Τετάρτη 27 Μαρτίου 2013

Μεταξύ υποταγής και αυτοχειρίας, η μακρά πορεία της ανασυγκρότησης

Του Γιώργου Καραμπελιά


Από την αρχή της οικονομικής κρίσης το 2010 έχουμε τονίσει αναρίθμητες φορές, πως η ελληνική κρίση πέρα από τα συγκυριακά της χαρακτηριστικά, είναι κρίση δομική, κρίση του κοινωνικού και οικονομικού της μοντέλου, και δεν μπορεί να θεραπευτεί με ημίμετρα. Ούτε βέβαια με την επιστροφή στο status quo ante. Παράλληλα, και σε συνάφεια με το προηγούμενο, υπογραμμίζουμε πως δεν μπορεί κανένας να μιλήσει αξιόπιστα για έξοδο από την κρίση αν δεν ξεκινήσει από το βασικό και θεμελιώδες πρωταρχικό δεδομένο της παρακμής. Ο ελληνικός λαός, το ελληνικό έθνος βιώνει μια βαθύτατη παρακμή. Μια παρακμή οικονομική, κοινωνική, πνευματική, πολιτική, πολιτισμική, μια παρακμή που συνδυάζεται με τη δημογραφική κατάπτωση, τη γεωπολιτική συρρίκνωση, την ενίσχυση των ανατολικών ρευμάτων. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια είμαστε υποχρεωμένοι να κινηθούμε με στόχο αρχικά να σταματήσουμε την κατρακύλα και σταδιακά να αρχίσουμε να οικοδομούμε μια διαφορετική πολιτική, τα χαρακτηριστικά της οποίας επισημαίνουμε εδώ και δεκαετίες: Παραγωγική ανασυγκρότηση, παιδευτική αναγέννηση, βαλκανική πολιτική, πνευματική μεταρρύθμιση, πολιτική αναδόμηση.
Εδώ και πολλά χρόνια βρισκόμαστε αντιμέτωποι από τη μία πλευρά με τους εθνομηδενιστές, τους ναινέκους, τους πράκτορες των μεγάλων δυνάμεων, τις εκφυλισμένες ελίτ, που μας καλούν, από υποταγή σε υποταγή, να αποδεχτούμε την ιστορική μας εξαφάνιση και από την άλλη πλευρά, όλους εκείνους που ανέξοδα, ελαφρά τη καρδία, μας καλούν σε μια ψευδοεπανάσταση και «ανατροπή».
Σε «ρήξη και ανατροπή» μας καλούν οι υπάλληλοι ενός κόμματος που συνεχίζει να αποκαλεί την Ελλάδα… ιμπεριαλιστική, να υπερασπίζεται «τον ελληνικό και τον τουρκικό λαό», να κηρύττει τον διχασμό γύρω από τον εμφύλιο ή την … Επανάσταση του 21. Σε ρήξη και ανατροπή μας καλούν ο κ. Αλαβάνος που μέχρι χθες υπερασπιζόταν την κα Ρεπούση  και χαρακτήριζε μεγάλη εξέγερση το μηδενιστικό κίνημα του 2008, και ο κ. Λαφαζάνης που έχει κάνει γαργάρα τις πατριωτικές απόψεις του, συνταυτισμένος με τον κ. Νταβανέλο και τους βουλευτές που αποκαλούν τα Σκόπια, «Μακεδονία. Σε ρήξη και ανατροπή μας καλούν ψευδοοικονομολόγοι και νέοι νταβατζήδες των ΜΜΕ που ξαφνικά ερωτεύτηκαν την «επανάσταση της δραχμής» για να κάνουν κάποια καινούργια αρπαχτή.
Απέναντι σ’ αυτό το δίπολο της καταστροφής» –από τη μια υποταγή και από την άλλη η ανέξοδη παρόλα–, όσοι πονάμε αυτό τον τόπο και βάζουμε το συμφέρον του λαού και της πατρίδας πάνω από υλικά συμφέροντα και μικροπολιτικές, βρισκόμαστε σε μια κυριολεκτικά απίστευτη θέση. Είμαστε υποχρεωμένοι από τη μία πλευρά να καταγγέλλουμε τους ναινέκους και από την άλλη να προσπαθούμε να πείσουμε πως δεν θα πρέπει ν’  ακολουθούμε εύκολες παρόλες, δημαγωγούς ή και απατεώνες.
