Το πόρισμα προτείνει
να αμείβονται οι εργαζόμενοι χωρίς εργασιακή εμπειρία με μισθό μικρότερο από αυτόν
που παίρνουν σήμερα όσοι είναι κάτω των 25 ετών
Μετά από μια
εξαντλητική παρουσίαση της πορείας που ακολούθησε η νομοθεσία για τον κατώτερο μισθό
και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στην Ελλάδα, αλλά και μια αναλυτική ανασκόπηση
των «ευρωπαϊκών πρακτικών» σ' αυτά τα δυο ζητήματα, το πόρισμα μπαίνει στο «ζουμί»
και καταγράφει τις συστάσεις της «Επιτροπής των ειδικών».
Συγκεκριμένα,
για τον κατώτερο μισθό προτείνεται: «Οι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να αποφασίζουν
σχετικά με τις αυξήσεις των ελάχιστων μισθών μετά από διαβούλευση με ανεξάρτητους
εμπειρογνώμονες, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις
προοπτικές για την παραγωγικότητα, τις τιμές, την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση
και την ανεργία, τα εισοδήματα και τους μισθούς. Η συμφωνία τους θα έχει αυτόματα
την ισχύ έναντι όλων».
Το «καινούργιο»
που τίθεται, είναι ότι στη μεταξύ τους διαπραγμάτευση εργαζόμενοι και εργοδότες
θα πρέπει να παίρνουν υπόψη τους τις κατευθύνσεις μιας επιτροπής από «ανεξάρτητους
εμπειρογνώμονες», που θα διαμορφώνουν επί της ουσίας το εύρος των αυξήσεων (ή και
των μειώσεων), πριν αυτές καταληχθούν από τους «κοινωνικούς εταίρους». Τα κριτήρια
θα είναι αυτά που περιγράφτηκαν πιο πάνω και έτσι, στη διαπραγμάτευση για τους μισθούς,
ένας τρίτος «παίκτης» προστίθεται στο πλευρό της εργοδοσίας.
Το πόρισμα των
«ειδικών» και η υιοθέτησή του από την κυβέρνηση δικαιώνουν πλήρως το χαρακτηρισμό
«ψαλιδοχέρης» που έδωσαν οι εργαζόμενοι στον υπουργό Εργασίας.
Οπως χαρακτηριστικά
γράφεται στο πόρισμα, «για να διασφαλιστεί ότι η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας
θα λαμβάνεται υπόψη, μια διαδικασία διαβούλευσης με τους ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες
- όπως έχει ήδη καθοριστεί στο νόμο 4172/2013 - πρέπει να προηγείται της απόφασης
των κοινωνικών εταίρων». Δηλαδή, η πρόταση της «Επιτροπής των ειδικών» βάζει από
το παράθυρο το νόμο Βρούτση που έχει ήδη ψηφιστεί (βλέπε ξεχωριστό θέμα), με τη
διαφορά ότι τις ...ανακοινώσεις για το ύψος του κατώτερου μισθού δεν θα τις κάνει
η κυβέρνηση, αλλά οι κοινωνικοί εταίροι, αφού το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης είναι
δεδομένο και ασφυκτικό για τους εργαζόμενους!
Στο ίδιο σημείο,
το πόρισμα αποκαλύπτει και μια σημαντική πτυχή της διαβούλευσης που είχε η «Επιτροπή
των ειδικών» με τους «κοινωνικούς εταίρους». Οπως γράφει, η συνδικαλιστική πλειοψηφία
συμφώνησε με τους εργοδότες ότι «η οικονομική κατάσταση έχει αλλάξει» και ότι «μια
γρήγορη επιστροφή στα προ κρίσης κατώτερα επίπεδα των μισθών και αυξήσεων των ελάχιστων
μισθών, όπως πριν το 2009, δεν θα ήταν σκόπιμη, ούτε δυνατή στο άμεσο μέλλον».
Δηλαδή, η πλειοψηφία
της ΓΣΕΕ καλεί τους εργαζόμενους να μάθουν να ζουν με τους σημερινούς άθλιους μισθούς
και να εγκαταλείψουν κάθε προσπάθεια για ανάκτηση των απωλειών, πόσο μάλλον να διεκδικήσουν
αυξήσεις στους μισθούς που να καλύπτουν τις σύγχρονες ανάγκες τους. Σημειώνουμε
τέλος ότι, σύμφωνα με το πόρισμα, «ένα άλλο μέρος της Επιτροπής προτείνει τον καθορισμό
του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, κατόπιν διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς
εταίρους και ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες».
Ανοίγει ο δρόμος
για νέες μειώσεις
Συναφής με όλα
τα παραπάνω είναι και η συζήτηση για τη διατήρηση ενός μικρότερου κατώτερου μισθού
(«υπο-κατώτερος» μισθός) για μια ορισμένη κατηγορία εργαζομένων, που σήμερα ορίζεται
με ηλικιακά κριτήρια (οι κάτω των 25 ετών αμείβονται με 511 ευρώ μεικτά, αντί για
586).
