Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2024

Κάνε και συ μία καρδούλα, μπορείς!


Του Γεράσιμου Δεληβοριά

Οι λέξεις και οι έννοιες όπως μας λένε οι ειδικοί φθείρονται, χάνουν με τον καιρό την σημασία τους. Στην Ελλάδα όμως, επειδή πάντα πρωτοπορεί, η σημασία των εννοιών αντιστρέφεται. Έτσι, όταν κάποιος λέει για κάποιο ζήτημα πως «εδώ χρειάζεται πολιτική βούληση», εννοεί πολύ απλά πως αυτό το ζήτημα πρέπει να το αναλάβουν αυτοί που έχουν την βούληση, δηλαδή οι πολιτικοί.

 Το μεγάλο πλήθος δεν διαθέτει βούληση γιατί απλά δεν την δικαιούται. Έχει βέβαια το δικαίωμα να εκλέγει αυτούς που θα διαχειριστούν τις τύχες της χώρας, όμως δεν έχει το δικαίωμα της «βούλησης». Ούτε καν της γνώμης, της άποψης για τον προϋπολογισμό του Κράτους, για την Παιδεία, την Υγεία, την Άμυνα, τις διεθνείς συμφωνίες, την Οικονομία, για όλα τα μεγάλα και τα μικρά προβλήματα της χώρας. Όπως και στους στίχους του Φοίβου Δεληβοριά, το πλήθος παρακολουθεί «πίσω απ’ το τζάμι» να ξετυλίγεται η ζωή του, να του ξεφεύγει η ζωή, να γίνεται ολοένα και δυσκολότερη, πιο γκρίζα, πιο σκοτεινή.

 Καθώς το πλήθος δεν διαθέτει βούληση, βρίσκεται ανυπεράσπιστο απέναντι στην κερδοσκοπία, την βία, το έγκλημα, τα ναρκωτικά, την αυθαιρεσία. Εδώ και και οκτώ χρόνια το πλήθος υποχωρεί, μαζεύεται στο περιθώριο, σιωπά και υπομένει. Οι τελευταίες γραμμές άμυνας του κατέρρευσαν τα χρόνια της πανδημίας. Μεταβλήθηκε σε ένα ασπόνδυλο σώμα, ένα σύνολο ατόμων που το ένα αντιπαλεύει το άλλο για ένα ευρώ κέρδος, μια θέση πάρκιγκ στο δρόμο, μια θέση στο λεωφορείο.

 Με το ξέσπασμα της επιδημίας βρέθηκε αναγκαστικά σε κατ’ οίκον περιορισμό. Την ίδια εποχή άρχισε και η μεγάλη επίθεση στο βιοτικό του επίπεδο. Στην αρχή οι βολές ήταν αναγνωριστικές. Μικρές ανατιμήσεις σε βασικά είδη στα σουπερμάρκετ. Γρήγορα όμως στο παιχνίδι μπήκαν και οι μικρότεροι έμποροι και παραγωγοί. Τώρα, μικροί και μεγάλοι καπιταλιστές κερδοσκοπούν ασύστολα και ασύδοτα. Άλλοτε νόμιμα, οχυρωμένοι πίσω από το αόρατο χέρι της αγοράς που ρυθμίζει αυτόματα τιμές, ζωές και υπολήψεις κι άλλοτε με το λαθρεμπόριο και τη νοθεία, ανεβάζοντας τις τιμές ακόμη και στις λαϊκές αγορές σε ύψη δυσθεώρητα. Λάδι, τυρί, κρέας, ζυμαρικά, αλεύρι, ζάχαρη, πετρέλαιο, βενζίνη, απλησίαστα.

 Οι πιο τυχεροί καταφεύγουν στο Σαντάνσκι, την Οχρίδα, την Αδριανούπολη. Εκεί τα τρόφιμα κι όλα τα προϊόντα είναι πολύ φθηνότερα. Ακόμη και τα ελληνικά τρόφιμα και προϊόντα. Κι αυτό συμβαίνει και σε άλλες πόλεις, μεγαλουπόλεις μάλιστα του εξωτερικού. Στο Λονδίνο η φέτα είναι κατά πολύ φθηνότερη από την Αθήνα, το ίδιο και το ελληνικό λάδι.

 Αντίδοτο στην φτώχεια, ο τζόγος. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός διαφημίζει μιαν πλατφόρμα που μοιράζει ευρώ στους έξυπνους και στους παρατηρητικούς. Ξεδιάντροπα  περηφανεύεται πως κέρδισε μεγάλα ποσά τζογάροντας, προτρέποντας τον όχλο να ξεχυθεί στο κυνήγι του κέρδους. Η ΔΕΗ εφαρμόζει τον τζόγο στους λογαριασμούς της. Αρκεί μονάχα να μπορεί ο καθένας να προβλέψει σωστά. Τότε βρίσκεται στην σωστή πλευρά της Ιστορίας. Όποιος προβλέπει λάθος βρίσκεται στο περιθώριο, και συχνά στο πεζοδρόμιο. Όλα τα κανάλια της τηλεόρασης είναι γεμάτα με παιχνίδια που βραβεύουν τους τυχερούς με εκατοντάδες, ακόμη και με χιλιάδες ευρώ.

 Αυτό λοιπόν είναι το μέλλον που μας επιφυλάσσει ο παγκόσμιος καταμερισμός εργασίας; Ένα απέραντο καζίνο; Με  μια μονοκαλλιέργεια, τον τουρισμό; Μια χώρα διακοπών και τζόγου των προνομιούχων κατοίκων των μητροπολιτικών  καπιταλιστικών κρατών;

 Έσχατο μέσο σωτηρίας η θετική σκέψη, τα μηνύματα αγάπης και σαγήνης στις αόρατες δυνάμεις που κυβερνούν τον κόσμο, οι καρδούλες με τα χέρια. Στο κάτω κάτω της γραφής αποδείχθηκαν  σωτήριες για την Ζωή Κωνσταντοπούλου και τον Δημήτρη Κουτσούμπα. Γιατί όχι και στο καθένα μας;