Το ίδιο συνέβη για άλλη μια φορά με το πρόσφατο παράδειγμα της Κύπρου. Απ’ τη μια πλευρά ο Σαμαράς και η παρέα του, την εγκατέλειψαν σύξυλη και υπονόμευσαν ανενδοίαστα το όχι του κυπριακού ελληνισμού, απ’ την άλλη πλευρά υπήρξαν κάποιοι που προτάσσουν και πάλι μία ηρωική «έξοδο» της Κύπρου και όσα πάνε και όσα έρθουν. Και δεν αναλογίζονται βέβαια ότι η Κύπρος περιστοιχίζεται από εχθρούς, πως ο ελληνισμός της «μητρόπολης» (τρομάρα της) την έχει εγκαταλείψει και την έχει πουλήσει πολλές φορές απ’ το 1974 και μετά, πως η Δύση καραδοκεί για να ξαναφέρει το σχέδιο Ανάν και η Τουρκία βαδίζει μεθοδικά προς την οριστική τουρκοποίησή της. Και όμως, η στρατιά του Μπρακαλεόνε των Αθηνών, είναι έτοιμη και πάλι να κηρύξει μια ακόμα ηρωική έξοδο των… Κυπρίων. Δηλαδή, να τους σπρώξει όσο το δυνατό ταχύτερα στην υποταγή και την εξαφάνιση. Ξεχνούν πως κάτω από πολύ ευνοϊκότερες συνθήκες το 1974, οι άθλιοι δικτάτορες των Αθηνών άνοιξαν τον δρόμο στην Τουρκία.  Ευτυχώς βέβαια η πλειοψηφία του κυπριακού και του ελλαδικού ελληνισμού δεν τους ακολουθεί, και όπως έδειξε με τη στάση του, προκρίνει την αντίσταση έναντι της υποταγής, όπως είχε κάνει και με το σχέδιο Ανάν, όχι όμως και τον αυτοχειριασμό.
Αν κανείς ξεκινάει από την εκτίμηση του πραγματικού συσχετισμού των δυνάμεων, ο οποίος παραμένει αρνητικός για την Ελλάδα και τον ελληνισμό στο σύνολό του, είναι υποχρεωμένος να αναπτύξει μια πραγματική και μακροπρόθεσμη στρατηγική αλλαγής των αρνητικών συσχετισμών. Είναι υποχρεωμένος, να οικοδομήσει πρώταένα πραγματικό αντίπαλο δέος, ικανό να ανοίξει μια διαφορετική προοπτική, ώστε να μπορέσουμε να ανατρέψουμε στη συνέχεια τα οικονομικά και γεωπολιτικά πλαίσια. Δεν μπορεί μια Ελλάδα που έχει καταστρέψει το παραγωγικό της δυναμικό, έχει καρατομήσει την εκπαίδευσή της, έχει φτιάξει γενιές ανεύθυνων και απαίδευτων πολιτών, που έχει απολέσει τόσο τα αντανακλαστικά της ώστε ανέχεται έξι ώρες τουρκικά σήριαλ την ημέρα, και διαθέτει μια Αριστερά που αραδιάζει από το πρωί μέχρι το βράδυ ηλιθιότητες για ελληνικό ιμπεριαλισμό, ανοικτά σύνορα, Αιγαίο που ανήκει στα ψάρια του, να πραγματοποιήσει μια οποιαδήποτε μεγάλη κοινωνική και γεωπολιτική ανατροπή. Αντίθετα, το μόνο που μπορεί να επιτύχει είναι δίπλα στην προδοσία των αρχουσών ελίτ, να προσθέσει την ηλιθιότητα και την ανευθυνότητα κάποιων ψευδοκινημάτων.
