Τις τελευταίες δύο ημέρες, βρέχει στην πόλη μας ανθρώπους. Μια μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων του Γιάννη Μπουτάρη πέφτουν από τα σύννεφα, καθώς βλέπουν τον άνθρωπο που ψήφισαν για να σώσουν τον αστικό πολιτισμό από την παπαγεωργοπούλεια παρακμή, να τον ενταφιάζει με πράξεις όπως το κλείσιμο του 12ου Δημοτικού Σχολείου, την έγκριση ώστε να καταπατηθεί ο δημόσιος χώρος στον πεζόδρομο της Αγίας Σοφίας και στα πάρκα της νέας Παραλίας από τα τραπεζοκαθίσματα, την ταύτιση του τουριστικού προφίλ της πόλης με αστέρα του… Σαρβάιβορ, την ανάδειξη ενός αποκρουστικά αλαζονικού προφίλ διακυβέρνησης από τους νεώτερους συνεργάτες του δημάρχου.
Είναι πλέον σαφές πως οι υποσχέσεις που έδωσε το πολιτικό σχήμα που διοικεί την πόλη, ώστε να εκλεγεί ως διοίκηση, έχουν πάει περίπατο. Εκείνο όμως που δεν έχει συζητηθεί σε βάθος είναι ότι αυτή η εξέλιξη ήταν αναπόφευκτη εξαιτίας των ίδιων των προσανατολισμών και του προφίλ που θα δώσει ο δήμαρχος στην διοίκησή του. Σε όλο τον κόσμο, ο αστικός πολιτισμός απειλείται σοβαρά από τις εξόχως τοξικές αντιλήψεις που ο δήμαρχος προβάλλει ως «αρετές»: Την κυριαρχία των big business, την υποτίμηση της τοπικό-αυτοδιοικητικής αυτοτέλειας χάριν της συνεργασίας με οργανισμούς και ιδρύματα της αρπακτικής παγκοσμιοποίησης ή χάριν των σχέσεων με προξενεία και μεγάλα γεωπολιτικά συμφέροντα, την εμπορευματοποίηση των πάντων, και την υποτίμηση κάθε αξίας που δεν έχει αντίκρισμα στον κόσμο του αστραπιαίου κέρδους. Κοινώς, πώς μπορεί κανείς να προάγει την ζωή σε μια πόλη που έχει κλείσει αισίως… 23 αιώνες αστικού βίου όταν την διαχειρίζεται σαν οικόπεδο και αποικία;
Πριν μερικές εβδομάδες, ο Δήμαρχος δημοσίευσε άρθρο στην εφημερίδα Μακεδονία όπου προσπάθησε να μας συστηθεί ως «θεωρητικός των τραπεζοκαθισμάτων». Στην κατακλείδα του, θα γράψει: «Η πόλη προχωρά, ζει, εξελίσσεται. Δεν ξαποσταίνει ποτέ. Εμείς την ακούμε και την οδηγούμε μπροστά». Στην πραγματικότητα, αυτό που περιγράφεται εδώ είναι άκρως εφιαλτικό· μια πόλη «που δεν ξαποσταίνει ποτέ», είναι υποταγμένη στους ρυθμούς του κέρδους και της απληστίας, λειτουργεί ως τύραννος για τους ίδιους τους κατοίκους της. Αυτό είναι το μείζον μήνυμα που έχει να κομίσει το διεθνές κίνημα των «Αργών Πόλεων» (Slow Cities), και που επιβεβαιώνεται σήμερα, καθώς στην Βαρκελώνη και την Βενετία –πόλεις ιστορικές με μια αίγλη που θα μπορούσε να διεκδικήσει, αντίστοιχα, και η Θεσσαλονίκη–, οι κάτοικοι ξεσηκώνονται εναντίον της βαριάς βιομηχανίας του τουρισμού, καθώς νοιώθουν μπάτλερ, γκαρσόνια, θυρωροί μέσα στα ίδια τους τα σπίτια. Ιδού το λαμπρό μέλλον που μας επιφυλάσσουν ιδεοληψίες του τύπου «η πόλη που ποτέ δεν ξαποσταίνει».
«Οι πολιτισμοί είναι συνέχειες», θα γράψει ο Φερνάντ Μπρωντέλ. Τα βιβλία του μπορεί να είναι στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του Δήμου, αυτό που θέλει να πει όμως δεν ακουμπάει καν την μενταλιτέ του γιαπισμού που κυριαρχεί στους διαδρόμους της διοίκησης του Δήμου. Ωστόσο, αν δεν έχει κανείς συνείδηση αυτών των 23 αιώνων ιστορικού βίου, τότε δεν μπορεί να καταλάβει πως είναι γελοίο να κάνεις τουριστική πολιτική στην Θεσσαλονίκη με τους μονομάχους του Survivor. Δεν μπορεί η διοίκηση να καταλάβει την βαρύτητα που έχει ένα σχολείο στην αναπαραγωγή της κοινωνίας, γι’ αυτό και το αφήνει επί τρία χρόνια, για να κλείσει το θέμα «πετώντας την μπάλα» στην γραφειοκρατική εξέδρα. Δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι η μόνη λύση ώστε να υπάρξει αντίσταση στην αλόγιστη επέκταση των τραπεζοκαθισμάτων είναι η επένδυση σε πράσινο, ώστε να αξιοποιηθεί καλύτερα ο ελεύθερος χώρος παρέχοντας βιοκλιματικές ωφέλειες σε όλους. Η διοίκηση δεν μπορεί να διανοηθεί ότι αν το μέτωπο της νέας παραλίας κηρυχθεί πάρκο που συνδυάζει τα περιβαλλοντικά οφέλη με πολιτιστικές δραστηριότητες, το αποτέλεσμα για την πόλη, τους κατοίκους, και τους επισκέπτες της θα είναι απείρως θετικότερο, απ’ ό,τι τώρα που αποπειράται να επεκτείνει την κατάσταση που κατέστρεψε την φυσιογνωμία της παλιάς παραλίας και στην νέα.
Οι γιάπηδες δεν καταλαβαίνουν πως η ιστορία αφορά στο παρόν, και όχι στο παρελθόν της πόλης. Η μεγάλη παράδοση της Θεσσαλονίκης αναδεικνύει πρότυπα αστικού βίου: Τις ιστορικές στιγμές όπου η πόλη είχε πραγματικά διεθνές αποτύπωμα, στα ελληνορρωμαϊκά ή τα βυζαντινά χρόνια, αυτό οφειλόταν στην πνευματική της συμβολή στις τέχνες και τα γράμματα, στα θαυμαστά αρχιτεκτονήματα, στον ξακουστό δημόσιο βίο, και τις αγορές της. Αυτή η παράδοση αποτελεί την βάση για τον μόνο δυνατό εκσυγχρονισμό, που θα αναβαθμίσει και δεν θα ρημάξει την ποιότητα ζωής των Θεσσαλονικέων.
Ωστόσο, από τον (αναγκαστικό) συγχρωτισμό μας με τους ανθρώπους που κρατούν στα χέρια τους το τιμόνι της πόλης, μπορούμε να σας διαβεβαιώσουμε ότι αυτή η παράδοση δεν αντιπροσωπεύει γι’ αυτούς ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΙΠΟΤΑ.
Ανάρτηση από: https://tokoinonikoodofragma.wordpress.com