Σάββατο 12 Απριλίου 2014

Ποιος μιλάει και ποιος πληρώνει

Του Γεράσιμου Δεληβοριά

Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας, είχε επιβληθεί στην Αθήνα ο φόρος ομιλίας. Όποιος συλλαμβάνονταν να μιλά (ελληνικά), πλήρωνε φόρο. Μικρή εξαίρεση κι απαλλαγή απολάμβαναν οι τρελοί. Αυτοί είχαν μαζί με το ακαταλόγιστο και την απεριόριστη ελευθερία του λόγου, για να γελάνε μαζί τους οι Λατίνοι δυνάστες. Από κει έρχεται και η έκφραση «αυτός μιλάει και φόρο δεν πληρώνει».
 Οι κακές συνήθειες (των εξουσιαστών) δεν ξεχνιούνται. Ο καθηγητής Γ. Κασιμάτης προσπαθεί να δημοσιεύσει ένα άρθρο που αποδεικνύει και αναδεικνύει την παρανομία των κυβερνήσεων τουλάχιστον από το 2009 και μετά, την αντισυνταγματικότητα των νόμων και αποφάσεων που ψήφισαν και έλαβαν όλα αυτά τα χρόνια,
την αντεθνικότητα τους αφού έχουν εκχωρήσει την εθνική κυριαρχία,  όμως βρίσκει τις πύλες του Τύπου, όλων των αποχρώσεων και κατευθύνσεων κλειστές.
 Προφανώς ο κ. Κασιμάτης, πρέπει να πληρώσει κάποιον φόρο. Φόρο αξιοπρέπειας. Να «στρογγυλέψει» λιγάκι τις απόψεις του, να απαλύνει τις αιχμές του, να κρατήσει και μια «πισινή», να βάλει μερικά ερωτηματικά και κάποιο διαζευκτικό, ας πούμε. Να γίνει «συστημικός».