Κατά συνέπεια, είμαστε υποχρεωμένοι –για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε και στην Κύπρο και στην Ελλάδα–, να είμαστε άκαμπτοι στις αρχές μας, σταθερά προσκολλημένοι στο στόχο της αυτονομίας και της απελευθέρωσης και ταυτόχρονα να εφαρμόζουμε την πολεμική τακτική που συνάδει με όσους βρίσκονται σε μειονεκτική θέση αριθμητικά και γεωπολιτικά. Δηλαδή, την τακτική του ανταρτοπολέμου. Αυτό σημαίνει συγκεκριμένα ότι πρώτα αρχίζουμε να κτίζουμε μια αυτόνομη οικονομική βάση, πρώτα αλλάζουμε τις πνευματικές και πολιτισμικές μας προτεραιότητες, και μετά μπορούμε να σκεφτούμε την επιστροφή π.χ. σε εθνικό νόμισμα ως αυτόβουλη επιλογή. Δεν μπορεί ένας λαός που δεν κατάφερε να αντισταθεί στα μέτρα που μας επέβαλαν οι τροϊκανοί, να ανατρέψει το γεωπολιτικό status της Ευρώπης! Τα ίδια συνέβησαν με το ίδιο δίπολο της συφοράς σε όλες τις πρόσφατες κρίσεις στη χώρα μας. Στο μακεδονικό, από τη μία πλευρά Σημίτηδες έτοιμοι να τα δώσουν όλα, και από την άλλη τσάμπα μάγκες τύπου Αντωνάκη που αρνήθηκαν να κατανοήσουν πως η σύγκρουσή μας σε όλα τα μέτωπα, τόσο προς τα ανατολικά όσο και προς τα βόρεια θα αποβεί καταστροφική. Και το αποτέλεσμα είναι μπροστά μας. Τα Σκόπια, έχουν αναγνωριστεί ως Μακεδονία από τη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών. Το ίδιο συνέβη στην περίπτωση του Οτσαλάν. Από τη μία πλευρά ο Πάγκαλος, ο Σημίτης και ο Γιωργάκης, από την άλλη ο … Αντώνης Ναξάκης. Το αποτέλεσμα το βλέπουμε σήμερα στις δηλώσεις του Οτσαλάν από το Ιμρανλί. Είναι προφανές λοιπόν και είναι βασική αρχή του ανταρτοπολέμου, ότι πρέπει να δίνουμε τις μάχες στο πεδίο που εμείς επιλέγουμε και όχι μάχες εκ παρατάξεως στο πεδίο που θέλουν οι αντίπαλοί μας. Γι’ αυτό και κερδίσαμε αμυντικές μάχες μέχρι τώρα, εκεί που ο αμυνόμενος διαθέτει πλεονέκτημα – μας το συνιστά και ο… Κλαούζεβιτς. Κερδίσαμε στο σχέδιο Ανάν ή στη απόσυρση του βιβλίου της Ρεπούση, δεν κατορθώσαμε όμως να διώξουμε τους Τούρκους από την Κύπρο ή να ανατρέψουμε συνολικά την ηγεμονία των εθνομηδενιστών στα ΜΜΕ και την εκπαίδευση (ο Ράμφος πουλάει ακόμα δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα). Στην ίδια κατεύθυνση πιστεύουμε πως είναι δυνατό να κερδίσουμε με την αντίστασή μας μάχες ενάντια στην τρόϊκα και τη γερμανοκρατούμενη Ευρώπη, –πράγμα που δεν έκαναν οι πολιτικοί μας που παραδόθηκαν ατιμωρητί–, όχι όμως ακόμα τον πόλεμο.
Οι αντίπαλοί μας –η Γερμανία από την αρχή της κρίσης, η Τουρκία και οι Αμερικανοί– θα ήθελαν την Ελλάδα και την Κύπρο έξω από το ευρώ και την ευρωζώνη και ταυτόχρονα ελεγχόμενες από τους ίδιους. Εμείς αντίθετα, έχουμε συμφέρον να κερδίσουμε χρόνο έως ότου και άλλες χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης να έρθουν σε σύγκρουση με το γερμανικό μοντέλο, να αναπτύξουμε τις σχέσεις μας με χώρες εκτός ευρωπαϊκής ένωσης, να μεταβάλλουμε το παραγωγικό μας μοντέλο έτσι ώστε να μπορέσουμε να αντέξουμε σε μια αυτόκεντρη κατεύθυνση, να εκμεταλλευτούμε ή ν’ αρχίσουμε να εκμεταλλευόμαστε τους φυσικούς μας πόρους. Αυτό σημαίνει μια τακτική αντίστασης στις επιταγές της γερμανικής Ευρώπης και ταυτόχρονα άρνηση να κάνουμε χάρη στον Σόιμπλε και ν’ αποχωρήσουμε από μόνοι μας. Αν είναι η ευρωζώνη να διαλυθεί, θα πρέπει να κοιτάξουμε να τους «προκαλέσουμε τη μεγαλύτερη ζημιά», να κερδίσουμε συμμάχους, να έχουμε ετοιμαστεί οικονομικά, τεχνικά, πολιτικά και γεωπολιτικά, για μια διαφορετική πορεία. Έχουμε μπροστά μας μια κυριολεκτικά μεγάλη διαδρομή και απλώς έχουμε μόλις αμφισβητήσει το παλιό μοντέλο, κάτι που είναι ήδη πολύ σημαντικό, χωρίς όμως ακόμα να έχουμε οικοδομήσει το καινούργιο που χρειαζόμαστε. Όπως έλεγε κάποτε ο Μάο, είναι μια πορεία δέκα χιλιάδων λι και μόλις έχουμε κάνει το πρώτο βήμα.
