Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2020

Η Δύση και τα ελληνοτουρκικά


Του Απόστολου Αποστολόπουλου

Πρώτη εικόνα: Ο Ερντογάν απειλεί την Ελλάδα.

Δεύτερη εικόνα: Παρεμβαίνει ο Μακρόν υπέρ της Ελλάδας και στέλνει το αεροπλανοφόρο Ντε Γκωλ, ως έμπρακτη απόδειξη υποστήριξης.

Τρίτη εικόνα: Ο Ερντογάν απειλεί να βυθίσει το γαλλικό αεροπλανοφόρο.

Τέταρτη εικόνα: Ο Μακρόν ανταποδίδει λέγοντας ότι ο Ερντογάν θα ψάχνει να βρει στο χάρτη πού είναι η Τουρκία. Ο Μακρόν τηλεφωνεί στον Τραμπ και του ζητάει (όπως και ο Μητσοτάκης) να συνετίσει τον Ερντογάν. Ο Τραμπ απορρίπτει τα πανομοιότυπα αιτήματα Μακρόν-Μητσοτάκη. Το Ντε Γκωλ στη Μασσαλία, το Oruk Reis στην Αττάλεια.

Πέμπτη εικόνα: Θα αρχίσουν, ως φαίνεται, οσονούπω, συνομιλίες. Η Τουρκία προσπαθεί να κερδίσει εντυπώσεις. Αλλά αν είχε αποκομίσει, όπως επιδίωκε, κάτι απτό και συγκεκριμένο θα το έλεγε. Αντιθέτως ο Ερντογάν βουβάθηκε για μέρες. Όλα όσα λένε συνεργάτες του είναι προς εντυπωσιασμό και εσωτερική κατανάλωση

Τρία σχόλια

Γαλλία, Τουρκία και Ελλάδα απευθύνονται στις ΗΠΑ ως καταλύτη της κρίσης. Καμία δεν είναι αυτόνομη (από τις ΗΠΑ) αν και κινούνται σε διαφορετική κλίμακα ισχύος και γεωπολιτικής αξίας. Ο Τραμπ απορρίπτει επισήμως το αίτημα Γαλλίας και Ελλάδας (να συνετίσει τον Ερντογάν) αλλά στην πράξη τον υποχρεώνει σε βήματα υποχώρησης με στόχο την Pax Americana στην περιοχή. Η Ελλάδα ικανοποιεί εν μέρει το αίτημα να σταματήσουν οι τουρκικές απειλές. Ο Ερντογάν ικανοποιεί εν μέρει την απαίτηση να καθίσει η Ελλάδα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με θέμα τα κεκτημένα της. Δεν υπάρχει ένδειξη, δημοσίως τουλάχιστον, για ελληνικές υποχωρήσεις επί της ουσίας, ως τώρα. «Κεκτημένο» της ελληνικής πλευράς είναι ότι επί τριάντα χρόνια αποδέχεται συζητήσεις για όσα της ανήκουν αλλά, με εξαίρεση μόνο τον Σημίτη στα Ίμια, δεν υποχωρεί στις τουρκικές απαιτήσεις. Το αποδεικνύουν τα σημερινά τουρκικά αιτήματα, παλαιές απαιτήσεις από τη δεκαετία του ‘80.

Για να μην υπάρχει η παραμικρή παρανόηση: η βοήθεια της Γαλλίας είναι πολύτιμη, ισχυρό εμπόδιο στην Τουρκία. Ωστόσο η σύγκλιση ΗΠΑ-Γερμανίας, ως προς την Τουρκία, ισχυροποιεί τις πιέσεις. Αυτό δεν μπορεί να το αγνοήσει καμία ελληνική ούτε ευρωπαϊκή κυβέρνηση. Δεν πρόκειται για προτροπή σε μοιρολατρική υποταγή αλλά για αναγνώριση της πραγματικότητας. Και για πρόσκληση σε υποβολή ιδεών ώστε να υπερκεραστεί η πίεση. Να σημειωθεί, πάντως, για όσους αφηρημένους υποστηρίζουν ότι η Μέρκελ έβαλε χαλινάρια στον Ερντογάν, πως η γερμανίδα καγκελάριος παίζει τον ρόλο του «χειρ Ιακώβ» ενώ ο «νους Ιακώβ», ο ιθύνων νους, είναι οι ΗΠΑ του Τραμπ. Η Μέρκελ εξαρχής είχε ζητήσει βοήθεια από τον Τραμπ λέγοντάς του ότι ο Ερντογάν είναι «δύσκολος» ενώ οι Έλληνες πιο «συνεννοήσιμοι».

