«Θάνατος στην Τουρκία, θάνατος στον Ερντογάν!» φώναζαν χιλιάδες Ιρακινοί χθες στη Βαγδάτη
Του Κώστα Ράπτη
Πώς διαφεύγει η Τουρκία από τα αδιέξοδα που έχουν συσσωρεύσει οι επιλογές της στην Συρία, ιδίως μετά την κατάρριψη του ρωσικού Su-24; Με το άνοιγμα ενός νέου μετώπου, αυτή τη φορά στο βόρειο Ιράκ.
Η αποστολή στις αρχές του μηνός τουρκικού τάγματος με 25 άρματα Μ-60Α3 στην Μπασίκα της επαρχίας Νινευή, σε απόσταση 20 χιλιομέτρων από την κατειλημμένη από το Ισλαμικό Κράτος Μοσούλη, εμφανίσθηκε αρχικά ως εκ περιτροπής αντικατάσταση της ήδη παρούσας στρατιωτικής δύναμης που έχει αναλάβει την εκπαίδευση τοπικών μαχητών και κατόπιν ως ενίσχυση των όρων ασφαλείας λόγω απειλών των τζιχαντιστών προς του Τούρκους εκπαιδευτές.
Η κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης είδε το θέμα πολύ διαφορετικά, καταγγέλλοντας παραβίαση της εθνικής της κυριαρχίας, απειλώντας με προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και θέτοντας στην Άγκυρα τελεσίγραφο 48 ωρών για την απόσυρση των δυνάμεών της. Σιίτες βουλευτές μάλιστα έφθασαν μέχρι του σημείου να προτείνουν αεροπορικές επιδρομές εναντίον της τουρκικής δύναμης ή αποστολή αιτήματος στη Ρωσία να επεκτείνει τις επιχειρήσεις της και στο Ιράκ.
Με το τυπικό παθητικο-επιθετικό στυλ της (που παρότρυνε λ.χ. τη Μόσχα να μην αντιμετωπίζει “συναισθηματικά” την κατάρριψη του Su-24, προς βλάβην των διμερών σχέσεων), η Άγκυρα αρνήθηκε ότι έχει οποιαδήποτε διάθεση παραβίαση της ιρακινής κυριαρχίας. Ο Ahmet Davutoglu απάντησε εγγράφως στον ομόλογό του Haider al-Abadi δηλώνοντας ότι διακόπτεται η αποστολή περαιτέρω ενισχύσεων στη Μπασίκα μέχρι να κατευνασθούν οι ανησυχίες της Βαγδάτης. Ωστόσο, η δύναμη που βρίσκεται στην περιοχή, και πλέον φθάνει τους 600 άνδρες, δεν πρόκειται να αποσυρθεί, όπως και δημοσίως διακήρυξε ο Tayip Erdogan.
Ωστόσο, οι εγκαταστάσεις της Μπασίκα, που έχουν τη δυνατότητα να δεχθούν 1200 άνδρες, περισσότερο θυμίζουν μόνιμη στρατιωτική βάση, παρά χώρο φιλοξενίας μιας αποστολής εκπαιδευτών. Και αν ισχύει ότι η αρχική σύλληψη αποτελεί προϊόν περσινής συμφωνίας με τον Haider al-Abadi, οι εξελίξεις δίνουν στην τουρκική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή χαρακτήρα ολότελα διαφορετικό.
Πραγματικός “οικοδεσπότης” της τουρκικής δύναμης στη Μπασίκα είναι ο πρώην κυβερνήτης της επαρχίας Νινευή (ο οποίος εγκατέλειψε τη Μοσούλη ενώπιον των προελαυνόντων τζιχαντιστών τον Ιούνιο του 2014) Atheel al-Nujaifi, μέλος ισχυρής σουνιτικής φυλής και αδελφός του προέδρου του ιρακινού κοινοβουλίου. Ο Nujaifi συγκροτεί την σουνιτική παραστρατιωτική δύναμη Hasd al-Watani, η οποία φιλοδοξεί να ανακαταλάβει τη Μοσούλη, προλαβαίνοντας την αντίστοιχη Hasd al-Shabi που ιδρύθηκε με φετφά του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη των Ιρακινών σιιτών, Μεγάλου Αγιατολάχ Ali al-Shistani και τελεί υπό τις οδηγίες του πρωθυπουργικού γραφείου της Βαγδάτης.
Η ανάπτυξη των Τούρκων “εκπαιδευτών” έχει και τη συνηγορία της υπό τον Massud Βarzani αυτόνομης κουρδικής οντότητας του βόρειου Ιράκ. Ο Barzani βρέθηκε άλλωστε στο επίκεντρο των προσπαθειών αποκλιμάκωσης της τουρκο-ιρακινής κρίσης, επισκεπτόμενος την Άγκυρα την Τετάρτη, όπου μεταξύ άλλων συναντήθηκε με τον Erdogan, τον Davutoglu, τον υφυπουργό Εξωτερικών Feridun Sinirlioglu και τον επικεφαλής των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών Hakan Fidan, μία ημέρα πριν οι δύο τελευταίοι μεταβούν στη Βαγδάτη σε “πυροσβεστική” αποστολή.
