Είναι συχνά που καταπιάνομαι μ’αυτή την αντιστροφή των νοημάτων, όπου η “ελευθεριάζουσα φιλελεύθερη αριστερά” αποτελεί όχι μόνο το άλλοθι του νεοκαπιταλισμού και των αστικών ατομικών δικαιωμάτων (κατά τον Γκύ Ντεμπόρ), αλλά αποτελεί το οργανικό πια, πολιτισμικό εποικοδόμημα του δεξιού οικονομικού φιλελευθερισμού. Ισοπεδώνοντας “προοδευτικά” κάθε αναχρονισμό και παράδοση (που τη νογάει μόνο ως συντήρηση και όχι ως συσσωρευμένη σοφία και μαστοριά), ουσιαστικά συντηρεί την ουσία και το πνεύμα του καπιταλισμού, που είναι η υπερίσχυση του εξατομικευμένου καταναλωτή εμπορεύματος και θεάματος. Είναι η υπερίσχυση, εν τέλει, της “εγωιστικής εξατομίκευσης” ενός Διαφωτισμού που εργαλειοποιήθηκε και οδήγησε στην “μαγικοποίηση” και τη “μεταφυσική” οργή υπέρ των κάθε είδους “αστικών ατομικιστικών δικαιωμάτων”, στη θέση κάθε ιεροποίησης και πίστης, που ήθελε να εξαλείψει.
Έτσι, ως “συντηρητικός” και “παραδοσιακός”, προστρέχω στας…Γραφάς, για να λύσω τους γρίφους. Διαβάζουμε λοιπόν, από το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος (αν και δεν το είχα ποτέ και για Ευαγγέλιο), έκδοση βου, σελίδα δου, παράγραφο ζου, μου, του, σου, κ.ο.κ, κατά τον πολιτικά μη ορθό Ζαμπέτα και τη φυλλομέτρησή του:
“Ένα μέρος της αστικής τάξης θέλει να διορθώσει τα κοινωνικά κακά, για να εξασφαλίσει την ύπαρξη της αστικής κοινωνίας.
Σ’αυτή την κατηγορία ανήκουν: οικονομολόγοι, φιλάνθρωποι, ανθρωπιστές, άνθρωποι που ασχολούνται με τη βελτίωση της κατάστασης των εργαζόμενων τάξεων, οργανωτές αγαθοεργιών, προστάτες των ζώων, ιδρυτές συλλόγων υπέρ της μετριοπάθειας, οι πιο παρδαλοί ψευδομεταρρυθμιστές. Κι αυτό τον αστικό σοσιαλισμό έφτασαν να τον επεξεργαστούν σε ολόκληρα συστήματα (…).
Οι σοσιαλιστές αστοί θέλουν τις συνθήκες ζωής τής σύγχρονης κοινωνίας χωρίς τους αγώνες και τους κινδύνους που απορρέουν αναγκαστικά απ’ αυτήν (…).
Η αστική τάξη φαντάζεται φυσικά πως ο κόσμος, μέσα στον οποίον κυριαρχεί είναι ο καλύτερος. Ο αστικός σοσιαλισμός επεξεργάζεται αυτή την παρήγορη φαντασίωση σ’ ένα μισό ή και ολοκληρωμένο σύστημα. Όταν προτρέπει το προλεταριάτο (παρέκβαση από τον Θρασύβουλα: που ακούει Μαργαρίτη και Πίτσα και καλά κάνει, που δημιουργεί σουρεαλιστικό λαϊκό πολιτισμό σε ποδοσφαιροκουβέντα με μπινελίκια, ενώ μιλά με αγάπη για την γκόμενα ή τον γκόμενο χωρίς να μασάει τη γλώσσα του για τη λέξη, κ.α) να εφαρμόσει τα συστήματά του για να μπει στη Νέα Ιερουσαλήμ, το καλεί στην ουσία να παραμείνει στη σημερινή κοινωνία, αποβάλλοντας όμως τις εχθρικές αντιλήψεις που έχει γι΄αυτήν (…).
Ο σοσιαλισμός της αστικής τάξης είναι ακριβώς ο ισχυρισμός πως οι αστοί είναι αστοί, για το συμφέρον της εργατικής τάξης”
Δημήτρης Ναπ.Γ