Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013

Το φόβητρο της ανεργίας, όπλο επιβολής της ταξικής συνεργασίας

Του “Λεωνίδα”

Η ανεργία εξελίσσεται σε εφιάλτη, πριν απ’ όλα για τους άνεργους, δημιουργεί απογοήτευση, ηττοπάθεια, επιδρά αρνητικά στην ψυχολογία. Τους εργαζόμενους τους οδηγεί σε μοιρολατρία, σε χαμήλωμα των απαιτήσεων, σε συμβιβασμό με τους αντεργατικούς σχεδιασμούς της εργοδοσίας (παραβίαση – κατάργηση ΣΣΕ, μείωση μισθών, διευθέτηση χρόνου εργασίας, εκ περιτροπής εργασία κ.ά.). Σε ορισμένους χώρους μπροστά στο φόβο της απόλυσης, επειδή όπως λέει ο εργοδότης «η επιχείρηση δεν πάει καλά», οι ίδιοι οι εργαζόμενοι ζητάνε περικοπές σε μισθούς, νυχτερινά, υπερωρίες. Επιδρά ανασταλτικά στην οργάνωση της πάλης. Ο φόβος αυτός οδηγεί, ορισμένες φορές, στο να βλέπουν οι εργαζόμενοι αρνητικά τις προσπάθειες των σωματείων να οργανώσουν την πάλη σε κάποιο χώρο, γιατί «αυτό δημιουργεί προβλήματα στην επιχείρηση και θα είναι χειρότερα, θα κάνει απολύσεις». Αυτό αξιοποιείται με τον καλύτερο τρόπο από την εργοδοσία, προς δύο αλληλοτροφοδοτούμενες κατευθύνσεις: Να δυναμώνει τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους εργάτες και να προωθεί την ταξική συνεργασία.

Πολλές επιχειρήσεις προβάλλουν ιδεολογήματα όπως «η επιχείρηση-οικογένεια», «ο καλός εργοδότης, που κάνει ό,τι μπορεί για να μην απολύσει», που «προσπαθεί να βρει κοινή λύση για το συμφέρον της επιχείρησης και των εργαζόμενων». Ξεχωρίζουν την κυβέρνηση από την εργοδοσία, τα κυβερνητικά μέτρα από τα συμφέροντα του εργοδότη, αφού «και αυτός θίγεται από τα μέτρα της κυβέρνησης, όπως και οι εργαζόμενοι». Είναι ιδεολογήματα στο πλαίσιο της γενικότερης προσπάθειας που κάνει η άρχουσα τάξη με τη βοήθεια και του οπορτουνισμού για να συσκοτίζει τη σχέση οικονομίας – πολιτικής. Ετσι π.χ. ανάγει τις αιτίες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης σε προβλήματα κακής διαχείρισης από τις κυβερνήσεις, ότι ενίσχυσαν υπέρμετρα τις τράπεζες και όχι το παραγωγικό κεφάλαιο, ότι η οικονομία (οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι τράπεζες κλπ.) κυριαρχεί στην πολιτική και ότι πρέπει επιτέλους «η πολιτική να πάρει το πάνω χέρι» και άλλα ανάλογα που καμία σχέση δεν έχουν με την πραγματικότητα. Η αστική πολιτική και οι αστοί πολιτικοί εκφράζουν τα συμφέροντα των καπιταλιστών ως τάξης. Οι μεταξύ τους αντιπαραθέσεις και ανταγωνισμοί είναι αντιπαραθέσεις μεταξύ τμημάτων μιας τάξης με κοινό, γενικό συμφέρον ενάντια στην εργατική τάξη, την οποία από κοινού εκμεταλλεύονται.
Στον κλάδο του Τύπου, που η κρίση έχει χτυπήσει πολύ δυνατά, το κλείσιμο επιχειρήσεων, η εκ περιτροπής εργασία και οι απολύσεις είναι καθημερινό φαινόμενο. «Θα πεισμώσουν οι εργοδότες άμα κάνουμε απεργία – θα το κλείσουν μια ώρα αρχύτερα» ακούγεται από εργαζόμενους σε διάφορες επιχειρήσεις του κλάδου. Στις επιχειρήσεις που ισχυροποιούνται στον κλάδο, όπως π.χ. στο Χαϊδεμένο, εκεί πολλοί λένε: «βλέπετε τι γίνεται γύρω στις άλλες επιχειρήσεις, εμείς είμαστε τυχεροί δεν χρειάζεται να διαμαρτυρόμαστε, έρχονται σε εμάς οι δουλειές από τις άλλες επιχειρήσεις που κλείνουν».
