Το «γκουβέρνο», και η χαμένη ευκαιρία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
Γ. Μπουτάρης: “Εγώ θα σου μάθω πως να αλλάζεις πολιτικές απόψεις με τακτ”
Του Γιώργου Ρακκά
Κατά την επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στο δημαρχείο της Θεσσαλονίκης, ο Γ. Μπουτάρης του ευχήθηκε «να κερδίσει έστω και με μια ψήφο». Ένωσε έτσι τη φωνή του, μαζί με όλους εκείνους που θεωρούν το νέο πουλέν της Μέρκελ, του Ομπάμα και του… Νταβούτογλου, ως εκλεκτό για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Από την σκοπιά της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι δηλώσεις του δημάρχου θέτουν ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα: Γιατί ενταφιάζουν, υπαρκτές, ρεαλιστικές, και εφικτές προοπτικές ώστε οι δήμοι να πρωτοπορήσουν στη μεγάλη αλλαγή που χρειάζεται ο τόπος.
Όχι. Ρόλος των δημάρχων δεν είναι να παρεμβαίνουν υπέρ του ενός ή του άλλου εκπροσώπου του πολιτικού κατεστημένου της χώρας, που έχει αγγίξει απροσμέτρητα βάθη παρακμής, και είναι το χειρότερο σε όλη την ιστορία του ελληνισμού. Οι τοπικοί ηγέτες δεν μπορεί και δεν πρέπει να παίζουν ρόλο ανεξάρτητου υδραυλικού στο κομματικό, αποχετευτικό σύστημα της χώρας.
Αντίθετα, οι δήμοι πρέπει να παρέμβουν επί της ουσίας στα προβλήματα της χώρας, από τοπική σκοπιά, και υπό το πρίσμα ενός θεσμού, ο οποίος δεν έχει σαπίσει όσο έχει σαπίσει το κεντρικό κράτος, κι επίσης δεν έχει απαξιωθεί στα μάτια των πολιτών όσο αυτό.
Διότι, παρά την ασφυξία των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και την καταστροφική επίδραση του Καλλικράτη, η τοπική αυτοδιοίκηση δεν τελεί υπό καθεστώς ξένης επιστασίας, και δεν υλοποιεί υπαγορευμένες πολιτικές. Δεν αντιμετωπίζει, δηλαδή, το αδιέξοδο που αντιμετωπίζει η κεντρική πολιτική σκηνή.Από την σκοπιά της τοπικής αυτοδιοίκησης, οι δηλώσεις του δημάρχου θέτουν ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα: Γιατί ενταφιάζουν, υπαρκτές, ρεαλιστικές, και εφικτές προοπτικές ώστε οι δήμοι να πρωτοπορήσουν στη μεγάλη αλλαγή που χρειάζεται ο τόπος.
Όχι. Ρόλος των δημάρχων δεν είναι να παρεμβαίνουν υπέρ του ενός ή του άλλου εκπροσώπου του πολιτικού κατεστημένου της χώρας, που έχει αγγίξει απροσμέτρητα βάθη παρακμής, και είναι το χειρότερο σε όλη την ιστορία του ελληνισμού. Οι τοπικοί ηγέτες δεν μπορεί και δεν πρέπει να παίζουν ρόλο ανεξάρτητου υδραυλικού στο κομματικό, αποχετευτικό σύστημα της χώρας.
Αντίθετα, οι δήμοι πρέπει να παρέμβουν επί της ουσίας στα προβλήματα της χώρας, από τοπική σκοπιά, και υπό το πρίσμα ενός θεσμού, ο οποίος δεν έχει σαπίσει όσο έχει σαπίσει το κεντρικό κράτος, κι επίσης δεν έχει απαξιωθεί στα μάτια των πολιτών όσο αυτό.
