Της Analyst Team
Η γερμανική βιομηχανία ήταν κατά τη διάρκεια του εθνικοσοσιαλισμού στενά συνδεδεμένη με το ναζιστικό καθεστώς, έχοντας ως εκ τούτου αποκομίσει τεράστια κέρδη – μέσω της καταναγκαστικής απασχόλησης εργαζομένων από τις κατεχόμενες χώρες, της «ενσωμάτωσης» των εργοστασίων και των πρώτων υλών των κατεχομένων κρατών, καθώς επίσης του εξοπλισμού του γερμανικού στρατού. Στα χρήματα αυτά, μαζί με τα κλοπιμαία από τις άλλες χώρες, στηρίχθηκε το γερμανικό μεταπολεμικό θαύμα – όχι μόνο στη διαγραφή των χρεών του 1953.
Ανάλυση
Εάν θέλει κανείς να είναι ρεαλιστής, θαύματα δεν γίνονται, όπως αυτά που περιμένουμε για την Ελλάδα. Για παράδειγμα, δεν είναι δυνατόν να έχουμε ανάπτυξη, αύξηση δηλαδή του ΑΕΠ κατά 2,3% σύμφωνα με τις προβλέψεις, όταν όλοι οι συντελεστές του (ΑΕΠ = Κατανάλωση + Ιδιωτικές Επενδύσεις + Δημόσιες δαπάνες + Εμπορικό ισοζύγιο) είναι αρνητικοί – όπως οι εξαγωγές, η αύξηση καλύτερα του εμπορικού ελλείμματος, η πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας και η μείωση της βιομηχανικής παραγωγής που καταγράφηκαν το πρώτο τρίμηνο. Φυσικά τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση, ύψους περί το 1 δις €, το μοίρασμα μέρους των κλοπιμαίων καλύτερα, θα αυξήσουν την κατανάλωση, αλλά αυτή ακριβώς οδήγησε στην υπερχρέωση της χώρας το 2009 -κάτι που σημαίνει πως το πάθημα δεν μας έγινε ακόμη μάθημα, μετά από δέκα χρόνια βαθιάς κρίσης.
Για παράδειγμα, η αναβίωση της ανατολικής Γερμανίας μετά την ένωση της με τη δυτική, απαίτησε 150 δις € για δέκα ολόκληρα χρόνια, χωρίς ακόμη να έχει υπάρξει σύγκλιση – ενώ το αποκαλούμενο γερμανικό θαύμα μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο δεν ήταν μόνο το αποτέλεσμα της διαγραφής άνω του 50% του χρέους το 1953, σε συνδυασμό με την εξυπηρέτηση του υπολοίπου με ρήτρα εξαγωγών αλλά, κυρίως, του μνημειώδους ξεπλύματος των χρημάτων που είχαν κλέψει οι ναζί από τις χώρες που είχαν κατακτήσει.
Ως εκ τούτου, το να έχουμε την ελπίδα πως η Ελλάδα, η οποία έχει υποστεί μία τεράστια καταστροφή από την πολιτική των μνημονίων θα αναβιώσει χωρίς να επενδυθούν μεγάλα ποσά χρημάτων, είναι ουτοπικό – πόσο μάλλον όταν οι επενδύσεις παραμένουν στο μισό των αναγκαίων κατά τα δέκα σχεδόν προηγούμενα χρόνια, με αποτέλεσμα να έχουν δημιουργηθεί ανάγκες που υπερβαίνουν τα 200 δις €, χωρίς καμία διάθεση υπερβολής.
