Παρασκευή 5 Ιουλίου 2019

Πως οι "νεο(κωλο)έλληνες" θα ξαναγίνουν Έλληνες

Του Γιώργου Καραμπελιά

Είσαι Έλληνας

Αυτό που ήσουν κάποτε θα γίνεις ξανά
πρέπει να γίνεις, πρέπει να κλάψεις.

Ο εξευτελισμός σου να γίνει τέλειος
Η εκπόρθηση να φτάσει ως τις ρίζες των βουνών
Είσαι Έλληνας, είσαι Έλληνας.

Πίνεις την προδοσία με το γάλα,
πίνεις την προδοσία με το κρασί.

Ο εξευτελισμός σου να γίνει τέλειος,
πρέπει να δεις, πρέπει να γίνεις,
αυτό που ήσουν κάποτε θα γίνεις ξανά

(Μίκης Θεοδωράκης)


Οι εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019 θα μείνουν στην ιστορία ως η ιστορική στιγμή κατά την οποία ο νεότερος ελληνισμός θα αφήσει οριστικά πίσω του τη μεταπολίτευση μαζί με την εμφυλιοπολεμική ιδεολογία και τις πολιτικές που την αναπαράγουν. Οι Έλληνες, έχοντας καταβάλει ένα βαρύτατο τίμημα κατά την τελευταία περίοδο, έχοντας απωλέσει κάθε υπόλειμμα οικονομικής ανεξαρτησίας, απειλούμενοι πλέον και στην εδαφική τους υπόσταση και την ίδια την ιστορική τους επιβίωση ως έθνος, είναι υποχρεωμένοι να αρχίσουν μια μακρά πορεία αυτοσυνειδησίας χωρίς προηγούμενο.

Διότι, πλέον, δεν υπάρχουν ούτε χωράνε ψέματα. Είτε θα σκοτώσουν τον «νεοέλληνα» που έχουν μέσα τους για να γίνουν ξανά αυτό που ήταν κάποτε, Έλληνες, είτε ο νεοέλληνας, ως ο απόλυτος ραγιάς, θα εξοντώσει οριστικά και αμετάκλητα τον Έλληνα που επιβίωνε σε κάποια γωνιά της ύπαρξής μας. Δέκα ολόκληρα χρόνια κράτησε η πορεία στα Τάρταρα. Αρχίζοντας από την άνοιξη του 2009. Και χρειάστηκε μια κυριολεκτική πορεία στην κόλαση, με αναρίθμητα θύματα, για να κλείσει η τελευταία και καταστροφική περίοδος της μεταπολίτευσης και της μετεμφυλιακής Ελλάδας.

Τις τελευταίες δεκαετίες, οι Έλληνες τρεφόντουσαν σχεδόν αποκλειστικά με ψέματα. Εξάλλου, αποκορύφωμα του ψεύδους υπήρξε ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, το ψεύδος ως διακυβέρνηση. Ψεύδος ως Αριστερά, ψεύδος ως Έλληνες, άνθρωποι που μισούν το έθνος τους και επιθυμούν την κατεδάφισή του. «Να πεθάνουν οι Έλληνες, να ζήσουμε εμείς», λέει το σύνθημα των παιδιών τους στα Εξάρχεια, και το εννοούν. Και όμως, έπρεπε να φτάσουμε στο τελευταίο σκαλί του ευτελισμού για να αρχίσουμε να τον κατανοούμε ως τέτοιο. «Ο εξευτελισμός σου να γίνει τέλειος./Πρέπει να δεις/πρέπει να γίνεις./Αυτό που ήσουν κάποτε θα γίνεις ξανά».

Όσο για την «απάθεια» που συνοδεύει τις εκλογές, μήπως θα μπορούσε να αναγνωσθεί ως μια βαθύτερη ενσυναίσθηση του τέλους εποχής, ή μήπως ως μια μιθριδατικού χαρακτήρα αδυναμία αντίδρασης ενός ημιθανούς οργανισμού, ή, τέλος, ως ένα κράμα της πρώτης και της δεύτερης εκδοχής; Πάντως, πιστοί στην αισιοδοξία της βούλησης, παρά την προφανή απαισιοδοξία του Λόγου, προτιμούμε την πρώτη ερμηνεία.

