Τρίτη 19 Μαΐου 2020

Περί ανοσίας και ανοησίας…

Του Παναγιώτη Χούπα, ιατρού Παθολόγου

Ακολουθεί ιατρική άποψη, βασισμένη στην εμπειρία και στις γνώσεις μου. Δημοσιεύεται με επιφυλάξεις (δεν διεκδικώ κανένα «αλάθητο»), προς πληροφόρηση του κοινού και μόνο του κοινού, προς υπεράσπιση της Επιστήμης και της Λογικής και για κανέναν άλλο λόγο (δεν έχω ιατρείο για να ψαρεύω πελάτες, δεν έχω διαφημίσεις για να κυνηγάω κλικ).

Αν έχετε κατασταλαγμένη δική σας άποψη ότι «δεν υπάρχει ιός, δεν υπάρχει πανδημία, δεν υπάρχουν θάνατοι» ή «κι αν υπάρχουν δεν είναι σοβαρά και διογκώνονται για άλλους λόγους», μην συνεχίζετε την ανάγνωση, τα όσα ακολουθούν δεν σας… αφορούν.


Όσοι συνεχίσουν την ανάγνωση, παρακαλώ να έχουν συνεχώς υπόψιν ότι κατά τον θείο Αλβέρτο «τα πράγματα πρέπει να λέγονται απλά, όχι όμως απλούστερα». Ακολουθώντας τη συμβουλή τού Αϊνστάιν θα προσπαθήσω να γίνω κατανοητός, χωρίς όμως υπεραπλουστεύσεις.Μετά την μακροσκελή αλλά αναγκαία εισαγωγή, προχωρώ στην ουσία:
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευκαιρία για όποιον θέλει να διαστρεβλώσει την αλήθεια, να δυσφημίσει την επιστήμη, να αμφισβητήσει τη γνώση, από μια περίοδο κρίσης. Αυτό ισχύει τόσο για τους πειθήνιους οπαδούς των «θεσμών» όσο και για τους αμφισβητίες, οπαδούς των «συνωμοσιών».
Ο ιατρικός όρος που υπέφερε τα πάνδεινα στην παρούσα συγκυρία είναι η «ανοσία της αγέλης», αγγλιστί «herd immunity». Μπήκε στο στόχαστρο των «θεσμικών», αλλά και προτάθηκε ως λύση από τους «αντισυστημικούς». Ανοησία επί δύο.
Ο όρος είναι καταξιωμένος στην ιατρική επιστήμη και δεν έχει τίποτε κακό εκτός, ίσως, από το ότι είναι εξαιρετικά κακόηχος, στην ελληνική τουλάχιστον γλώσσα. Στο εξής θα χρησιμοποιώ τον όρο «πληθυσμιακή ανοσία» ως συνώνυμο.
Η απόπειρα δολοφονίας τού όρου από τα αντιμαχόμενα άκρα, κατά κανόνα από ανθρώπους που δεν ξέρουν καν για το τι μιλούν, μου επιβάλει να επιχειρήσω να τον προστατεύσω. Προστατεύοντάς τον, εξηγώντας δηλαδή περί τίνος πρόκειται, θα μου επιτρέψετε να επεκταθώ και σε θέματα ηθικής, πάντοτε στο πλαίσιο της Ιατρικής.
Ξεκινώ από πιο μακριά. Η ανοσία, η ιδιότητα δηλαδή ενός ανθρώπου να αμύνεται στην προσβολή μιας συγκεκριμένης μεταδοτικής νόσου και εν τέλει να μην νοσεί, έχει περισσότερες από μία μορφές και επιτυγχάνεται με περισσότερους από έναν τρόπους. Απλουστευμένα, για την προκειμένη περίπτωση, οι «ανοσίες» που μας ενδιαφέρουν είναι δύο: η φυσική (το άτομο «αρρώστησε – ανάρρωσε – δεν ξανααρρωσταίνει από το ίδιο μικρόβιο) και η τεχνητή (το άτομο «εμβολιάστηκε έναντι αυτού του μικροβίου – δεν αρρωσταίνει απ’ αυτό»).
