Τετάρτη 20 Ιουλίου 2016

Mισές αλήθειες και κυνικά παιχνίδια

Σημαντικά ζητήματα ανακαλεί η αναβολή της δίκης για το σκάνδαλο Siemens 
Του Γιάννη Ραχιώτη
Μπορεί οι «κυβερνώντες» να οργάνωσαν ένα επικοινωνιακό σόου, με αφορμή την αναβολή της δίκης για το σκάνδαλο Siemens. Έχουν συνηθίσει, πια, να αναλώνονται κυνικά σε παίγνια αποπροσανατολισμού, όπως και οι προκάτοχοί τους, ενώ υπογράφουν και νομοθετούν ό,τι τους βάζουν μπροστά τους οι Ευρωατλαντικοί. Όμως, αυτή η αναβολή ανακαλεί κάποια ζητήματα μάλλον σημαντικότερα από τα φτηνά τους παιχνίδια.
Θυμίζουμε ότι η κατηγορία αφορά χρηματισμό από το 1999 έως το 2001 ανώτατων στελεχών του ΟΤΕ και της κυβέρνησης Σημίτη, από ειδικό ταμείο για δωροδοκίες αλλοδαπών κρατικών στελεχών που είχε οργανώσει η Siemens. Στόχος των δωροδοκιών στην Ελλάδα ήταν να μην ασκήσει ο κρατικός -τότε- ΟΤΕ, κατά την εκτέλεση της τεράστιας σύμβασης με τη Siemens για τις ψηφιακές παροχές, τα δικαιώματα που του έδινε η συμβατική ρήτρα του «πλέον ευνοούμενου πελάτη», σύμφωνα με την οποία η Siemens όφειλε να τον χρεώνει με την εκάστοτε κατώτατη τιμή στη διεθνή αγορά. Με αυτό τον τρόπο η Siemens μπόρεσε να αρπάξει από το Ελληνικό Δημόσιο ποσό τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ περισσότερα από αυτό που δικαιούτο, σύμφωνα με τις μάλλον συντηρητικές εκτιμήσεις της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής. Η δωροδοκία αποκαλύφθηκε στη Γερμανία, οπότε και οι ελληνικές δικαστικές Αρχές αναγκάστηκαν να αρχίσουν μια δικαστική έρευνα που συντηρήθηκε επί οκτώ σχεδόν χρόνια, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουν προ πολλού παραγραφεί τα πλημμελήματα ή οι κατηγορίες που μελλοντικά θα μετατραπούν σε πλημμέλημα από το Δικαστήριο. Επίσης, με απίθανες μεθοδεύσεις, ήδη από τα αρχικά στάδια της ανάκρισης, δεν είχαν ποινική συνέχεια οι συναλλαγές κορυφαίων στελεχών της Ν.Δ., που τότε ήταν πλέον κυβέρνηση, με το τοπικό μαύρο ταμείο που τηρούσε ο Μ. Χριστοφοράκος. Αυτός, καίτοι κατηγορούμενος, «διέφυγε» στη Γερμανία, η οποία, μετά από κράτηση κάποιων εβδομάδων, πρακτικά του παρείχε ασυλία. Πέρα από την ποινική διαδικασία, το Δημόσιο, υπό όλες τις κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένων αυτών του ΣΥΡΙΖΑ, από την αποκάλυψη της υπόθεσης μέχρι σήμερα, ουδέποτε πήρε δικαστικές ή άλλες πρωτοβουλίες για την ανάκτηση της ζημιάς που υπέστη από τη φανερή ή καλυμμένη περιουσία των δραστών. Αντίθετα, ο κ. Στουρνάρας ως υπουργός Οικονομικών της Ν.Δ., «έκλεισε»… συμβιβαστικά τις αξιώσεις του Δημοσίου κατά της Siemens με αστεία ποσά σε σχέση με τη ζημιά του Δημοσίου που μάλιστα δεν καταβλήθηκαν αλλά «συμψηφίστηκαν» ή αποτέλεσαν «μελλοντικές» υποχρεώσεις. Κανείς, μέχρι σήμερα, δεν του ζήτησε να λογοδοτήσει γι’ αυτό.
