Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Υφαίνοντας μια καινούργια αποστασία

Του Γεράσιμου Δεληβοριά


Το Νοέμβριο του 1963, έγιναν εκλογές στη χώρα μας και πρώτο κόμμα αναδείχθηκε η Ένωση Κέντρου, με αρχηγό τον Γ.Παπανδρέου, με μικρή όμως διαφορά από την ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή που κυβερνούσε μέχρι τότε και κέρδιζε τις εκλογές με βία και νοθεία.
 Εκείνη την εποχή δεν ίσχυαν οι διερευνητικές εντολές, ίσχυε όμως η αρχή της «δεδηλωμένης πλειοψηφίας». Παρ’ όλα αυτά, ο βασιλιάς Παύλος έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Γ. Παπανδρέου, ο οποίος ορκίστηκε αμέσως και λίγες μέρες αργότερα η κυβέρνηση του πήρε ψήφο εμπιστοσύνης, από την ΕΚ και την ΕΔΑ.
 Την ίδια μέρα της ορκωμοσίας, στις φωτογραφίες του Παπανδρέου που δημοσίευαν οι έκτακτες εκδόσεις των εφημερίδων του συγκροτήματος Λαμπράκη, οι λεζάντες έγραφαν: «η Αυτού Εξοχότης ο Πρωθυπουργός κ. κλπ». Τον ίδιο τίτλο, «Αυτού Εξοχότης», συνέχισαν να γράφουν στις λεζάντες τους οι ίδιες εφημερίδες, όχι μονάχα για τον πρωθυπουργό αλλά και για τον πρόεδρο της Βουλής.
 Στην πραγματικότητα, ο τίτλος «Αυτού Εξοχότης», ανήκε πράγματι στον εκάστοτε πρωθυπουργό από παλιά, είχε πάψει όμως προ πολλού να χρησιμοποιείται, όπως είχε πάψει και ο γελοίος τίτλος «Δούκας της Μάνης» για τον εκάστοτε διάδοχο του θρόνου, ώστε να μην υπολείπεται κι αυτός τίτλων από τους γαλαζοαίματους διαδόχους στην Ευρώπη.
 Η ανάσυρση του από το αραχνιασμένο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, ήταν ένα φτηνό διαφημιστικό κόλπο που απευθυνόταν κυρίως στους μικροαστούς της πόλης και της υπαίθρου, ώστε να καταλάβουν ότι κουμάντο στο πελατειακό κράτος τώρα κάνανε άλλοι. Όταν η μεταστροφή των μεσοστρωμάτων έδωσε ποσοστό 53% στις εκλογές του Φεβρουαρίου 1964 στον Παπανδρέου, οι τίτλοι και οι εξοχότητες πήγαν ξανά στον κάλαθο των αχρήστων.
 Χρειάζεται να τα ξαναθυμηθούμε όλα αυτά, καθώς η ιστορία επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά στη χώρα μας. αρκεί να αναλογιστούμε την ιδεολογική τρομοκρατία που υφίσταται η ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα τα μεσοστρώματα την τελευταία πενταετία. Όμως ο Τύπος, η «τέταρτη εξουσία», διέπρεψε και στις πολιτικές ίντριγκες, προβοκάτσιες και αποστασίες. Είναι γνωστή η ιστορία της κ. Ελένης Βλάχου, που ένα της σχόλιο ήταν αρκετό για να απολυθεί κάποιος υπουργός. Καθώς και η ιστορία της αποστασίας του 1965, που εξυφάνθηκε στα γραφεία της εφημερίδας «Ελευθερία».  Και το πάθημα του συγκροτήματος Λαμπράκη, όταν επιχείρησε να στραφεί υπέρ της αποστασίας, τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς.
 Σήμερα βλέπουμε να υφαίνεται μια καινούργια αποστασία, με στόχο αυτή τη φορά την Ζωή Κωνσταντοπούλου. Σύμφωνα με το ΒΗΜΑ της Κυριακής 24/5/15, «το Μέγαρο Μαξίμου από την προηγούμενη εβδομάδα βρίσκεται στα πρόθυρα ρήξης με την Πρόεδρο της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου» (χωρίς το επίθετο κυρία – αβλεψία του τυπογράφου ή ηθελημένη ενέργεια; Οι τίτλοι και οι «εξοχότητες» μπαίνουν όποτε συμφέρουν).