 Ο κ. Ν. Δήμου όμως δεν πληρώνει φόρο και μπορεί να λέει ότι κατεβάσει η γκλάβα του ανενόχλητα. Και βρίσκει τις πύλες του Τύπου ολάνοιχτες. Δεν είναι τρελός, κάθε άλλο. Μιλά κι αυτός με αποφθέγματα  όπως και οι επικριτές του. Τα επιχειρήματα του είναι το εξής ένα. Το κύρος που του προσδίδει η παλαιότερη συνεργασία του με δημοσιογραφικό συγκρότημα, απ’ τη μόνιμη στήλη του οποίου μπορούσε να αερολογεί επι παντός επιστητού. Έτσι ξεμπερδεύει με μερικές λέξεις με την Επανάσταση του 21, τον Κοραή, τον Καποδίστρια κι όποιον άλλο έχει την ατυχία να υποπέσει στην αντίληψη της αυθεντίας του.
 Όμως ενώ ο κάθε επικριτής του εξομοιώνεται με «κοιλαρά γυμνασιάρχη κεφαλοχωρίου δεκαετίας του 50», αυτός είναι απλώς «αναθεωρητής» (Τ.Θεοδωρόπουλος, Καθημερινή 6/4/14), τουτέστιν μια διαφορετική «άποψη», με την οποία ο καλός δημοσιογράφος ταυτίζεται ευχαρίστως γιατί του τη σπάνε οι κοιλαράδες γυμνασιάρχες των κεφαλοχωρίων.
 Με όπλο το ίδιο κύρος που του προσδίδει η μόνιμη στήλη του, σπεύδει να αποδομήσει τον «μύθο» της συνέχειας του ελληνικού έθνους, με μόνο επιχείρημα πως ενάμιση αιώνα μετά την συγγραφή της ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, ο κόσμος που ζούμε είναι τελείως διαφορετικός από τον κόσμο που ζούσε ο Παπαρρηγόπουλος.
 Αυτό κι αν είναι επιχείρημα. Ο κόσμος  του Πυθαγόρα, του Νεύτωνα, του Πασκάλ και του Λαβουαζιέ, ήταν σαφώς διαφορετικός απ’ τον δικό μας, όμως το τετράγωνο της υποτείνουσας εξακολουθεί να ισούται με το άθροισμα των τετραγώνων των καθέτων πλευρών και τα μήλα εξακολουθούν να πέφτουν κάτω απ’ τη μηλιά, ενίοτε και στα κεφάλια ανέμελων φυσιολατρών.
 Αυτή την εποχή εξάλλου, διεξάγεται έντονη συζήτηση με τη συμμετοχή διακεκριμένων καθηγητών πανεπιστημίου ακριβώς πάνω στο θέμα της συνέχειας του ελληνικού έθνους, με αφορμή την γενίκευση που επιχείρησε αυθαίρετα ο Χομπσμπάουμ και άλλοι ιστορικοί για την δημιουργία των σύγχρονων εθνών. Την ίδια μέρα (6/4/14) με το άρθρο του κ. Θεοδωρόπουλου, δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑ  άρθρο του καθηγητή Ν.Βαγενά, με τίτλο  «Επετειακά», όπου καταγράφεται η ύπαρξη και η  συνέχεια της εθνικής μας συνείδησης, πολύ πριν από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους.
 Όσο για την «καθαρότητα» της ελληνικής φυλής, εδώ τα πράγματα περιπλέκονται. Δεν πάει πολύς καιρός, λιγότερο από χρόνο μάλλον, που δημοσιεύθηκαν στον ελληνικό Τύπο τα αποτελέσματα πανεπιστημιακής έρευνας που δείχνει πως το  γονιδίωμα  των Ελλήνων παραμένει αναλλοίωτο από την αρχαιότητα έως σήμερα, σε ποσοστό μάλιστα που αγγίζει τα όρια του απόλυτου. Καθώς ο τόπος μας υπέστη αμέτρητες κατακτήσεις και κυρίως, μετακινήσεις πληθυσμών, αυτό το γεγονός μπορεί να δείχνει δύο πράγνατα.
 Ή πως οι προγιαγιάδες μας ήταν πολύ καλές στο τρέξιμο,
 Ή πως οι πληθυσμοί που μετακινήθηκαν κι αφομοιώθηκαν από το έθνος μας ήταν γονιδιακά όμοιοι με μας. Απομένει στους αρμόδιους επιστήμονες ερευνητές να μας διαφωτίσουν περισσότερο, κυρίως αν φυλετικοί «αδελφοί» μας εξακολουθούν να ζούν και πόσοι σε όμορα ή παραπλήσια κράτη.
 Όσο για μύθους που κυριαρχούν και μας ταλανίζουν, υπάρχουν κι εδώ μπορεί ο κ. Θεοδωρόπουλος να ηγηθεί (εξουσία είναι άλλωστε, έστω και τέταρτη) στην εκστρατεία αποδόμησης τους. Πρώτα έρχονται οι μύθοι του εβραϊκού λαού που διδάσκονται σαν ιστορία στα σχολεία μας, προκαλώντας σύγχυση στα μικρά παιδιά κι απέραντη ανία στα μεγαλύτερα (η καλή κι αγαπημένη μας δασκάλα δίσταζε να διδάξει σε παιδιά 4ης Δημοτικού για το ποιο είναι το ψηλότερο βουνό της γής, καθώς η Παλαιά Διαθήκη επέμενε πως είναι το Αραράτ, όπου προσάραξε λέει η κιβωτός του Νώε).
 Υπάρχει επίσης ο μύθος των Ινδοευρωπαίων (παλαιότερα Ινδογερμανών), που κατασκευάστηκε από υμνητές του γερμανικού και βρετανικού ιμπεριαλισμού τον 19ο αιώνα για να προσδώσει μιαν ευγενική – αριστοκρατική καταγωγή στα ιμπεριαλιστικά αυτά κράτη – έθνη (ας μην ξεχνάμε πως η προσωνυμία «Άρειοι», σημαίνει «ευγενείς» στα αρχαία Περσικά). Μύθος που καταρρίφθηκε εδώ και πολύ καιρό από εξέχοντες επιστήμονες όπως ο Χρ.Ντούμας, εξακολουθεί όμως να προβάλλεται (και να επιβάλλεται), κυρίως από τον Τύπο (την 4η εξουσία).

 Αν όμως αναλογισθούμε πως το ανθρώπινο γένος μετρά κιόλας τρία με τέσσερα εκατομμύρια χρόνια παρουσίας στη μικρή γαλάζια σφαίρα μας, ίσως είναι καιρός να πάψει ν’ αναζητά και να κατασκευάζει μύθους για πυρήνα και συνεκτικό υλικό των κοινοτήτων του. Ίσως είναι καιρός να προσφύγουμε στα δημιουργήματα της ανθρώπινης συνείδησης και διανόησης. Κι εδώ η κολυμπήθρα που κληροδότησαν οι πρόγονοι μας στην ανθρωπότητα, είναι γεμάτη από τέτοια «δημιουργήματα».