Ο ηγέτης του ιρακινού Κουρδιστάν βρίσκεται με την Άγκυρα σε σχέση συμβιωτική καθώς το αυταρχικό και διεφθαρμένο καθεστώς του εξαρτάται από τις εξαγωγές πετρελαίου προς την τουρκική επικράτεια(ερήμην της Βαγδάτης), ενώ αποτελεί και το κυριότερο “χαρτί” της Τουρκίας για τον έλεγχο συνολικά του κουρδικού στοιχείου – ιδίως στην γειτονική Συρία, όπου το Κόμμα Δημοκρατικής Ενότητας (PYD), αδελφή οργάνωση του εκτός νόμου Εργατικού Κόμματος Κουρδιστάν (ΡΚΚ) ελέγχει τα τρία αυτόνομα “καντόνια” της Rojava.
Το ερώτημα, πάντως, κατά πόσον η Τουρκία ενεργεί αυτόνομα ή στο πλαίσιο μιας ευρύτερης δυτικής στρατηγικής, εγέρθηκε εκ νέου, μετά το σχόλιο του Brett McGurk, ειδικού απεσταλμένου των ΗΠΑ στον διεθνή συνασπισμό κατά του Ισλαμικού Κράτους ότι η Ουάσιγκτον “δεν εγκρίνει την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων στο Ιράκ χωρίς τη συγκατάθεση της ιρακινής κυβέρνησης και αυτό αφορά και την ανάπτυξη αμερικανικού στρατιωτικού προσωπικού”. Την ίδια θέση διατύπωσε και ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Jeff Davis.
Εξ ού και η αμερικανική πλευρά μεσολάβησε για την σύγκληση τριμερούς συνάντησης με εκπροσώπους της Τουρκίας και του Ιράκ στις 21 Δεκεμβρίου στη Βαγδάτη, όπως ανακοίνωσε ο Erdogan.
Στις επαφές με τον Barzani οι Τούρκοι ιθύνοντες υποστήριξαν ότι κύριο μέλημά τους είναι η ενίσχυση της ασφάλειας της κουρδικής οντότητας στο Βόρειο Ιράκ, καθώς η Τουρκία δεν επιθυμεί να βρεθεί να συνορεύει με το Ισλαμικό Κράτος (τουλάχιστον από την ιρακινή πλευρά των συνόρων).
Ωστόσο, το στοίχημα για την Άγκυρα είναι πολύ μεγαλύτερο. Αν η παρουσία 600 ανδρών είναι μάλλον αμελητέα από επιχειρησιακή άποψη σε ό,τι αφορά την προσδοκώμενη εκδίωξη των τζιχαντιστών από τη Μοσούλη, η συμβολική και πολιτική της σημασία είναι τεράστια. Η Τουρκία επείγεται να έχει λόγο την “επόμενη μέρα” στην περιοχή – ιδίως μετά την κατάρριψη του Su-24 που οδήγησε σε έναν ιδιόμορφο αποκλεισμό της από τη Συρία, εφόσον οι αντάρτες που τελούν υπό την προστασία της δέχθηκαν ανηλεές ρωσικό σφυροκόπημα, ενώ και ο δυτικός συνασπισμός κατά του Ισλαμικού Κράτους έχει χωρίς τυμπανοκρουσίες αφαιρέσει τις τουρκικές δυνάμεις από τις επιδρομές του, για προληπτικούς λόγους.
Τα ευρύτερα κίνητρα της τουρκικής ηγεσίας αποτυπώνονται στις δηλώσεις του μεν Davutoglu ότι “οι Τούρκοι στρατιώτες βρίσκονται στη Μπασίκα για τη σταθερότητα της περιοχής”, του δε Erdogan ότι “υπάρχουν Σουνίτες Άραβες, Σουνίτες Τουρκομάνοι και Σουνίτες Κούρδοι που έχουν ανάγκη προστασίας και όλες οι ενέργειες της Τουρκίας αποβλέπουν σε αυτόν τον σκοπό”.
Πρόκειται βεβαίως και πάλι για το “νεο-οθωμανικό όραμα” που, με ιδιαίτερη αιχμή το τουρκομανικό στοιχείο, βλέπει τη βόρεια Συρία και το βόρειο Ιράκ ως οιονεί προσαρτήματα της Τουρκίας, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα στη συγκυρία τη συνέχιση των πετρελαϊκών ροών από την επικράτεια του Βarzani. Ενδεχομένως δε πρόκειται και για άσκηση πίεσης στη Βαγδάτη να συγκατατεθεί σε σχέδια μεταφοράς του φυσικού αερίου του Κατάρ με αγωγό προς την Τουρκία, ιδίως μπροστά στην απειλή μιας διακοπής της τουρκικής τροφοδοσίας από τη Ρωσία. Από μίαν άλλη οπτική, οι πρωτοβουλίες της Τουρκίας στην περιοχή αποτελούν εκδήλωση του παμπάλαιου ανταγωνισμού με το Ιράν, το οποίο κινείται κυκλωτικά με την συμμαχία “4+1”(Μόσχα, Τεχεράνη, Βαγδάτη, Δαμασκός και Χεζμπολάχ) που επιχειρεί από κοινού στη Συρία.
Ωστόσο, οι τουρκικοί τυχοδιωκτισμοί ενέχουν το ρίσκο να τροφοδοτούν, χωρίς προεργασία για τα ενδεχόμενα επόμενα βήματα, τους σχεδιασμούς τρίτων. Το βέβαιο είναι ότι βραχυπρόθεσμα οξύνουν τις εθνοθρησκευτικές διαιρέσεις εντός του Ιράκ, με πιθανό αυριανό θύμα την “εργαλειοποιημένη” τουρκομανική κοινότητα.
Ανάρτηση από: http://www.capital.gr