Επίσης απλουστευμένα, θα διακρίνουμε δύο περιπτώσεις όταν αρρωστήσει κάποιος που δεν έχει ανοσία: «αρρώστησε – ανάρρωσε» και «αρρώστησε – απεβίωσε».
Έστω λοιπόν πληθυσμός ανθρώπων, που είναι όλοι ευαίσθητοι σε ένα μεταδοτικό από άνθρωπο σε άνθρωπο μικρόβιο (κανείς δεν έχει ανοσία). Έστω ότι ένας (αριθμητικά: 1) άνθρωπος που έχει προσβληθεί από το μικρόβιο εισέρχεται στον πληθυσμό και η νόσος την οποία προκαλεί το μικρόβιο αρχίζει να μεταδίδεται.
Εδώ εισέρχεται ο όρος «βασικός ρυθμός μετάδοσης», αγγλιστί «basic reproductive rate» («reproductive» επειδή οι αγγλοσάξονες που τον καθιέρωσαν εννοούν ότι η νόσος «αναπαράγει» τον εαυτό της). Είναι ο μέσος όρος των ατόμων που μολύνονται άμεσα από ένα κρούσμα της νόσου. Συμβολίζεται με R0 (το 0, δείκτης του χρόνου μηδέν, κάτω δεξιά).
Είναι βέβαια θεωρητικό μέγεθος (εξορισμού μέσος όρος) και όσο η εξάπλωση της νόσου προχωρά, θα μικραίνει (αφού ο πληθυσμός δεν θα είναι πια όλος ευαίσθητος, άλλοι ευαίσθητοι θα αναρρώνουν αποκτώντας ανοσία και άλλοι θα αποβιώνουν), δεν θα είναι δηλαδή πλέον R0 (θα είναι σκέτο R), ωστόσο είναι χρησιμότατος σε πρακτικό επίπεδο.
Για το R0 ισχύουν 3 πράγματα:
Όταν είναι μικρότερο από 1 (δηλαδή το κάθε κρούσμα μεταδίδει τη νόσο σε λιγότερους από 1 κατά μέσο όρο άλλους ανθρώπους), η νόσος αργά ή γρήγορα θα περιοριστεί (έως και θα εξαφανιστεί).
Όταν είναι ίσο με 1, η νόσος γίνεται ενδημική, παραμένει δηλαδή στον πληθυσμό, ούτε σβήνει, ούτε γενικεύεται.
Όταν είναι μεγαλύτερο από 1, έχουμε επιδημία (απότομη αύξηση πολλών κρουσμάτων, πολύ περισσότερων απ’ όσο κανείς θα ανέμενε) ή πανδημία (επιδημία παγκοσμίων διαστάσεων).
Με διεξοδική λοιπόν λογική και μαθηματική ανάλυση, ορισμένοι γίγαντες της επιστήμης, κατάφεραν να υπολογίσουν ένα θεμελιώδες μέγεθος: Το ποσοστό του πληθυσμού που πρέπει να έχει ανοσία, ώστε να προληφθεί η επιδημία.
Αυτό είναι η πληθυσμιακή ανοσία (της αγέλης, για όσους το ξέχασαν ήδη). Είναι το επίπεδο ανόσιας (σε ποσοστό % του πληθυσμού) που εμποδίζει την εκδήλωση επιδημίας.
Υπολογίζεται ως 1 – 1/R0 .
Αν ο βασικός ρυθμός μετάδοσης είναι π.χ. 4 (ο ένας κολλάει τέσσερις άλλους), για να μην έχουμε επιδημία θα πρέπει τα ¾ του πληθυσμού (75%) να έχουν ανοσία.
Αυτό δεν αποτρέπει τη νόσο, αποτρέπει όμως την επιδημία! (κρούσματα θα συνεχίσουν να υπάρχουν, εκτός αν επιτευχθεί ανοσία 100%).
Καταλαβαίνετε τώρα περί τίνος πρόκειται; Η πληθυσμιακή ανοσία (της αγέλης) είναι στόχος προς επίτευξη. Είναι κάτι επιθυμητό, αλλά και απόλυτα εφικτό!
