Του Γεράσιμου Δεληβοριά
Πριν από τριάντα χρόνια, ο καθηγητής Νίκος Μάργαρης έλεγε πως για τις δασικές πυρκαγιές ευθύνεται κυρίως το υπόστρωμα από ξερά χόρτα, κλαδιά και πευκοβελόνες. Με ένα καλό καθάρισμα η πυρκαγιά είναι δύσκολο να επεκταθεί γιατί δεν βρίσκει υλικό εύκολης ανάφλεξης και επομένως μπορεί ευκολότερα και γρηγορότερα να κατασβεσθεί. Έφερνε μάλιστα σαν παράδειγμα την εποχή όπου μεγάλες ομάδες ανθρώπων βιοπορίζονταν από τα δάση, όπως οι ρητινοσυλλέκτες, οι ξυλοκόποι κλπ. Οι άνθρωποι αυτοί, επειδή η ζωή τους εξαρτιόταν από το δάσος, φρόντιζαν να το συντηρούν, αλλά και να το επιβλέπουν, ώστε να αποτρέψουν ή να περιορίσουν την πυρκαγιά όταν εκδηλωνόταν.
Από τότε που γράφτηκαν αυτά τα σοφά λόγια η κατάσταση άλλαξε ριζικά. Οι επιστημονικές και τεχνικές βελτιώσεις στον τομέα της οινοποιϊας έβγαλαν σε αχρηστία το ρετσίνι και φυσικά τους ρητινοσυλλέκτες. Η φθηνή σκανδιναβική, αμερικανική και τροπική ξυλεία περιόρισε έως εξαφανίσεως και τους έλληνες υλοτόμους. Έτσι τα δάση βρέθηκαν κάτω από την προστασία του Κράτος.
Κράτος στην ελλάδα είναι τα κόμματα. Και τα κόμματα σύμφωνα με τον Παναγιώτη Κονδύλη είναι «οργανισμοί με τα δικά τους αυτοτελή συμφέροντα και με πρωταρχικό τους μέλημα την κατάληψη του κράτους και το μοίρασμα των ανώτερων κρατικών θέσεων στα μάλλον ανυπόμονα στελέχη τους».
Για τα ανυπόμονα κομματικά στελέχη τα δάση είναι «πράγματα», πράγματα που θα τους δώσουν την ώθηση για την πολιτική, κοινωνική και οικονομική τους άνοδο. Και η κατάληψη του κράτους επισφραγίζεται με την θεσμοθέτηση του πρωθυπουργού – αυτοκράτορα.
Έτσι δίνεται στις μάζες η απαιτούμενη διέξοδος διαμάχης για το «ποιός είναι καταλληλότερος για πρωθυπουργός», οπότε τα κομματικά στελέχη μπορούν να επιδοθούν ελεύθερα σε δημόσιες σχέσεις για την περαιτέρω προσωπική τους ανάδειξη, αλλά και σε ιδιωτικές σχέσεις με τις οικονομικές και κοινωνικές ελίτ.
Είναι τόσο επιτυχημένο το αυτοκρατορικό-πρωθυπουργικό μοντέλο για την διατήρηση ολόκληρου του πολιτικού και οικονομικού στάτους, ώστε ο Στ. Ψυχάρης ανέλαβε να διαφωτίσει και να εκπαιδεύσει τους ανίδεους αριστερούς – με πρώτο τον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα – συνεπικουρούμενος από γάτους Ιμαλαϊων και άλλα μυστικιστικά όργανα και συσκευές.
Όλες οι ιεραρχίες δομούνται με τις αντιλήψεις και την πρακτική του στρώματος που τις διευθύνει. Έτσι βλέπει κανείς τους ανώτερους ιεραρχικά υπαλλήλους να μιλούν και να συμπεριφέρονται σαν πολιτικοί, αφού και οι ίδιοι είναι κομματικά στελέχη εν ενεργεία ή σε αναμονή και απλώς περιμένουν την σύνταξη τους για να διεκδικήσουν την ανταμοιβή των πολιτικών προσπαθειών τους. Και φυσικά δεν τολμούν να έχουν πρωτοβουλία, αφού αυτή ανήκει δικαιωματικά στους ανωτέρους και τελικά στον αυτοκράτορα – πρωθυπουργό.
Όλες οι καταστροφές και οι ταλαιπωρίες που βιώσαμε τα τελευταία χρόνια, Μάνδρα, Μάτι, Φάρσαλα, Καρδίτσα, Εύβοια, Χιόνια, Τέμπη, Κροάτες δολοφόνοι, Ρόδος, Δαδιά, έχουν σαν αιτία αυτήν την θεληματική ανικανότητα των ανώτερων και μεσαίων στελεχών του κρατικού μηχανισμού, η οποία βαφτίζεται πολύ χαριτωμένα από τα ΜΜΕ «ασυνεννοησία».
Ελάχιστη λοιπόν σημασία έχει το πώς και από ποιόν ξεκίνησαν οι φωτιές. Το προσάναμμα που είχε συσσωρευθεί δεν ήταν μονάχα μέσα στα δάση, αλλά έφτανε μέχρι τις εθνικές οδούς και κανείς, δημόσιος λειτουργός ή ιδιώτης που έχει την ευθύνη αυτών των οδών δεν ενδιαφέρθηκε μέχρι και μετά τις 15 Αυγούστου για την αποψίλωση του.
Επιστέγασμα του θεατρικού αυτού παραλόγου είναι η Αθήνα. Ο Δημήτρης Μάρτος την αποκαλεί Μινώταυρο, γιατί καταβροχθίζει πόρους, ανθρώπινο δυναμικό, επαγγελματικές δραστηριότητες και δεξιοτεχνίες, θρύλους και παραδόσεις, αποψιλώνοντας την περιφέρεια, μετατρέποντας την σε χώρο αναψυχής των κατοίκων της πρωτεύουσας.
Μιλώντας πάντα για τα δάση, ένα από τα κατορθώματα του Αθηναϊκού Μινώταυρου ήταν η συγχώνευση της Αγροφυλακής με την Χωροφυλακή, η οποία έδρευε – πού αλλού; - στην Αττική, δηλαδή την Αθήνα. Και η συνεχόμενη συγχώνευση της Χωροφυλακής με την Αστυνομία Πόλεων, η κεντρική διοίκηση της οποίας, απ’ όπου εκπορεύονται εντολές και διαταγές για όλη την επικράτεια είναι και πάλι στην Αθήνα.
Το πιο μεγάλο χτύπημα ήταν φυσικά η κατάργηση της Δασικής Υπηρεσίας και η ανάθεση της δασικής πυρόσβεσης στην Πυροσβεστική των πόλεων, που εδρεύει κι αυτή στην Αθήνα, ώστε να ολοκληρωθεί σ’ αυτόν τον τομέα η παντοδυναμία του τέρατος.
Έχει λοιπόν την σημασία της η περιφορά της εικόνας του Αγίου Χαραλάμπους από την ηλικιωμένη κυρία που προβάλλανε τα κανάλια. Αφού, μέρες που ήταν, η Παναγία δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να μας προφυλάξει, η προσφυγή του καθενός στον προσωπικό του άγιο μπορεί να επιφέρει την ατομική τουλάχιστον σωτηρία.