Στα τρόφιμα και ειδικότερα στη ΜΕΒΓΑΛ και στη ΔΕΛΤΑ που πάνε για συγχώνευση, ο φόβος της απόλυσης είναι μεγάλος. Στις επιχειρήσεις που έχουν καλύτερες απολαβές, οι εργαζόμενοι δε δραστηριοποιούνται εύκολα, λέγοντας: «έχω μια καλή δουλειά, ας μη μιλήσω». Στην ΠΕΠΣΙ λένε: «ας πάρουμε 0% αύξηση για να σώσουμε τις θέσεις εργασίας», στη FOLIE: «αν απεργήσουμε ως βάρδια, θα βγάλει η επόμενη την παραγωγή και θα στοχοποιηθούμε…».
Σε επιχειρήσεις στον κλάδο του Φάρμακου, που είχαν υψηλή κερδοφορία και η κρίση δεν τις άγγιξε ακόμη όπως σε άλλους κλάδους, κι εκεί ο φόβος της απόλυσης είναι έντονος, με αποτέλεσμα ορισμένοι να λένε: «τι συζητάμε τώρα για ΣΣΕ και αυξήσεις, αφού απειλούνται ακόμα και οι θέσεις εργασίας, να δούμε πώς να κρατήσουμε τη δουλειά μας πρώτα και βλέπουμε για τα υπόλοιπα». Υιοθετούν δηλαδή σε ένα βαθμό τα κυβερνητικά και εργοδοτικά επιχειρήματα.
Στο Ζώνη Μετάλλου, που υπάρχει πολύς κόσμος μακροχρόνια άνεργος, όταν προκύπτει κάποια δουλειά υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα στους άνεργους για το ποιος θα δουλέψει. Ταυτόχρονα ο φόβος σε αυτούς που δουλεύουν είναι μεγάλος.
Οπου η εργοδοσία βάζει ζήτημα «απολύσεις ή λιγότερες μέρες δουλειάς με λιγότερες αποδοχές», αρκετοί εργαζόμενοι επιλέγουν το δεύτερο. Ενα από τα πολλά είναι το παράδειγμα της ΝΤΟΜΟΥΣ, όπου οι εργαζόμενοι αποφάσισαν το δεύτερο μέσα από μυστική ψηφοφορία.
Οσο θα μεγαλώνει η ανεργία, τέτοια φαινόμενα θα πολλαπλασιάζονται. Σε αυτό θα συμβάλλει η άσχημη κατάσταση του εργατικού κινήματος, ο χαμηλός βαθμός οργάνωσης των εργαζόμενων, τα άμαζα σωματεία, η διάσπαση των εργατών ανάμεσα σε αυτούς με σταθερές εργασιακές σχέσεις και σε αυτούς με ελαστικές που δεν εντάσσονται σε πολλά σωματεία με ευθύνη των συνδικαλιστών των αστικών κομμάτων, η έλλειψη οργάνωσης της πάλης των ίδιων των ανέργων από τα συνδικάτα.
Σε αρκετές περιπτώσεις, όπου η κατάσταση είναι πολύ άσχημη ή παρουσιάζεται έτσι από την εργοδοσία, κυριαρχεί η αντίληψη του «να ενωθούμε όλοι μαζί για να σώσουμε το εργοστάσιο». Σε πολλούς χώρους όπου υπάρχει πρόβλημα πληρωμών κάνουν υπομονή οι εργαζόμενοι και στηρίζουν. Δείχνουν ανοχή σε μειώσεις μισθών, 3ωρα, 4ωρα, απλήρωτες υπερωρίες, μπροστά στο φόβο του κλεισίματος και της απόλυσης.
Στη φαρμακοβιομηχανία ΚΛΕΒΑ οι εργαζόμενοι δέχτηκαν να δουλεύουν τετραήμερο για 9 μήνες το 2010 και από την αρχή του 2011 δέχτηκαν και μειώσεις στους μισθούς τους. Υιοθέτησαν πλήρως τη λογική της εργοδοσίας ότι «στην επιχείρηση είμαστε μία οικογένεια, ο εργοδότης είναι καλός, πρέπει να τον στηρίξουμε για να ξεπεραστούν τα προβλήματα». Ακόμα και όσοι εργαζόμενοι διαφώνησαν με αυτή τη λογική και δεν υπέγραψαν τη μείωση του μισθού τους, δεν το εξέφρασαν με αγωνιστικό τρόπο και υπέστησαν τις συνέπειες.
