Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Πολιτισμός: Το μακρύ καλοκαίρι της υποβάθμισης

Η μεγάλη απογοήτευση της υπουργίας του Ν. Ξυδάκη
Του Κώστα Σαμάντη 
Το καλοκαίρι που ακολούθησε τα όσα δυσάρεστα συνέβησαν με την προκήρυξη του δημοψηφίσματος (κλείσιμο τραπεζών, έλεγχος κεφαλαίων, πάγωμα της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού), ανάμεσα στα υπόλοιπα, είχε και οδυνηρές συνέπειες στον τομέα του πολιτισμού. Πλήθος παραστάσεων ακυρώθηκαν στην κρατική ορχήστρα Αθηνών, στο Φεστιβάλ Επιδαύρου, στην Καμεράτα – Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής, στην Εθνική Λυρική Σκηνή, με την τελευταία μάλιστα να μετρά απώλειες ύψους 600.000 ευρώ μετά την ακύρωση των παραστάσεων της Κάρμεν στο Ηρώδειο. Αρκετές ήταν και οι ακυρώσεις των εκδηλώσεων σε όλη την επικράτεια, είτε των δήμων είτε ιδιωτικών παραγωγών, μιας και ο έλεγχος των κεφαλαίων (capital controls) σάρωσε ό,τι προγραμματισμό υπήρχε στο πεδίο του πολιτισμού. Το ελληνικό πολιτιστικό καλοκαίρι του 2015 τελικά θα μείνει ως μία μαύρη σελίδα.
Οι ευθύνες δεν εξαντλούνται στα έκτακτα γεγονότα που προέκυψαν με την κήρυξη του δημοψηφίσματος. Πολύ περισσότερο, οι ευθύνες επεκτείνονται και στους καθ΄ ύλην αρμόδιους (βλέπε τον αναπληρωτή υπουργό Νίκο Ξυδάκη). Η έλλειψη χρηματοδότησης, αλλά και η καθυστέρηση της έγκρισης των απαραίτητων κονδυλίων από το υπουργείο Οικονομικών για την προκήρυξη πρόσληψης εποχικών υπαλλήλων (32 μέσω ΑΣΕΠ και 120 μέσω ΟΑΕΔ) οδήγησε (εξ αιτίας της έλλειψης του αναγκαίου προσωπικού) σε μουσεία χωρίς φύλακες και σε κλειστούς αρχαιολογικούς χώρους. Όπως εύστοχα ανεγράφη στο διεθνή Τύπο, «Μεγάλοι δημόσιοι πολιτιστικοί οργανισμοί στην Ελλάδα βρίσκονται σε σημείο κατάρρευσης. Τα ελληνικά μουσεία αναγκάζονται να κλείσουν, καθώς η χρηματοδότηση τελειώνει». Αναφέρουμε χαρακτηριστικά την περίπτωση του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, το οποίο αναγκάστηκε να αναστείλει τη λειτουργία του για οικονομικούς λόγους.
Δυστυχώς, το αλαλούμ που επικρατεί στον πολιτισμό επεκτείνεται και στον χώρο του βιβλίου. Χωρίς μία σαφή άποψη και πρόταση για τον συγκεκριμένο τομέα, τα προβλήματα, ειδικά το καλοκαίρι του 2015, πολλαπλασιάστηκαν. Δεν είναι μόνο ότι δεν υπάρχει μέχρι σήμερα μία σαφής στάση για το ΕΚΕΒΙ (Ελληνικό Κέντρο Βιβλίου). Την περίοδο που ακολούθησε την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος ο χώρος του βιβλίου υπέστη ένα μίνι κραχ. Οι πωλήσεις βιβλίων την περίοδο του καλοκαιριού μειώθηκαν από 60% έως 80%, μείωση η οποία έρχεται να προστεθεί σε αυτήν που προέκυψε μετά το 2012 και η οποία ήταν της τάξεως του 25%. Όλα αυτά επιτείνουν ακόμη περισσότερο τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα μικρά βιβλιοπωλεία, κυρίως της περιφέρειας, πολλά εκ των οποίων οδηγούνται ολοένα και πιο έντονα σε κλείσιμο, γεγονός στο οποίο συμβάλλει (αλλά και τροφοδοτείται από αυτήν) η ολοένα και μεγαλύτερη επέκταση των μεγάλων αλυσίδων. Εξίσου σημαντικά είναι τα προβλήματα στον τομέα της έκδοσης που προέκυψαν από τον τραπεζικό έλεγχο κεφαλαίων, μιας και οδήγησαν σε μια σειρά ελλείψεων, από το χαρτί μέχρι την κόλλα της βιβλιοδεσίας.