Ειδικά ο Μακρόν, μετά τη σθεναρή στάση λαού-ένστολων-κυβέρνησης, πείστηκε να συνδράμει τους αποφασισμένους Έλληνες να υπερασπιστούν την πατρίδα τους. Οι ενδοτικοί του αθηναϊκού κατεστημένου δεν τολμούν να συστήσουν δημοσίως υποχωρήσεις ούτε να αντιδράσουν στα εξαγγελθέντα εξοπλιστικά προγράμματα. Με την αξιοσημείωτη εξαίρεση της βουλευτού του ΣΥΡΙΖΑ κυρίας Πέρκα που δήλωσε «θυμωμένη» γιατί ξοδευόμαστε σε εξοπλισμούς. Παλαιότερα ο επίσης βουλευτής κ. Μπαλάφας είχε δηλώσει ότι απορρίπτει τους εξοπλισμούς και «παίρνει το ρίσκο» να αγνοήσει τον τουρκικό κίνδυνο. Τώρα ούτε μιλάει ούτε λαλάει.

Η βοήθεια της Γαλλίας είναι πολύτιμη, ισχυρό εμπόδιο στην Τουρκία. Ωστόσο η σύγκλιση ΗΠΑ-Γερμανίας, ως προς την Τουρκία, ισχυροποιεί τις πιέσεις. Αυτό δεν μπορεί να το αγνοήσει καμία ελληνική ούτε ευρωπαϊκή κυβέρνηση

ΝΑΤΟ/Ε.Ε. και Βερολίνο, έστω με χίλια ζόρια, πιέζουν τον Ερντογάν. Δεν πρόκειται για κάποια περιφανή ελληνική νίκη αλλά το κλίμα έχει αλλάξει. Οι κυρώσεις δεν έχουν ρίξει ούτε επηρεάσει καμία κυβέρνηση. Αλλά με τη λίρα να κατρακυλάει, τους Άραβες να μην τον θέλουν, τη Λιβύη να απομακρύνεται, την Ελλάδα να μην του κάθεται, το περιβάλλον δεν είναι ρόδινο, κάτι που χειροτερεύει την εικόνα του Σουλτάνου στο εσωτερικό.

Ως τώρα οι ελληνοτουρκικές κρίσεις είναι επαναλήψεις, κακέκτυπα αντίγραφα της ελεγχόμενης κρίσης του 1987 (επί Παπανδρέου-Οζάλ) που διαμορφώθηκε με υπόδειξη του Κίσινγκερ με στόχο τότε, όπως τώρα, να καθίσουν οι αντίπαλοι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Έκτοτε ο στόχος παραμένει σταθερός: να αποδεχθεί η Ελλάδα, με συνομιλίες, τις τουρκικές θέσεις για αποστρατικοποίηση των νησιών κ.λπ. Συνομιλίες έχουν γίνει πολλές. Αποστρατικοποίηση ούτε μια. Οι Τούρκοι διαμαρτύρονται ότι αυξήθηκε προχθές η ελληνική δύναμη στο Καστελλόριζο.

Η Τουρκία δεν φοβάται, φυσικά, ελληνική απόβαση στο έδαφός της. Θέλει αποστρατικοποιημένα και ανυπεράσπιστα τα νησιά για να εκβιάζει τη φοβισμένη, φιλάργυρη, ελληνική ελίτ. Ο Ερντογάν φλυαρεί, στο πλαίσιο ψυχολογικού πολέμου, αλλά, ξαναλέω, μοιάζει με τον Μπελούλη, με τα λόγια χτίζει ανώγια και κατώγια. Αν πίστευε τα μισά από όσα λέει για την ισχύ του στρατού και του στόλου του θα μας είχε ήδη επιτεθεί. Αλλά δεν τολμάει. Κανένας Τούρκος ηγέτης δεν έχει σιγουριά νίκης στον αέρα και στη θάλασσα απέναντί μας. Οι Τούρκοι έχουν δημιουργήσει τον μύθο περί ενός μεγάλου τουρκικού στρατού με πολεμική πείρα. Αλλά, με την εξαίρεση των Κούρδων, οι Τούρκοι αποφεύγουν να πολεμήσουν οι ίδιοι. Πληρώνουν τζιχαντιστές και άλλους μισθοφόρους να πολεμήσουν για χάρη τους.

Βαθιά πληγή

Ένα «θερμό γεγονός», όποια και αν είναι η έκβασή του, θα ανοίξει βαθιά πληγή στη Ν.Α. Μεσόγειο με ίσως ανεξέλεγκτες εσωτερικές ανατροπές στις δυο χώρες και ριζική αναδιάρθρωση του γεωπολιτικού χώρου. Με ωφελημένη τη Ρωσία. Αλλά αυτά είναι μια άλλη ιστορία. Ίσως η πιο σημαντική από τη μεταπολίτευση ως σήμερα.

Ανάρτηση από: https://edromos.gr/