Στο θέμα τώρα της Γερμανίας και του ξεπλύματος των χρημάτων των ναζί, χωρίς το οποίο δεν θα είχε ασφαλώς υπάρξει κανένα «θαύμα», είναι σωστό να υπενθυμίσουμε τα εξής:
«Κάθε κράτος έχει τους δικούς του μύθους, οι οποίοι έχουν ελάχιστη ή και καθόλου σχέση με την πραγματικότητα», αναφέρει στην εισαγωγή του μικρού της φιλμ (βίντεο), η συμπαθέστατη γερμανίδα Δόκτορας του ελεύθερου πανεπιστημίου του Βερολίνου (FU Berlin), καταλήγοντας στο μύθο της χώρας της – σύμφωνα με τον οποίο το γερμανικό θαύμα της μεταπολεμικής εποχής οφείλεται στον υπουργό οικονομικών και μετέπειτα καγκελάριο L. Erhard.
Έχοντας αναλύσει μία από τις βασικότερες πτυχές του «φαινομένου» (ο μύθος του γερμανικού θαύματος), θεωρούμε σκόπιμο να αναφερθούμε επίσης σε αυτήν της παραπάνω γερμανίδας – σύμφωνα με την οποία το θαύμα οφείλεται επί πλέον στο δεξί χέρι του τότε προέδρου της Αργεντινής, του γνωστού μας Peron, ο οποίος ήταν εκείνος που ξέπλυνε τα χρήματα των ναζί (πηγή).
Ο συγκεκριμένος Αργεντινός, ο κ. Jorge Antonio, «ξέπλυνε» από το 1949 και εντεύθεν, μαζί με την Daimler Benz (Mercedes) ως εκπρόσωπο της βαριάς γερμανικής βιομηχανίας, σε μεγάλη κλίμακα τα κεφάλαια ολόκληρης της βιομηχανίας της χώρας και όχι μόνο, τα οποία είχαν φυγαδευτεί στην Ελβετία – έχοντας φυσικά τη ρητή άδεια των Η.Π.Α. και λειτουργώντας κάτω από τις οδηγίες του γερμανού καγκελαρίου.
Παράλληλα, ως συμπλήρωμα του «πακέτου υπηρεσιών» με αποδέκτη τη ναζιστική Γερμανία, μεταφέρθηκαν μυστικά πολλοί σημαντικοί ναζί στην Αργεντινή – με τη βοήθεια της «αυτοκρατορίας» του Jorge Antonio, η οποία χαρακτηρίσθηκε αργότερα από τους δικαστές ως μία «τερατώδης, εγκληματική οργάνωση».
Ο ίδιος ο Jorge Antonio βέβαια θεωρούσε τον εαυτό του «δώρο Θεού» για τους ναζί – αφού, για να εκπληρώσει την «αποστολή» του, κατάφερε να δημιουργήσει ένα σύστημα χειραγώγησης νομισμάτων, φοροδιαφυγής, διαφθοράς, διαπλοκής και μαύρων ταμείων, μοναδικό ίσως στην ιστορία.
Περαιτέρω, πάντοτε σύμφωνα με τη γερμανίδα δόκτορα, οι μύθοι που καλλιεργούν τα κράτη κρύβουν την πραγματικότητα – όπου όμως μόνο αυτός που λαμβάνει υπ’ όψιν του την ψυχρή πραγματικότητα είναι σε θέση να ενεργεί πολιτικά. Όλα τα άλλα συνιστούν προφανώς αυταπάτες, οι οποίες μπορεί μεν να είναι βολικές, αλλά δεν παύουν να ανήκουν στον κόσμο της φαντασίας – με αποτέλεσμα να μη βοηθούν καθόλου τους λαούς.
Εάν τώρα εξετάσει κανείς ρεαλιστικά τα τεκταινόμενα, θα συμπεράνει εύκολα πως από το ξέπλυμα των χρημάτων των ναζί δεν ωφελήθηκαν μόνο οι ίδιοι και η γερμανική βιομηχανία – αλλά, επίσης, όλοι οι υπόλοιποι Γερμανοί, ακόμη και οι επικριτές του τότε καθεστώτος.
Άλλωστε, εάν είχε εφαρμοσθεί στην πράξη το «σχέδιο Morgenthau», όπως είχε προτείνει ο ομώνυμος υπουργός οικονομικών των Η.Π.Α., σύμφωνα με το οποίο η Γερμανία έπρεπε να μετατραπεί σε μία αγροτική χώρα, έτσι ώστε να εμποδιστεί μακροπρόθεσμα η διενέργεια ενός ακόμη πολέμου εκ μέρους της, όπως ο σημερινός οικονομικός που διεξάγει στην Ευρώπη, η εξέλιξη της χώρας θα ήταν εντελώς διαφορετική – ενώ φυσικά δεν θα είχε επιτραπεί στη βιομηχανία της το ξέπλυμα των χρημάτων (αναφορά στο άρθρο μας).
Αντί αυτού όμως οι Η.Π.Α. επέλεξαν να καταστήσουν τη Γερμανία αιχμή του δόρατος τους στην Ευρώπη, απέναντι στη Σοβιετική Ένωση του Ψυχρού Πολέμου – υποχρεώνοντας όλες τις άλλες χώρες να αποδεχθούν τη διαγραφή του 50% των χρεών της, καθώς επίσης να αναβάλλουν τις απαιτήσεις τους από τις πολεμικές επανορθώσεις για την εποχή μετά την τυχόν ένωση της (κάτι που φυσικά δεν σεβάσθηκαν οι Γερμανοί μετά το 1990 – ανάλυση).
Λογικά λοιπόν οι Η.Π.Α. της έδωσαν την άδεια να ξεπλύνει τα ναζιστικά χρήματα, αφού ήταν απαραίτητα για την επίτευξη του γερμανικού θαύματος – καλύπτοντας όλο αυτό το ξέπλυμα με την παροχή ενός δήθεν γενναιόδωρου σχεδίου Marshall (άρθρο), το οποίο γνωρίζουμε σήμερα πως ήταν εξαιρετικά χαμηλό, ενώ δόθηκε σε πολλές άλλες χώρες. Εκτός αυτού, ήταν αυτονόητη η χρησιμοποίηση των γερμανικών εμπειριών από το τότε ξέπλυμα αργότερα – όπως στην περίπτωση της Deutsche Bank σήμερα, ενός από τα μεγαλύτερα «πλυντήρια» παγκοσμίως (ανάλυση).
Η μέθοδος του ξεπλύματος
Όλες οι λεπτομέρειες φαίνονται στο φιλμ της γερμανίδας, τεκμηριωμένες με πάρα πολλά ντοκουμέντα – τα οποία βρέθηκαν στο αρχείο του Αργεντινού Jorge Antonio, κρυμμένο στα υπόγεια μίας ιδιωτικοποιημένης τράπεζας. Τα έγγραφα της «αυτοκρατορίας» της Mercedes κατασχέθηκαν, μαζί με όλα τα ντοκουμέντα των βιβλίων των μαύρων ταμείων, των διπλών λογιστικών καταχωρήσεων και των νομισματικών χειραγωγήσεων, το 1955 – όταν ο πρόεδρος της Αργεντινής καθαιρέθηκε μετά από ένα στρατιωτικό πραξικόπημα.
Η ιστορία δημοσιεύθηκε σε όλες τις εφημερίδες τότε, αλλά οι Η.Π.Α. δεν κατήγγειλαν ποτέ δημόσια τη γιγαντιαία αυτή επιχείρηση ξεπλύματος – παρά το ότι παραβίαζε μαζικά τα δικαιώματα των νικητριών συμμαχικών δυνάμεων, ενώ τεκμηρίωνε πως η Γερμανία διέθετε αρκετά χρήματα, για να εξυπηρετεί τις οφειλές της.
Όσον αφορά την έκθεση εκείνης της εποχής του πρώην υφυπουργού των Η.Π.Α. για το ξέπλυμα των χρημάτων των ναζί (Eizenstat), ένα μεγάλο μέρος των οποίων είχε κλαπεί από τους Εβραίους (πηγή), αφορούσε κυρίως το ρόλο των ελβετικών τραπεζών που υποχρεώθηκαν τελικά να πληρώσουν αποζημιώσεις – ενώ δεν υπήρξε καμία αναφορά στην τεράστια βιομηχανία ξεπλύματος της Αργεντινής.