Όπως όμως και αν έχουν τα πράγματα, η έλλειψη αρώματος εκλογών, η έλλειψη συγκεντρώσεων, μανιφέστων και πλαστικών σημαιών, που να ανεμίζουν πάνω στα Ντάτσουν, υποδηλώνει δύο πράγματα ταυτόχρονα: Πρώτον, ότι οι Έλληνες των μεταμνημονιακών χρόνων σοβάρεψαν επιτέλους και δεν πιστεύουν πια στα ψέματα. Ταυτόχρονα, όμως, δεν νιώθουν και κανέναν ενθουσιασμό γι’ αυτό που έρχεται.

Πηγαίνουν επιφυλακτικοί, ψαχουλευτά σχεδόν, πατώντας στα νύχια για να μη σπάσουν τ’ αυγά. Ας θυμηθούμε τα ασύγγνωστα «έξαλλα πλήθη» του 2015, από τις 25 Ιανουαρίου μέχρι τη μεγάλη απάτη του δημοψηφίσματος. Και αν θέλουμε θετικότερες αναφορές ας πάμε πιο πίσω, στις καταγωγικές αφετηρίες της μεταπολίτευσης, στις 24 Ιουλίου του 1974 ή στις 18 Οκτωβρίου του 1981.

Τέλος εποχής


Σήμερα κλείνουν οι λογαριασμοί των εμφυλιακών υπολειμμάτων, της μεταπολίτευσης, αλλά και των μνημονιακών χρόνων ταυτόχρονα. Τι πιο σημαδιακό από την εξαφάνιση των ΑΝΕΛ, του Ποταμιού, της ΔΗΜΑΡ και της ΛΑΕ, αλλά και την ουσιαστική «γεννημάτειο» έκλειψη του ΠΑΣΟΚ, τη νεκρική ακαμψία του ΚΚΕ – παρά τις καθημερινές ενέσεις που κάνουν τα ΜΜΕ και στους δύο για να συντηρούν κάποια ψευδαίσθηση ζωής· τι πιο χαρακτηριστικό από τη ραγδαία συρρίκνωση της Χρυσής Αυγής. Τέλος, και το σημαντικότερο, οι λογαριασμοί κλείνουν με την έκλειψη όχι μόνο της πολιτικής κυριαρχίας της ψευδώνυμης Αριστεράς, αλλά προπαντός μιας ιδεολογικής ηγεμονίας που κράτησε πενήντα, αν όχι εβδομήντα ολόκληρα χρόνια.

Η εποχή είναι του «τέλους εποχής». Είναι η εποχή της απαλλαγής, αλλά όχι ακόμα της «αλλαγής». Και είναι χαρακτηριστικό το προφίλ του εκπρόσωπου αυτής της απαλλαγής, του Κυριάκου Μητσοτάκη. Τεχνοκράτης, συντηρητικός από ιδιοσυγκρασία, μάλλον εργατικός και συνεπής, αλλά χωρίς όραμα, χωρίς φτερά, χωρίς φαντασία, χωρίς έμπνευση. Κυριολεκτικά το όργανο μιας απαλλαγής.

Εξ ου και το περιβόητο «Μητσοτάκ», που πρωθύστερα και «προφητικά» –όπως μόνο καλλιτέχνες σαν τον Σαββόπουλο μπορούν να το κάνουν: «Τα χώματα και τα νερά να μαζέψει, το μητσοτάκ»– μοιάζει γραμμένο για το σήμερα και όχι για το μακρινό 1989. Καθόλου τυχαίο, εξάλλου, ότι και η απάντηση στο εθνομηδενιστικό ξεχείλωμα της ύστερης μεταπολίτευσης έρχεται από τα δεξιά, και μάλιστα από μια δεξιά φρόνιμη, τακτική, ευρωπαϊστική, χωρίς εξάρσεις, πατριωτικές ή άλλες, και χωρίς γωνίες.

