Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2015

Προσεγγίζοντας την άμεση δημοκρατία

Του Σιλουανού Νικολάου

Παρατηρώντας κάποιος τις τελευταίες εκλογές εν Ελλάδι, διαπιστώνει για ακόμη μια φορά περίτρανα ότι το πολιτικό σύστημα όσο περνά ο καιρός απαξιώνεται από τους πολίτες όλο και περισσότερο. Το πολιτικό σύστημα, τα κόμματα αλλά και οι δημοσιογράφοι αδυνατούν να καταλάβουν ή να υποψιαστούν τους λόγους του μεγέθους της αποχής των πολιτών από τις εκλογές.
Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ο λόγος που ο κόσμος παλαιότερα ψήφιζε ήταν γιατί ήταν, είτε οικογενειακά είτε ιδεολογικά, προσκείμενος σε ένα κόμμα, αν βέβαια εξαιρέσουμε αυτούς που ψήφιζαν μόνο για λόγους ατομικών προτεραιοτήτων. Δηλαδή προτεραιοτήτων βολέματος στο Δημόσιο.
Μεταγενέστερα, ο λαός ψήφιζε γιατί δεν άντεχε άλλο την κατρακύλα του μνημονίου και κατέφευγε στο να στηρίζει τις ελπίδες του σε κόμματα αντιμνημονιακά. Αν εξετάσει βέβαια κάποιος και εκείνην την περίοδο, η αποχή κυμαινόταν περίπου στα ίδια επίπεδα με σήμερα. Βέβαια, σήμερα η κατάσταση ξεφεύγει, με το ποσοστό της αποχής να αγγίζει το 50%.
Δεν πρέπει, όμως, το ζήτημα να αντιμετωπιστεί βάσει της αντίληψης ότι η αποχή αυξάνεται λόγω της απαξίωσης των πολιτών προς το παρόν πολιτικό σύστημα και δη τα κόμματα. Πιστεύω πως το πρόβλημα αγγίζει την ουσία της δημοκρατίας και της πολιτικής.
Δημοκρατία χωρίς μετοχή των πολιτών στον πολιτικό βίο δεν νοείται. Μετοχή εδώ εννοούμε έμπρακτη μετοχή στο πολιτικό γίγνεσθαι. Επίσης, μετοχή δεν σημαίνει απλώς ο πολίτης να είναι μπροστά από έναν υπολογιστή και να ψηφίζει. Αυτό ίσως είναι μια καλή αρχή, όμως δεν μπορεί να ολοκληρώσει τη μετοχή του πολίτη. Είναι ίσως ένα μέσο για να νιώσει ο πολίτης ότι αυτός καθορίζει το μέλλον του τόπου του. Έτσι ίσως μελλοντικά να ωριμάσει πολιτικά και να υπάρχει μια αρμονία στις αποφάσεις του.
Θεωρώ όμως ότι αυτό είναι ημιτελές, όπως ανέφερα πιο πάνω, καθώς η δυναμική της μετοχής δεν σταματά απλώς στην ψήφιση ή καταψήφιση αποφάσεων ή ενδεχομένως και νομοσχεδίων σε ατομικό επίπεδο. Το νόημα της δημοκρατίας είναι η αίσθηση της μετοχής του πολίτη στο πολιτικό γίγνεσθαι ως κοινωνούμενο ον. Δηλαδή, οι ανάγκες, οι γνώσεις, τα έργα να βρίσκονται σε κοινωνία με τους άλλους πολίτες – να κοινωνούνται.
Οι πολίτες, κοινωνώντας την πολιτική, ταυτοχρόνως γνωρίζουν την ετερότητα, κάτι που επιφέρει τον αλληλοσεβασμό. Ο σεβασμός που εκπορεύεται όχι από μια κοινωνική συμφωνία ή νόμο, αλλά από τη γνωριμία της ετερότητας του καθενός.
Ταυτοχρόνως, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε αυτό που οι Έλληνες είχαν ως ανάγκη, διαχρονικά, πότε με την Πόλη, πότε με τις Κοινότητες. Νομίζω αυτό το περιγράφει αξιοθαύμαστα η παρακάτω στροφή του Κωνσταντίνου Καβάφη:
Άλλα ζητεί η ψυχή σου, γι’ άλλα κλαίει·
τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών,
τα δύσκολα και τ’ ανεκτίμητα Εύγε·
την Αγορά, το Θέατρο και τους Στεφάνους.
Έτσι οι Έλληνες περνούσαν από την κοινωνία της χρείας στην κοινωνία του αληθούς. Στην κοινωνία των σχέσεων, της αγαπητικής αλληλοπεριχώρησης. Αυτή η κοινωνία των σχέσεων πολλές φορές είχε αποτυχίες, βέβαια. Αυτές οι αποτυχίες, όμως, είναι στα πλαίσια του ρίσκου της εξόδου από τον εαυτό και της προσπάθειας κοινωνίας με τους άλλους ανθρώπους. Αυτό έχει το ρίσκο της αποτυχίας, εν αντιθέσει με τη σιγουριά του ατομικού προτάγματος.
Νομίζω ότι οποιαδήποτε ιδέα για άμεση δημοκρατία με μόνη λύση την ηλεκτρονική ψηφοφορία σήμερα θα κωλυσιεργήσει στην εφαρμογή της, καθώς πολλές προφάσεις θα βρεθούν για την αποφυγή της. Νομίζω όμως ότι μία λύση εκσυγχρονίζοντας τον κοινοτισμό που εμπειρικά εφάρμοσαν οι Έλληνες θα λύσει τα τεχνοκρατικά ζητήματα (κοινές συνελεύσεις στην κοινότητα, συζήτηση και ψήφιση), αλλά και θα δώσει μια νέα δυναμική στην πολιτική.
Πολιτική θα σημαίνει ότι ο Λαός ελέγχει, ο Λαός καθορίζει, ο Λαός έχει την εξουσία. Μια εξουσία που θα είναι από τον Λαό για τον Λαό, αλλά και μια κοινωνία αγαπητική, που δύσκολα θα γνωρίζει ιδιοτέλεια, μίση και έχθρα
Ανάρτηση από: https://efimeridaenosis.wordpress.com