Του Αλέκου Μιχαηλίδη
We don’t need no education
We don’t need no thought control
No dark sarcasm in the classroom
Teachers leave them kids alone
Hey! teachers! leave those kids alone!
All in all you’re just another brick in the wall.
All in all you’re just another brick in the wall.
We don’t need no thought control
No dark sarcasm in the classroom
Teachers leave them kids alone
Hey! teachers! leave those kids alone!
All in all you’re just another brick in the wall.
All in all you’re just another brick in the wall.
Αυτό το παραμύθι με τον ρατσισμό των Ελληνοκυπρίων κατά των Τουρκοκυπρίων ή των Ελλήνων κατά των Τούρκων πρέπει κάποτε να τελειώσει. Όχι για να χτίσουμε μια παραδεισένια ομοσπονδία (λες και το πρόβλημα είναι η συνεννόηση των κοινοτήτων και όχι η κατοχή), αλλά επειδή οι νευρικοί κλονισμοί ορισμένων (κάποιοι είναι και στη νεοσύστατη Τεχνική Επιτροπή για την Παιδεία), διότι δήθεν οι Ε/κ θέλουν να σφαγιάσουν τους Τ/κ, δεν ωφελούν σε τίποτε, ούτε στο Κυπριακό ως ζήτημα εισβολής και κατοχής ούτε βεβαίως στην περιβόητη «ειρήνη».
Στο ίδιο κλίμα και ο Μουσταφά Ακιντζί, ο οποίος δεν αποφεύγει να μας υπενθυμίζει πως τον πνίγει το άδικο επειδή «οι νέοι, κυρίως στη νότια Κύπρο, παραπλανούνται στα μαθητικά τους χρόνια», χωρίς ωστόσο να εξηγεί επί της ουσίας τι εννοεί. Ίσως να εννοεί πως δεν έπρεπε να διδασκόμαστε πως το 1571 οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Αμμόχωστο ή πως το 1821 απαγχόνισαν τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό ή πως το 1974 οι Τούρκοι έκαναν την εισβολή, αν και το τελευταίο δεν διδάσκεται στα 12 χρόνια κατώτερης και μέσης εκπαίδευσης της «νότιας Κύπρου».
Όμως είναι απόλυτα φυσιολογικό ο ηγέτης ενός κατοχικού καθεστώτος (μη αναγνωρισμένου διεθνώς μάλιστα) να μη χάνει ευκαιρία να λοιδορεί τα «κακώς κείμενα» της Κυπριακής Δημοκρατίας, για να πείσει πως «φταίμε κι οι δυο που ζούμε χώρια κάτω απ’ τον ίδιο ουρανό», αλλά κυρίως φταίνε οι «νότιοι». Αυτό που δεν είναι φυσιολογικό είναι η αφήγηση των Ελληνοκυπρίων που συμφωνούν πως οι μαθητές στον «νότο» παραπλανούνται στα μαθητικά τους χρόνια. Είναι γνωστοί, πλέον, εγγυητές του νέου απαρτχάιντ, όπου τίποτα δεν θα θυμίζει το «αμαρτωλό» παρελθόν των ιθαγενών. «Απειλούνται» από το αθώο «Δεν ξεχνώ» (λες κι η λήθη λύνει προβλήματα), «τρομάζουν» από διηγήσεις παππούδων, «σκιάζονται» από λαϊκές σοφίες.
Το αποδεικνύουν τα γραπτά τους: «Έγινα Τούρκος». Μια έκφραση που φανερώνει την απόσταση ανάμεσα στα δύο έθνη, την έχθρα, την προκατάληψη. Η γλώσσα έχει τη θαυμαστή αυτή ιδιοτροπία να καθρεφτίζει τις αντιλήψεις μιας γλωσσικής κοινότητας. Αυτά τα γλωσσικά τείχη, την αναπαραγωγή αυτών των στερεοτύπων, που δηλητηριάζουν τις ανθρώπινες σχέσεις και τη γεφύρωση των διαφορών, καλείται ο χώρος της εκπαίδευσης να εξουδετερώσει. Αν θέλει να είναι ένας χώρος σύγχρονος, ικανός να προετοιμάσει τα μέλη μιας κοινότητας να προσαρμοστούν στις τρέχουσες συνθήκες και να συμβιώσουν αρμονικά με τους ομογενείς, τους αλλοεθνείς, τους γείτονες, τους «μικρούς» και «μεγάλους» ξένους. (Κυριακή Στυλιανού, φιλόλογος-εκπαιδευτικός, omadakypros.eu). Αδυνατούν να κατανοήσουν τον πραγματικό λόγο της απόστασης «ανάμεσα στα δύο έθνη». Ή δεν θέλουν να τον κατανοήσουν για να μη διαλυθούν «όσα έχτισαν με ψέματα».
Αντί, επομένως, να στήνουν αποπροσανατολισμένες Τεχνικές Επιτροπές για την Παιδεία (ποιαν από τις δυο παιδείες πρέπει ν’ αγαπώ;), γεμάτες ανθρώπους ανίκανους να διαχειριστούν μια τόσο σημαντική παράμετρο, καλύτερα, αφού διαβάσουν Μάτση («Να γιατί δεν νοιάζομαι αν τη γη αυτή τη ζουν Τούρκοι, Έλληνες, Εβραίοι… Εκείνο που έχει αξία είναι να τη ζουν αυτοί που την ποτίζουν με τον ιδρώτα τους και να περπατούν πάνω της ελεύθεροι, διαφεντευτές της, κυρίαρχοί της. Ν’ αναπνέουν περήφανοι τον αέρα της που να ’ναι αέρας δροσιάς, ομορφιάς, λεβεντοσύνης. Όχι πνίχτης»), να συλλογιστούν ότι όταν οι δικοί μας παππούδες έλεγαν τα παραπάνω, οι παππούδες των «πολιτισμένων» δυτικών αγόραζαν και πουλούσαν «δούλους» και απαρνιούνταν το δικαίωμα ψήφου σε ανθρώπους λόγω χρώματος. Και πράγματι, όπως είπε ο χαρούμενος Ακιντζί, «οι νέοι, κυρίως στη νότια Κύπρο, παραπλανούνται στα μαθητικά τους χρόνια». Διότι δεν διδάσκονται σελίδα για την εισβολή και την κατοχή του 1974, αφήνονται έρμαια μιας σκοτεινής προπαγάνδας, η οποία προσπαθεί να πείσει δεκαεξάρηδες πως έκαναν πραξικόπημα, πως δεν πρέπει να έχουν απαιτήσεις από την Τουρκία, πως δεν πρέπει να εύχονται να ξημερωθούν στην Κερύνεια, πως πρέπει να λησμονήσουν τα χωριά των μανάδων τους, πως πρέπει να αγαπήσουν τον «οδυνηρό συμβιβασμό» και όχι τα όνειρά ή τη λευτεριά τους. Αυτό είναι παιδεία ειρήνης ή ο «ελλείπων κρίκος» της ίδια της κατοχής;
Ανάρτηση από: http://www.galatikohorio.com