Γι’ αυτό και θα συνεχίσουμε να αρνούμαστε τις δημοκοπίες διαφόρων άκαπνων, κατ’ εξοχήν των βορείων προαστίων, που εκ του ασφαλούς καλούν τον ελληνικό λαό σε μια μάχη υπονομευμένη και χαμένη εκ των προτέρων. Και το χειρότερο είναι πως, επειδή ο ελληνικός λαός τις τελευταίες δεκαετίες, έχει διαβουκοληθεί σε βαθμό κακουργήματος, επειδή είχε εγκαταλείψει το αντιστασιακό του φρόνημα, βυθισμένος σε μια δανεική (και δανειακή) κατανάλωση, είναι έτοιμος, καθώς αφυπνίζεται βίαια, να πέσει πάλι σε ένα αδιέξοδο δίπολο: Είτε να σκύψουμε το κεφάλι είτε να αυτοχειριαστούμε. Εδώ, έφτασαν οι Νεαντερντάλιοι της Χρυσής Αυγής να απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης του 13% των Ελλήνων στις δημοσκοπήσεις! Αν επιβεβαιωθεί και κυριαρχήσει ένα παρόμοιο δίπολο, και προπαντός εάν οι δυνάμεις που αντιστρατεύονται την παράδοση στους τροϊκανούς, πέσουν στην παγίδα ανεύθυνων δημοκόπων, είναι βέβαιο πως μας περιμένει μια ήττα πολύ μεγαλυτέρων διαστάσεων από εκείνη του Μακεδονικού.
Εμείς, επειδή σ’ όλη μας τη διαδρομή και το τομάρι μας διακινδυνεύσαμε και μείναμε «γυμνοί όπως μας γέννησε η μάνα μας η Ισπανία» και δεν ταχτήκαμε ποτέ υπό την αιγίδα της μιας ή της άλλης υπερδύναμης, επειδή δεν πληρωθήκαμε ποτέ από κανένα κρατικό ή πολιτικό κορβανά, επειδή δεν προσχωρήσαμε σε κανένα κόμμα ή κομματίδιο, επειδή μείναμε άκαμπτοι και σταθεροί σε μια πορεία πενήντα χρόνων, επειδή συνεχίζουμε να παλεύουμε μέχρι σήμερα με όσες δυνάμεις διαθέτουμε, επειδή διαθέτουμε ιστορική αίσθηση και γνωρίζουμε τι διακυβεύεται, έχουμε τουλάχιστον το ηθικό δικαίωμα να εγκαλούμε όλους τους καναπεδάτους ψευδοεπαναστάτες, να ψάξουν αλλού να καλύψουν την ανάγκη τους για εξουσία και να πάψουν να παίζουν με τον πόνο και την απελπισία ενός απελπισμένου και αποπροσανατολισμένου λαού.
Οι Έλληνες, παίζουμε το τομάρι μας σ’ αυτό τον αιώνα. Και χρειαζόμαστε τη γενναιότητα του Αχιλλέα, και την πονηριά του Οδυσσέα –εμπνεόμενοι απ’ τα δυο καταγωγικά έπη του έθνους μας– για να τα βγάλουμε πέρα σ’ αυτή τη δύσκολη συγκυρία.
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr