Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

Ισχύς και απόφαση στη μαζικοδημοκρατική εποχή

«Ο στοχασµός του είναι ο έσχατος γόνος του ∆ιαφωτισµού, ή εκείνης της πλευράς του Διαφωτισµού που εµµένει στην κριτική των ιδεολογιών είτε αυτές καλύπτονται µε µηδενιστικά και ευδαιµονιστικά πέπλα είτε µε προοδευτικά και υπερβατικά»

Του Γιώργου Μερτίκα

Ο Παναγιώτης Κονδύλης είναι ένας επικίνδυνος στοχαστής. Η σκέψη του δεν έρχεται να καλλιεργήσει ηθικολογικές αυταπάτες που να δικαιώνουν την εκάστοτε κατάσταση πραγμάτων ή να παρηγορούν με κάποια μελλοντική κατίσχυση της αλήθειας. Με όρους συμβατικούς, ο στοχασμός του Κονδύλη είναι ο έσχατος γόνος του Διαφωτισμού, ή εν πάση περιπτώσει εκείνης της πλευράς του Διαφωτισμού που εμμένει στην κριτική των ιδεολογιών είτε αυτές καλύπτονται με μηδενιστικά και ευδαιμονιστικά πέπλα είτε με προοδευτικά και υπερβατικά. 

Ακρογωνιαίος λίθος του οικοδομήματός του είναι και το πιο προσωπικό σύγγραμμά του, το «Ισχύς και Απόφαση». Σε αυτό αναπτύσσει τα συστατικά στοιχεία της περιγραφικής θεωρίας της απόφασης. Απόφαση, σύμφωνα με τον Κονδύλη, είναι η πράξη ή η διαδικασία αποχωρισμού ή αποκοπής ενός μέρους από τα υλικά του κόσμου, από την οποία προκύπτει μια κοσμοεικόνα κατάλληλη να εγγυηθεί την ικανότητα προσανατολισμού την αναγκαία για την αυτοσυντήρηση. Η ταυτότητα του εκάστοτε υποκειμένου, δηλαδή «ο ακριβής προσδιορισμός της θέσης του στον κόσμο», επιτελείται μέσω μιας τέτοιας υπαρξιακής απόφασης. Αυτό γίνεται με την επιλογή όσων στοιχείων θεωρεί το υποκείμενο αξιόλογα ή αναξιόλογα, αδιάφορα ή ενδιαφέροντα στον αγώνα για την αυτοσυντήρησή του. 

Η ισχύς μιας ταυτότητας εκδηλώνεται στο ιστορικό πεδίο της ενεργητικής κοινωνικής ζωής. Ισχύς είναι ο αγώνας που διεξάγει το γένος έναντι της φύσης, οι ανθρώπινες ομάδες απέναντι σε άλλες ανθρώπινες ομάδες και τα άτομα απέναντι σε άλλα άτομα. 