Πώς είναι εφικτό; Μα δια του εμβολιασμού! Οι γίγαντες που έλεγα προηγουμένως, αυτό είχαν κατά νου. Να εξαφανίζουν τις επιδημίες με τεχνητή ανοσία. Με εμβόλια! Ήθελαν να συνεισφέρουν στον στρατηγικό σχεδιασμό της δημόσιας υγείας, ώστε με μαζικό εμβολιασμό να επιτυγχάνεται πληθυσμιακή ανοσία και να εξαλείφονται οι μάστιγες.
Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι η πληθυσμιακή ανοσία, αλλά η θεότρελη ιδέα να προσπαθήσει κανείς να την πετύχει δια της φυσικής οδού («αφήνουμε τη νόσο να μεταδοθεί») και μάλιστα εν καιρώ φονικής πανδημίας.
Περισσότερα γι’ αυτό και επιχειρήματα (ακόμα και υποστήριξης της θεότρελης αυτής ιδέας) στο Δεύτερο Μέρος.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 1ο: Η πληθυσμιακή ανοσία (της αγέλης) είναι κάτι επιθυμητό και εφικτό, όσον αφορά στον σχεδιασμό στρατηγικών και στόχων για την εξάλειψη λοιμωδών νόσων με ενεργητική ανοσοποίηση (μαζικό εμβολιασμό). Καμία δυσφήμιση του όρου δεν δικαιολογείται.
Μέρος δεύτερο
Είχα μείνει στο ότι η ιδέα της σκόπιμης επίτευξης πληθυσμιακής ανοσίας με φυσικό τρόπο («αφήνουμε τον πληθυσμό να νοσήσει δια της μετάδοσης από άνθρωπο σε άνθρωπο»), στην περίπτωση θανατηφόρου νόσου που ήδη έχει μετατραπεί σε επιδημία, είναι θεότρελη.
Ξεκαθαρίζω εξαρχής ότι δεν έχω τίποτε (απολύτως) εναντίον των τρελών ιδεών. Ειδικά στην περίπτωση της Ιατρικής και γενικότερα της επιστήμης, σημαντικότατες ανακαλύψεις έχουν προέλθει από τρελές (θεότρελες) ιδέες.
Προσωπικό βίωμα: το 2004, «ανακρίνοντας» έναν συνάδελφο επεμβατικό καρδιολόγο, προκειμένου να εγκρίνω την αμοιβή του για μια αγγειοπλαστική, τον ρώτησα (ανοήτως• διάβαζα ρουτινιάρικα-γραφειοκρατικά ένα έντυπο ερωτηματολόγιο), αν επενέβη στο «στέλεχος» (της αριστερής στεφανιαίας αρτηρίας). Ο άνθρωπος κόντεψε να πάθει εγκεφαλικό. Θεώρησε ότι τον αποκάλεσα δολοφόνο. Σήμερα, η αγγειοπλαστική τού στελέχους όχι μόνο δεν θεωρείται «εγκληματική πράξη», αλλά είναι και, υπό συγκεκριμένα κριτήρια, επιβεβλημένη. Δεν μπορεί, κάποιος (μού διαφεύγει ποιος), είχε την τρελή ιδέα να κάνει την αρχή.
Μετά την αναγκαία διευκρίνηση, προχωρώ στην ουσία.
Έστω ευαίσθητος σε μικρόβιο πληθυσμός (χωρίς καμία ανοσία δηλαδή), έντεκα εκατομμυρίων (11.000.000) ανθρώπων. Χονδρικά μια «Ελλάδα» ή μια «Σουηδία». Έστω ότι εισέρχεται μολυσμένο με το μικρόβιο άτομο και το R0 είναι το απολύτως «αναγκαίο» για να ξεκινήσει επιδημία, δηλαδή 1,1.