 Στο ίδιο κείμενο του Αγγ. Κωβαίου, διαβάζουμε ότι αυτό συμβαίνει «έπειτα από αλλεπάλληλες αμφιλεγόμενες παρεμβάσεις της Ζωής Κωνσταντοπούλου (πάλι χωρίς το «κ.») κυρίως επί κοινοβουλευτικών ζητημάτων», ενώ επισημαίνεται ιδιαίτερα «η ενώπιον τηλεοπτικών συνεργείων επίπληξη προς τον επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης που είχε κλείσει τον δρόμο μπροστά στη Βουλή», καθώς και το γεγονός ότι την Παρασκευή προώθησε «προς συζήτηση πρόταση νόμου του ΚΚΕ για την επαναφορά της 13ης και της 14ης σύνταξης και του κατώτατου μισθού, παρ’ όλο που η κυβέρνηση έχει παγώσει τις δικές της σχετικές προτάσεις».
 Έτσι, «εφόσον η Πρόεδρος της Βουλής καταψηφίσει τη συμφωνία (ή οποιοδήποτε άλλο μείζονος σημασίας νομοσχέδιο φέρει προς ψήφιση η κυβέρνηση), ο κ.Τσίπρας (εδώ υπάρχει το «κ.») είναι διατεθειμένος ακόμη και να την διαγράψει από την ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ» οπότε, «η παραίτηση της από το Προεδρείο θα ήταν αναμενόμενη», αλλά ΠΡΟΣΟΧΗ, αν δεν παραιτηθεί, «συζητείται η κατάθεση πρότασης μομφής (από οποιονδήποτε)» (υπογράμμιση δικιά μας).
 Η προετοιμασία είχε ξεκινήσει πριν από δύο μήνες, όταν πάλι το ΒΗΜΑ της 22/3/15 έγραφε πως «οι πρωτοβουλίες της (χωρίς «κ.») Ζωής Κωνσταντοπούλου ενοχλούν σε σημείο που την Τετάρτη συγκλήθηκε μίνι Υπουργικό Συμβούλιο (με κεφαλαία – προσοχή, είπαμε η σημειολογία πάνω απ’ όλα) στο γραφείο του Πρωθυπουργού στη Βουλή ώστε να αρθεί η εντύπωση της ταύτισης με τη Χρυσή Αυγή». Στα ΝΕΑ μάλιστα της προηγουμένης μέρας, 21/3/15 δημοσιεύτηκαν αναλυτικά οι προσωπικές επιθέσεις που δέχτηκε η Ζωή Κωνσταντοπούλου από τους Αλ. Τσίπρα, Ν. Παππά, Α. Φλαμπουράρη, Ν.Φίλη και  Χρ. Μαντά.
 Βέβαια, στο χτεσινό (24/5/15) ΒΗΜΑ, υπάρχει μια ακόμη πολιτική ανάλυση του ίδιου δημοσιογράφου με τίτλο «Τσίπρας έτοιμος για όλα (και για διαγραφές)», όπου λίγο πολύ εμφανίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ σαν ένα καζάνι έτοιμο να εκραγεί και να γίνει χίλια κομμάτια, ενώ επισημαίνεται  ότι Βερολίνο, Παρίσι και Βρυξέλλες ζητούν να επιταχυνθούν οι διαδικασίες «και κυρίως το πολιτικό αλαλούμ της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πάψει να αποτελεί παράμετρο ανασταλτική σε κάθε διαδικασία και συζήτηση».
 Ο καλός δημοσιογράφος φυσικά δεν κάνει τον κόπο να μας εξηγήσει, πότε και που, τους τελευταίους δύο μήνες τουλάχιστον που έχουν σφίξει τα πράγματα, καθώς οι δανειστές δείχνουν συνεχώς τα δόντια τους, πότε και πού λοιπόν αυτό το αλαλούμ αποτέλεσε ανασταλτική παράμετρο των διαδικασιών συζήτησης.
