Τρίτη 2 Ιουνίου 2020

«Επάνω πεντακοσίοις…»


Του Θανάση Ν. Παπαθανασίου
Διευθυντής του περιοδικού «Σύναξη»
Διδάσκων στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθήνα

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Δρόμος της Αριστεράς», φ. 500 / 30-5-2020, σ. 17
(επετειακό φύλλο για τη συμπλήρωση 500 φύλλων της εφημερίδας)
  
Ο δρόμος έχει τεράστια σημασία. Δρόμος σημαίνει ότι υπάρχει απόσταση μεταξύ πρόθεσης και επιδίωξης, οράματος και πραγμάτωσης, εμένα και του άλλου. Και ταυτόχρονα σημαίνει ότι έχω ευθύνη, τι θα την κάνω αυτή την απόσταση. Ζωή χωρίς δρόμο είναι αυτοπαράδοση στο βλέμμα της Μέδουσας. Ζωή με δρόμο είναι λαχτάρα για τα μελλούμενα, και με τις δυο έννοιες της λέξης λαχτάρα: και δίψα και αγωνία.

Τον δρόμο τον αρνείται ο ναρκισσιστής που κομπάζει πως είναι αυτάρκης· ενώ ο οδοιπόρος νιώθει πως είναι λειψός και χρειάζεται τη συνάντηση για να προκόψει. Αλλά, παραδόξως, τον δρόμο τον αρνείται και όποιος πλειοδοτεί μεν υπέρ της συνάντησης, αλλά παραγνωρίζει τη σπουδαιότητα της απόστασης (απόσταση πρώτα απ’ όλα σημαίνει διακριτά υποκείμενα) και τη σπουδαιότητα των εσωτερικών μας διεργασιών για τον χειρισμό της απόστασης (αλλού η απόσταση χρειάζεται να αρθεί, αλλού να παραμείνει). Η ψευδαίσθηση ότι ο δρόμος είναι τζάμπα κόπος που απλώς χρειάζεται κατάργηση, ενισχύεται από ευκολίες όπως η διαδικτυακή σύνδεση εντός δευτερολέπτου. Είναι ευκολίες που δεν σε αφήνουν να δεις ότι κι αυτή η σύνδεση θέλει δρόμο. Σύνδεση χωρίς δρόμο καταλήγει σε αθλιότητες σαν αυτή που δεσπόζει πλέον στο facebook: λόγος ξεστομισμένος χωρίς βασανισμό, μέσα σε δευτερόλεπτα, χωρίς δούλεμα, χωρίς παιδεμό. Λόγος ξεριζωμένος από τη σκέψη, πανεύκολος στη χυδαιότητα και στο πλιατσικολόγημα των νοημάτων.

Δίχως τον δρόμο (υπενθυμίζω πως μιλώ για τον δρόμο – λαχτάρα, όχι για κύκλο που καμώνεται πως είναι δρόμος) δεν υπάρχει ούτε πλατεία. Κι ακόμα, δίχως τον δρόμο χάνεις πολλά απ’ τη ζωή, γιατί χάνεις όσους είναι του δρόμου. Εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια ένας μαραγκός από τη Ναζαρέτ ξαφνιάζει εχθρούς και μαθητές του, επιμένοντας ότι οι ασήμαντοι στους δρόμους και στα σοκάκια (κουτσοί, στραβοί και  πόρνες) είναι η καρδιά κι όχι το περιθώριο [1]. Στην ουτοπία του είναι άνθρωποι ορατότατοι, όσο ορατότατα χρειάζεται να είναι τα ουσιώδη μας, τα κριτήριά μας, η αλήθεια μας. Για δες όμως που χρειάστηκε μια πανδημία το 2020, για να διαπιστώσει ο πρωθυπουργός της Ελλάδας ότι υπάλληλοι σούπερ-μάρκετ, ντελιβεράδες και οδοκαθαριστές «δεν θα είναι πια αόρατοι όπως ήταν, ίσως, για κάποιους». Αχ, αυτοί οι κάποιοι…  

Δρόμος για επιστροφή στην κανονικότητα δεν υπάρχει, απλούστατα διότι κανονικότητα δεν υπήρξε ποτέ. Η κανονικότητα είναι αυτό που λαχταρούν όσοι οδοιπόροι είναι σαν τους ερωτευμένους.  Σαν αυτούς δηλαδή που (καταπώς γράφει ο Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν) ζουν τον έρωτα «ως μια επαναστατική επιθυμία για έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής και μια διαφορετική κοινωνία». Ως κάτι που «διατηρεί ζωντανή την πίστη στα μελλούμενα» [2].

Στον «Δρόμο της Αριστεράς» βρίσκω αυτά τα εν ανεπαρκεία αγαθά: την λαχτάρα, την έγνοια για την απόσταση, την διακινδύνευση για συνάντηση. Κι εύχομαι να έχει συνέχεια και προκοπή. Τα 500 φύλλα του συμπληρώθηκαν καθώς συμπληρώθηκε η αναστάσιμη περίοδος του 2020. Λέει κάπου το ευαγγέλιο ότι μετά την ανάστασή του ο Χριστός εμφανίστηκε σε περισσότερους από πεντακόσιους («επάνω πεντακοσίοις») [3] αδερφούς. Εύχομαι λοιπόν αυτό το «επάνω» -και μάλιστα κατά πολύ!- και για τα φύλλα του αγαπητού μας «Δρόμου»!
……………………………………………………………………………………………………………
[1] Λουκ. 14:12-24, Ματθ. 21:31.
[2] Η αγωνία του έρωτα (μτφρ. Αλεξάνδρα Γκολφινοπούλου), Opera, Αθήνα 2019, σ. 85.
[3] Παύλος, 1 Κορ. 15:6.