Η λογική του «καλού» εργοδότη, π.χ. για τον Γιαννακόπουλο (ΒΙΑΝΕΞ) και τον Πενταφράγκα (ΕΛΠΕΝ), που δεν απολύει ή δε μειώνει μισθούς, εκφράζεται και μέσα από δημοσιεύματα αστικών εφημερίδων και σε τηλεοπτικές εκπομπές. Οι εργαζόμενοι στους παραπάνω χώρους δύσκολα οργανώνονται και δεν είναι τυχαίο. Η αντίληψη της «επιχείρησής μας» ενισχύεται και από τις αυξήσεις που δίνουν ακόμα και σήμερα φαρμακευτικές επιχειρήσεις, τη στιγμή που δεν υπογράφουν κλαδική σύμβαση εργασίας.
Στα τρόφιμα, ορισμένοι εργαζόμενοι ρωτάνε τις απεργιακές φρουρές: «κλείνεις τη ΦΑΓΕ που δουλεύω, τη ΔΕΛΤΑ την έκλεισες;» εκφράζοντας την αγωνία για τον ανταγωνισμό. Στο ΓΙΩΤΗ, στελέχη έλεγαν: «είμαστε οικογενειακή επιχείρηση, παίρνουμε για δουλειά τα παιδιά των εργαζομένων και όλα είναι καλά».
Σε ορισμένους κλάδους, όπως στη Ζώνη Μετάλλου στο Πέραμα, ο οπορτουνισμός μαζί με άλλες δυνάμεις προβάλλουν το επιχείρημα ότι «η ανεργία αυξάνει εξαιτίας των υψηλών μεροκάματων, της δράσης των ταξικών δυνάμεων, των συνεχών κινητοποιήσεων». Στη συνείδηση ορισμένων εργαζομένων αυτό επιδρά και νομίζουν ότι, σε περίπτωση που πέσουν τα μεροκάματα, θα επιστρέψει η δουλειά.
Στις αρχαιρεσίες στο Σκαραμαγκά οι εργαζόμενοι στήριξαν τις δυνάμεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού που είναι υπεύθυνες για τη σημερινή κατάσταση του ναυπηγείου, προσβλέποντας ότι η αποτροπή του κινδύνου κλεισίματος των ναυπηγείων βρίσκεται στη συνεργασία με την κυβέρνηση. Στην UNILEVER κάποιοι λένε ότι «αν δεν έχουμε τα κέρδη που θέλουν οι ξένοι, θα κλείσουν το παράρτημα στην Ελλάδα».
Στις ιδιωτικές επιχειρήσεις ενέργειας καλλιεργείται η άποψη πως «η κρίση αποτελεί ευκαιρία για τον κλάδο». Επομένως, «να δουλέψουμε όλοι για να πάρει μερίδιο η εταιρεία στην αγορά. Ετσι θα εξασφαλίσουμε δουλειά, όταν οι άλλοι απολύονται». Αυτή η λογική που βασίζεται στο γεγονός ότι οι καπιταλιστές επενδύουν αυτή τη στιγμή στην ενέργεια, οδηγεί σε απόσπαση από την πάλη, εφησυχασμό, αυταπάτες περί αναπτυσσόμενου κλάδου που δεν έχει τίποτα να φοβηθεί. Κρύβει ότι θα υπάρχει το πιο άγριο εργασιακό καθεστώς με συνθήκες και μισθούς Κίνας.
Οι επιχειρήσεις προσπαθούν και με άλλους τρόπους να ενισχύσουν την αντίληψη της «επιχείρησής μας», ότι «είμαστε μια οικογένεια». Σε ορισμένες απευθύνουν καλέσματα στους εργαζόμενους να καταγγείλουν στην επιχείρηση «όποιον εργαζόμενο ή στέλεχος δεν κάνει σωστά τη δουλειά του και παραβιάζει τις αρχές της εταιρίας, κάτι που μας βλάπτει όλους». Τέτοια δραστηριότητα αναπτύσσει π.χ. ο όμιλος της PEPSICO, καλώντας τους εργαζόμενους να καταγγέλλουν τέτοια περιστατικά ανώνυμα σε ένα τηλεφωνικό κέντρο. Η ανακοίνωση που κυκλοφορεί στους χώρους του εργοστασίου γι’ αυτή την ενέργεια ονομάζεται «Μίλα ελεύθερα». Η ίδια πολυεθνική επιβραβεύει και προπαγανδίζει τους υπαλλήλους της χρονιάς μέσα από μηνιαία περιοδική έκδοση των ομίλων PEPSICO – ΗΒΗ TASTY, διατυπώνοντας: «έκαναν τη διαφορά, γιατί εργάστηκαν στους 4 βασικούς πυλώνες» που διαμόρφωσε η πολυεθνική.
