Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Ο πολύμηνος εκλογικός κύκλος, που έκλεισε με τον σχηματισμό της «μνημονιακής» συγκυβέρνησης Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ υπό τον Αντώνη Σαμαρά, διαμόρφωσε μια νέα πολιτική πραγματικότητα.
Η Ν.Δ. είναι πλέον κυρίαρχη στο «μνημονιακό» τόξο, αφού, στις 17 Ιουνίου, ανέκαμψε από το εξευτελιστικό 19% του Μαΐου και επανεγκαταστάθηκε στη ζώνη του 30%. Έτσι κέρδισε την πλήρη κυριαρχία στο εσωτερικό της προδιαγεγραμμένης συγκυβέρνησης, λόγω της πολύ μεγάλης διαφοράς της από το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ.
2. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε στον δεύτερο πολιτικό πόλο, εξοβελίζοντας το ΠΑΣΟΚ και αυξάνοντας θεματικά το ποσοστό της 6ης Μαΐου. Έχοντας προσελκύσει το 28% του ΠΑΣΟΚ και το 35% του ΚΚΕ στις εκλογές του 2009, κατέκτησε τον πρώτο ρόλο στον ευρύτερο χώρο του.
3. Το ΠΑΣΟΚ, με συσπείρωση μόλις 27% από το 2009, διατήρησε μόνο τον πολύ σκληρό πυρήνα του, χάρη στην προοπτική της κυβερνητικής συμμετοχής. Ήδη, ωστόσο, οι εσωτερικές συγκρούσεις στη διαδικασία συγκρότησης της συγκυβέρνησης προϊδεάζουν για πολύ χειρότερα στο μέλλον.
2. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε στον δεύτερο πολιτικό πόλο, εξοβελίζοντας το ΠΑΣΟΚ και αυξάνοντας θεματικά το ποσοστό της 6ης Μαΐου. Έχοντας προσελκύσει το 28% του ΠΑΣΟΚ και το 35% του ΚΚΕ στις εκλογές του 2009, κατέκτησε τον πρώτο ρόλο στον ευρύτερο χώρο του.
3. Το ΠΑΣΟΚ, με συσπείρωση μόλις 27% από το 2009, διατήρησε μόνο τον πολύ σκληρό πυρήνα του, χάρη στην προοπτική της κυβερνητικής συμμετοχής. Ήδη, ωστόσο, οι εσωτερικές συγκρούσεις στη διαδικασία συγκρότησης της συγκυβέρνησης προϊδεάζουν για πολύ χειρότερα στο μέλλον.
4. Η ΔΗΜΑΡ, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες και η Χρυσή Αυγή κατάφεραν να κατοχυρώσουν ποσοστά από 6% έως 7,5% και την παρουσία τους στη Βουλή. Η ΔΗΜΑΡ εγκαταστάθηκε και στην κυβέρνηση.
5. Το ΚΚΕ, συγκρατώντας τελικά μόνο το 40% των δυνάμεων του 2009, συνετρίβη και εκλογικά, καθώς ατύχησε πρώτα πολιτικά. Κωφεύοντας στο αίτημα σημαντικού –για τα μέτρα του– μέρους της κοινωνίας για την παροχή πολιτικής «ομπρέλας», αρνούμενο να «μολυνθεί» από την πολιτική, έχασε από τον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη και μέρος του πυρήνα του.
Είναι όμως αυτή μια εικόνα που μπορεί να θεωρηθεί παγιωμένη και να αντέξει την επόμενη περίοδο; Αμφίβολο, για πολλούς λόγους.
Κυβέρνηση και επιμήκυνση
Η εκλογική νίκη της Ν.Δ., που επέφερε τη συγκρότηση της νυν κυβέρνησης, μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας ακραίας πόλωσης –στη διάρκεια της οποίας ο ΣΥΡΙΖΑ δεν άντεξε και δεν κατάφερε να πείσει ότι αποτελεί μια έτοιμη κυβερνητική λύση–, αλλά δεν σηματοδοτεί τη μετάβαση σε ένα νέο πολιτικό σχέδιο.
Αντιθέτως η πολιτική συμφωνία που συνοδεύει τη συγκρότηση της κυβέρνησης αποκαλύπτει βιαστική παράκαμψη όλων των κρίσιμων θεμάτων και τον αυστηρό προσδιορισμό της αστειότητας που αποκαλείται «αναδιαπραγμάτευση» ως μιας απλής αναβολής ή επιμήκυνσης του «μνημονιακού» προγράμματος. Όπως αναμενόταν…
Επιπλέον οι συγκρούσεις στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ αποτελούν εκρηκτική ύλη στα θεμέλια της κυβέρνησης, η οποία, χωρίς ουσιαστική συνδρομή από τους δανειστές, χωρίς πίστωση χρόνου από την κοινωνία, κινδυνεύει σύντομα να εξελιχθεί σε καρικατούρα και να καταρρεύσει με απρόβλεπτες πολιτικές συνέπειες. Κάθε άλλη εξέλιξη θα αποτελέσει… έκπληξη.
