Του Ρούντι Ρινάλντι
Αχίλλειος πτέρνα η τεράστια κρίση αντιπροσώπευσης και η ανυποληψία που περιβάλλει το πολιτικό σύστημα
Η επέτειος των 42 χρόνων από την πτώση της στρατιωτικής χούντας γιορτάστηκε κάπως σεμνά φέτος (πέρυσι ούτε λόγος για γιορτασμούς, υπογράφαμε το 3ο Μνημόνιο…) και ο πρωθυπουργός υποσχέθηκε μια «νέα μεταπολίτευση» που θα οδηγήσει στην «Ελλάδα του 2021». Ας παρακολουθήσουμε τη σκέψη αυτή για να διευκρινίσουμε ορισμένα πράγματα.
Η μεταπολίτευση του 1974 ήρθε με την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας και όρισε νέους κανόνες στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας. Αυτή η «μετάβαση» έγινε με ελεγχόμενο τρόπο, παρ’ όλο που υπήρχε μια γεωπολιτική κρίση. Επισφραγίστηκε με το γεγονός της πλήρους ευθυγράμμισης του πολιτικού κόσμου με όσα υπαγόρευε ο συμβιβασμός ανάμεσα σε Αμερικάνους και Ευρωπαίους (να τους αποκαλέσουμε «ιμπεριαλιστές»;). Σε αυτή τη βάση ορίστηκαν νέα όρια και νέες κοινωνικές συναινέσεις για την εύρυθμη λειτουργία και διαιώνιση του μεταπρατισμού.
Πάντως, η διαφορά ανάμεσα στην επτάχρονη στρατιωτική δικτατορία και την αστική δημοκρατία που την διαδέχθηκε, δεν ήταν ασήμαντη και τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια σφραγίστηκαν σε μεγάλο βαθμό από τη λαϊκή κινητοποίηση και την ισχυρή παρουσία ενός μεγάλου δημοκρατικού και αντιφασιστικού ρεύματος αντιαμερικανισμού.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και πολλοί σε πολλές στιγμές μίλησαν για «τέλος της μεταπολίτευσης». Τώρα είναι ο Αλέξης Τσίπρας που διαφημίζει μια νέα μεταπολίτευση. Η αλήθεια βρίσκεται αλλού: Εδώ και έξι χρόνια έχουμε μια σημαντική καθεστωτική αλλαγή. Η χώρα έχει μπει στην εποχή των μνημονίων και της επιτροπείας. Αυτή η είσοδος σημαδεύει μια νέα καθεστωτική φάση που έχει χαρακτηριστεί και σαν «νέα κατοχή» ή «χούντα» και που πάντως δεν μοιάζει σίγουρα με μια «τυπική» αστική δημοκρατία. Είναι ένα ειδικό καθεστώς όπου τα διάφορα «θεσμικά όργανα» έχουν μετατραπεί σε απλούς πρωτοκολλητές και οι κρίσιμες αποφάσεις παίρνονται στα Γιούρογκρουπ, στην Κομισιόν, στα διευθυντήρια και στο Χίλτον. Για να ανακοινωθούν στους παρελαύνοντες υπουργούς οποιασδήποτε κυβέρνησης που πρέπει οπωσδήποτε πρώτα να έχουν προσκυνήσει στην «αλήθεια» των Μνημονίων.
Επομένως, έχει βάση η επίκληση της ανάγκης μιας νέας μεταπολίτευσης που θα γκρεμίσει το καθεστώς που έχει εγκατασταθεί με τα μνημόνια και θα θέσει την χώρα σε μια τροχιά διεξόδου από τα σύγχρονα δεσμά. Αλλά αυτήν εννοεί ο κ. Τσίπρας όταν κάνει λόγο για «νέα μεταπολίτευση»; Όχι βέβαια, αφού εκείνος «κυβερνάει» με δεδομένη την υποταγή του στο μνημονιακό πλαίσιο. Το υπηρετεί και μάλιστα με επιδόσεις που οι προκάτοχοί του δεν μπορούσαν να πιάσουν, αφού η κεντροαριστερή φόρμουλα προσφέρει μεγαλύτερο έργο σε αυτό το καθεστώς μέχρι σήμερα.
