «με το ζόρι», να φαντάζει κάπως υπερβολικός, δεν απέχει όμως και πολύ από την αλήθεια. Απόδειξη εκτός απ’ τα ιστορικά ντοκουμέντα είναι, πως η προσπάθεια συστηματικού εκτουρκισμού ενός (ουσιαστικά) ελληνικού, πλην ισλαμικού πληθυσμού, αρχίζει ουσιαστικά μετά την ανεξαρτησία και επιταχύνεται με την εισβολή. Ναι, η Τουρκία μπήκε στο παιχνίδι καθ’ υπόδειξη των Άγγλων, όταν οι τελευταίοι, κάτω απ’ την πίεση της κοινής γνώμης (και του αμερικανικού δακτύλου), αναγκάστηκαν να προκηρύξουν το δημοψήφισμα στην Κύπρο.