Τρεις μικροεναλλακτικές


Και επειδή το αίτημα της αυθεντικής αλλαγής που χρειάζεται η χώρα αποτελεί ακόμα μια μουσική του μέλλοντος και όχι του παρόντος, δεν μπορεί, ούτε μπορούσε, να υπάρξει σε αυτές τις εκλογές κάποια αξιοπρεπής, ή έστω υποφερτή, πρόταση, συνδεδεμένη με κάποιο όραμα αλλαγής, έστω ασυναίσθητη, έστω ασύγγνωστη. Και οι τρεις μικροεναλλακτικές που εμφανίστηκαν, πάνω από τη σκόνη των λοιπών μικροκομμάτων, δείχνουν ακόμα πόσο πίσω είναι το πολιτικό σύστημα από τα αιτήματα μιας τέτοιας αλλαγής. Ο Βελόπουλος εκπροσωπεί τη διαστροφή και τη γελοιοποίηση του πατριωτισμού, ο Βαρουφάκης αποτελεί απροκάλυπτο όργανο και οπισθοφυλακή της πασοκικής και συριζαϊκής παγκοσμιοποίησης, η δε Ζωή Κωνσταντοπούλου θέλει να συνεχίσουμε από εκεί που μας άφησε ο Τσίπρας το καλοκαίρι του 2015.

Όσοι, λοιπόν, προσδοκούν και εργάζονται για τη μεγάλη αλλαγή, δεν μπορούν να ψευτίσουν το όραμα και την προσδοκία μιας ανάστασης την οποία απαιτούν οι εποχές, ευτελίζοντάς τα με μικρόψυχες «συνάφειες και συναναστροφές». Και όμως, είμαστε πεισμένοι πως αυτές οι εκλογές σηματοδοτούν την εξάντληση τριών ιστορικών κύκλων, της μετεμφυλιακής αντιπαράθεσης Αριστεράς-Δεξιάς, της μεταπολιτευτικής επικράτησης του παρασιτικού εκσυγχρονισμού και, τέλος, της ψευδεπίγραφης σύγκρουσης μνημονιακών-αντιμνημονιακών, με την υβριδική, αλλά καθολική επικράτηση των πρώτων.

Και ναι μεν είναι αναγκαίες για να κλείσουν αυτούς τους τρεις ιστορικούς κύκλους, αλλά δεν μπορούν να γεννήσουν το νέο που χρειάζεται η Ελλάδα. Διότι, όπως θα ανακαλύψουν οι συμπατριώτες μας την αμέσως επόμενη περίοδο, η "κανονικότητα" για την οποία διψούν μετά από δέκα χρόνια πολέμου είναι ανέφικτη χωρίς μια νέα μεγάλη επανάσταση. Γιατί έτσι που αφήσαμε τα πράγματα να εξελιχθούν και να σαπίσουν, δεν αρκούν οι σκούπες του Κυριάκου για να "μαζέψουν τα νερά", χρειάζεται να ανασκουμπωθούν οι ίδιοι για να σταματήσουν την πλημμύρα.

Εκεί που έφτασαν ως "νεο(κ###)έλληνες", η μόνη τους ελπίδα είναι να επαναστατήσουν και ξαναγίνουν "Έλληνες" και δυστυχώς για τον Κυριάκο και τη δική του ήρεμη κανονικότητα, αυτό είναι ταυτόχρονα προϋπόθεση και της όποιας κανονικότητας. Επομένως, όλα θα αρχίσουν μετά τις εκλογές, αφού θα έχουμε θάψει οριστικά και αμετάκλητα τη Μεταπολίτευση. Στο μεταξύ, και μέχρι να περάσουν, θα προσφύγουμε και πάλι στην ορίτζιναλ εκδοχή του «Καραγκιόζη» του Διονύση Σαββόπουλου: «Βάλε στη σκιά σου τούτο το παιδί, που δεν έχει κόμμα να ψηφίσει, να ψηφίσει».


Ανάρτηση από: https://slpress.gr