Εν τούτοις, βρέθηκε στα αμερικανικά αρχεία αρκετό υλικό της OSS και του στρατού, σύμφωνα με το οποίο θα μπορούσε να επαναληφθεί μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο μία κατάσταση που είχε ήδη συμβεί μετά τον 1ο Παγκόσμιο – δηλαδή, μία συμμαχία μεταξύ των ακροδεξιών πολιτικών οργανώσεων και της γερμανικής βιομηχανίας (η οποία ανέκαθεν κυβερνάει τη Γερμανία).
Οφείλει δε να σημειωθεί εδώ πως η γερμανική βιομηχανία ήταν κατά τη διάρκεια του εθνικοσοσιαλισμού στενά συνδεδεμένη με το ναζιστικό καθεστώς, έχοντας ως εκ τούτου αποκομίσει τεράστια κέρδη – μέσω της καταναγκαστικής απασχόλησης εργαζομένων από τις κατεχόμενες χώρες, της «ενσωμάτωσης» των εργοστασίων και των πρώτων υλών των κατεχομένων κρατών, καθώς επίσης του εξοπλισμού του γερμανικού στρατού.
Συνεχίζοντας, υπάρχουν πολλοί υπολογισμοί των χρημάτων που ξεπλύθηκαν στην Αργεντινή – τα οποία, σύμφωνα με δηλώσεις του Jorge Antonio, ήταν της τάξης των 100 εκ. $, με την τότε αγοραστική τους αξία (με 1.000 $ το 1953 κατασκεύαζε κανείς ένα σπίτι). Είναι όμως γεγονός ότι, ο Αργεντινός δημιούργησε μία πραγματική αυτοκρατορία η οποία, με σημερινά συγκριτικά στοιχεία, είναι του μεγέθους των Deutsche Bank, της Mercedes, της BMW και της Volkswagen μαζί. Η αυτοκρατορία αυτή δημιουργήθηκε κυριολεκτικά σε χρόνο μηδέν, ενώ δεν βρέθηκε ούτε ένα τραπεζικό έμβασμα, το οποίο να ερμηνεύει τη μεταφορά αυτού του τεράστιου ποσού στην Αργεντινή.
Σε τελική ανάλυση ο Jorge Antonio και η Daimler Benz εξαγόρασαν δεκάδες επιχειρήσεις, οι οποίες είχαν ηγετική παρουσία στη Λατινική Αμερική στους κλάδους των ορυχείων, της πολεμικής βιομηχανίας, της γεωργίας, της παραγωγής αυτοκινήτων κοκ. – έχοντας δημιουργήσει μία τεράστια βιομηχανία που ανήκε σε Γερμανούς και ελεγχόταν από Γερμανούς.
Η βιομηχανία αυτή διευθυνόταν από ναζί, οι οποίοι κατείχαν επίσης τις σημαντικότερες διοικητικές και λοιπές θέσεις στο εξωτερικό – λειτουργώντας ως ένα τεράστιο πλυντήριο κλεμμένων χρημάτων/περιουσιακών στοιχείων των Εβραίων και κλεμμένου χρυσού από τις κεντρικές τράπεζες των κατεχομένων χωρών (μεταξύ των οποίων της Τράπεζας της Ελλάδας/κατοχικό δάνειο) με τη βοήθεια του οποίου η βιομηχανία στη Γερμανία τελικά ανέκαμψε και αργότερα αναπτύχθηκε, στο μεταπολεμικό θαύμα.
Το τέταρτο Ράιχ
Περαιτέρω, με βάση τα αρχεία που ανακαλύφθηκαν, οι ναζί είχαν σχέδιο ανάκτησης της εξουσίας, μετά την ήττα τους στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, με τη βοήθεια της βιομηχανίας της χώρας τους – γεγονός στο οποίο οφείλεται το παραπάνω ξέπλυμα, καθώς επίσης η στήριξη της γερμανικής βιομηχανίας με τα κλεμμένα περιουσιακά στοιχεία των θυμάτων του ναζιστικού καθεστώτος.
