Της Σύνταξης της εφημερίδας Ένωση
ΑΝ ο χρόνος που σπαταλούν οι ταγοί του τόπου στο να «προστατέψουν» το «κεκτημένο» της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, διοχετευόταν σε πιο σημαντικά ζητήματα, θα ήμασταν, ίσως, ένα φυσιολογικό κράτος. Θα ασχολούνταν οι άνθρωποι με τα κοινά, θα είχαν την όρεξη να ασχοληθούν με τα εθνικά ζητήματα, μπορεί να έκαναν και κανένα αντάρτικο, εφόσον δεν θα υπήρχε η ψευδαίσθηση πως θα λυθεί το Κυπριακό με τις καταραμένες τις διαπραγματεύσεις. Αλλά όχι. Εδώ κάθε τρεις και λίγο συζητείται αυτή η φενάκη της ΔΔΟ και το κατά πόσον έχει σωστό περιεχόμενο, το οποίο θα μας οδηγήσει στα «ανάκτορα» μα όχι στην Κερύνεια.
ΑΝ, λοιπόν, ειδικότερα μετά το βατερλώ του Κραν Μοντανά, γινόταν από κάποιους κατανοητό ότι οι μέρες του Ιούλη είχαν ως αποτέλεσμα μονάχα τον επιθανάτιο ρόγχο της ΔΔΟ, τώρα δεν θα συζητούσαμε καν για τον δεύτερο γύρο των εκλογών. Αν κινούνταν με το ίδιο σκεπτικό που όφειλε να κινηθεί ο Τάσσος Παπαδόπουλος στις 25 Απρίλη 2004, μια μέρα μετά το συντριπτικό ΟΧΙ του κυπριακού Ελληνισμού στη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία.
ΑΝ, επομένως, γινόταν αντιληπτός ο αναγκαίος θάνατος, όχι μόνο της ΔΔΟ, αλλά όλης αυτής της τακτικής της ήττας που διακατέχει τους αφέντες μας, το ΔΗΣΑΚΕΛ θα οδηγείτο με μαθηματική ακρίβεια στην απομόνωση. Ο Νίκος Αναστασιάδης θα ήταν ο «έκπτωτος άγγελος», όχι μόνο για τους σκληροπυρηνικούς ναινέκους, μα για το σύνολο των ψηφοφόρων του ΔΗΣΥ, ενώ ο Άντρος Κυπριανού και το ΑΚΕΛ θα έψαχναν τρόπο να συγκρατήσουν τις μάζες τους. Αυτά γιατί ούτε η ηγεσία του ΔΗΣΥ ούτε η ηγεσία του ΑΚΕΛ θα απέρριπταν τη ΔΔΟ, η οποία τους ανάγιωσε, τους συντήρησε στην εξουσία όλα αυτά τα χρόνια. Εξαιτίας αυτής, μάλιστα, διατήρησαν τα πλήθη τους στη μιζέρια των συνομιλιών και της αποβλάκωσης.
ΑΝ, φυσικά, γινόταν αποδεχτή η επεξήγηση του «τι είναι και τι θέλει ο κυπριακός Ελληνισμός». Διότι, την τελευταία φορά που δόθηκε απάντηση ήταν στις 24 Απριλίου 2004. Και δεν έγινε αποδεχτή. Έπρεπε να περάσουν χρόνια για να συλλογιστεί μια μερίδα των πολιτικών δυνάμεων ότι ο λαός δεν συνυπογράφει την ήττα, αλλά ακόμα συντηρούν αυτήν την άνευ ουσίας συζήτηση μεταξύ τους. Κυρίως το ΔΗΣΑΚΕΛ επιμένει να επιρρίπτει ευθύνες σε όσους απορρίπτουν τη ΔΔΟ, σάμπως και αυτό είναι το μείζον ζήτημα της πολιτικής στο Κυπριακό. Ή σάματις και τόσα χρόνια που στήριξαν με νύχια και με δόντια τη ΔΔΟ καταφέραμε οτιδήποτε. Ακλόνητοι επιμένουν να συζητούν για νεκρές συμφωνίες, την ώρα που ισλαμοποιούνται τα κατεχόμενα, την ώρα που κτίζονται τζαμιά, την ώρα που «επικυρώνεται» η σύνδεση της Τουρκίας είτε με αγωγούς είτε στην εκπαίδευση, την ώρα που σπαραχτικά ο Ελληνισμός φωνάζει για την επιβίωσή του.
ΑΝ, εν τέλει, μπορεί να υπάρξουν δυνάμεις που θα αναλάβουν τις ευθύνες τους και θα τελειώσουν τη συζήτηση περί ΔΔΟ, καλώς. Αν όχι, «όταν ο κόσμος μας θα καίγεται, όταν τα γεφύρια πίσω μας θα κόβονται», τηλεοπτικά πάνελ θα παραμένουν ολοζώντανα και εκπρόσωποι του ΔΗΣΑΚΕΛ θα επιτίθενται σε εκπροσώπους της αντιπολίτευσης, οι οποίοι θα δικαιολογούνται για την όποιαν απόρριψη της ΔΔΟ. Όλα υπό ένα καθεστώς μικροκομματικής αυτοδικαίωσης για όλα αυτά που προηγήθηκαν.
Άρα πρέπει να τελειώσει η συζήτηση και η νεκρανάσταση. Η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, αν όχι συνολικότερα η Ομοσπονδία, οδηγήθηκε προσφάτως στην τελευταία της κατοικία. Από κει και πέρα, είτε θα υπάρξει πραγματική αλλαγή είτε θα συνεχιστεί η μετριότητα. «Ή θα εξακολουθούμε να γονατίζουμε όπως αυτός ο δραπέτης, ή θα κτίζουμε άλλον πύργο ατίθασο απέναντί τους». Ή θα επανακαθορίσουμε τις βασικές μας τις αρχές και θα ζήσουμε ως ελεύθεροι Έλληνες ή θα συζητούμε επ’ αόριστον για το σωστό ή λάθος περιεχόμενο κάποιων συμφωνιών καμαρώνοντας για τον «ρεαλισμό» μας. Αιωνία η μνήμη…
Ανάρτηση από: http://efimeridaenosis.com