Αν ήταν φυσικό πρόσωπο, θα μιλούσαμε για παθητικο-επιθετική συμπεριφορά. Όμως είναι η γερμανική εξωτερική πολιτική – οπότε θα χρειαστεί για την περίσταση να επινοηθούν νέοι όροι.
Η ομοσπονδιακή Κάτω Βουλή της Γερμανίας ενέκρινε, με μόλις μία αρνητική ψήφο και μία αποχή, το ψήφισμα που προωθούσε από καιρό το Κόμμα των Πρασίνων (και δη ο καταγόμενος από την τσερκέζικη κοινότητα της Τουρκίας συμπρόεδρός του, Cem Özdemir) στο οποίο η Σφαγή των Αρμενίων το 1915 αναγνωρίζεται ως γενοκτονία.
Μολονότι προφανώς δεν θέλησε (ή δεν μπόρεσε) να αποτρέψει την εξέλιξη αυτή, η καγκελάριος Angela Merkel προτίμησε να απουσιάσει από την ψηφοφορία, προφασιζόμενη φόρτο εργασίας, όπως έπραξαν και ο αντικαγκελάριος Sigmar Gabriel με τον υπουργό Εξωτερικών Frank-Walter Steinmeier, από το κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών, προκειμένου να διατηρήσουν προσωπικά τη δυνατότητα να συνομιλούν με την Άγκυρα, αποδίδοντας το επίμαχο ψήφισμα στην “ανεξαρτησία του κοινοβουλίου”. Ωστόσο, στην δοκιμαστική ψηφοφορία που πραγματοποιήθηκε την προηγουμένη στην κοινοβουλευτική της ομάδα, η Angela Merkel είχε ταχθεί με την πλειοψηφία, δίνοντας καθησυχαστικό μήνυμα προς το εσωτερικό του κόμματος.
Ακολούθως, και ενώ η Bundestag έπραξε αυτό ακριβώς που εγγυημένα θα καθιστούσε έξαλλη την τουρκική ηγεσία, η καγκελάριος Merkel έσπευσε να σχετικοποιήσει τη βαρύτητα του συμβάντος, δηλώνοντας σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον γ.γ. του ΝΑΤΟ Jens Stoltenberg, ότι “την Γερμανία και την Τουρκία τις συνδέουν πάρα πολλά – Ακόμη και αν σε ένα συγκεκριμένο θέμα διατηρούν διαφορετικές απόψεις. Το εύρος των φιλικών και στρατηγικών σχέσεών μας, είναι μεγάλο – ξεκινώντας από θέματα άμυνας μέχρι τα τρία εκατομμύρια πολιτών τουρκικής καταγωγής που ζουν στην Γερμανία”. Από την πλευρά του, ο Steinmeier εξέφρασε την ελπίδα να καταστεί εφικτό να μην υπάρξουν “υπεραντιδράσεις”.
Φυσικά, όποια και αν είναι η αντίδραση της Άγκυρας, θα φανεί σε αυτό το πλαίσιο “υπερβολική”. Πόσω μάλλον που η Γερμανία εντάσσει την αναγνώριση της αρμενικής γενοκτονίας στο πλαίσιο της αναμέτρησης με τις δικές της ιστορικές ευθύνες – ως συμμάχου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και συνεργού στο έγκλημα. Όπως η σημερινή γενεά των Γερμανών αναλαμβάνει το “καθήκον της μνήμης” για το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα και τώρα τη Σφαγή των Αρμενίων, έτσι και οι σημερινοί Τούρκοι, χωρίς να ενοχοποιούνται για τα πεπραγμένα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, θα πρέπει να αντικρίσουν την αλήθεια, με το βλέμμα στραμμένο θετικά “προς το μέλλον”: τη συμφιλίωση με τη Δημοκρατία της Αρμενίας κ.ο.κ. Για άλλη μία φορά, η Γερμανία διαπραγματεύεται έχοντας καταλάβει προηγουμένως μιαν απρόσβλητη θέση ηθικού πλεονεκτήματος.
Μέχρι πέρσι, βέβαια, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Οι εκδηλώσεις μνήμης ανά τον κόσμο για τη συμπλήρωση εκατό ετών από την έναρξη της Σφαγής δεν κινητοποίησαν την πλειοψηφία της Bundestag, ώστε να υιοθετήσει το ψήφισμα των Πρασίνων, διότι η διατήρηση των καλών σχέσεων με την Άγκυρα προείχε. Αυτό που δεν συνέβη όμως σε περισσότερο πρόσφορο χρόνο, συμβαίνει τώρα – μολονότι (ή μάλλον, ακριβώς επειδή) η προσφυγική κρίση έχει καταστήσει την συνεργασία της Τουρκίας στην προσφυγική κρίση ζήτημα ζωτικής σημασίας για την Γερμανία.
Στην πραγματικότητα, η γερμανική κοινή γνώμη, η οποία σε ποσοστό 79% υποστήριζε σε δημοσκόπηση των Απρίλιο ότι “δεν εμπιστεύεται την Τουρκία”, βιώνει ως μία μορφή ταπείνωσης τις ουσιαστικές και συμβολικές παραχωρήσεις προς τον Tayyip Erdoğan. Η δε καγκελάριος, που ποτέ δεν αφήνουν αδιάφορη οι δημοσκοπήσεις, εισέπραξε προσωπικό πολιτικό κόστος όταν έφθασε μέχρι του σημείου να επιτρέπει την δίωξη του κωμικού Jan Böhmermann για προσβολή του Τούρκου προέδρου. Ο ίδιος ο ισχυρός άνδρας της Άγκυρας υπερτίμησε τις δυνατότητές του, όταν απειλούσε δημοσίως την Ευρώπη με απελευθέρωση των προσφυγικών ροών, εάν δεν ικανοποιηθούν οι όροι του.
Ωστόσο, η θέση της Τουρκίας στην παρούσα φάση είναι δυσχερής και η “απώλεια του μοναδικού της φίλου”, όπως το θέτει το Foreign Policy αποτελεί πολυτέλεια. Αρκεί κανείς να αναλογισθεί ότι το δειλό άνοιγμα της νέας κυβέρνησης Yıldırım προς τη Ρωσία απαντήθηκε αυστηρά από τον Vladimir Putin, ο οποίος από ελληνικού εδάφους επέμεινε ότι χρειάζεται έμπρακτη μεταμέλεια για την κατάρριψη του ρωσικού Suhoi-24 τον Νοέμβριο. Ακόμη χειρότερα: οι ΗΠΑ αποκρούουν την πρωτοβουλία της Άγκυρας να χαρακτηρίσει “τρομοκρατική οργάνωση” το δίκτυο του εγκατεστημένου στην Πενσυλβάνια ιεροκήρυκα Fethullah Gülen και επιχειρούν μαζί με τους Κούρδους μαχητές της Συρίας, οι οποίοι έχουν ήδη παραβιάσει την τουρκική “κόκκινη γραμμή” της διάβασης του Ευφράτη.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Γερμανία κινείται μάλλον εκ του ασφαλούς, επαναφέροντας την Τουρκία στα πραγματικά της μεγέθη. Το αν αυτό προοιωνίζεται μια συνολική στροφή προς την “απεξάρτηση” από την Άγκυρα στο προσφυγικό (όπως “προαναγγέλλει” με συνέντευξή του στο Spiegel ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών Sebastian Kurz) είναι το μέγα ερώτημα των επόμενων ημερών.
Ανάρτηση από: http://www.capital.gr