Τελευταία χρησιμοποιούν σε περισσότερες επιχειρήσεις διάφορα προγράμματα «εταιρικής ευθύνης», όπου καλούν τους εργαζόμενους της επιχείρησης μαζί με τις οικογένειές τους να πάνε για τον καθαρισμό μιας παραλίας, ενός δάσους και άλλα παρόμοια. Καλλιεργούν «τον εθελοντισμό», «την ευθύνη για το περιβάλλον που θα αφήσουμε στα παιδιά μας». Η COCA – COLA, για παράδειγμα, προβάλλει προς την κατεύθυνση της «πράσινης ανάπτυξης» τη μελλοντική δημιουργία μονάδας συμπαραγωγής ενέργειας στο Σχηματάρι, με την οποία θα μειωθούν οι ρύποι κατά 40%. Συνεργάζονται με τις περιβόητες ΜΚΟ σε διάφορες ενέργειες, όπως η καταπολέμηση του AIDS. Η ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΖΥΘΟΠΟΙΙΑ προβάλλει πρόγραμμα κατά του αλκοολισμού, η ΔΕΗ παίρνει πρωτοβουλίες υποστήριξης της «τοπικής απασχόλησης» «κόντρα» στην ανεργία. Επιδίδονται σε φιλανθρωπικές δραστηριότητες, όπως η ΜΕΒΓΑΛ που παρέχει δωρεάν προϊόντα σε ορφανοτροφεία, παιδικά χωριά SOS, στο Χαμόγελο του Παιδιού, συνεργάζεται με τους Γιατρούς του Κόσμου, διοργανώνει εθελοντική αιμοδοσία. Καλλιεργούν την αντίληψη περί ευαίσθητης επιχείρησης – εργοδοσίας, κρύβοντας ότι η συμμετοχή των επιχειρήσεων γίνεται με το αζημίωτο. Αντιπαραθέτει αυτή τη δράση στη δράση των ταξικών σωματείων.
Πολλές επιχειρήσεις, όμιλοι κάνουν σοβαρή ιδεολογική παρέμβαση μέσω διάφορων περιοδικών που εκδίδουν. Μέσα από αυτά καλλιεργούν την άποψη περί «κοινών στόχων», επιβραβεύουν «την αύξηση της παραγωγικότητας και την κάλυψη των στόχων». Είναι ζητούμενο για τις ταξικές δυνάμεις η παρακολούθηση αυτής της ιδεολογικής – πολιτικής δραστηριότητας των καπιταλιστών.
Η αντιμετώπιση της αντίληψης «της επιχείρησής μας» δεν είναι εύκολη υπόθεση και ιδιαίτερα σε περίοδο κρίσης. Εχει σχέση με το ότι σήμερα οι εργαζόμενοι ταυτίζουν τη λειτουργία της επιχείρησης με το δικό τους συμφέρον, με το αν θα έχουν δουλειά. Εχει σχέση με τη δυσκολία να κατανοηθεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, πώς γίνεται η εκμετάλλευση. Διότι η ανεργία, οι οικονομικές κρίσεις, η διαρκής προσπάθεια των καπιταλιστών να περιορίσουν στο κατώτερο δυνατό την τιμή της εργατικής δύναμης είναι νομοτελειακά φαινόμενα των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Ο εκρηκτικός τρόπος, με τον οποίο εμφανίζονται σήμερα, δείχνει και τα ιστορικά όρια του καπιταλισμού. Αυτό δε σημαίνει βέβαια αυτόματη κατάρρευση του συστήματος, αλλά ότι οι εργαζόμενοι δεν έχουν τίποτα θετικό να περιμένουν στα πλαίσιά του, ότι πραγματική απάντηση στα προβλήματα των εργαζόμενων μαζών μπορεί να δώσει μόνο ένας νέος ανώτερος τρόπος οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας, ο σοσιαλισμός – κομμουνισμός. Γίνεται όλο και πιο φανερό στη διαδρομή της παρούσας κρίσης που χτυπά με διαδοχικά και αλλεπάλληλα «κύματα» μεγάλο μέρος του καπιταλισμού, ότι η ασθενής ανάκαμψη, όπου υπάρχει, δεν επαναφέρει καμία απολύτως εργατική κατάκτηση από αυτές που σαρώθηκαν στη φάση της κρίσης. Αντίθετα, η ζωή των εργατών και των λαϊκών στρωμάτων βυθίζεται όλο και πιο κάτω. Μισθοί και ζωή Κίνας και Ινδίας για τους εργαζόμενους είναι το σύγχρονο ιδανικό της αστικής τάξης.

Ανάρτηση από: http://bluebig.wordpress.com