 Γιατί εμείς αντίθετα, βλέπουμε μια κωλυσιεργία πράγματι, που μοιάζει να είναι κατευθυνόμενη, καθώς η κορυφή και το στενό επιτελείο της κυβέρνησης δείχνουν να προσπαθούν να εξαντλήσουν την τετράμηνη περίοδο χάριτος,
ελπίζοντας-σωστά ίσως για μια μνημονιακή κυβέρνηση με λίγη τσίπα- σε μια γενική και ίσως καλύτερη συμφωνία – πακέτο στις αρχές Ιουνίου.
 Αντίθετα, το έργο με τις «διαφωνίες» και το «δεν πρόκειται να ψηφίσω κάτι τέτοιο», το έχουμε ξαναδεί και με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, μέχρι που άλλες κλαίγοντας γοερά σαν μετανοούσες Μαγδαληνές και άλλοι σφυρίζοντας αδιάφορα έπραξαν το «πατριωτικό καθήκον» τους, ψηφίζοντας τα μνημόνια για το καλό μας, γιατί ο «τόπος δεν άντεχε άλλο».
 Το ίδιο θα συμβεί και τώρα, άλλωστε έχουν ξεκινήσει οι προκαταρκτικές διαδικασίες από τις τοπικές οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που «συζητάν με τους πολίτες», τουτέστιν προσπαθούν να προετοιμάσουν τα μέλη τους για το αναπόφευκτο ενός τρίτου και τέταρτου και πάει λέγοντας,  Μνημονίου. Η συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, είναι άνθρωποι που μέχρι χτες δεν τους ήξερε κανείς, με ένα μισθό στην καλύτερη περίπτωση 1,500 Ευρώ και ξαφνικά βρέθηκαν με όλες τις απολαβές και τα προνόμια της βουλευτικής έδρας.
 Έτσι η κ. Γαϊτάνη, με την βουλευτική αποζημίωση, τη βουλευτική σύνταξη και ασφάλιση, το βουλευτικό αυτοκίνητο και τους διορισμούς που μπορεί να κάνει, όλα καλά φυλαγμένα στο κεμέρι της, μπορεί να πετάει ότι αρλούμπα θέλει, διανθίζοντας την με τεταρτοδιεθνιστικά τσιτάτα, μέχρι που θα καταλάβει ότι το «καλό της επανάστασης» επιβάλλει τη διατήρηση της βουλευτικής έδρας και των συμπαρομαρτούντων.
 Ό Π. Λαφαζάνης πάλι, ανατράφηκε με το γάλα του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού», άρα δεν υπάρχει περίπτωση να μην πειθαρχήσει στην απόφαση του «κόμματος», ούτε να σαμποτάρει (λικβιντάρει) το εγχείρημα «Πρώτη φορά Αριστερά».
 Οι απειλές λοιπόν για διαγραφές, είναι για το θεαθήναι, για να κρατιέται η προσοχή του κοινού στο ότι «κάτι γίνεται». Η μόνη πραγματική απειλή διαγραφής είναι της Ζωής Κωνσταντοπούλου κι αυτό για τον λόγο που ο καλός δημοσιογράφος του ΒΗΜΑτος, αποκαλύπτει στο τέλος της ανάλυσης του. Ο Πρωθυπουργός (με κεφαλαίο «Π») μας λέει, «είναι αποφασισμένος να παίξει κεντρικό ρόλο στη διαδικασία ριζικής αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού στη χώρα».
 Και σ’ αυτό το «εγχείρημα», ο «πυρήνας» των «προεδρικών», έχει βρει αρωγό, συμβουλάτορα και καθοδηγητή το Συγκρότημα Λαμπράκη, που τώρα θα πρέπει να ονομάζεται «Συγκρότημα Ψυχάρη». Πως αλλιώς εξηγείται η τόσο καλή πληροφόρηση του Συγκροτήματος πάνω στην συζήτηση σ’ ένα «μίνι υπουργικό συμβούλιο»- μάλλον κυβερνητική ανακριτική επιτροπή της Ζωής Κωνσταντοπούλου επρόκειτο - όπου μόνον κυβερνητικά στελέχη και η πρόεδρος της Βουλής μετείχαν;
 Οι κατηγορίες  του ΒΗΜΑτος και του συντάκτη του, εναντίον της Κωνσταντοπούλου είναι φυσικά αστείες και αστήρικτες. Η σημερινή Πρόεδρος της Βουλής, που είναι γνωστή από την προσήλωση της στις νόμιμες διαδικασίες – κληρονομιά ίσως απ’ τον πατέρα της – δεν κάνει τίποτε άλλο απ’ το να εφαρμόζει τους νόμους, το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής.