Αντίθετα μάλιστα, υπό την αίρεση ότι θα έχουν διοικήσεις που να διαθέτουν όραμα και εναλλακτική στρατηγική για τη χώρα, μπορούν να εφαρμόσουν μια πολιτική που βρίσκεται στον αντίποδα των κεντρικών πολιτικών του μνημονίου: Να ασκήσουν κοινωνική πολιτική επί της ουσίας, να επεξεργαστούν σχέδια για την ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας, να συμβάλουν στην αναγέννηση των κατά τόπους εκπαιδευτικών θεσμών και σε μια πολιτιστική αναγέννηση. Από τη σκοπιά του εφικτού, η τοπική αυτοδιοίκηση της χώρας μπορεί να παίξει τον ρόλο θεσμού που θα πρωτοπορήσει σε μια νέα πολιτιστική, κοινωνική και οικονομική άνθιση της κοινωνίας μας –ικανοποιώντας μάλιστα μια από τις πιο βαθιές αναγκαιότητες για τη βιωσιμότητά της, εκείνην της αποκέντρωσης.
Οι δήμοι μπορούν να λειτουργήσουν, ως προς τις ενότητές τους, ως άτυπα υπουργεία Κοινωνικής Πρόνοιας, Παιδείας, Πολιτισμού, Τοπικής Ανάπτυξης. Και μάλιστα από την φύση του ο θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης επιτρέπει περισσότερη δημοκρατία και κοινωνικό έλεγχο πάνω σε αυτές τις πολιτικές –ασύγκριτα περισσότερη από το δεινοσαυρικό και ακινητοποιημένο κράτος.
Γι’ αυτό απαιτείται μια ρεαλιστική και αντιστασιακή στρατηγική, δηλαδή θεμελιωμένη πάνω στην αυτονομία της τοπικής αυτοδιοίκησης. Που βρίσκεται απέναντι στις γερασμένες αντιλήψεις περί «γκουβέρνου» και την καταθλιπτική βαρύτητα που αποπνέει ο κομφορμισμός του δημάρχου απέναντι στο σύστημα και ο οποίος τον σύρει σε τοποθετήσεις Ο.Φ.Α (Όπου Φυσάει ο Άνεμος).
Πρώτα και πάνω απ’ όλα, στον τόπο μας η τοπική αυτοδιοίκηση είναι κίνημα, όχι (μόνον) διεκδίκησης, αλλά κίνημα με το οποίο οι πολίτες ορίζουν τη φυσιογνωμία της καθημερινότητάς τους. Και αυτή της η ιδιότητα, που συνοδεύει τον θεσμό στη βαθιά πορεία του μέσα στην ελληνική ιστορία –μέχρι την αρχαιοελληνική άμεση δημοκρατία–, την καθιστά προνομιακό πεδίο για να διεξάγουμε μια αυθεντική επανάσταση.
Υ.Γ. Αντίθετα με όσα λέει ο δήμαρχος, ο Τσίπρας πρέπει να καταψηφιστεί όχι μόνο για τις καταστροφές που προκάλεσε η κυβέρνησή του στη χώρα. Αλλά, κυρίως, γιατί εξαπάτησε τον ελληνικό λαό –και έχει το θράσος να το παίζει και απατημένος. Αν δεν τιμωρηθεί γι’ αυτόν το λόγο στις κάλπες της 20ης Σεπτεμβρίου, η ελληνική κοινωνία θα κάνει πολύ καιρό να ξανασηκώσει κεφάλι στα πεπραγμένα των επόμενων κυβερνήσεων, ανεξάρτητα από το ποιες θα είναι αυτές. Δημοκρατία σημαίνει δικαιοσύνη και σε αυτόν τον τόπο η δικαιοσύνη ορίζει ότι όποιος διέπραξε ύβρη, εν προκειμένω να περιπαίξει την ελπίδα και το αντιστασιακό αίσθημα του ελληνικού λαού για να γραπωθεί στην καρέκλα της εξουσίας, εισπράττει την νέμεση. Ας μη δολοφονήσουμε την πιο θεμελιώδη λειτουργία της δημοκρατίας, λοιπόν, στον τόπο που τη γέννησε: Γι’ αυτό και ο Τσίπρας πρέπει να χάσει, έστω και με μια ψήφο!
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr