Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2016

Γιατί η τουρκική νευρικότητα

Σκίτσο του Ηλία Μακρή
Του Κωνσταντίνου Φίλη 
Η Τουρκία επιδεικνύει εσχάτως νευρικότητα, συνδυάζοντας τον αναθεωρητισμό με απειλές. Ωστόσο, η ασύνετη αυτοπεποίθηση της ηγεσίας της μπορεί να καταστεί υπονομευτική όχι μόνο για την περιφερειακή σταθερότητα αλλά και για την ίδια. Στο εσωτερικό, το πογκρόμ διώξεων επιδρά αρνητικά στη λειτουργία του κράτους. Ο στρατός και οι δυνάμεις ασφαλείας βρίσκονται σε ανασύνταξη και δη σε μία συγκυρία πολλών ανοιχτών μετώπων. Η πρόθεση Ερντογάν να παρακάμψει την ιεραρχία, ακόμη και στο διπλωματικό σώμα, δημιουργεί μεν μία νέα ελίτ απόλυτα υποταγμένη σε αυτόν αλλά λιγότερο επαγγελματική και ικανή. Η οικονομία βρίσκεται σε προβληματική τροχιά. Δεν είναι μόνο η σημαντική υποτίμηση της τουρκικής λίρας και η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας από τους κυριότερους οίκους αξιολόγησης. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις έχουν υποχωρήσει δραματικά, ενώ ο τουρισμός έχει κατακρημνιστεί, λόγω (και) των τρομοκρατικών ενεργειών. Η ανεργία έχει σκαρφαλώσει σε διψήφιο νούμερο (11%), όταν πριν από λίγα χρόνια βρισκόταν περίπου στο μισό. Στο πολιτικό πεδίο, η πόλωση εξυπηρετεί μεν πρόσκαιρα τους σχεδιασμούς Ερντογάν, όμως η αποξένωση του φιλελεύθερου (και εκδυτικισμένου) κομματιού της κοινωνίας και η στοχοποίηση του κουρδικού στοιχείου προοιωνίζονται αναταράξεις στο μέλλον.
Η ρίζα του στρατηγικού «βέρτιγκο» της Αγκυρας εντοπίζεται στην αντιπαράθεσή της με τη Δύση. Η Τουρκία ωφελούνταν όσο εμπεδωνόταν η θέση του στρατηγικού εταίρου της Δύσης στη Μέση Ανατολή. Με την ανάδυση νέων περιφερειακών δρώντων (π.χ. Ιράν) και την εμφατική επανάκαμψη της Ρωσίας και ενώ μαίνονται διεργασίες, που αναμένεται να διαμορφώσουν το τοπίο στην περιοχή για τις επόμενες δεκαετίες, η Αγκυρα προσώρας είναι υποχρεωμένη να τις παρακολουθεί χωρίς να είναι σε θέση να τις συνδιαμορφώνει. Ενώ, μάλιστα, οι ΗΠΑ επενδύουν σε δυνάμεις που αντιστρατεύονται την Αγκυρα, με ορατό τον κίνδυνο απόκτησης διευρυμένης αυτοδιάθεσης από τους Κούρδους της Συρίας.
Αλλά και η διασύνδεση με τις Βρυξέλλες (παρά την αμοιβαία απροθυμία πλήρους ένταξης) έχει ευεργετικές συνέπειες για τη γειτονική χώρα. Μπορεί να είναι ενοχλητικό το ευρωπαϊκό κεκτημένο σε θέματα εκσυγχρονισμού θεσμών, δημοκρατίας, ελευθερίας της έκφρασης, κτλ., εντούτοις, οικονομικά, επενδυτικά και ενεργειακά, η σχέση αυτή ενδυναμώνει την Αγκυρα σε πολλά επίπεδα. Επί παραδείγματι, ο ρόλος της ως δυνάμει διαμετακομιστικού κόμβου στην προσπάθεια των Ευρωπαίων να δημιουργήσουν νέους ενεργειακούς διαδρόμους, την ενισχύει τόσο οικονομικά όσο και γεωπολιτικά. Αν αυτά αρχίσουν να τίθενται εν αμφιβόλω, όπως και συνολικά ο δυτικός προσανατολισμός της χώρας, οι επιλογές της συρρικνώνονται επικίνδυνα.

Στροφή στο Αιγαίο
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Τουρκία στρέφεται στο –κατά αυτήν– ευκολότερο πεδίο προβολής των αναθεωρητικών της βλέψεων, της Ελλάδας και του Αιγαίου. Μάλιστα, το γεγονός ότι υπάρχει ομοθυμία μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων διευκολύνει την κυβέρνηση, εφόσον της παρέχει τη δυνατότητα να αποσαφηνίσει τις γκρίζες ζώνες, δηλώνοντας κυριαρχία επ’ αυτών, γεγονός που συνιστά ποιοτική διαφοροποίηση στους τουρκικούς ισχυρισμούς. Αξιοσημείωτη είναι και η προειδοποίηση πως δεν θα γίνουν αποδεκτά τετελεσμένα σε αμφισβητούμενες περιοχές. Συνάμα, εφόσον το «άνοιγμα της κάνουλας» των προσφυγομεταναστευτικών ροών συνεπάγεται ζημία και για την Αγκυρα, το κλιμακούμενο πρέσινγκ προς ένα κράτος-μέλος που βρίσκεται σε φάση αδυναμίας, ενδέχεται να αποδώσει καλύτερα ως μοχλός πίεσης έναντι των Βρυξελλών. Ο κίνδυνος εδώ είναι η χώρα μας να «πληρώσει» το διευρυνόμενο ρήγμα Ε.Ε. – Τουρκίας και ενώ μεταπραξικοπηματικά έχει επιχειρήσει να κατευνάσει τον εξ ανατολών κίνδυνο.
Επιπρόσθετοι λόγοι της τουρκικής προκλητικότητας εντοπίζονται στη μεταβατική φάση που βρίσκονται οι ΗΠΑ, στην εντατικοποίηση των διαβουλεύσεων στο Κυπριακό, ακόμη και σε πιο πεζά αλλά σοβαρά για την ψυχοσύνθεση Ερντογάν ζητήματα, όπως η καθυστέρηση στην έκδοση των Τούρκων στρατιωτικών. Η Αγκυρα αρέσκεται στο τεστάρισμα αντιδράσεων και ασφαλώς παρατηρεί πως οι «νέοι» περιφερειακοί μας σύμμαχοι (Ισραήλ, Αίγυπτος) προτάσσουν την αναζήτηση ισορροπίας μαζί της έναντι της παροχής στήριξης στην Ελλάδα.
Η τουρκική πλευρά –και ενώ παραμένουν ανοιχτά πολλά μέτωπα, είτε διμερή είτε τουρκικού ενδιαφέροντος όπου η Ελλάδα έχει σχετικό λόγο– επιχειρεί να ανεβάσει το κόστος τυχόν διαφοροποίησής μας, με την ενεργοποίηση διεκδικήσεων.
Πάντως, το φορτισμένο κλίμα και η κορύφωση του αναθεωρητισμού ενέχουν τον κίνδυνο «ατυχήματος», ακόμη και αν αυτό δεν είναι κεντρικά σχεδιασμένο.

* O δρ Κ. Φίλης είναι διευθυντής ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.

Ανάρτηση από:  http://www.kathimerini.gr