Από το 2008 οι διασώσεις των τραπεζών περιέχουν σημαντικές απώλειες για τους φορολογούμενους σε Ευρώπη και ΗΠΑ, ενώ η τελευταία ανακεφαλαιοποίηση συνιστά παράδειγμα για το πώς η πολιτική μεγιστοποιεί τις απώλειες για το Δημόσιο υπέρ αμφισβητούμενων ιδιωτικών κερδών, αναφέρει ο Γιάνης Βαρουφάκης σε άρθρο στο Project Syndicate.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών αναφέρει ότι το 2012 η χρεοκοπημένη Ελλάδα δανείστηκε 42 δισ. ευρώ (το 22% του ΑΕΠ) για να ανακεφαλαιοποιήσει μη αξιόχρεες ιδιωτικές τράπεζες, ενώ οι όροι του δανείου ήταν μια “σιδερένια μπάλα” στα πόδια των φορολογουμένων.
Το 2013 μόλις έφτασαν τα χρήματα από τον EFSF στο ΤΧΣ, 40 δισ. πήγαν στις τράπεζες, με αντάλλαγμα μετοχές χωρίς το δικαίωμα ψήφου. Λίγους μήνες αργότερα, στήθηκε νέα ανακεφαλαιοποίηση και οι νέες μετοχές που προσφέρθηκαν, είχαν τεράστιο ποσοστό έκπτωσης 80%, σε σχέση με το ποσό που αγοράστηκαν – και επιβαρύνθηκαν οι φορολογούμενοι.
Κερδοσκοπικά funds έτρεξαν να αγοράσουν μυρίζοντας κέρδος, ενώ η τρόικα υποχρέωσε την τότε ελληνική κυβέρνηση να νομοθετήσει “αμνηστία” στα μέλη του, καθώς τα ταμεία “διάσωσης” δεν είχαν το δικαίωμα καν να συμμετέχουν στην δημοπρασία των μετοχών, οδηγώντας έτσι σε απώλεια του μισού δανείου των 41 δισ. ευρώ.
Το ενδιαφέρον των funds “γιορτάστηκε” ως ένδειξη ότι επέστρεψε η εμπιστοσύνη στις αγορές, ωστόσο η έλλειψη σταθερών επενδυτών έδειξε πως η ροή του χρήματος ήταν καθαρά κερδοσκοπική. Οι σοβαροί επενδυτές καταλάβαιναν πως οι τράπεζες βρίσκονταν σε τέλμα, παρά την ένεση δημόσιου χρήματος.
Τον Φεβρουάριο του 2014, η Blackrock ανέφερε πως χρειαζόταν και μία τρίτη ανακεφαλαιοποίηση, ενώ τον Ιούνιο το ΔΝΤ διέρρεε πως οι τράπεζες χρειάζονταν ακόμη 15 δισ. ευρώ, δηλαδή πολύ περισσότερα χρήματα από ό,τι είχαν περισσέψει από το τελευταίο δάνειο.
Στο τέλος του 2014, με το δεύτερο δάνειο να τελειώνει και χρέη 22 δισ. να πρέπει να πληρωθούν για τον επόμενο χρόνο, η τρόικα δεν είχε καμία αμφιβολία πως η Ελλάδα όδευε για ακόμη ένα δάνειο. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι η φιλική προς την τρόικα κυβέρνηση είχε βασίσει την επιβίωσή της στη δέσμευση πως αυτό θα ήταν το τελευταίο δάνειο, ενώ και πολλές κυβερνήσεις είχαν εξασφαλίσει τη συμφωνία των Κοινοβουλίων τους με την ίδια δέσμευση.
Σαν νέος υπουργός Οικονομικών ήθελα η όποια ανακεφαλαιοποίηση να μην έχει τα λάθη του παρελθόντος και επιδίωκα όποιο νέο δάνειο να ληφθεί μόνο εφόσον το χρέος μας είχε κριθεί βιώσιμο. Επίσης δεν ήθελα να λάβουν οι τράπεζες νέο δημόσιο χρήμα, πριν τη δημιουργία μιας “κακής” τράπεζας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η τρόικα δυστυχώς δεν ενδιαφερόταν για μια λογική λύση. Στόχος ήταν να συντριβεί η κυβέρνηση που την αμφισβήτησε και την συνέτριψε ενορχηστρώνοντας μια εξάμηνη φυγή καταθέσεων, κλείνοντας τις τράπεζες τον Ιούνιο και προκαλώντας την υποχώρηση του Τσίπρα, με το τρίτο δάνειο.
Η πρώτη κίνηση ήταν μια ακόμη ανακεφαλαιοποίηση τον Νοέμβριο. Οι φορολογούμενοι επιβαρύνθηκαν ακόμη 6 δισ. ευρώ αλλά και πάλι το ΤΧΣ αποκλείστηκε από τη δημοπρασία των νέων ομολόγων που προσφέρθηκαν σε ιδιώτες.
Έτσι παρά τις ενέσεις με δημόσιο χρήμα συνολικού ύψους 47 δισ., το μερίδιο των φορολογουμένων έπεσε σε λιγότερο από 26%, ενώ funds και ξένοι επενδυτές όπως οι John Paulson, Brookfield, Fairfax, Wellington και Highfields) άρπαξαν το 74% με ένα αντίτιμο 5,1 δισ. ευρώ.
Το αποτέλεσμα είναι ένας τραπεζικό τομέας πλημμυρισμένος με μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που αυξάνονται καθώς βαθαίνει η κρίση. Με την νέα ανακεφαλαιοποίηση το κόστος της εμμονής της τρόικας σε αυτό το παιχνίδι της διόγκωσης του χρέους μέσω νέων δανείων, αυξήθηκε.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών αναφέρει ότι το 2012 η χρεοκοπημένη Ελλάδα δανείστηκε 42 δισ. ευρώ (το 22% του ΑΕΠ) για να ανακεφαλαιοποιήσει μη αξιόχρεες ιδιωτικές τράπεζες, ενώ οι όροι του δανείου ήταν μια “σιδερένια μπάλα” στα πόδια των φορολογουμένων.
Το 2013 μόλις έφτασαν τα χρήματα από τον EFSF στο ΤΧΣ, 40 δισ. πήγαν στις τράπεζες, με αντάλλαγμα μετοχές χωρίς το δικαίωμα ψήφου. Λίγους μήνες αργότερα, στήθηκε νέα ανακεφαλαιοποίηση και οι νέες μετοχές που προσφέρθηκαν, είχαν τεράστιο ποσοστό έκπτωσης 80%, σε σχέση με το ποσό που αγοράστηκαν – και επιβαρύνθηκαν οι φορολογούμενοι.
Κερδοσκοπικά funds έτρεξαν να αγοράσουν μυρίζοντας κέρδος, ενώ η τρόικα υποχρέωσε την τότε ελληνική κυβέρνηση να νομοθετήσει “αμνηστία” στα μέλη του, καθώς τα ταμεία “διάσωσης” δεν είχαν το δικαίωμα καν να συμμετέχουν στην δημοπρασία των μετοχών, οδηγώντας έτσι σε απώλεια του μισού δανείου των 41 δισ. ευρώ.
Το ενδιαφέρον των funds “γιορτάστηκε” ως ένδειξη ότι επέστρεψε η εμπιστοσύνη στις αγορές, ωστόσο η έλλειψη σταθερών επενδυτών έδειξε πως η ροή του χρήματος ήταν καθαρά κερδοσκοπική. Οι σοβαροί επενδυτές καταλάβαιναν πως οι τράπεζες βρίσκονταν σε τέλμα, παρά την ένεση δημόσιου χρήματος.
Τον Φεβρουάριο του 2014, η Blackrock ανέφερε πως χρειαζόταν και μία τρίτη ανακεφαλαιοποίηση, ενώ τον Ιούνιο το ΔΝΤ διέρρεε πως οι τράπεζες χρειάζονταν ακόμη 15 δισ. ευρώ, δηλαδή πολύ περισσότερα χρήματα από ό,τι είχαν περισσέψει από το τελευταίο δάνειο.
Στο τέλος του 2014, με το δεύτερο δάνειο να τελειώνει και χρέη 22 δισ. να πρέπει να πληρωθούν για τον επόμενο χρόνο, η τρόικα δεν είχε καμία αμφιβολία πως η Ελλάδα όδευε για ακόμη ένα δάνειο. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι η φιλική προς την τρόικα κυβέρνηση είχε βασίσει την επιβίωσή της στη δέσμευση πως αυτό θα ήταν το τελευταίο δάνειο, ενώ και πολλές κυβερνήσεις είχαν εξασφαλίσει τη συμφωνία των Κοινοβουλίων τους με την ίδια δέσμευση.
Εκεί που έπεσαν έξω ήταν στην κατάρρευση της κυβέρνησης και στην εκλογή της νέας κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με την εντολή να αλλάξει αυτές τις διασώσεις.
Σαν νέος υπουργός Οικονομικών ήθελα η όποια ανακεφαλαιοποίηση να μην έχει τα λάθη του παρελθόντος και επιδίωκα όποιο νέο δάνειο να ληφθεί μόνο εφόσον το χρέος μας είχε κριθεί βιώσιμο. Επίσης δεν ήθελα να λάβουν οι τράπεζες νέο δημόσιο χρήμα, πριν τη δημιουργία μιας “κακής” τράπεζας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η τρόικα δυστυχώς δεν ενδιαφερόταν για μια λογική λύση. Στόχος ήταν να συντριβεί η κυβέρνηση που την αμφισβήτησε και την συνέτριψε ενορχηστρώνοντας μια εξάμηνη φυγή καταθέσεων, κλείνοντας τις τράπεζες τον Ιούνιο και προκαλώντας την υποχώρηση του Τσίπρα, με το τρίτο δάνειο.
Η πρώτη κίνηση ήταν μια ακόμη ανακεφαλαιοποίηση τον Νοέμβριο. Οι φορολογούμενοι επιβαρύνθηκαν ακόμη 6 δισ. ευρώ αλλά και πάλι το ΤΧΣ αποκλείστηκε από τη δημοπρασία των νέων ομολόγων που προσφέρθηκαν σε ιδιώτες.
Έτσι παρά τις ενέσεις με δημόσιο χρήμα συνολικού ύψους 47 δισ., το μερίδιο των φορολογουμένων έπεσε σε λιγότερο από 26%, ενώ funds και ξένοι επενδυτές όπως οι John Paulson, Brookfield, Fairfax, Wellington και Highfields) άρπαξαν το 74% με ένα αντίτιμο 5,1 δισ. ευρώ.
Το αποτέλεσμα είναι ένας τραπεζικό τομέας πλημμυρισμένος με μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που αυξάνονται καθώς βαθαίνει η κρίση. Με την νέα ανακεφαλαιοποίηση το κόστος της εμμονής της τρόικας σε αυτό το παιχνίδι της διόγκωσης του χρέους μέσω νέων δανείων, αυξήθηκε.
Ποτέ πριν οι φορολογούμενοι δεν είχαν προσφέρει τόσα πολλά σε τόσους πολλούς με τόσο χαμηλό τίμημα, καταλήγει το άρθρο.
Ανάρτηση από: http://www.nooz.gr