Η αχίλλειος πτέρνα
Το πολιτικό και κομματικό σύστημα της χώρας λειτούργησε συμπληρωματικά προς τον εκσυγχρονισμένο μεταπρατισμό και τα τελευταία χρόνια στο καθεστώς της αποικίας χρέους. Η συνενοχή του στηρίζεται στην νομή της εξουσίας και στην πλήρη κάλυψη των συμφερόντων των διεθνών οίκων και των ντόπιων μεγαλο-υπεργολάβων τους. Όλα αυτά σε βάρος της κοινωνίας, με πλήρη απουσία οποιουδήποτε εθνικού παραγωγικού προγραμματισμού, πολιτιστικού σχεδίου κ.λπ.
Η συνενοχή είναι τόση ώστε, πριν από ένα χρόνο ακριβώς, τις βάσεις για το 3ο Μνημόνιο έθεσε μια σύνοδος των αρχηγών όλων των κομμάτων υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για να ψηφιστεί τελικά από 220 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού. Αυτά είναι ειδικά συμφωνητικά που τα εκτιμούν πολύ οι δανειστές και ο τροϊκανός κόσμος. Άλλωστε, επιζητούν επίμονα την πλήρη ευθυγράμμιση του πολιτικού κόσμου. Όπως επίσης επιθυμούν να συνταγματοποιηθεί η «κυβερνησιμότητα» και να θωρακιστεί το καθεστώς έκτακτης ανάγκης και ισοπεδωτικής λιτότητας που θέλουν να εφαρμόζουν.
Αφού, λοιπόν, έκλεισε η αξιολόγηση όπως ακριβώς ήθελαν, τώρα για λίγο ο Τσίπρας μπορεί να κάνει το «παιχνίδι» του, πάντα εντός πλαισίων. Όπου να ‘ναι, άλλωστε, θα γίνει δεκτός με πλήρη δικαιώματα στην «σοσιαλιστική» παρέα… Η πορεία της «ΠΑΣΟΚοποίησης» συνεχίζεται, είναι φανερό το βάδισμα στα χνάρια που άφησε σαν «παρακαταθήκη» ο Ανδρέας Παπανδρέου. Η «παρεοκρατία» του ΣΥΡΙΖΑ συνδυάζει παπανδρεϊσμό στην κορυφή (κολοβό λόγω αναστήματος) με σημιτισμό στην Οικονομία και αρκετές ενέσεις κουτσογιωργισμού στη ρητορική και τη δημόσια εικόνα εντός Βουλής.
Η αναλογία κάπου εκεί σταματά απότομα. Γιατί οι καιροί έχουν αλλάξει και τα γεωπολιτικά δεδομένα είναι τελείως διαφορετικά. Τα περιθώρια που είχε ο Α. Παπανδρέου δεν συγκρίνονται με αυτά που έχει ο Αλ. Τσίπρας, ο οποίος γρήγορα κατάλαβε πως μόνο η πλήρης υποταγή του εξασφάλιζε βιωσιμότητα. Το πρότυπό του είχε άλλη ποιότητα και «ερωτική σχέση» με τους οπαδούς, μονιμότερη και πιο βαθειά. Η «ρέπλικα» δεν το ‘χει. Το ξέρει δεν το ξέρει, δεν έχει σημασία. Οδηγεί με ταχύτητα τη χώρα σε μεγάλες περιπέτειες και ένα τμήμα της κοινωνίας στον αφανισμό. Διαχειρίζεται μια χρεοκοπία νομίζοντας ότι θα καταφέρει για καιρό με αέρα κοπανιστό να κοροϊδεύει, μοιράζοντας ψίχουλα προγραμμάτων και διορίζοντας ημέτερους και κολλητούς σε όλο τον κρατικό μηχανισμό. Το τσουνάμι έρχεται. Δεν βλέπει, δεν θέλει να δει, δεν τον νοιάζει, έχει υπερτιμήσει δυνατότητες και θεωρεί ότι μπορεί να τα καταφέρει; Επίσης δεν έχει σημασία.
