Το φρόνημα γεννιέται από την ανάγκη μα ταυτόχρονα την ξεπερνά
Του Τάσου Βαρούνη
Μπορεί τα πάντα γύρω σου να είναι ή να φαντάζουν ερείπια, να είσαι συντετριμμένος, αλλά το κεφάλι να παραμένει ψηλά. Μπορεί ακόμα και να ελπίζεις. Αυτό φοβούνται περισσότερο οι άρχοντες. Θέλουν να ξεμπερδέψουν με το φρόνημα. Κάτι που γεννιέται από την ανάγκη μα ταυτόχρονα την ξεπερνά. Κάτι που χτίζεται στην πραγματική ζωή μα δεν προκύπτει κι αυθόρμητα. Την πεποίθηση ότι μπορούμε να είμαστε κάτι παραπάνω από υποταγμένοι και θύματα.
Δοκίμασαν πολλά. Από τη συλλογική ενοχή του «μαζί τα φάγαμε», το success story, τη μαζική καταστολή, το κατέβασμα του πήχη και την επιστροφή στην κανονικότητα των μυαλών. Η άρνηση του Νίκου Ρωμανού έχει ένα τέτοιο στοιχείο φρονήματος. Μια λεβεντιά που εμφανίζεται ξανά στις δύσκολες μέρες που ζούμε και ψάχνει να βρει το δρόμο της. Παραμένει ζητούμενο να την ανυψώσουμε σε πιο συλλογικές σφαίρες και να την αξιοποιήσουμε όσο γονιμότερα γίνεται.
Τυχόν αποδοχή ότι ζούμε σε συνθήκες «εκτροπής» και «έκτακτης ανάγκης» θα σήμαινε και μια αντίστοιχη συμπεριφορά απ’ όσους θέλουν ν’ αλλάξουν τα πράγματα. Συμβαίνει, όμως, αυτό ή μήπως παραμένουμε απελπιστικά ίδιοι; Με μια αντίληψη περί πολιτικής που εγκλωβίζεται στο καθυστερημένο έδαφος της ομαλότητας και του ανύπαρκτου φιλελεύθερου κράτους. Εντός συμβάσεων και προσφερόμενων ρόλων. Αυτή η αναντιστοιχία μεταξύ λόγου και πράξης, μεταξύ εκτιμήσεων και στάσεων, καταγγελίας και διαφοροποίησης, σχεδίων επί χάρτου και πραγματικών μαχών, είναι που δίνει στο παράδειγμα του Νίκου Ρωμανού μια αυξημένη αίγλη. Η αλληλεγγύη προσφέρεται όχι λόγω των πρακτικών και των αντιλήψεών του, αλλά κυρίως λόγω της εντιμότητάς του.
Πίστη και ιδέες
Γιατί ένας άνθρωπος 21 ετών αποφασίζει να προχωρήσει –όπως λέει ο ίδιος– σε πολιτικό εκβιασμό των κυβερνώντων. Δεν μετράμε εδώ την επιτυχία, το πρόσημο, ούτε τα παραγόμενα. Αλλά την πρόθεση να συγκρουστεί με την αναμονή και την ηττοπάθεια. Το όπλο του Ρωμανού είναι απλά μια ορισμένη πίστη. Μπορεί να είναι άστοχη, πιθανά αφελής, ακόμα και να αποτελέσει αντικείμενο κρατικού χειρισμού. Είναι, όμως, δικό μας πρόβλημα το να εφεύρουμε μια άλλη «καλύτερη». Όχι άποψη, όχι σύνθημα, ούτε πρόγραμμα. Αλλά πίστη και κινητήριες ιδέες που θα νοηματοδοτούν τη ζωή μας σε κάθε της διάσταση. Μια τέτοια ταύτιση, συνάντηση, τριβή σκέψεων και επιλογών είναι μάλλον απαραίτητη για ν’ ανασάνουμε πραγματικά βαθιά.
Αν το κράτος και το πολιτικό σύστημα έχουν χάσει κάτι από την υπόληψή τους, αυτό δεν σημαίνει αδυναμία. Κι εδώ προκύπτει ένα δύσκολο ζήτημα που η δεδομένη και ολόψυχη αλληλεγγύη μας στον Ρωμανό δεν φτάνει για να το λύσει. Στον αγώνα ενάντια στη γενικευμένη αδικία θα παράγεται ένα δίκαιο ασυνήθιστο. Η διεκδικούμενη δικαιοσύνη θα γεννά μια νομιμότητα άλλης μορφής και τάξης, ίσως άγρια και ακατανόητη. Ποιοι θα είμαστε ή με ποιους θα είμαστε; Ποια περιεχόμενα θα αποκτά το «ή εμείς ή αυτοί»; Τα δίπολα αριστεροί-δεξιοί, προοδευτικοί-συντηρητικοί, φτωχοί-πλούσιοι, υποταγμένοι-εξεγερμένοι, μεσαία στρώματα-εργάτες, νέοι-μεγαλύτεροι κ.ο.κ. συσκοτίζουν. Όχι γιατί δεν υπάρχουν, αλλά γιατί η υπόσταση και η συμπεριφορά των δυο πόλων δεν είναι δεδομένη. Είναι, κυρίως, η συνειδητή πράξη που θα τους δώσει αυτή ή την άλλη διάσταση και τους αντίστοιχους ρόλους.
Αλληλεγγύη
Ο υπαρκτός καπιταλισμός «φτιάχνει», μέρα τη μέρα, το υποκείμενό του. Το νεοφιλελεύθερο άτομο. Όλοι έχουμε κάτι απ’ αυτό, ειδικά οι νεότεροι. Μα είναι πια ορατές και οι αρνήσεις του. Αυτό το «άτομο» που τον Δεκέμβρη του ΄08 τα έκανε λίμπα. Αυτό που στις πλατείες φώναξε «Ουστ». Αυτό που σιωπηλά δίνει ένα πιάτο φαΐ στο διπλανό του. Χρειαζόμαστε πολλά τέτοια «περάσματα». Άλλοτε κρυφά κι ατομικά, άλλοτε μαζικά κι εκκωφαντικά, ίσως καταγεγραμμένα και ως δόσεις ηρωισμού, όπως του Ρωμανού. Το απόθεμα ανθρωπιάς, η κοινωνικότητα, το ότι μπορούμε να υπάρξουμε αλλιώς αναμεταξύ μας, η άρνηση των ανταγωνισμών υπέρ του «κοινού» είναι συχνά πιο δυνατά από μια στεγνή πολιτικοποίηση. Απέναντι στη σκληρή γραμμή του «εναντίον όλων» –ίσως και ενός «μηδενισμού»– πρέπει να υψώσουμε κάτι πιο καθολικό. 10.000 ανάσες δεν είναι λίγες, μα ούτε και πολλές. Αν η αλληλεγγύη δεν είναι δεδομένη, τότε έχουμε πρόβλημα. Μα και αν θεωρηθεί δεδομένη, πάλι πρόβλημα έχουμε.
Ανάρτηση από: http://www.e-dromos.gr