Η ανάλυση της ισχύος και της απόφασης συνδέεται στενά με τη θέση που καταλαμβάνει το πνεύμα στην εξέλιξη του είδους. Ο άνθρωπος, σε αντίθεση με τον υπόλοιπο ζωικό κόσμο, δεν περιορίζεται στην ικανοποίηση κάποιων αναγκών της αυτοσυντήρησης. Το πνεύμα προκαταλαμβάνει μελλοντικές ανάγκες και χρείες, και προκαλεί μια αλυσιδωτή δράση για ισχύ, υποτάσσοντας το ζωικό στοιχείο σ’ αυτόν τον αγώνα που διεξάγεται με όπλο τον πολιτισμό. Η περιγραφική θεωρία της απόφασης διαπιστώνει, λοιπόν, τη συγχώνευση νόησης και βούλησης. Η νόηση εκλογικεύει τη βούληση για αυτοσυντήρηση μέσω της διεύρυνσης της ισχύος. 
Ο Κονδύλης μελέτησε μεγάλες περιόδους της ιστορίας για να καταλήξει στο μείζον και ανολοκλήρωτο έργο του «Το πολιτικό και ο άνθρωπος». Στο σύγγραμμα αυτό συνθέτει τα συμπεράσματά του σε μια κοινωνική οντολογία με βάση τη σχέση φίλος – εχθρός. Η κοινωνική αυτή σχέση συγκροτεί το πολιτικό δηλαδή την κοινωνική οργάνωση των ανθρώπων που εδράζεται στην κοινωνική πειθάρχηση. Η κοινωνική πειθάρχηση εξαντικειμενικεύεται στη συμφωνία του εσώτερου νόμου και των εξωτερικών ενεργειών της ύπαρξης με το γενικό νόημα το οποίο αποδίδεται στον κόσμο. Η κοινωνική οργάνωση προϋποθέτει, επομένως, κάποια δεσμευτική αρχή, η οποία γίνεται απ’ όλους αποδεκτή. Σ’ αυτή την προοπτική η ταυτότητα κατανοείται ως ταυτότητα κυρίαρχων και κυριαρχούμενων, με βάση γενικά ισχύουσες αρχές που έχουν έναν οικουμενικό προσανατολισμό (κάποια θρησκεία, ιδεολογία ή κοσμοθεωρία), ενώ κυρίαρχος είναι αυτός που ερμηνεύει δεσμευτικά αυτές τις αρχές. «Η δίχως εξαιρέσεις υποταγή σε μιαν αρχή», γράφει ο Κονδύλης, «σώζει το αξίωμα της κοινωνικής πειθάρχησης και παρέχει στον κυριαρχούμενο την υποκατάστατη ικανοποίηση, ότι και ο ίδιος ως κυριαρχούμενος υπηρετεί την ίδια αρχή με τον κυρίαρχό του». 
Επειδή η κατανόηση της έποψης του Κονδύλη για τον σύγχρονο αναγνώστη συνδέεται στενά με την ανάλυσή του για τη μαζικοδημοκρατική κοινωνία χρειάζεται επί τροχάδην να αναφερθούμε σ’ αυτήν, όπως καταγράφεται στην «Παρακμή του αστικού πολιτισμού». Εδώ γίνεται μια κριτική αντιδιαστολή της αστικής και της μαζικοδημοκρατικής εποχής. Ο ίδιος ο Κονδύλης επισήμανε πως η δική του πρωτότυπη συνεισφορά στην ανάλυση των δύο περιόδων είναι η διάγνωση ότι στη μεν πρώτη δεσπόζει η εναρμονιστική-συνθετική κοσμοεικόνα, ενώ στη δεύτερη η συνδυαστική-αναλυτική τέτοια. Ωστόσο, οι συνέπειες της ανάλυσής του είναι ευρύτερες και βαθύτερες: 

Στην αστική εποχή, γράφει, το πολιτικό καθορίζεται από την έννοια του κοινού συμφέροντος και της κοινής ωφέλειας και η ατομική συμπεριφορά διέπεται από κανόνες και συμβάσεις. Στη μαζικοδημοκρατική τα άτομα είναι χαλαρά συνδεδεμένα και το πολιτικό προσδιορίζεται από αντιμαχόμενα επιμέρους συμφέροντα, σε σημείο που να θεωρείται πολιτική η χύδην έκφραση ατομικών ιδιοσυγκρασιών και διαθέσεων. 

