Των Σάββα Ρομπόλη και Βασίλη Μπέτση
Η πρόσφατη ανακοίνωση για την ύφεση του 2ου του τριμήνου του 2020 μας δίνει
μια πιο καθαρή εικόνα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και την εκτίμηση
της συνολικής ύφεσης για το έτος 2020. Οι σχετικές ανακοινώσεις εμφάνισαν την
ύφεση της ελληνικής οικονομίας στο 15,2% για το δεύτερο τρίμηνο και στο 1% για
το πρώτο τρίμηνο. Όμως, προκαλούνται ερωτήματα όταν τα συγκεκριμένα στατιστικά
στοιχεία τύχουν μίας μεγαλύτερης επεξεργασίας και ανάλυσης.
Πιο συγκεκριμένα, μελετώντας το Δελτίο
Τύπου της ΕΛΣΤΑΤ, παρατηρείται ότι η ύφεση είναι 15,3% και όχι 15,2%. Επίσης,
στο Δελτίο Τύπου της ΕΛΣΤΑΤ παρέχονται μεθοδολογικές και στατιστικές
πληροφορίες για δύο υπολογισμούς του ΑΕΠ. Μία στήλη παρουσιάζει το ΑΕΠ σε
σταθερές τιμές με έτος αναφοράς το έτος 2010 και μια στήλη παρουσιάζει το ΑΕΠ
σε τρέχουσες τιμές. Έτσι, η στήλη σε τρέχουσες τιμές παρουσιάζει το επίπεδο της
ύφεσης του 2ου τριμήνου υψηλότερη στο 17,1% και την ύφεση του πρώτου τριμήνου
στο 2,7% και όχι στο 1%.
Στις συνθήκες αυτές, το ερώτημα που προκύπτει είναι: τελικά πόσο είναι η ύφεση 15,3% (σε σταθερές τιμές 2010) ή 17,1% (σε τρέχουσες τιμές); Κατά τη δική μας άποψη η ύφεση του 2ου τριμήνου του 2020 είναι 17,1%, δηλαδή σε τρέχουσες τιμές. Κι’ αυτό γιατί στη βάση δεδομένων της, η Eurostat παρουσιάζει, κυρίως, τα στοιχεία όλων των κρατών-μελών της ΕΕ για το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές. Επίσης, κατά την εκπόνηση των σχετικών μελετών που πραγματοποιούνται από όλες τις χώρες της ΕΕ τα στοιχεία για το ΑΕΠ και οι οικονομικές υποθέσεις εργασίας που παρέχει η Eurostat στα κράτη μέλη είναι σε τρέχουσες τιμές και οι οδηγίες για την μεθοδολογία που απαιτείται να χρησιμοποιήσουν είναι σε τρέχουσες τιμές.
Στις συνθήκες αυτές, το ερώτημα που προκύπτει είναι: τελικά πόσο είναι η ύφεση 15,3% (σε σταθερές τιμές 2010) ή 17,1% (σε τρέχουσες τιμές); Κατά τη δική μας άποψη η ύφεση του 2ου τριμήνου του 2020 είναι 17,1%, δηλαδή σε τρέχουσες τιμές. Κι’ αυτό γιατί στη βάση δεδομένων της, η Eurostat παρουσιάζει, κυρίως, τα στοιχεία όλων των κρατών-μελών της ΕΕ για το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές. Επίσης, κατά την εκπόνηση των σχετικών μελετών που πραγματοποιούνται από όλες τις χώρες της ΕΕ τα στοιχεία για το ΑΕΠ και οι οικονομικές υποθέσεις εργασίας που παρέχει η Eurostat στα κράτη μέλη είναι σε τρέχουσες τιμές και οι οδηγίες για την μεθοδολογία που απαιτείται να χρησιμοποιήσουν είναι σε τρέχουσες τιμές.
Κι' αυτό γιατί αν και οι δύο μεθοδολογίες
είναι ορθές, η μεθοδολογία που υπολογίζει το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές είναι
λιγότερο πολύπλοκη και περισσότερο αντικειμενική μεθοδολογία. Από την άποψη
αυτή αξίζει να σημειωθεί ότι το ερώτημα που γεννιέται είναι: πόσο τελικά είναι
το μέγεθος του ΑΕΠ της Ελλάδας για το 2019; H απάντηση ότι ήταν 187 δισ. σε
τρέχουσες τιμές, δεν προκαλεί αμφισβητήσεις και ερωτήματα και ως εκ τούτου
μπορεί να συγκριθεί με το ΑΕΠ των άλλων κρατών-μελών.