Ο καγκελάριος Erhard ήταν άλλωστε κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της επεκτατικής πολιτικής των εθνικοσοσιαλιστών – ήταν παρόν στην ιστορία του ξεπλύματος των χρημάτων των ναζί, ενώ ταξίδεψε τότε στην Αργεντινή.
Σύμφωνα με μαρτυρία του Jorge Antonio, πριν ξεκινήσει τη βιομηχανία ξεπλύματος στην Αργεντινή ήθελε να είναι απολύτως σίγουρος – κάτι που πέτυχε αφού πήρε την άδεια τόσο του καγκελαρίου Erhard, όσο και της Daimler Benz που ουσιαστικά εκπροσωπούσε όλους τους γερμανικούς βιομηχανικούς κολοσσούς (Siemens, Krupp, Hochtief κλπ. – όλες οι εντιμότατες γερμανικές εταιρείες και μέλη της Διεθνούς Διαφάνειας που έχει έδρα το Βερολίνο). Επομένως έμμεσα των Η.Π.Α., αφού διαφορετικά δεν θα είχε την παραμικρή δυνατότητα επιτυχίας ολόκληρο το εγχείρημα.
Επίλογος
Είναι ακατανόητη η επιμονή ορισμένων Ελλήνων να ειρωνεύονται τις προσπάθειες της χώρας μας, όσον αφορά την πληρωμή των γερμανικών επανορθώσεων – πόσο μάλλον όταν οι ίδιοι οι Γερμανοί τεκμηριώνουν το δικαίωμα μας να τις απαιτήσουμε (ανάλυση).
Επίσης ακατανόητη είναι η στάση αυτών που δεν συμφωνούν στη διεκδίκηση της διαγραφής ενός μεγάλου μέρους των δημοσίων χρεών της πατρίδας μας – χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν κάναμε πολλά λάθη στο παρελθόν, τα οποία δημιούργησαν ένα μέρος τους. Εν τούτοις, δεν αιματοκυλίσαμε τον πλανήτη, όπως η Γερμανία, στην οποία εγκρίθηκε μία ανάλογη διαγραφή, με την πληρωμή των υπολοίπων με ρήτρα αύξησης των εξαγωγών – ενώ διέθετε τα χρήματα για να πληρώσει, όπως φαίνεται από την έρευνα της γερμανίδας δόκτορος.
Βέβαια, εάν η Γερμανία εξοφλούσε τα χρέη της απέναντι μας, τα οποία υπερβαίνουν τα 250 δις € με τους πλέον μετριόφρονες υπολογισμούς, τότε δεν θα είχαμε κανένα λόγο να απαιτήσουμε διαγραφή – κάτι που όμως είναι αδύνατον να επιβάλλουμε, εάν δεν μας στηρίξουν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και οι Η.Π.Α.
Σε κάθε περίπτωση η γερμανική ηγεσία, ειδικά όσον αφορά τη συμπεριφορά της απέναντι μας, τους χιλιάδες εξευτελισμούς και την επιμονή της στην υποδούλωση μας, είναι εντελώς αδικαιολόγητη – ενώ η βαριά βιομηχανία που ουσιαστικά κυβερνάει τη Γερμανία, δεν είναι καθόλου απίθανο να υπηρετεί ακόμη και σήμερα τα σχέδια των εθνικοσοσιαλιστών, όσον αφορά την ανάκτηση της εξουσίας. Φυσικά δεν πρόκειται να τα καταφέρει, παρά τις νίκες της μετά το ξέσπασμα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους – αφού η χώρα πάντα κέρδιζε τις μάχες, αλλά τελικά έχανε τον πόλεμο.
Ανάρτηση από: https://analyst.gr