Μια και η δημόσια σφαίρα διαλύθηκε, η ιδιωτικότητα έγινε «εξωτερική μοίρα και εσώτερος νόμος της ύπαρξης», που συναντιέται εχθρικά ή φιλικά με άλλες υπάρξεις στη σφαίρα της ιδιωτικότητας. Οι ανταγωνισμοί φθάνουν μέχρι τα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης χωρίς να εξαντικειμενικεύονται, αλλά ανατιμώνται στο όνομα του βιώματος και της αυτοπραγμάτωσης. Έτσι, γράφει ο Κονδύλης, «ο μικρόκοσμος της ιδιωτικότητας μεγεθύνεται και διευρύνεται, δίνοντας τον μακρόκοσμο της ιστορίας, εφόσον και οι δύο διέπονται από τις ίδιες μορφές συμπεριφοράς, αρδεύονται από τις ίδιες ψυχοβιολογικές πηγές». Ο άνθρωπος έχει εξατομικευθεί από κάθε άποψη, και σχετίζεται με άλλους ανθρώπους ή ανθρώπινες ομάδες στη βάση της ψυχοβιολογικής ύπαρξής του, πράγμα που αντιστοιχεί στην κυρίαρχη ιδεολογία των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Για να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις επιθυμίες εμπλέκεται σε αγώνες κατανομής και ανακατανομής αγαθών, κι αυτό σημαίνει ότι η οικονομία και η πολιτική συγχωνεύονται στο πιο στοιχειακό επίπεδο, εκείνο της αυτοσυντήρησης. Η έποψη αυτή διαπερνά την ανάλυση του Κονδύλη σε όλα τα επίπεδα ακόμη και στις σκέψεις του για την πλανητική πολιτική, τη γεωπολιτική. Οπως γράφει συνοπτικά ο Κονδύλης στην «Εισαγωγή» στον «Τσέζαρε Παβέζε»: «Μετά την πανηγυρική και νομική κατοχύρωση της ισότητας μεταξύ των ανθρώπων ως ξεχωριστών και αυτόνομων ατόμων, μετά την πανηγυρική και οικουμενική διακήρυξη των ατομικών δικαιωμάτων, δεν επέρχεται αυτόματα καμιά αρμονία και κανένα σταθερό ισοζύγιο, παρά οι συγκρούσεις συνεχίζονται πάνω στη βάση παραγόντων και διαφορών συμφυών με την ψυχοβιολογική υπόσταση των ανθρώπων, αλλά και των ανθρώπινων ομάδων». 

Ωστόσο, εάν έτσι έχουν τα πράγματα τότε ποια είναι η μοίρα θεωριών όπως η περιγραφική, την οποία ο ίδιος ο Κονδύλης πρεσβεύει; Οφείλουμε κατά πρώτον, ν’ αντιδιαστείλουμε την εγκυρότητα μιας θεωρίας από τον ρόλο της στην ενεργό κοινωνική ζωή. Η θεωρία ενόσω κινείται στη σφαίρα του Λόγου, δεν παρέχει καμία οριστική λύση ενός προβλήματος και αυτό για τον απλούστατο λόγο πως, αν αρκεστούμε στην ομιλία, δεν εξαλείφεται ούτε ο αντίπαλος ούτε η αντίφαση, διότι ανασκευάζω δεν σημαίνει και νικώ. Γι’ αυτό και η περιγραφική θεωρία μπορεί νάναι έγκυρη στη σφαίρα του πνεύματος, διευρύνοντας την ισχύ της στον αγώνα ενάντια στις προκαταλήψεις, στα ζωτικά ψεύδη, ωστόσο η τύχη της στην πράξη είναι άλλο κεφάλαιο. Εξαρτάται από την πρόσληψή της από τα ζωντανά υποκείμενα και τη χρήση της στον αγώνα τους. Η περιγραφική θεωρία είναι σε θέση να αποδομήσει τις ιδεολογίες και να καταδείξει τον τρόπο με τον οποίο επιτελούν τη λειτουργία τους, κατά πόσον δηλαδή συμβάλλουν στην αυτοσυντήρηση ή στη διεύρυνση της ισχύος του υποκειμένου. Εντούτοις, δεν ενδέχεται να επικρατήσει στην κοινωνική ζωή· εδώ απαιτείται δέσμευση, στράτευση, κάτι το οποίο δεν υλοποιείται εάν δεν αρθεί ο προγραμματικός χαρακτήρας της. 

Υπ’ αυτήν την έννοια, ο Κονδύλης εντάσσεται στη ριζοσπαστική δυτική παράδοση, που θέλει τον διανοούμενο να ζει μέσα σε μια τραγική σύγκρουση, καθώς αμφιταλαντεύεται μπροστά στην πολιτική δράση γνωρίζοντας την αναγκαιότητα για ψευδαισθήσεις και αυταπάτες. Σύμφωνα με τον Χέγκελ, είναι η μόνη αυθεντική τραγωδία του σύγχρονου ανθρώπου, γιατί δεν έχει διέξοδο, είναι ένα πρόβλημα χωρίς λύση.

Ανάρτηση από: http://istrilatis.blogspot.gr