Ποιο είναι το επίπεδο της «πληθυσμιακής ανοσίας» (της αγέλης), που πρέπει να επιτευχθεί για να σταματήσει η επιδημία;
Είναι 1 – 1/1,1 δηλαδή περίπου 9%. Στον πληθυσμό των 11 εκατ. είναι περίπου ένα εκατομμύριο (1.000.000) άτομα. Θαυμάσια! Δεν υπάρχει όμως μόνο το σενάριο «αρρώστησε – ανάρρωσε», αλλά και το σενάριο «αρρώστησε – πέθανε». Από το 1.000.000 κάποιοι θα πεθάνουν. Το βασανιστικό ερώτημα λοιπόν είναι αυτό: πόσοι θα πεθάνουν; (σ’ αυτό το πρώτο εκατομμύριο, διότι όπως είπαμε, όταν επιτυγχάνεται η πληθυσμιακή ανοσία σταματάει η επιδημία, η νόσος όμως συνεχίζεται, οι θάνατοι συνεχίζονται).
Έστω ότι το ποσοστό θνητότητας της νόσου (με ή χωρίς φάρμακα, με ή χωρίς όλα τα υπόλοιπα μέτρα ιατρικής υποστήριξης) είναι «μόλις» 0,1% (πεθαίνει «μόνο» ένας στους χίλιους πάσχοντες), μικρότερο δηλαδή κι απ’ αυτό που ο «πολύς» Ιωαννίδης υπολογίζει για τον SARS-CoV-2 και την COVID-19.
Καταλαβαίνετε πού το πάω; θα υπάρξουν χίλιοι (1.000) νεκροί! Στο υποθετικό αυτό σενάριο, όχι με τους μετριότερους αλλά με τους ελαχιστότατους υπολογισμούς, για να πετύχουν πληθυσμιακή ανοσία, η «Ελλάδα» και η «Σουηδία» θα έχουν χίλιους νεκρούς!
Ας επαναλάβουμε τους υπολογισμούς, με πιο «ρεαλιστικά» νούμερα. Καταρχάς, με μέτρια νούμερα: R0=1,5 (τον μικρότερο που δίνουν οι μελέτες για τον SARS-CoV-1 (τον πρώτο κορωνοϊό του 2002-2003) και θνητότητα 0,5% (5 στους χίλιους, όπως προτείνουν τα πιο αισιόδοξα μαθηματικά «μοντέλα για την παρούσα πανδημία»): νεκροί 18.000 (δεκαοκτώ χιλιάδες) περίπου.
Τέλος, με «εφιαλτικά» νούμερα: R0=4 (κατ’ εκτίμηση ποσοστό από τα πρώιμα στατιστικά τής Κίνας στην παρούσα πανδημία) και θνητότητα 1,4% (κατ΄ εκτίμηση ποσοστό από τα μέχρι τώρα στατιστικά της Νέας Υόρκης στην παρούσα πανδημία): νεκροί 115.000 (εκατόν δεκαπέντε χιλιάδες) περίπου.
Αυτό είναι το πρόβλημα με την πληθυσμιακή ανοσία που επιτυγχάνεται με φυσική νόσηση: δυσανάλογα μεγάλη απώλεια ψυχών.
Μάλιστα, όπως με πικρία διατύπωσε εκλεκτός αλλοδαπός συνάδελφος … «οι νεκροί δεν ωφελούνται από την πληθυσμιακή ανοσία. Δεν έχουν κοινωνικές επαφές».
Σοβαρή λοιπόν και προβλέψιμη αυτή η πιθανή δυσμενής εξέλιξη, αφού η ιδέα της πληθυσμιακής ανοσίας έχει συλληφθεί –αναπτυχθεί -εφαρμοστεί μόνο για εμβολιασμούς. Σημειώνω εδώ ότι με απλούς (έστω χονδροειδείς, έστω επισφαλείς) υπολογισμούς όπως οι παραπάνω, κατάφεραν στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να εκριζώσουν την ευλογιά από τον πλανήτη και στις ΗΠΑ να περιορίσουν στο ελάχιστο την ιλαρά (πριν το αντιεμβολιαστικό κίνημα).
Τέτοιες προβλέψεις δεν διέφυγαν ούτε από τους Άγγλους και Σουηδούς καθηγητές -θιασώτες αυτής της ιδέας: τους αρχικούς συμβούλους του Μπόρις Τζόνσον και τους συμβούλους της Σουηδικής κυβέρνησης.