Η αχίλλειος πτέρνα βρίσκεται στην τεράστια κρίση αντιπροσώπευσης και την ανυποληψία που περιβάλλει το πολιτικό σύστημα. Αυτή η κρίση, μαζί με τα συνδυασμένα αποτελέσματα της οικονομικής διάλυσης στρωμάτων και τάξεων, αλλά και τα γεωπολιτικά κύματα, οδηγεί σε αποσταθεροποίηση του πολιτικού πεδίου και απρόβλεπτες εξελίξεις. Σε αυτές τις συνθήκες, το πολιτικό σύστημα βρίσκεται στο επίκεντρο μεγάλης λαϊκής αμφισβήτησης. Μεγάλο μέρος της κοινωνίας είναι εχθρικό απέναντί του και αυτό θα εκφραστεί με πολλούς τρόπους.
Αυτές οι σκέψεις οδηγούν σε ορισμένα συμπεράσματα: Ναι, χρειάζεται μια μεταπολίτευση που θα μας απαλλάξει από το μνημονιακό αποικιακό καθεστώς. Όχι ένα φτιασίδωμά του προς πρότυπα «κυβερνησιμότητας» και δήθεν συμμετοχής του κόσμου. Όρος για τη μεταπολίτευση αυτή είναι το γκρέμισμα (σωστή λέξη και διόλου υπερβολική) του σάπιου πολιτικού συστήματος. Μόνον έτσι θα ανοίξει ο δρόμος για τη διέξοδο της χώρας.
Ο Τσίπρας έχει εμπλακεί στις μικροπολιτικές ανάγκες παραμονής στην εξουσία ή στην είσοδό του στον προθάλαμο πιο ρευστών κυβερνητικών σχημάτων. Δηλαδή, πολύ μακριά από τις ανάγκες της χώρας, της κοινωνίας, του λαού. Απέναντί τους. Οι όροι μιας νέας βαθιάς και ουσιαστικής μεταπολίτευσης είναι το ζητούμενο και δεν μπορούν να γίνουν πραγματικότητα έξω και ερήμην της κοινωνίας. Αυτό είναι το κατεξοχήν ζήτημα που ζητά λύση σήμερα και αύριο.
Φώτο : Eurokinissi-Κονταρίνης Γιώργος
Ανάρτηση από: http://www.e-dromos.gr
Αχίλλειος πτέρνα η τεράστια κρίση αντιπροσώπευσης και η ανυποληψία που περιβάλλει το πολιτικό σύστημα
Η επέτειος των 42 χρόνων από την πτώση της στρατιωτικής χούντας γιορτάστηκε κάπως σεμνά φέτος (πέρυσι ούτε λόγος για γιορτασμούς, υπογράφαμε το 3ο Μνημόνιο…) και ο πρωθυπουργός υποσχέθηκε μια «νέα μεταπολίτευση» που θα οδηγήσει στην «Ελλάδα του 2021». Ας παρακολουθήσουμε τη σκέψη αυτή για να διευκρινίσουμε ορισμένα πράγματα.
Η μεταπολίτευση του 1974 ήρθε με την ανατροπή της φασιστικής δικτατορίας και όρισε νέους κανόνες στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας. Αυτή η «μετάβαση» έγινε με ελεγχόμενο τρόπο, παρ’ όλο που υπήρχε μια γεωπολιτική κρίση. Επισφραγίστηκε με το γεγονός της πλήρους ευθυγράμμισης του πολιτικού κόσμου με όσα υπαγόρευε ο συμβιβασμός ανάμεσα σε Αμερικάνους και Ευρωπαίους (να τους αποκαλέσουμε «ιμπεριαλιστές»;). Σε αυτή τη βάση ορίστηκαν νέα όρια και νέες κοινωνικές συναινέσεις για την εύρυθμη λειτουργία και διαιώνιση του μεταπρατισμού.
Πάντως, η διαφορά ανάμεσα στην επτάχρονη στρατιωτική δικτατορία και την αστική δημοκρατία που την διαδέχθηκε, δεν ήταν ασήμαντη και τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια σφραγίστηκαν σε μεγάλο βαθμό από τη λαϊκή κινητοποίηση και την ισχυρή παρουσία ενός μεγάλου δημοκρατικού και αντιφασιστικού ρεύματος αντιαμερικανισμού.