«Αβελτηρία» και υποκρισία
Η υπόθεση έφτασε να δικαστεί τον Νοέμβριο του 2015, χωρίς να έχει επιδοθεί στους αλλοδαπούς κατηγορούμενους το παραπεμπτικό βούλευμα (= το κατηγορητήριο) μεταφρασμένο σε γλώσσα που κατανοούν. Αυτό, από το 2014 είναι ρητή υποχρέωση της κατηγορούσας Αρχής, της Εισαγγελίας, ενσωματωμένη στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Και προηγουμένως, από δεκαετίες, η υποχρέωση του κράτους να πληροφορεί με λεπτομέρειες τον κατηγορούμενο για την εναντίον του κατηγορία σε γλώσσα που κατανοεί προβλέπεται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Όμως, η ελληνική Δικαιοσύνη έχει μακρά παράδοση «ελαστικής» ερμηνείας των διατάξεων που σχετίζονται με τα στοιχειώδη μέτρα προστασίας του κατηγορούμενου, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης γνωστοποίησης της κατηγορίας σε γλώσσα που να αντιλαμβάνεται. Άλλοτε δέχεται ότι αν δεν επιδοθεί μεταφρασμένο το βούλευμα, αυτό είναι απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, άλλοτε ότι είναι σχετική (δηλαδή, αν δεν την προβάλλει ο κατηγορούμενος καλύπτεται) άλλοτε, σε προκλητική αντίθεση με το νόμο, με επίκληση διάφορων σοφισμάτων, ότι δεν υπάρχει καθόλου υποχρέωση επίδοσης του βουλεύματος μεταφρασμένου, ακόμη και αν ρητά το ζητάει ο αλλοδαπός κατηγορούμενος. Ο κανόνας είναι ότι καθημερινά δικάζονται δεκάδες πάμφτωχοι αλλοδαποί, χωρίς να έχουν ποτέ διαβάσει μεταφρασμένο το κατηγορητήριο στη γλώσσα τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που δεν έχουν ούτε διερμηνέα κατά τη διάρκεια της δίκης· αν αρθρώνουν έστω και 2-3 λέξεις στα ελληνικά. Πρόσφατα, την ίδια περίοδο που άρχιζε η δίκη της Siemens, τέσσερις Τούρκοι πολιτικοί πρόσφυγες, αγωνιστές της τουρκικής Αριστεράς, δικάστηκαν από το ίδιο δικαστήριο που δικάζει και τα λευκά κολάρα της Siemens (Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθήνας) χωρίς να τους δοθεί μεταφρασμένο το βούλευμα. Το ζήτησαν επανειλημμένα με έγγραφες τεκμηριωμένες αιτήσεις τους, από την προδικασία ακόμη. Όλες απορρίφθηκαν με επίκληση πρόχειρων λογικών κατασκευών, παρά τη ρητή πρόβλεψη του νόμου. Αυτή την υπόθεση πιπιλίζουν τα παπαγαλάκια της κυβέρνησης στα ΜΜΕ υπαινισσόμενα ότι το ίδιο έπρεπε να κάνει το δικαστήριο και στην περίπτωση της Siemens. Αυτό, προφανώς, περίμενε και η Εισαγγελία από το δικαστήριο, γι’ αυτό δεν φρόντισε για την έγκαιρη -πριν από την επίδοση κλήσης για τη δίκη- μετάφρασή του. Όμως, παρά τις προβλέψεις, το αίτημα των λευκών κολάρων έγινε αμέσως δεκτό από το Δικαστήριο, πολύ ορθά, αφού το επιτάσσει ρητά νόμος και προπαντός η λογική που επιβάλλει ο κατηγορούμενος να μπορεί να διαβάσει την εναντίον του κατηγορία. Αν η αναβολή έχει συνέπειες στην παραγραφή, αυτό δεν μπορεί να αποβαίνει σε βάρος των στοιχειωδών δημοκρατικών εγγυήσεων που διέπουν την ποινική δίκη. Άλλωστε, ο δικαστικός μηχανισμός και η Διοίκηση της Δικαιοσύνης έχουν αποδείξει επανειλημμένα ότι έχουν την τεχνογνωσία να επιταχύνουν ή να επιβραδύνουν την εκδίκαση υποθέσεων όταν υπάρχει πολιτικός λόγος. Υπάρχουν, πράγματι, κάποιοι δικαστές που, χωρίς τεχνάσματα, προσπαθούν να σεβαστούν αυτά τα ελάχιστα δικαιώματα που παραχωρούνται στον κατηγορούμενο. Όμως, κανόνας είναι, και στο πεδίο αυτό, το ταξικό κριτήριο και η στάθμιση της πολιτικής βούλησης.
Η συνέχεια δόθηκε με τους συνήθης θεατρινισμούς. Μεταξύ πολλών, ο υπουργός Δικαιοσύνης υπέβαλε… αίτηση (κατά δήλωσή του) για σύντομο προσδιορισμό της δίκης! Η δουλειά του, βέβαια, δεν είναι να κάνει αιτήσεις. Καλύτερα θα ήταν να νομοθετούσε στην κατεύθυνση του εκδημοκρατισμού της Δικαιοσύνης και του περιορισμού της ποινικής καταστολής.
Ανάρτηση από: http://www.e-dromos.gr