Οι άνθρωποι αυτοί, με πλήρη συνείδηση και ειλικρίνεια δεν πρότειναν την εφαρμογή της ιδέας τους χωρίς προϋποθέσεις και περιορισμούς. Όλοι εισηγήθηκαν την ταυτόχρονη προστασία των ευπαθών! Το επιχείρημά τους είναι ότι η επίτευξη ανοσίας των μη ευπαθών με ταυτόχρονη προστασία των ευπαθών ΚΑΙ την επιδημία περιορίζει ΚΑΙ τους θανάτους, αρκεί να συμπληρωθεί το απαιτούμενο ποσοστό πληθυσμιακής ανοσίας. Αν χρειάζομαι π.χ. ποσοστό πληθυσμιακής ανοσίας 70% για να μην έχω επιδημία, προσπαθώ να το πετύχω όλο στον υποπληθυσμό των μη ευπαθών. Είναι άδικο λοιπόν να κατηγορούνται ως «άσχετοι» ή «εγκληματίες», έστω κι αν η ιδέα τους κατά τα φαινόμενα αποτυγχάνει (εκατόμβη στη Βρετανία, πάρα πολλοί αναλογικά θάνατοι στη Σουηδία).
Η αποτυχία πιθανώς οφείλεται στο ότι η ιδέα «κρύβω τους ευπαθείς από τον ιό» ενόσω ένας πολύ μεταδοτικός ιός είναι ήδη μέσα στον πληθυσμό σου είναι μάλλον ανεφάρμοστη και εν πάση περιπτώσει απαιτεί έτοιμο από καιρό σχέδιο και όχι «ζαριά» της στιγμής.
Μια τέτοια ανάλυση όμως εκτός από ιατρικά και επιδημιολογικά στοιχεία απαιτεί και κοινωνιολογικά δεδομένα και δεν έχω τις ανάλογες γνώσεις για να την κάνω.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 2ο: Η πληθυσμιακή ανοσία (της αγέλης) μέσω φυσικής νόσησης είναι, με τα υπάρχοντα δεδομένα, κάκιστη επιλογή για τον περιορισμό εκδηλωμένης επιδημίας θανατηφόρας νόσου, έστω και «λίγο» θανατηφόρας, λόγω δυσανάλογα μεγάλου τιμήματος (σε ψυχές). Εφόσον και οι θιασώτες της ιδέας αναγνωρίζουν περιορισμούς και προϋποθέσεις, καμία δυσφήμιση τού όρου δεν δικαιολογείται.
Μέρος τρίτο
Θα αρχίσω με ένα «ανέκδοτο». Δεν είναι ανέκδοτο, ούτε αστείο, χρησιμοποιείται όμως ως τέτοιο για διδακτικούς λόγους: μια κλασική ερώτηση στην οποία κλασικά «κόβονται» οι φοιτητές της Ιατρικής είναι «ποια είναι η πιο επιτυχής μέθοδος αντισύλληψης;».
Η σωστή απάντηση είναι «η αποχή»! Υπερτονίζεται έτσι, το ότι οι άλλες μέθοδοι έχουν, έστω και ελάχιστο, ποσοστό αποτυχίας.
Προχωρώ στην ουσία.
Ο «βασικός ρυθμός μετάδοσης» (R0) στην αρχή της προσβολής τού πληθυσμού και το ίδιο μέγεθος αργότερα («ρυθμός μετάδοσης», σκέτο R), έχει τεράστια σημασία για την εξέλιξη της νόσου: αν είναι μεγαλύτερος από 1, θα έχουμε επιδημία.
Αυτό το μέγεθος είναι βέβαια θεωρητικό (μέσος όρος), και μεταβαλλόμενο (πρέπει λοιπόν να επανυπολογίζεται συχνά), εξαρτάται όμως από 3 συγκεκριμένους παράγοντες:
α). Τον μέσο αριθμό των επαφών που έχει ένα άτομο στη μονάδα τού χρόνου (κ),
β). Τον κίνδυνο μόλυνσης ανά επαφή (β)
γ). και το χρονικό διάστημα που ένα μολυσμένο άτομο παραμένει μολυσματικό για τους άλλους (D).
o=κ×β×D
Είναι το γινόμενο αυτών των τριών παραγόντων: όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των επαφών που έχει ένα άτομο, όσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος μετάδοσης ανά επαφή και όσο περισσότερο παραμένει μεταδοτικό ένα μολυσμένο άτομο, τόσο μεγαλύτερο το R.
Μικραίνοντας οποιονδήποτε από τους 3 παράγοντες και, ακόμα καλύτερα, δύο από αυτούς ή όλους, μικραίνουμε το R. Αν καταφέρουμε να το κάνουμε μικρότερο της μονάδας δεν υφίσταται πλέον επιδημία (η νόσος εξακολουθεί, θα φθίνει όμως όσο περνάει ο χρόνος).
Η ανάλυση των επιμέρους παραγόντων και των δυνατών συνδυασμών τους είναι τόσο πολύπλοκη και κουραστική που δεν θα την κάνω εδώ. Για παράδειγμα αναφέρω ότι στην περίπτωση τού AIDS, για την επαφή «χειραψία» το β είναι μηδέν (η νόσος δεν μεταδίδεται με αυτόν τον τρόπο).
Ωστόσο, με βάση τα παραπάνω, η σημασία της ανθρώπινης παρέμβασης είναι μεγάλη. Όταν πρόκειται π.χ. για νόσο που μεταδίδεται με τις μολυσμένες αναπνευστικές εκκρίσεις τού μολυσματικού ατόμου, αν περιορίσουμε τις κοινωνικές μας επαφές ή/και τηρούμε αποστάσεις συνεισφέρουμε στη μείωση τού κ (θυμηθείτε το «ανέκδοτο»), αν φοράμε μάσκα ή/και πλένουμε τα χέρια μας κατά τις επαφές συνεισφέρουμε στη μείωση τού β, αν βρούμε φάρμακο που να σκοτώνει το μικρόβιο ή έστω να συντομεύει την ανάρρωση της νόσου συνεισφέρουμε στη μείωση τού D (αν βρούμε και φάρμακο που να χορηγείται προφυλακτικά, να προλαμβάνει δηλαδή τη νόσο σε όσους εκτέθηκαν στο μολυσμένο άτομο, ακόμα καλύτερα).
Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, είναι επίσης φανερό ότι, ελλείψει φαρμάκου, ένας βαθμός κοινωνικής αποστασιοποίησης και προστατευτικών μέτρων είναι πάντα απαραίτητος.
Σε ορισμένες περιπτώσεις η ανθρώπινη παρέμβαση μπορεί να αποβεί καθοριστική:
Έστω σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα που εισέρχεται σε ευαίσθητο πληθυσμό με R0 = 1,2 (κατάσταση επιδημίας). Αν καταφέρουμε να πείσουμε το ¼ τού πληθυσμού (25%) να χρησιμοποιεί προφυλακτικό (χωρίς «ατυχήματα»), τότε αυτό το τμήμα τού πληθυσμού δεν θα συνεισφέρει καθόλου στο β. Το συνολικό β λοιπόν θα περιοριστεί στα ¾ τού αρχικού, κι επειδή πρόκειται για γινόμενο, το συνολικό R θα μειωθεί στα ¾ τού αρχικού. Θα γίνει 0.9! Εύγε μας, μόλις σταματήσαμε την επιδημία (όχι τη νόσο).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 3ο: Ο ρυθμός μετάδοσης λοιμώδους νόσου (R) εξαρτάται από παράγοντες που μπορούν να μεταβληθούν με ανθρώπινη παρέμβαση και μια τέτοια παρέμβαση μπορεί να σταματήσει μια επιδημία.
Πηγές:
Τα έξοχα βιβλία:
Modern Infectious Disease Epidemiology του J. Giesecke, 3η έκδοση, CRC Press 2017
Infectious Disease Epidemiology – Theory and Practice των Κ.
Nelson και C. Masters Williams, 3η έκδοση, Jones & Bartlett 2014
Τα άρθρα:
Σημείωση: Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε αρχικά σε τρία Μέρη. Διατηρήσαμε αυτήν την μορφή και στην αναδημοσίευση εδώ, η οποία έγινε μετά από άδεια του συντάκτη.
Ανάρτηση από: https://seisaxthia.wordpress.com/