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι και πολλοί σε πολλές στιγμές μίλησαν για «τέλος της μεταπολίτευσης». Τώρα είναι ο Αλέξης Τσίπρας που διαφημίζει μια νέα μεταπολίτευση. Η αλήθεια βρίσκεται αλλού: Εδώ και έξι χρόνια έχουμε μια σημαντική καθεστωτική αλλαγή. Η χώρα έχει μπει στην εποχή των μνημονίων και της επιτροπείας. Αυτή η είσοδος σημαδεύει μια νέα καθεστωτική φάση που έχει χαρακτηριστεί και σαν «νέα κατοχή» ή «χούντα» και που πάντως δεν μοιάζει σίγουρα με μια «τυπική» αστική δημοκρατία. Είναι ένα ειδικό καθεστώς όπου τα διάφορα «θεσμικά όργανα» έχουν μετατραπεί σε απλούς πρωτοκολλητές και οι κρίσιμες αποφάσεις παίρνονται στα Γιούρογκρουπ, στην Κομισιόν, στα διευθυντήρια και στο Χίλτον. Για να ανακοινωθούν στους παρελαύνοντες υπουργούς οποιασδήποτε κυβέρνησης που πρέπει οπωσδήποτε πρώτα να έχουν προσκυνήσει στην «αλήθεια» των Μνημονίων.
Επομένως, έχει βάση η επίκληση της ανάγκης μιας νέας μεταπολίτευσης που θα γκρεμίσει το καθεστώς που έχει εγκατασταθεί με τα μνημόνια και θα θέσει την χώρα σε μια τροχιά διεξόδου από τα σύγχρονα δεσμά. Αλλά αυτήν εννοεί ο κ. Τσίπρας όταν κάνει λόγο για «νέα μεταπολίτευση»; Όχι βέβαια, αφού εκείνος «κυβερνάει» με δεδομένη την υποταγή του στο μνημονιακό πλαίσιο. Το υπηρετεί και μάλιστα με επιδόσεις που οι προκάτοχοί του δεν μπορούσαν να πιάσουν, αφού η κεντροαριστερή φόρμουλα προσφέρει μεγαλύτερο έργο σε αυτό το καθεστώς μέχρι σήμερα.
Η αχίλλειος πτέρνα
Το πολιτικό και κομματικό σύστημα της χώρας λειτούργησε συμπληρωματικά προς τον εκσυγχρονισμένο μεταπρατισμό και τα τελευταία χρόνια στο καθεστώς της αποικίας χρέους. Η συνενοχή του στηρίζεται στην νομή της εξουσίας και στην πλήρη κάλυψη των συμφερόντων των διεθνών οίκων και των ντόπιων μεγαλο-υπεργολάβων τους. Όλα αυτά σε βάρος της κοινωνίας, με πλήρη απουσία οποιουδήποτε εθνικού παραγωγικού προγραμματισμού, πολιτιστικού σχεδίου κ.λπ.
Η συνενοχή είναι τόση ώστε, πριν από ένα χρόνο ακριβώς, τις βάσεις για το 3ο Μνημόνιο έθεσε μια σύνοδος των αρχηγών όλων των κομμάτων υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για να ψηφιστεί τελικά από 220 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού. Αυτά είναι ειδικά συμφωνητικά που τα εκτιμούν πολύ οι δανειστές και ο τροϊκανός κόσμος. Άλλωστε, επιζητούν επίμονα την πλήρη ευθυγράμμιση του πολιτικού κόσμου. Όπως επίσης επιθυμούν να συνταγματοποιηθεί η «κυβερνησιμότητα» και να θωρακιστεί το καθεστώς έκτακτης ανάγκης και ισοπεδωτικής λιτότητας που θέλουν να εφαρμόζουν.
Αφού, λοιπόν, έκλεισε η αξιολόγηση όπως ακριβώς ήθελαν, τώρα για λίγο ο Τσίπρας μπορεί να κάνει το «παιχνίδι» του, πάντα εντός πλαισίων. Όπου να ‘ναι, άλλωστε, θα γίνει δεκτός με πλήρη δικαιώματα στην «σοσιαλιστική» παρέα… Η πορεία της «ΠΑΣΟΚοποίησης» συνεχίζεται, είναι φανερό το βάδισμα στα χνάρια που άφησε σαν «παρακαταθήκη» ο Ανδρέας Παπανδρέου. Η «παρεοκρατία» του ΣΥΡΙΖΑ συνδυάζει παπανδρεϊσμό στην κορυφή (κολοβό λόγω αναστήματος) με σημιτισμό στην Οικονομία και αρκετές ενέσεις κουτσογιωργισμού στη ρητορική και τη δημόσια εικόνα εντός Βουλής.