 Σε μια χώρα όμως, που η κοινωνία των πολιτών είναι όχι απλώς αδύναμη, αλλά ουσιαστικά ανύπαρκτη, οι νόμοι και οι θεσμοί υπάρχουν και εμφανίζονται μονάχα όταν αυτό συμφέρει την εκάστοτε εξουσία, ή κάποια ομάδα που προσπαθεί ν’ αποκτήσει πρόσβαση ή μεγαλύτερο μερίδιο στην εξουσία.
 Τέτοια ήταν η περίπτωση της κρίσης του 1965, όταν η πολιτική νομενκλατούρα προσπάθησε ν’ αυτονομηθεί από την πατρωνία των ανακτόρων – κάτι που είχε προσπαθήσει δύο χρόνια νωρίτερα κι ο Καραμανλής- κρίση που προκάλεσε τη γνωστή αποστασία και τα επακόλουθα της.
 Ακόμη και το «κατσάδιασμα» του αστυνομικού – που τελικά δεν ήταν καθόλου κατσάδιασμα αλλά απλή και καθόλου οργισμένη διαμαρτυρία- ακόμη κι αυτό ήταν απόλυτο δικαίωμα της Προέδρου, καθώς σύμφωνα με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών και των αρμοδιοτήτων, αυτή και μόνον αυτή έχει την ευθύνη για την τάξη στη Βουλή και μπορεί να διατάξει κάθε όργανο του νόμου σχετικά.
 Η τυχόν όμως ευλαβική τήρηση του Συντάγματος και των νόμων, εκτός από πρωτόγνωρη είναι και επικίνδυνη, καθώς μπορεί να δημιουργήσει χώρο για την ανάπτυξη πολιτικής συνείδησης και σε τμήματα της κοινωνίας που σήμερα παραμένουν αγκυλωμένα στην αντίληψη της παντοδύναμης κυβέρνησης.
 Γι’ αυτό κι ο σπουδασμένος με τις αρχές του γαλλικού Διαφωτισμού κ. Πανούσης, έσπευσε να συγχαρεί τον «νομιμόφρονα» (στην παντοδύναμη κυβέρνηση κι όχι στο Σύνταγμα και τους νόμους) αστυνομικό, ώστε να καταλάβουν όλοι ποιος κάνει κουμάντο στο μαγαζί που λέγεται Ελλάδα.
 Η εν εξελίξει αποστασία, φανερώνει και κάποιες καινούργιες διεργασίες στο πολιτικό σκηνικό. Η σύμπραξη του Συγκροτήματος με τον στενό κυβερνητικό πυρήνα και τον ίδιο τον Τσίπρα, δείχνει πως ένα μεγάλο και σοβαρό τμήμα της ολιγαρχίας τον έχει επιλέξει για πόλο ανανέωσης και αναμόρφωσης του κλονισμένου πολιτικού δυναμικού της χώρας. Επομένως, ο Τσίπρας και οι επιτελείς του θα είναι οι ιδρυτές των καινούργιων «τζακιών» που θα νέμονται την εξουσία.
 Δεύτερο, η όποια ανανέωση θα στηριχθεί στην κλασική φεουδαρχική άσκηση της εξουσίας, στην παντοδυναμία της εκτελεστικής κυβερνητικής εξουσίας και των πελατειακών δεσμών με την κοινωνία. Άρα, η οποιαδήποτε αναμόρφωση και μεταρρύθμιση των δομών της χώρας, μάλλον αναβάλλεται για τον επόμενο αιώνα.
 Όμοια και η όποια ανάπτυξη, θα περιοριστεί στα πλαίσια του διεθνούς καταμερισμού εργασίας και των επιδιώξεων των ξένων κεφαλαιοκρατικών συμφερόντων και της ντόπιας ολιγαρχίας.