Η Επιτροπή στο
πόρισμά της καταλήγει στην εξής σύσταση: «Ο υπο-κατώτερος μισθός για τους νέους
θα αντικατασταθεί από έναν υπο-κατώτερο μισθό με βάση την εργασιακή εμπειρία. Θα
ισούται με το 85% του κατώτερου μισθού κατά τον πρώτο χρόνο απόκτησης εργασιακής
εμπειρίας και με το 95% τον δεύτερο χρόνο. Η ρύθμιση αυτή δεν ισχύει για τους μαθητευόμενους
και τους σπουδαστές που κάνουν πρακτική άσκηση για περισσότερους από τρεις μήνες,
όπως προβλέπεται από τα προγράμματα των σπουδών τους. Γι' αυτές τις περιπτώσεις,
οι "κοινωνικοί εταίροι" θα αποφασίζουν για τον αντίστοιχο υπο-κατώτερο
μισθό και τις αυξήσεις».
Οπως εξηγεί το
πόρισμα, για να δικαιολογήσει τη διάκριση του κατώτερου μισθού, «οι υπο-κατώτεροι
μισθοί για ανειδίκευτα άτομα δικαιολογούνται όσο είναι ακόμα στη διαδικασία εκμάθησης
της εργασίας. Οι χαμηλότεροι μισθοί αντικατοπτρίζουν τη μικρότερη παραγωγικότητα.
Με τον τρόπο αυτό, η μετάβαση από το σχολείο στην εργασία μπορεί να διευκολυνθεί».
Εδώ το πράγμα
ξεφεύγει κυριολεκτικά και η Επιτροπή ανοίγει δρόμους για νέες μειώσεις στον κατώτερο
μισθό. Αν εφαρμοζόταν σήμερα το σύστημα που προτείνει το πόρισμα, ο υπο-κατώτερος
μισθός για όσους δεν έχουν εργασιακή εμπειρία (η Επιτροπή δεν διευκρινίζει με ποιον
τρόπο θα πιστοποιείται αυτό), θα ήταν μικρότερος ακόμα και από τα 511 ευρώ μεικτά
που παίρνει ένας εργαζόμενος κάτω των 25 ετών.
Δηλαδή, παίρνοντας
το 85% του σημερινού κατώτερου μισθού για ένα χρόνο, θα αμειβόταν με 498 ευρώ μεικτά!
Το δεύτερο χρόνο, ο μισθός του θα αυξανόταν στα 527 ευρώ μεικτά, οριακά πάνω από
τον κατώτερο που παίρνουν οι σημερινοί 25άρηδες και κάτω, αλλά κανείς δεν μπορεί
να τον διαβεβαιώσει ότι ο εργοδότης τους δεν θα τον αντικαταστήσει το δεύτερο χρόνο,
για να γλιτώσει ακόμα και αυτά τα λεφτά.
Αθλια επιχειρήματα
Επιπλέον, διατηρώντας
τη διάκριση ανάμεσα στον κατώτερο και τον υπο-κατώτερο μισθό και βάζοντας το κριτήριο
της εργασιακής εμπειρίας αντί της ηλικίας, η Επιτροπή διευρύνει κατά πολύ την κατηγορία
των εργαζομένων που θα αμείβονται με τον υπο-κατώτερο μισθό, αφού «ανειδίκευτος»
μπορεί να είναι σήμερα και ένας 30άρης, ένας 35άρης και πάει λέγοντας.
Η ίδια η Επιτροπή
το σημειώνει αυτό στο πόρισμά της. Οπως γράφει, «για νομικούς λόγους, προτιμάμε
ο υπο-κατώτερος μισθός να σχετίζεται με την εργασιακή εμπειρία αντί της ηλικίας,
παρόλο που στην πράξη, κυρίως οι νέοι θα λαμβάνουν αυτόν τον υπο-κατώτερο μισθό
(...) Επιπλέον, η ηλικία είναι ένας λιγότερο αξιόπιστος δείκτης της εργασιακής εμπειρίας
από ό,τι στο παρελθόν, όταν οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι εισέρχονταν στην αγορά
εργασίας μετά τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
Με την επέκταση
της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και σε περιόδους υψηλής ανεργίας, πολλοί νέοι άνθρωποι
εισέρχονται στην αγορά εργασίας αργότερα από ό,τι στο παρελθόν. Αν είναι ηλικίας
άνω των 25 ετών όταν πιάνουν για πρώτη φορά δουλειά, θα δικαιούνται κατώτερο μισθό
ίσο με αυτόν των "ενηλίκων", μολονότι δεν έχουν καθόλου εργασιακή εμπειρία.
Αυτό μπορεί να καταστήσει τη μετάβασή τους στην αγορά εργασίας αρκετά δύσκολη».
Στην πραγματικότητα,
η «Επιτροπή των ειδικών» διαμορφώνει τις προϋποθέσεις ώστε το κεφάλαιο να αντλήσει
ακόμα φτηνότερη εργατική δύναμη, όχι μόνο από την κατηγορία των 25άρηδων και κάτω,
αλλά από την πολύ μεγαλύτερη «δεξαμενή» των καταχωρημένων ως «μη έχοντες εργασιακή
εμπειρία», ανεξάρτητα από την ηλικία τους. Καταλαβαίνει κανείς τι θα γίνει στην
πράξη, όταν στη ζούγκλα της αγοράς η ανασφάλιστη εργασία και η κινητικότητα είναι
θεσμός, ενώ η εργοδοσία έχει τη δυνατότητα να απολύει χωρίς κανένα ουσιαστικό εμπόδιο.
Ανάρτηση από: https://www.alfavita.gr