Η αναλογία κάπου εκεί σταματά απότομα. Γιατί οι καιροί έχουν αλλάξει και τα γεωπολιτικά δεδομένα είναι τελείως διαφορετικά. Τα περιθώρια που είχε ο Α. Παπανδρέου δεν συγκρίνονται με αυτά που έχει ο Αλ. Τσίπρας, ο οποίος γρήγορα κατάλαβε πως μόνο η πλήρης υποταγή του εξασφάλιζε βιωσιμότητα. Το πρότυπό του είχε άλλη ποιότητα και «ερωτική σχέση» με τους οπαδούς, μονιμότερη και πιο βαθειά. Η «ρέπλικα» δεν το ‘χει. Το ξέρει δεν το ξέρει, δεν έχει σημασία. Οδηγεί με ταχύτητα τη χώρα σε μεγάλες περιπέτειες και ένα τμήμα της κοινωνίας στον αφανισμό. Διαχειρίζεται μια χρεοκοπία νομίζοντας ότι θα καταφέρει για καιρό με αέρα κοπανιστό να κοροϊδεύει, μοιράζοντας ψίχουλα προγραμμάτων και διορίζοντας ημέτερους και κολλητούς σε όλο τον κρατικό μηχανισμό. Το τσουνάμι έρχεται. Δεν βλέπει, δεν θέλει να δει, δεν τον νοιάζει, έχει υπερτιμήσει δυνατότητες και θεωρεί ότι μπορεί να τα καταφέρει; Επίσης δεν έχει σημασία.
Η αχίλλειος πτέρνα βρίσκεται στην τεράστια κρίση αντιπροσώπευσης και την ανυποληψία που περιβάλλει το πολιτικό σύστημα. Αυτή η κρίση, μαζί με τα συνδυασμένα αποτελέσματα της οικονομικής διάλυσης στρωμάτων και τάξεων, αλλά και τα γεωπολιτικά κύματα, οδηγεί σε αποσταθεροποίηση του πολιτικού πεδίου και απρόβλεπτες εξελίξεις. Σε αυτές τις συνθήκες, το πολιτικό σύστημα βρίσκεται στο επίκεντρο μεγάλης λαϊκής αμφισβήτησης. Μεγάλο μέρος της κοινωνίας είναι εχθρικό απέναντί του και αυτό θα εκφραστεί με πολλούς τρόπους.
Αυτές οι σκέψεις οδηγούν σε ορισμένα συμπεράσματα: Ναι, χρειάζεται μια μεταπολίτευση που θα μας απαλλάξει από το μνημονιακό αποικιακό καθεστώς. Όχι ένα φτιασίδωμά του προς πρότυπα «κυβερνησιμότητας» και δήθεν συμμετοχής του κόσμου. Όρος για τη μεταπολίτευση αυτή είναι το γκρέμισμα (σωστή λέξη και διόλου υπερβολική) του σάπιου πολιτικού συστήματος. Μόνον έτσι θα ανοίξει ο δρόμος για τη διέξοδο της χώρας.
Ο Τσίπρας έχει εμπλακεί στις μικροπολιτικές ανάγκες παραμονής στην εξουσία ή στην είσοδό του στον προθάλαμο πιο ρευστών κυβερνητικών σχημάτων. Δηλαδή, πολύ μακριά από τις ανάγκες της χώρας, της κοινωνίας, του λαού. Απέναντί τους. Οι όροι μιας νέας βαθιάς και ουσιαστικής μεταπολίτευσης είναι το ζητούμενο και δεν μπορούν να γίνουν πραγματικότητα έξω και ερήμην της κοινωνίας. Αυτό είναι το κατεξοχήν ζήτημα που ζητά λύση σήμερα και αύριο.
Φώτο : Eurokinissi-Κονταρίνης Γιώργος
Ανάρτηση από: http://www.e-dromos.gr