Εάν όμως απαντηθεί ότι το ΑΕΠ το 2019 ήταν
194 δισ. ευρώ σε σταθερές τιμές, τότε το επόμενο ερώτημα που προκύπτει είναι,
με ποιο έτος αναφοράς υπολογίσθηκε το συγκεκριμένο μέγεθος του ΑΕΠ, προκειμένου
να μπορεί να πραγματοποιηθεί σύγκριση με τα άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ. Εάν ο
υπολογισμός του ΑΕΠ σε σταθερές τιμές άλλων κρατών-μελών δεν έχει το ίδιο έτος
αναφοράς, τότε δεν μπορεί να γίνει καμία σύγκριση μεταξύ των κρατών-μελών, όπως
λανθασμένα έγινε πρόσφατα στην Ελλάδα με αφορμή την ανακοίνωση του Δελτίου
Τύπου της ΕΛΣΤΑΤ.
Το ΑΕΠ και εκτιμήσεις για Σεπτέμβριο
Με άλλα λόγια, το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές
έχει πολλές τιμές ανάλογα με το έτος αναφοράς που υπολογίζεται, ενώ το ΑΕΠ σε
τρέχουσες τιμές έχει μόνο μια τιμή και γι’ αυτό προτείνεται από τη Eurostat στα
κράτη-μέλη να παρουσιάζεται αυτό και όχι το ΑΕΠ σε σταθερές τιμές. Εξάλλου η
ύφεση του 2ου τριμήνου του 22,1% στην Ισπανία, του 19% στην Γαλλία, του 17,3%
στην Ιταλία, του 16,3% στην Πορτογαλία, κ.λ.π. που ανακοινώθηκαν από τις
συγκεκριμένες χώρες, είναι σε τρέχουσες τιμές, οπότε για να γίνει σύγκριση με
αυτές τις χώρες θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί από την Ελλάδα το 17,1% που ήταν η
ύφεση, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ σε τρέχουσες τιμές.
Σημειώνεται ότι το μέσο επίπεδο της ύφεσης
στην Ευρωζώνη κατά το 2ο τρίμηνο ήταν 15% σε τρέχουσες τιμές. Αξίζει να
σημειωθεί ότι με βάση τις τρέχουσες τιμές του ΑΕΠ, στα τέλη Μαρτίου του 2020,
λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ των άλλων, διάφορα σενάρια για την πορεία του
τουρισμού, οι εκτιμήσεις μας για την ύφεση στην Ελλάδα για το 2020 ήταν
10%-12%. Είναι χαρακτηριστικό, από τα στοιχεία για την πορεία του τουρισμού τον
Αύγουστο του 2020, ότι οι εισπράξεις παρουσίασαν 65% μείωση σε σχέση με το έτος
2019 και του Ιουλίου 50% μείωση.
Εάν θεωρηθεί ότι και ο Σεπτέμβριος θα
παρουσιάσει μία μείωση των εισπράξεων της τάξης του 50%, όπως ο Ιούλιος
(ευνοϊκό σενάριο) και όχι 65% που ήταν ο Αύγουστος, τότε η ύφεση στο τρίτο
τρίμηνο του 2020 εκτιμάται στο 12%, ενώ στη περίπτωση που τα έσοδα του
Σεπτεμβρίου είναι και αυτά 65% αυτών του 2019, τότε η ύφεση του 2020 εκτιμάται
στο 13%.
Με παρόμοια μεθοδολογία, σύμφωνα με τους
υπολογισμούς μας, προκύπτει ότι η ύφεση του 4ου τριμήνου 2020 θα είναι 7% στο
αισιόδοξο σενάριο και 8,5% στο απαισιόδοξο σενάριο και το επίπεδο της ύφεσης το
2020 εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο 10,5%-12%. Αντίθετα, η εκτίμηση του
υπουργείου Οικονομικών για ύφεση το 2020 στο επίπεδο του -8% (σταθερές τιμές),
προϋποθέτει ότι μετά το 15,2% του δευτέρου τριμήνου, το τρίτο τρίμηνο θα πρέπει
να είναι -10% και το τέταρτο τρίμηνο θα πρέπει να είναι -6%.
Ανάρτηση από: https://slpress.gr/