Εξάλλου η απροθυμία των δανειστών να δώσουν αναπνοή στην ελληνική οικονομία έχει ήδη εκδηλωθεί. Παράλληλα, το εσπευσμένο γενικό ξεπούλημα, εστιαζόμενο στις τράπεζες, τις υποδομές και όλες τις συμμετοχές του Δημοσίου σε κερδοφόρες επιχειρήσεις, σύντομα θα αφήσει την Ελλάδα χωρίς δυνατότητα αυτόνομης ανάκαμψης.
Με την ύφεση και την ανεργία να θερίζουν την κοινωνία, είναι άγνωστο, ελλείψει εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης, πώς το «μνημονιακό» πολιτικό τόξο θα διεκδικήσει την πολιτική επιβίωσή του. Εκτός αν η Γερμανία, παρά τα φαινόμενα, αποφασίσει αλλιώς, κάτι που φαντάζει απίθανο.
Ήδη όμως τα περιθώρια είναι πολύ στενά και, όπως θα δούμε σύντομα, η «μνημονιακή» πολιτική δεν περιορίζεται στη λιτότητα και την ύφεση, αλλά εκτείνεται έως την απειλή για την ακεραιότητα της χώρας. Στο όνομα δε της… ανάπτυξης με γερμανικό πρόσημο.
Αντιθέτως η πολιτική συμφωνία που συνοδεύει τη συγκρότηση της κυβέρνησης αποκαλύπτει βιαστική παράκαμψη όλων των κρίσιμων θεμάτων και τον αυστηρό προσδιορισμό της αστειότητας που αποκαλείται «αναδιαπραγμάτευση» ως μιας απλής αναβολής ή επιμήκυνσης του «μνημονιακού» προγράμματος. Όπως αναμενόταν…
Επιπλέον οι συγκρούσεις στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ αποτελούν εκρηκτική ύλη στα θεμέλια της κυβέρνησης, η οποία, χωρίς ουσιαστική συνδρομή από τους δανειστές, χωρίς πίστωση χρόνου από την κοινωνία, κινδυνεύει σύντομα να εξελιχθεί σε καρικατούρα και να καταρρεύσει με απρόβλεπτες πολιτικές συνέπειες. Κάθε άλλη εξέλιξη θα αποτελέσει… έκπληξη.
Εξάλλου η απροθυμία των δανειστών να δώσουν αναπνοή στην ελληνική οικονομία έχει ήδη εκδηλωθεί. Παράλληλα, το εσπευσμένο γενικό ξεπούλημα, εστιαζόμενο στις τράπεζες, τις υποδομές και όλες τις συμμετοχές του Δημοσίου σε κερδοφόρες επιχειρήσεις, σύντομα θα αφήσει την Ελλάδα χωρίς δυνατότητα αυτόνομης ανάκαμψης.
Με την ύφεση και την ανεργία να θερίζουν την κοινωνία, είναι άγνωστο, ελλείψει εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης, πώς το «μνημονιακό» πολιτικό τόξο θα διεκδικήσει την πολιτική επιβίωσή του. Εκτός αν η Γερμανία, παρά τα φαινόμενα, αποφασίσει αλλιώς, κάτι που φαντάζει απίθανο.
Ήδη όμως τα περιθώρια είναι πολύ στενά και, όπως θα δούμε σύντομα, η «μνημονιακή» πολιτική δεν περιορίζεται στη λιτότητα και την ύφεση, αλλά εκτείνεται έως την απειλή για την ακεραιότητα της χώρας. Στο όνομα δε της… ανάπτυξης με γερμανικό πρόσημο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και το πρόγραμμα
Αν όμως το κυβερνητικό ιδεολογικό και πολιτικό συνονθύλευμα δεν φαίνεται να αποτελεί εγγύηση ή, έστω, αφετηρία για ανάσχεση της ανεξέλεγκτης κατάρρευσης, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί σε αυτή τη φάση να προσφέρει εναλλακτική κυβερνητική διέξοδο. Ένα κόμμα που έφτασε σε ελάχιστο χρόνο από το 4% στο 27% προφανώς δεν μπορεί παρά κυρίως να εκφράζει την απόγνωση της κοινωνίας.
Όπως είδαμε στις μετεκλογικές έρευνες και αναλύσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ απέκτησε τεράστια για τα μεγέθη του δυναμική εξ αιτίας της κατάρρευσης των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων και κυρίως του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ. Έτσι σήμερα είναι η μόνη δύναμη η οποία μπορεί εκλογικά να απειλήσει τη Ν.Δ., από την οποία στις 17 Ιουνίου βρέθηκε σε απόσταση αναπνοής.
Προφανώς θα ήταν άδικο να προσχωρήσει κάποιος στον ωκεανό ανοησίας που εκτοξεύθηκε εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ από το μιντιακό σύστημα. Ωστόσο θα ήταν άτοπο να ισχυριστεί ότι το σχήμα της Αριστεράς αποτελεί μια «έτοιμη» κυβερνητική διέξοδο. Με δομές πρόγραμμα που μόλις αντιστοιχούν στις απαιτήσεις του 4%, ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να ανταποκριθεί σε μια διπλή «εντολή», η οποία του ανατέθηκε διά της ψήφου:
1. Να ηγηθεί στην ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς και να εκφράσει τα συμφέροντα ευρέων κοινωνικών στρωμάτων που στερούνται πολιτικής εκπροσώπησης. Αυτό βεβαίως είναι αδύνατον να επιτευχθεί με πασοκικού τύπου παροχές, αφού… «λεφτά δεν υπάρχουν» και σε ορίζοντα ετών δεν θα υπάρξουν. Ούτε ο χρόνος περισσεύει, καθώς η χώρα βρίσκεται σε εφιαλτικό κίνδυνο.
2. Να διαμορφώσει, συνεπώς, ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και διεθνών συμμαχιών, το οποίο δυστυχώς σήμερα κανείς δεν διαθέτει. Να αποκτήσει, δηλαδή, πέρα από το πεδίο της οικονομίας, μια συνολική οπτική για τα τεράστια ζητήματα της χώρας, ώστε να γίνει αξιόπιστος φορέας κυβερνητικής εξουσίας. Μερικά παραδείγματα:
• Η εθνική κυριαρχία δεν ασκείται μόνο επί του προϋπολογισμού, αλλά και έναντι των ενεργών διεκδικήσεων της Τουρκίας.Όπως είδαμε στις μετεκλογικές έρευνες και αναλύσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ απέκτησε τεράστια για τα μεγέθη του δυναμική εξ αιτίας της κατάρρευσης των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων και κυρίως του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ. Έτσι σήμερα είναι η μόνη δύναμη η οποία μπορεί εκλογικά να απειλήσει τη Ν.Δ., από την οποία στις 17 Ιουνίου βρέθηκε σε απόσταση αναπνοής.
Προφανώς θα ήταν άδικο να προσχωρήσει κάποιος στον ωκεανό ανοησίας που εκτοξεύθηκε εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ από το μιντιακό σύστημα. Ωστόσο θα ήταν άτοπο να ισχυριστεί ότι το σχήμα της Αριστεράς αποτελεί μια «έτοιμη» κυβερνητική διέξοδο. Με δομές πρόγραμμα που μόλις αντιστοιχούν στις απαιτήσεις του 4%, ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να ανταποκριθεί σε μια διπλή «εντολή», η οποία του ανατέθηκε διά της ψήφου:
1. Να ηγηθεί στην ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς και να εκφράσει τα συμφέροντα ευρέων κοινωνικών στρωμάτων που στερούνται πολιτικής εκπροσώπησης. Αυτό βεβαίως είναι αδύνατον να επιτευχθεί με πασοκικού τύπου παροχές, αφού… «λεφτά δεν υπάρχουν» και σε ορίζοντα ετών δεν θα υπάρξουν. Ούτε ο χρόνος περισσεύει, καθώς η χώρα βρίσκεται σε εφιαλτικό κίνδυνο.
2. Να διαμορφώσει, συνεπώς, ένα εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης και διεθνών συμμαχιών, το οποίο δυστυχώς σήμερα κανείς δεν διαθέτει. Να αποκτήσει, δηλαδή, πέρα από το πεδίο της οικονομίας, μια συνολική οπτική για τα τεράστια ζητήματα της χώρας, ώστε να γίνει αξιόπιστος φορέας κυβερνητικής εξουσίας. Μερικά παραδείγματα:
• Οι Ειδικές Οικονομικές Ζώνες του Ρέσλερ δεν απειλούν μόνο τα μεροκάματα και την ασφάλιση, αλλά –τώρα στη Θράκη και σε λίγο στα Δωδεκάνησα– τα σύνορα της χώρας με την παράλληλη ανάπτυξη ανάλογων ζωνών σε συνορεύουσες περιοχές στις γειτονικές χώρες, μέσω της δημιουργίας ενιαίων χώρων με ειδικό οικονομικό και φορολογικό καθεστώς.
• Οι εξοπλισμοί δεν συνδέονται μόνο με… μίζες και η περικοπή δαπανών δεν μπορεί να διαλύει την άμυνα της χώρας.
• Η εκμετάλλευση των όποιων ενεργειακών πόρων της Ελλάδας δεν συναρτάται μόνο με το κρατικό ή ιδιωτικό μοντέλο διαχείρισής τους, αλλά και με την απειλούμενη εθνική κυριαρχία στο Αιγαίο.
Πρόσκαιρη η ψήφος
Στα παραπάνω και σε άλλα πολλά, όλοι οι διεκδικητές της πολιτικής εξουσίας οφείλουν να έχουν σαφή, συγκροτημένα και τεκμηριωμένα προγράμματα. Ωστόσο σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ υπολείπεται, ενώ η συγκυβέρνηση δεν δείχνει ότι μπορεί να λειτουργήσει συγκροτημένα προσφέροντας εγγυήσεις για την υπεράσπιση της χώρας από το σύνολο των απειλών που αντιμετωπίζει.
Προφανώς δεν θα προδικάσουμε σήμερα την εξέλιξη ή τη μοίρα κανενός πολιτικού χώρου, όταν όλοι, υποχρεωτικά, σε μια τόσο δυναμική κρίση, θα υποστούν βίαιη προσαρμογή στα νέα δεδομένα. Σε μια εποχή κατακλυσμιαίων αλλαγών, σχεδόν τίποτε δεν θα μείνει όπως το γνωρίζαμε – και πρώτος απ’ όλους ο ελληνικός λαός, ο οποίος ήδη σφυροκοπείται ανελέητα σε όλα τα επίπεδα χάνοντας πάρα πολλές από τις βεβαιότητές του και ο οποίος, εν τέλει, θα κρίνει τη μοίρα πολιτικών παρατάξεων, σχημάτων και κομμάτων.
Κάθε λαός, όμως, που βρίσκεται σε αυτή τη δραματική κατάσταση, αργά ή γρήγορα δίνει τον αγώνα για την επιβίωσή του, η οποία δεν μπορεί να γίνεται αντιληπτή μονοσήμαντα ούτε μόνο με ιδεολογικούς όρους, και μάλιστα αναντίστοιχους της πραγματικότητας.
Όσο για τις πολιτικές ηγεσίες που θα αναλάβουν τους πρωτεύοντες ρόλους, αν αδυνατούν ή είναι απρόθυμες να δουν το «μεγάλο παιχνίδι» και να ανταποκριθούν στον ρόλο της εθνικής ηγεσίας, όσο εύκολα θα αποκτούν τη δυναμική ή την ανοχή της ψήφου, τόσο σύντομα θα τη χάνουν. Από αυτόν τον κανόνα δεν εξαιρείται κανείς…
* Διευθυντής σύνταξης της εφημερίδας Το Ποντίκι.Προφανώς δεν θα προδικάσουμε σήμερα την εξέλιξη ή τη μοίρα κανενός πολιτικού χώρου, όταν όλοι, υποχρεωτικά, σε μια τόσο δυναμική κρίση, θα υποστούν βίαιη προσαρμογή στα νέα δεδομένα. Σε μια εποχή κατακλυσμιαίων αλλαγών, σχεδόν τίποτε δεν θα μείνει όπως το γνωρίζαμε – και πρώτος απ’ όλους ο ελληνικός λαός, ο οποίος ήδη σφυροκοπείται ανελέητα σε όλα τα επίπεδα χάνοντας πάρα πολλές από τις βεβαιότητές του και ο οποίος, εν τέλει, θα κρίνει τη μοίρα πολιτικών παρατάξεων, σχημάτων και κομμάτων.
Κάθε λαός, όμως, που βρίσκεται σε αυτή τη δραματική κατάσταση, αργά ή γρήγορα δίνει τον αγώνα για την επιβίωσή του, η οποία δεν μπορεί να γίνεται αντιληπτή μονοσήμαντα ούτε μόνο με ιδεολογικούς όρους, και μάλιστα αναντίστοιχους της πραγματικότητας.
Όσο για τις πολιτικές ηγεσίες που θα αναλάβουν τους πρωτεύοντες ρόλους, αν αδυνατούν ή είναι απρόθυμες να δουν το «μεγάλο παιχνίδι» και να ανταποκριθούν στον ρόλο της εθνικής ηγεσίας, όσο εύκολα θα αποκτούν τη δυναμική ή την ανοχή της ψήφου, τόσο σύντομα θα τη χάνουν. Από αυτόν τον κανόνα δεν εξαιρείται κανείς…
** Τα στοιχεία για τη μεταβολή της εκλογικής επιρροής και της συσπείρωσης των κομμάτων προέρχονται από έρευνα της Pulse RC, η οποία δημοσιεύθηκε στο Ποντίκι στις 21.6.2012.
Ανάρτηση από : http://ardin-rixi.gr