Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2015

Η φτωχοποίηση των νέων

Αποκαλυπτικά τα στοιχεία μιας έρευνας του ΕΚΚΕ
Tου Νίκου Ντάσιου 
Άκρως αποκαλυπτικά τα ευρήματα της έρευνας του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) για την παιδική φτώχεια και τις διαστάσεις που έχει λάβει στα χρόνια της κρίσης, όπως τα παρέθεσε ο διευθυντής ερευνών και δημογράφος κος Μπαλούρδος, για την εφημερίδα Ρήξη. Η ποσοτική έρευνα με τίτλο «IN4YOUTH» διεξήχθη σε αστικές περιοχές της Ελλάδας την περίοδο 2013-2014 σε δείγμα περίπου 2.000 νέων ηλικίας 15-34 ετών, ήτοι σε ποσοστό 8‰ της εν λόγω ηλικιακής ομάδας.
Ε ξετάζοντας τις επιπτώσεις της φτώχειας στις ομάδες αυτές, η έρευνα υιοθετεί τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με τον οποίο, «η φτώχεια ορίζεται συγκριτικά σε σχέση με το μέσο επίπεδο διαβίωσης μιας συγκεκριμένης κοινωνίας στη δεδομένη ιστορική στιγμή». Οι παράμετροι που συνυπολογίστηκαν για τον προσδιορισμό του υλικού επιπέδου των συμμετεχόντων στο δείγμα είναι ο συνδυασμός των καθαρών εισοδημάτων (μετά την αφαίρεση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών) από εργασία, αυτοαπασχόληση, κοινωνικές παροχές & επιδόματα, ενοίκια περιουσιακών στοιχείων, καθώς και από χρηματικές μεταβιβάσεις εντός οικογενείας.
Το σημαντικότερο εύρημα της έρευνας είναι η συντελεσθείσα πρόκληση σημαντικών καταστροφών στον μηχανισμό ενηλικίωσης των νέων ανθρώπων, αν αυτός οριστεί με βάση δύο βασικές παραμέτρους: την πρόσβαση στην αγορά εργασίας και τη δημιουργία ανεξάρτητου νοικοκυριού.
Αναφορικά με τον πρώτο παράγοντα, την εργασία, φαίνεται πως δεν υπάρχει σταθερή φάση μετάβασης στην αγορά εργασίας αφού, λόγω της φύσης τους οι προσφερόμενες θέσεις δεν παρέχουν σταθερότητα και εξασφάλιση. Το 21% των εργαζόμενων νέων είναι εκτεθειμένο σε κίνδυνο φτώχειας λόγω χαμηλής αμοιβής, μη σταθερής καταβολής μισθού, χαμηλής εκπαίδευσης και υποαπασχόλησης. Από τους ερωτώμενους, το 51% των απασχολούμενων εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, το 22% είναι αυτοαπασχολούμενοι και το 19% στον δημόσιο τομέα. Σύμφωνα με τον κύριο Μπαλούρδο: «Στα χρόνια της κρίσης διαμορφώθηκε ένα μοντέλο αγοράς εργασίας «εντός – εκτός» (insiders-outsiders), όπου οι νεοεισερχόμενοι, είναι πιο πιθανό να καταλάβουν μια προσωρινή, ανασφαλή και αβέβαιη θέση, με ιδιαίτερα χαμηλές αποδοχές και άρα να βρίσκονται υπό την απειλή της φτώχειας. Συμπέρασμα: η εργασία δεν παρέχει κάποια ικανοποιητική προστασία έναντι της φτώχειας».
Για το 56,3% των νέων, η προοπτική δημιουργίας ανεξάρτητου νοικοκυριού είναι άπιαστο όνειρο, αφού επιλέγει να ζει με τους γονείς του, ενώ το 24% αντιμετωπίζει τον κίνδυνο φτώχειας, δεδομένων των συνθηκών υλικής στέρησης του συνόλου της οικογένειας. Προς επίρρωση και η σχετική έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τις συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών έτους 2013, όπου το 8% (από 4% το 2009) δεν μπορούν να προσφέρουν στα παιδιά τους ένα γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι σε καθημερινή βάση! Ο συνδυασμός της διαμονής με τους γονείς και του κινδύνου φτώχειας είναι αντίστοιχα υψηλός σε χώρες της Αν. Ευρώπης και των Βαλκανίων όπως Ρουμανία, Βουλγαρία, Λιθουανία και Λετονία. Η ανεργία είναι ο καθοριστικότερος παράγοντας για την παραμονή ή την επιστροφή των νέων στην πατρική εστία, αφού το 40% των διαμενόντων με τους γονείς τους δηλώνει άνεργο, ενώ το 62,7% βρίσκεται σε αναζήτηση εργασίας μετά από σπουδές. Να σημειωθεί δε ότι το ποσοστό ανεργίας ξεπερνάει το 46,5% στην ηλικιακή ομάδα 20-24 ετών, το 47,6 % μεταξύ 25-29 ετών και το 21,5% στην ομάδα 30-34 ετών.
