Του Χρήστου Γιανναρά
Ασκηση κριτικής σκέψης: Γιατί ο πολύς κ. Σόιμπλε (και ό,τι αυτό το όνομα συμβολικά εκπροσωπεί) να εκφράσει τόσο απροσχημάτιστα την εύνοιά του για τις παρελθούσες γαλαζοπράσινες κυβερνήσεις στην Ελλάδα και την οργισμένη απαρέσκειά του για τη σημερινή κυβέρνηση; (θυμηθείτε τη δήλωσή του ότι «η νέα ελληνική κυβέρνηση κατέστρεψε όλη την εμπιστοσύνη που είχε επιτευχθεί με την προηγούμενη κυβέρνηση» – «Κ» 17.3.2015).
Είναι αυτονόητο η ολοκληρωτική εξάρτηση μιας χώρας από τους δανειστές της να καθιστά προσχηματικές τις λειτουργίες τής δημοκρατίας σε αυτή τη χώρα. Αποφασίζουν σχεδόν για όλα οι «θεσμοί» που ορίστηκαν από τους δανειστές να επιτροπεύουν τη χώρα – η κυβέρνηση είναι στοιχείο περίπου διακοσμητικό και οι εκλογές για να αναδειχθεί κυβέρνηση, περίπου παντομίμα. Ομως, αφού οι δανειστές επιτρέπουν (ακόμα) την παντομίμα της δημοκρατίας, γιατί ενοχλούνται και εξοργίζονται με την τήρηση των προσχημάτων, γιατί δεν τα καταργούν;
Η κριτική λειτουργία της λογικής δύο αιτίες για τη συντήρηση των προσχημάτων δημοκρατικής αυτοδιαχείρισης μιας υπερχρεωμένης χώρας μπορεί να υποθέσει: Πρώτη αιτία, ότι τα προσχήματα καμουφλάρουν και παρηγορούν με ψευδαισθήσεις τις πολύ οδυνηρές για τον πληθυσμό επιπτώσεις της χρεοκοπίας: την ανεργία, για πολλούς την πείνα, τη μεγιστοποίηση της κοινωνικής αδικίας, την άθικτη αναξιοκρατία, τον δραστικό περιορισμό του κράτους-πρόνοιας. Δεύτερη αιτία είναι, ότι τα προσχήματα συντηρούν φαντασιωσικά υποκατάστατα «αντίστασης» στην επιτρόπευση, κυρίως συντηρούν την παραισθησιογόνο «αριστερή» ρητορεία.
Οι ελλαδικές κυβερνήσεις που εισέπραξαν τον απροσχημάτιστο έπαινο του κ. Σόιμπλε, οι γαλαζοπράσινες, ήταν φυσικά αδύνατο να διαπραγματευτούν «κόκκινες γραμμές» στοιχειώδους κοινωνικής – ανθρωπιστικής άμυνας απέναντι στις στυγνές αξιώσεις των δανειστών. Για τον απλούστατο λόγο ότι τα ίδια αυτά κόμματα που τις συγκροτούσαν είχαν υπογράψει εν ψυχρώ τον εξωφρενικό υπερδανεισμό της χώρας, ήταν οι φυσικοί αυτουργοί του εγκλήματος – αποκλειστικά και μόνο για να τραφεί ο Μινώταυρος του πελατειακού κράτους (ο εγγυητής της εξουσίας τους). Ηταν οι ίδιοι άνθρωποι που είχαν π.χ. «παραλάβει» υπουργείο και πεπραγμένα από τον Τσοχατζόπουλο, «χωρίς να αντιληφθούν» τη συντελεσμένη κακουργηματική καταλήστευση του κοινωνικού χρήματος. Ή είχαν παραλάβει «ιεροκρυφίως» την παραποιημένη «λίστα Λαγκάρντ» και τη «φύλαγαν» στο γραφείο τους «ξεχασμένη». Ουσιαστικά υπόδικοι λοιπόν οι ίδιοι, πώς να υπερασπίσουν τον λαό από τις συνέπειες των δικών τους κακουργημάτων ή παραλείψεων;
Ομως η κριτική σκέψη δοκιμάζεται και από τη σκανδαλώδη εμμονή της Αριστεράς στα προσχήματα. Γιατί να συμβιβάζεται και η Αριστερά με μία δήθεν αυτοδιαχείριση της επιτροπευόμενης χώρας μας, γιατί να κλείνει τα μάτια μπροστά στις πραγματικές αιτίες του υπερδανεισμού και της χρεοκοπίας; Ισως επειδή στα τελευταία σαράντα χρόνια η Αριστερά ξέμαθε να παλεύει για στόχους κοινωνικούς, ξέρει πια μόνο να ρητορεύει. Το είδος της Αριστεράς που έφτασε σήμερα να σχηματίσει κυβέρνηση προσχηματική, δεν γεννήθηκε από την ανάγκη να υπηρετήσει κοινωνικές ανάγκες, γεννήθηκε για να διεκδικήσει καταναλωτικές απαιτήσεις. Δεν γέννησε τη σημερινή Αριστερά η λαχτάρα για κοινωνική δικαιοσύνη και αξιοκρατία, η ανάγκη να εξαλειφθεί το «πελατειακό κράτος», η διαπλοκή και η διαφθορά, να πρωτεύσει η δίψα για την ποιότητα ζωής που χαρίζει η καλλιέργεια, η αυστηρών απαιτήσεων εκπαίδευση.
Η Αριστερά που μας κυβερνάει σήμερα γεννήθηκε ταυτισμένη με την τυφλή καταναλωτική διεκδίκηση, τη συνδικαλιστική εκβιαστική αυθαιρεσία, τις απεργίες «κοινωνικού κόστους». Ταυτίστηκε σαράντα ολόκληρα χρόνια η Αριστερά με τον βασανισμό του λαϊκού σώματος από την απληστία διεκδικήσεων των συνδικαλισμένων «ρετιρέ», την υπεράσπιση των παρασιτικά διορισμένων εκλεκτών του πελατειακού κράτους. Κάλυψε πολιτικά και πρόσφερε την ετικέτα της η Αριστερά σε εγκλήματα αντικοινωνικής, χυδαία εγωκεντρικής κακοήθειας: επιδόματα πλαστογραφημένης αναπηρίας, συμπαράταξη με τους αετονύχηδες συνταξιοδοτημένους από τα πενήντα ή και τα σαράντα-τόσα τους χρόνια. Και αυτή την αντίφαση αριστερής ετικέτας και κτηνώδους εγωκεντρισμού ή καταστροφικής υστερίας τη γεφύρωνε πάντοτε μια μεγαλόστομη ξύλινη ρητορεία.
Η Αριστερά που μας κυβερνάει σήμερα είναι εκ γενετής ρητορική – οι θεωρητικοί της, καθόλου τυχαία, είχαν ορμητήριο τα μπιστρό της πλατείας Κολωνακίου. Στις διαπραγματεύσεις τους σήμερα με τους δανειστές μας προτάσσουν ρητορεύματα που τα βαφτίζουν «πολιτικές προτάσεις διαπραγμάτευσης», ενώ οι σκληροπυρηνικοί καπιταλιστές συνομιλητές τους, ασύγκριτα συνεπέστεροι στον Ιστορικό Υλισμό από τους μαρξιστές, απαιτούν «νούμερα»: από ποιες περικοπές θα εξοικονομήσετε πόσα χρήματα.
Ενα από τα οδυνηρότερα δείγματα «αριστερής» (τάχα μου) ρητορείας, που θέλει να εξωραΐσει την πολιτική ανοχή αντικοινωνικών – αντιλαϊκών εγκλημάτων, ήταν και η δήλωση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη κ. Γιάννη Πανούση, με αφορμή την ανεμπόδιστη δήωση και καταστροφή του κτιρίου της Νομικής από κουκουλοφόρους «καταληψίες»: «Η αστυνομία δεν είναι αρμόδια να επεμβαίνει στα ενδοοικογενειακά των πανεπιστημίων»! Αποψη λογική μιας «Αριστεράς» που θυσιάζει, με τέλειο αμοραλισμό, την κοινωνιοκεντρική της ταυτότητα στον βωμό του πολιτικού τυχοδιωκτισμού.
Ο κ. Τσίπρας πήρε εντολή από την ελλαδική κοινωνία να ξαναστήσει τη λειτουργία της ζωής στη ρημαγμένη από φαύλους και ανίκανους πολιτικούς χώρα. Θεμελιώδης προϋπόθεση για να ανταποκριθεί σε αυτή την εντολή, είναι να «γεννήσει» πολιτικά μιαν όντως ριζοσπαστική, καινούργια Αριστερά. Καίρια πρόκληση, που θα την ζήλευε κάθε προικισμένος με «τσαγανό» πολιτικός. Καινούργια θα πει: μια Αριστερά ελευθερωμένη από τη δουλεία στον οικονομισμό, από τη σύνθλιψη της ζωής και των ελπίδων στα γρανάζια, τα ανθρωποφάγα, της εκβιαστικής διεκδίκησης. Κοινωνιοκεντρική Αριστερά, ελευθερωμένη από τη νοθεία, την παραποίηση, τον βαρβαρικό ατομοκεντρισμό, που κουβαλάει από γεννησιμιού του ο ελλαδικός πολιτικός μεταπρατισμός.
Ανάρτηση από: http://www.yannaras.gr