Ο αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης, κατά τη διάρκεια της θητείας του, φάνηκε να αναλώνεται περισσότερο σε έναν αγώνα, όχι χωρίς αντιπαραθέσεις, αντικατάστασης διοικήσεων που υπάγονται στο υπουργείο του, παρά στην κινητοποίηση παραγόντων της διανόησης για την άρθρωση ενός πολιτιστικού πλάνου στα δύσκολα χρόνια του μνημονίου. Έτσι προβλήματα προέκυψαν με την απομάκρυνση του Σωτήρη Χατζάκη από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, αλλά και του Γιάννη Βούρου από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της δεύτερης μεγαλύτερης σκηνής της χώρας, του ΚΘΒΕ. Με τους τόνους να οξύνονται και τους μεν καλλιτεχνικούς διευθυντές να κατηγορούν τον υπουργό για απαράδεκτο παρεμβατισμό και νεποτισμό, τον δε υπουργό να απαντά με κατηγορίες περί οικονομικών σκανδάλων. Οφείλουμε να σημειώσουμε ότι στα πορίσματα των ελεγκτών στον διαχειριστικό έλεγχο που έγινε τόσο στο Εθνικό Θέατρο όσο και στο ΚΘΒΕ, ουδεμία παράλειψη ή αξιόποινη πράξη διαπιστώθηκε.
Η μάχη όμως δεν εξαντλήθηκε στις θεατρικές σκηνές. Το ίδιο αλαλούμ παρατηρήθηκε κατά την αντικατάσταση του διοικητικού συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, όσο και στο διοικητικό συμβούλιο του Φεστιβάλ Αθηνών, όπου αντικαταστάθηκαν τα πέντε από τα επτά μέλη του (των οποίων η θητεία έληγε τον Μάρτιο του 2016), λίγο πριν την έναρξη του Φεστιβάλ. Διατηρήθηκε όμως στη θέση του Προέδρου του Δ.Σ. ο Γιώργος Λούκος, οι επιλογές του οποίου έχουν ξεσηκώσει πλήθος αντιδράσεων μιας και, όχι αδικαιολόγητα, χαρακτηρίζονται κοσμοπολίτικες και πλήρως απαξιωτικές για την ελληνική παραγωγή.
Τα σχόλια του Τύπου προκάλεσε επίσης τις τελευταίες ημέρες η μεθόδευση του διορισμού της Ειρήνης Λαγού για τη θέση της αναπληρώτριας καλλιτεχνικής διευθύντριας στην ΚΟΑ, στενής συνεργάτιδας του πρώην πλέον υπουργού Πολιτισμού και δεξί του χέρι κατά τους τελευταίους μήνες. Ο κος Ξυδάκης ανακοίνωσε την πρόθεσή του για την κάλυψη της συγκεκριμένης θέσης με ενέργειες «δίκην διακτινισμού» όπως έγραψαν χαρακτηριστικά τα ΝΕΑ και παρά το ότι αυτό δεν επιτρέπεται κατά την προεκλογική περίοδο. Το κερασάκι στην τούρτα έρχεται να συμπληρώσει η χορήγηση 600.000 ευρώ στο Μέγαρο Μουσικής με υπουργική απόφαση που υπογράφηκε στις 20 Αυγούστου (ημέρα ανακοίνωσης της παραίτησης Τσίπρα), την ίδια στιγμή που το Μέγαρο είναι ένα από τα βαρίδια του υπουργείου, μιας και ακόμα δεν έχει ξεκαθαριστεί αν το δημόσιο θα συνεχίσει να εξυπηρετεί τα δάνεια του Μεγάρου και αν υπάρχει πρόθεση ο επιβαρυμένος συγκεκριμένος πολιτιστικός οργανισμός να περάσει στην κυριότητα του δημοσίου όσον αφορά στην κτηριακή περιουσία του, τουλάχιστον.
Δυστυχώς, οι επτά μήνες άσκησης πολιτικής του υπουργείου Πολιτισμού χαρακτηρίζονται από πλήθος αψιμαχιών, εντάσεων, διαγκωνισμών και παραλείψεων. Όσο και αν μέρος αυτών δικαιολογούνται από το δύσκολο οικονομικό πλαίσιο, το οποίο είναι δεδομένο τη συγκεκριμένη μνημονιακή συγκυρία, η έλλειψη μιας συνολικής πρότασης για τον πολιτισμό, η οποία θα αναπτύσσει και θα στηρίζει την ελληνική παραγωγή, είναι γεγονός.
Κατά τα άλλα, όπως λέει και ο Άμλετ, “The rest is silence”.
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr