Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015

Δυο λόγια για την ημέρα των Τριών Ιεραρχών


Θανάσης Ν. Παπαθανασίου
Δρ. Θεολογίας, εκπαιδευτικός

Δυο λόγια για την ημέρα των Τριών Ιεραρχών
  
Ομιλία του γράφοντος, ως Προέδρου της Δημοτικής Επιτροπής Παιδείας του Δήμου Βύρωνα, προς τους εκπαιδευτικούς των σχολείων του Δήμου Βύρωνα, την Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015 (εκδήλωση του Δήμου).

Με τα δυο λόγια που θα πω, θα ζητήσω να αναμετρηθούμε με τη μνήμη μας. Λέω «να αναμετρηθούμε», διότι η μνήμη είναι περίεργη δύναμη του ανθρώπου. Μπορεί να γίνει ευλογία, μπορεί να γίνει και κατάρα. Κατάρα γίνεται όταν με κρατά αιχμάλωτο στο παρελθόν, ευλογία γίνεται όποτε φωτίζει τον βηματισμό μου στο τώρα.

Θέλοντας, λοιπόν, να αναφερθώ στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, δεν θα σας ζητήσω να στρέψουμε τη μνήμη μας στο παρελθόν· ούτε όμως και να αδειάσουμε από μνήμη. Σας ζητώ να στρέψουμε τη μνήμη μας στο μέλλον.
Κοντεύουν 30 χρόνια από την ημέρα που ξεστομίστηκε μια φράση με τεράστιο φορτίο, μια φράση η οποία σηματοδότησε τις εξελίξεις στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο. Είναι η φράση της Μάργκαρετ Θάτσερ, πρωθυπουργού τότε της Μεγάλης Βρετανίας, «Δεν υπάρχει κοινωνία. Υπάρχουν μόνο άτομα». Είναι το σλόγκαν του νεοφιλελευθερισμού και των δυνάμεων οι οποίες, ακριβώς στις μέρες μας, σπάζουν την έννοια του κοινωνικού, αποσαθρώνουν τις συλλογικές ταυτότητες, και στα θρύψαλά τους αφήνουν μονάχα ιδιωτικές τροχιές: ιδιωτική ευημερία ή ιδιωτική εξαθλίωση. Ιδιωτικές ευημερίες, που χτίζονται πάνω σε ιδιωτικές εξαθλιώσεις.

Αν τους Τρεις Ιεράρχες δεν τους κάνουμε άνευρα σύμβολα, αλλά αντέξουμε να ακούσουμε τη φωνή τους, θα ακούσουμε έναν λόγο επαναστατικό, εντελώς επίκαιρο, μια στάση ζωής σε ρήξη με ό,τι ψευτίζει τον άνθρωπο. Οι πόλεις, είχε πει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, είναι γεμάτες από άγιες τράπεζες. Όχι όμως απλώς από πέτρινες άγιες τράπεζες μέσα στις εκκλησίες. Έμψυχες άγιες τράπεζες, κορυφαίες άγιες τράπεζες –είπε– είναι οι εξαθλιωμένοι και οι περιθωριακοί που ζουν στα βρωμερά σοκάκια. Αυτοί, τα υποπροϊόντα σήμερα του νεοφιλελευθερισμού, στην οπτική των Τριών Ιεραρχών γίνονται οι ύψιστες φανερώσεις του ίδιου του Χριστού. Στην οπτική του Χρυσοστόμου, του Βασιλείου, του Γρηγορίου, η μεταφυσική πίστη και η αλληλεγγύη δεν βρίσκονται σε αντίθεση, αλλά ακριβώς το αντίθετο: σε εντελή όσμωση.  

Τι είναι για μένα ο άλλος; Τι είναι ο ξένος και ο διαφορετικός; Ενόχληση; Απειλή; Όρος της ύπαρξής σου, απαντούν οι Τρεις Ιεράρχες. Και αναπτύσσουν μιαν ανθρωπολογία, όπου η μοναδικότητα του κάθε προσώπου δεν σημαίνει άτομο περίκλειστο στα συστατικά του, αλλά υποκείμενο που αληθεύει μόνο στο βαθμό που αγαπητικά ανοίγεται στον άλλον. Μια ανθρωπολογία οικουμενική, πανανθρώπινη, που δεν αναγνωρίζει περιούσιους λαούς και ανώτερα έθνη, αλλά μόνο ανθρώπους, παιδιά του ίδιου Θεού. Απέναντι σ’ αυτή την ανθρωπολογία (στην οποία ουσιαστικά ανταμώνουν όλοι οι άνθρωποι που έχουν έγνοια για το δίκιο και την αδελφοσύνη), ορθώθηκε κατά τον 20ό αιώνα το δαιμονικό: το σκοτάδι που χωρίζει τους ανθρώπους σε πλήρεις τάχα ανθρώπους και σε υπανθρώπους. Μόλις προχθές συμπληρώθηκαν 70 χρόνια από την απελευθέρωση του Άουσβιτς. Αλλά κι αυτό, δεν είναι ένα κλεισμένο παρελθόν. Οι βρικόλακες του ναζισμού εγείρονται από τους τάφους τους και διεκδικούν ψυχές – πάνω απ’ όλα, ψυχές νεανικές. Τι έχουν γράψει οι εγχώριοι εκπρόσωποί τους σε ένα μανιφέστο με τίτλο «Η Άρεια θρησκευτικότητα»; Χλευάζουν τον Χριστιανισμό και καταλήγουν: «Τον Χριστιανισμό χαρακτηρίζει η μεσσιανική ελπίδα, […] η προκατάληψη υπέρ των ‘καταπιεσμένων’ […]. Γι’ αυτό ο Χριστιανισμός είναι ο μπολσεβικισμός της αρχαιότητας».

Φίλες και φίλοι, αγαπητοί συνάδελφοι,

έχουν μεγάλη σημασία οι κοινοί εορτασμοί, αν δεν βαλτώνουν σε φιέστες. Οι κοινοί εορτασμοί είναι (οφείλουν να είναι) οι μέρες στις οποίες η κοινωνία ανασαίνει στον δημόσιο χώρο, για να συνευρεθούν οι άνθρωποι, να συζητήσουν, ακόμα και να διαφωνήσουν. Και, πάντως, όχι να πνιγούν μοναχικά, σε ατομικές τροχιές. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία χρόνια η γιορτή των Τριών Ιεραρχών έχει γίνει θολό τοπίο, ολίγον αργία και ολίγον εργάσιμη, ολίγον γιορτή και ολίγον κενό, ούτε γιορτή ούτε κενό. Για τους λόγους που προανέφερα, θεωρώ καταστροφική (αλλά βολική για τον νεοφιλελευθερισμό) την απεμπόληση εορτών, και μάλιστα τέτοιων σαν τη σημερινή. Μιλώ ευθέως και ειλικρινά. Δεν έχει να κάνει με την πίστη ή με την απιστία καθενός από μας. Έχει να κάνει με την ανάγκη ενός φόρουμ για την παιδεία. Και είναι ωραίο, που η σημερινή γιορτή έχει ονοματεπώνυμο (τα ονόματα των Τριών Ιεραρχών), διότι οι διαδρομές των ανθρώπων δεν γίνονται με αριθμούς, όπως οι δρόμοι των αμερικάνικων μεγαλουπόλεων. Γίνονται με ονόματα, με καημούς, με αίμα λαών, με προσφυγιά, με αγώνες. Ο Μ. Βασίλειος έγραψε πύρινο λόγο «Κατά Τοκιζόντων», πράγμα που σημαίνει κριτική στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της εποχής του. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος πέθανε στην εξορία, κατατρεγμένος από την αυτοκρατορική εξουσία στη οποία ασκούσε κριτική, και από την πλουτοκρατία της Κωνσταντινούπολης, η οποία υποστήριζε ότι η ανέγερση λεπροκομείου θα υποβάθμιζε την αξία των ακινήτων της. Ο άγιος Γρηγόριος παραιτήθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο, λόγω της έχθρας φανατικών χριστιανών. Είναι ωραίο που πορευόμαστε με ζωντανές παρακαταθήκες αληθινών ανθρώπων: του Δημήτρη Γληνού, της Ρόζας Ιμβριώτη, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, του Τάσου Λειβαδίτη… Όχι για να ομογενοποιηθούμε. Αλλά για να θρέψουμε το κοινωνικό. Δεν γίνεται να πορευτούμε στην ιστορία με άδειες αποσκευές! 

Οι δάσκαλοι έχουμε ένα φορτίο ιδιαίτερο. Να μάθουμε στους μαθητές μας όχι τι να σκέφτονται, αλλά να σκέφτονται. Άσκηση στον στοχασμό, άσκηση στην ευθύνη, άσκηση στην αμφισβήτηση. «Μη αποκνήσωμεν προς την έρευναν» (: Μη βαρεθούμε, μην κουραστούμε να ερευνούμε). Και «επειδή δυσθήρατος η αλήθεια, πανταχόθεν ημίν εξιχνευτέα» (: Επειδή δύσκολα συλλαμβάνεται η αλήθεια, απ’ όλες τις μεριές πρέπει να την αναζητάμε): Λόγια του Μ. Βασιλείου. Μια παιδεία που θα μαθαίνει τα παιδιά μας να μη γίνονται δούλοι, μια παιδεία που δεν θα κάνει τον άνθρωπο διεκπεραιωτή, αλλά θα τον ικανώνει να ‘ναι στοχαστής όποια δουλειά κι αν κάνει, είναι το νερό που χρειάζονται οι οδοιπορίες μας. «Μην αμελήσετε», μας είχε πει ο Μιχάλης Κατσαρός. «Πάρτε μαζί σας νερό. Το μέλλον μας θα έχει πολύ ξηρασία».

«Μη αποκνήσωμεν προς την έρευναν». Να το πω διαφορετικά; Ο ίδιος ο Γρηγόριος ο Θεολόγος μου ζητάει να το πω διαφορετικά. Ο ίδιος είχε υπογραμμίσει τη δυνατότητα του ανθρώπου, «καινοτομείν τα ονόματα». Να μιλά, δηλαδή, στο σήμερα με γλώσσα δημιουργική, δροσερή, σημερινή. Σαν τροπάριο, λοιπόν, στη σημερινή γιορτή, εγώ θα έβαζα τους στίχους ενός σημερινού δημιουργού, του Γιάννη Αγγελάκα. Και μου αρέσουν, διότι δεν είναι στίχοι αυτοδοξαστικοί, αλλά μας βάζουν μπροστά στο υπεροχότερο δίλημμα του ανθρώπου: στο δίλημμα μεταξύ ευθύνης και μιζέριας:

«Βγήκες στον δρόμο, κι άρχισες να σκούζει και να λες
πως γρήγορα κουράστηκες για ‘κει που `χες να πας.
Μα οι βαλίτσες που φορτώθηκες είναι όλες αδειανές.
Πες μου, γιατί
πες μου, γιατί
γιατί τις κουβαλάς;».


*