Συμπληρωματικό εύρημα, το γεγονός ότι το 80,6% είναι άγαμοι, ενώ η μέση ηλικία τέλεσης του πρώτου γάμου για τις γυναίκες φτάνει τα 30 χρόνια και των αντρών τα 33, όρια που βαίνουν συνεχώς αυξανόμενα. Ο κίνδυνος φτώχειας στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα καταγράφεται ως ο πλέον καθοριστικός παράγοντας αποθάρρυνσης για την απόκτηση παιδιών, ρίχνοντας τον σχετικό δείκτη γονιμότητας, που ήταν 1,49 παιδιά ανά γυναίκα, κάτω από το 1,3 το 2014. Να σημειωθεί ότι το 1,5 είναι ο δείκτης ορόσημο για την βιώσιμη αναπαραγωγή μιας κοινωνίας δεδομένου ότι η πτώση κάτω του ορίου αυτού δύσκολα μπορεί να αποτρέψει τη δημογραφική συρρίκνωση μιας κοινωνίας με τη μορφή της χιονοστιβάδας!
Οι νέοι λοιπόν –κυρίως των μεσοστρωμάτων–, κατά τη διάρκεια της κρίσης φαίνεται να παρατείνουν τις σπουδές τους, να εξακολουθούν να μένουν μαζί με τους γονείς και να μεταθέτουν τον γάμο και την απόκτηση της δικής τους οικογένειας στο μέλλον. Αν σ’ αυτό προσθέσουμε ένα 37% που αναζητεί μόνιμη μετεγκατάσταση στο εξωτερικό –και όσους έχουν ήδη φύγει– απεικονίζουμε κυριολεκτικώς μια χαμένη γενιά!
Συνοψίζοντας, ο κος Μπαλούρδος αναφέρει πως: «Η μετάβαση στην ενηλικίωση ήταν για κάθε γενιά αργή και επίπονη, πόσο μάλλον σήμερα, με το 26% των νέων απειλούμενο με την ακραία φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Αυτό το ιδιαίτερα ευάλωτο τμήμα των νέων κουβαλάει ψυχικά τραύματα και προβλήματα πέραν εκείνων των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι νέοι γενικότερα. Ελλείψει δε στοχευμένων πολιτικών και δράσεων, όλο και περισσότεροι απ’ αυτούς ωθούνται στο περιθώριο της κοινωνίας, μακριά από τη σταθερή εργασία, το εισόδημα, τις ευκαιρίες εκπαίδευσης, καθώς επίσης και από τις κοινωνικές και κοινοτικές δραστηριότητες. Γι’ αυτούς οι οργανισμοί λήψης αποφάσεων είναι «ξένοι» κι οι ίδιοι κουβαλούν το αίσθημα ότι είναι ανίσχυροι και ανίκανοι να πάρουν στα χέρια τους τον έλεγχο των αποφάσεων που έχουν επιπτώσεις στην καθημερινή τους ζωή. Εξ ου και η πολιτική αποστράτευση ως παρακμιακό φαινόμενο του πιο ζωντανού κομματιού της κοινωνίας μας…»
Απέναντι λοιπόν σε μια κρίση που τείνει να τινάξει στον αέρα τη διαδικασία αναπαραγωγής της κοινωνίας μας, δεν επαρκεί μια κοινωνική πολιτική που τείνει να λάβει χαρακτήρα φιλανθρωπίας και να λειτουργεί πυροσβεστικά. Αντίθετα, απαιτούνται διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προκειμένου να αντιμετωπιστούν συντονισμένα η παραγωγική ανασυγκρότηση, η δημογραφική συρρίκνωση, η φτώχεια των νέων και να υπάρξει εγγυημένη πρόσβαση σε εισόδημα και δημόσιες υπηρεσίες, ενεργοποιώντας παράλληλα και τα άτυπα κοινωνικά δίκτυα –ξεκινώντας από το επίπεδο της γειτονιάς.
Ανάρτηση από: http://ardin-rixi.gr